Η εθνική μας επιβίωση
του Στέλιου Παπαντωνίου
Ευτυχώς που υπάρχουν κι οι WikiLeaks να μας ανοίγουν τα μάτια, να μη μένουμε στα σκοτεινά, στην αθωότητα του χωρικού της Πιτιλαίας.
Λέω για το Ζακ Σιράκ που έπεισε τον μακαριστό Τάσσο Παπαδόπουλο να συναινέσει στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) - Τουρκίας τον Δεκέμβριο του 2004. Με το Παρίσι, το Βερολίνο και το Λονδίνο να τα έχουν βρει σε όλα με την Άγκυρα, επομένως δεν υπήρχε λόγος για τη Λευκωσία να αντιστέκεται, όπως ελέχθη. «Κοίτα Τάσσο, λέει ο Σιράκ, ο Τόνι, ο Γκέρχαρντ κι εγώ θεωρούμε ότι αυτή η λύση είναι καλή. Δεν έχουμε πολύ χρόνο. Ξέρω ότι θα συμφωνήσεις». Κι ο Σρέντερ σηκώθηκε και είπε: «Τώρα ας πάμε στη συνάντηση». Κι έτσι, λέει, μάθαμε πώς οι μεγάλες χώρες συσπειρώνονται έναντι μιας μικρής.
Όλα αυτά ίσως να είναι επίφοβα για τους αδαείς, αλλά είναι τοις πάσι κοινό μυστικό πως αυτά που μετρούν είναι τα συμφέροντα, γι’ αυτό κι εμείς, όσο μικροί κι αν είμαστε ένα και μόνο συμφέρον που έχουμε, δεν μπορούμε να το ξεπουλούμε. Ποιο; Το να επιβιώσουμε ως Έλληνες χριστιανοί στη γη μας. Γιατί ούτε ο ελληνισμός ούτε ο χριστιανισμός είναι ιδεολογία, δεν είναι κατασκεύασμα ανθρώπινο, αλλά είναι ο ίδιος ο εαυτός μας, ο τρόπος που ανατραφήκαμε, το γάλα που βυζάξαμε, η γλώσσα που μιλούμε, ο τρόπος που σκεφτόμαστε και που ζούμε, με τα ήθη και τα έθιμά μας.
Κι αυτό όμως κατάντησε προβληματικό, γιατί στο να επιβιώσουμε δίνουμε κάποτε έμφαση μεγαλύτερη, όπως όταν κάναμε τον αγώνα μας οικονομικό, κι είχαμε να περηφανευόμαστε για το οικονομικό θαύμα, αφήσαμε όμως ελεύθερα τα ζιζάνια στην κοινωνία και στο πνεύμα να κατατρών τις κύριες πηγές του ήθους και της ιδιοπροσωπίας μας.
Κάτω από την πίεση των καταστροφών από την τουρκική εισβολή, στραφήκαμε στην επιβίωση, στην άνετη προσωρινότητα, κατά τα τότε λεγόμενα, και δεν πήραμε ριζικές αποφάσεις για το μέλλον μας, νομίζοντας πως η Τουρκία και οι τουρκοκύπριοι θα λογικευθούν και θα ακολουθήσουν τα διεθνή ψηφίσματα ή τις αποφάσεις που μαζί λαμβάναμε ή ως συμφωνίες των Προέδρων μας από Μακαρίου και εξής με την άλλη πλευρά, ή τις αποφάσεις του ΟΗΕ και του Συμβουλίου Ασφαλείας που ποτέ η Τουρκία δεν σεβάστηκε.
Στο μεταξύ όμως με τους έγκλειστους τουρκοκύπριους ο Ντεκτάς για τριάντα χρόνια κατεσκεύαζε το ψευδοκράτος του κι ουδείς βιαζόταν να λύσει το κυπριακό, παρά μόνο ο ένας συνομιλητής διαδεχόταν τον άλλο κι η μια υποχώρηση την άλλη, ώσπου «υπερέβημεν και τα εσκαμμένα», κατά την προσφιλή τον καιρό του πολέμου ρήση του ΡΙΚ.
Και τώρα τι λύση να περιμένουμε με τον εκ περιτροπής πρόεδρο, που θα είναι προβληματικό αν θα είναι τουρκοκύπριος, ένα σπάνιο είδος πια στην Κύπρο, όπως οι ίδιοι ομολογούν; Και με τις τόσες χιλιάδες εποίκους που δεχθήκαμε και δώσαμε στο φίλο μας Ταλάτ για να βοηθήσουμε το παιδί, όχι εμείς, ο άνθρωπος που μας εκπροσωπεί στις συνομιλίες, και που μας οδηγεί από αδιέξοδο σε αδιέξοδο, κι όμως είναι πάντα για τα παιδιά του νικητής, -τι να γίνει, έτσι συμβαίνει με όλους τους πατερούληδες! – Τι λύση λοιπόν να περιμένουμε όταν ο Έρογλου εισάγει συνομοσπονδιακές προτάσεις κι ο κύριος Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών βλέπει πρόοδο, τι λύση να περιμένουμε στην τόση απελπισία μας που μετατρέπεται σε νικητήριο άσμα του κυβερνώντος κόμματος, γιατί το παιδί δεν έσπασε το πόδι του στην εκδρομή!
Κι όμως τα πράγματα μπορούν να αντιστραφούν. Δεν είμαστε μικροί και δεν είμαστε λίγοι αν καταλάβουμε πόση δύναμη μπορούμε να έχουμε, αν βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος να μας εμπνεύσει, να περιμαζέψει τις πληγές μας, να συντονίσει ενέργειες, αλλά και τη θέλησή μας να βοηθήσουμε από μαθητή ως δάσκαλο κι από πατέρα ως παππού κι εγγόνι στον αγώνα για εθνική επιβίωση σε συνεργασία με τη μητέρα πατρίδα με τόσους σύγχρονους τρόπους που η τεχνολογία έχει φέρει στο φως. Γιατί είναι καιρός και πάλι η σαρανταπληγιασμένη κόρη που γίνηκε μητέρα της Δημοκρατίας της μάνας, να την παρασύρει σε αγώνες για το καλό του ελληνισμού, ώστε όχι μόνο να επιβιώσουμε αξιοπρεπώς αλλά να ζήσουμε ξανά σαν πρώτα, σαν Έλληνες χριστιανοί. Γιατί θα είναι η μελανότερη κοιλίδα στην Ιστορία μας αν καταστραφεί ο ελληνισμός στον εικοστό πρώτο αιώνα!