Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

καφενείον τα Νέα Ελευθέρια

 

Καφενείον τα Νέα Ελευθέρια

Ήταν γνωστός για χρόνια ως ο καφενές του Κάουρα, τον είχε ίσως για εικοσαετία και βάλε, έμενε τις νύχτες εκεί πολλές φορές ο Μιχαλής, έτσι τον φώναζαν, αδελφός του καφετζή, κάθονταν και έξω τα καλοκαίρια πολλοί και μέσα βέβαια, υπήρχε αριστερά το καμαράκι για τους χαρτοπαίχτες, ένα μεγάλο μπιλιάρδο στη μέση, κειμήλιο βαρύ, με τις στέκες τις μπίλιες τα τεμπεσίρια ή τεμεσίνια που τα λέγαμε, τραπεζάκια με το τάβλι τους και στο βάθος ο μεγάλος πάγκος, πίσω του ουτζάκι και τα σχετικά, μια ατμόσφαιρα του καπνού και του καφέ, ως τώρα μένει στη μύτη, ο Παπάκωστας πάντα έξω στη γωνία κοντά στο μπακάλικο του Κυριάκου να πίνει τον καφέ του και να διαβάζει την εφημερίδα, ο δίσκος με τον καφέ και το νερό σε άλλη καρέκλα, ψάθινη.

Ήρθε όμως καιρός να τα παρατήσει ο Κάουρας και ανησυχία μεγάλη έπεσε στη γειτονιά, ήταν και καιροί που χρειαζόταν ένα κεντρικό σημείο να συγκεντρώνονται οι άνθρωποι, οι τούρκοι είχαν ήδη αρχίσει τις φασαρίες στον άγιο Λουκά, έπρεπε να οργανωθεί ο κόσμος, οι άντρες να αναλάβουν την πολιτοφυλακή, κάποιοι να ξαγρυπνούν μη μας κάψουν στον ύπνο. Κι έτσι ο πατέρας έπεισε τη θεία Μαρούλα και τον θείο Αντρέα να αναλάβουν το καφενείο, η μάνα μου στο σπίτι για την ανατροφή του Χριστάκη και όλα τα λοιπά σχετικά.

Γύρω στο 1964 άρχισαν να έρχονται οι πρώτοι οηέδες, Δανοί και Σουηδοί στη γειτονιά, τους άφηναν στις ελεύθερες ώρες να έρχονται στο καφενείο, γεμάτο χειμώνα καλοκαίρι, η θεία τηγάνιζε κρεμύδι και χοτ τοκ και αυγά, τα έβαζε στο φραντζολάκι του Πιτζιολή, και τα τραπέζια γεμάτα, ουίσκι το ποτό, και να τρέχουν τα δρώματά τους το καλοκαίρι και να τους μένει αξέχαστη η διαμονή στην Κύπρο, ήταν ακόμα έστω και με τις φασαρίες η γειτονιά μισός παράδεισος. Το 1974 καταστράφηκε η περιοχή εκεί, μένει στη μνήμη.

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2024

Πόλη που ράγισε, Παναγιώτης Νικολαΐδης

 

Παναγιώτης Νικολαΐδης, Πόλη που Ράγισε, Σμίλη

Η ποιητική συλλογή του Παναγιώτη Νικολαΐδη “Πόλη που Ράγισε” φωτίζει τη σκληρή και θλιβερή πραγματικότητα της μοιρασμένης από την τουρκική εισβολή Λευκωσίας, συνυφασμένης με την αγαπημένη του και με την ποίηση, σε μια τριάδα ομοούσια.

Μελετημένος ο τίτλος, “που ράγισε”, αναφέρεται στην ιστορική στιγμή παρά στο τετελεσμένο της διαίρεσης, “ραγισμένη”, αφήνοντας ελπίδα και ρωγμή φωτός.

Τα δυο κλωνάρια της πόλης, στη συνείδηση ενωμένα- στην πραγματικότητα χωρισμένα διά της βίας, γεννούν εικόνες αντίθετες ή συμπληρωματικές. “Όπως καταλαβαίνεις επισκέπτη η Λευκωσία έχει δύο όψεις όπως η έρημος είναι η άλλη όψη της θάλασσας.” Οι αγώνες και θυσίες των ηρώων μας όπως και η φύση συνηγορούν στο αίτημα για ενότητα του τόπου και συνοδεύονται από τον έρωτα προς την αγαπημένη γυναίκα και προς την ποίηση, έκφραση του τρισχιλιετούς πολιτισμού μας.

Με στίχους κάποτε στην κυπριακή διάλεκτο ζωντανεύει αναμνήσεις παιδικές ολόφρεσκες, συγκινητικές, μια όαση μέσα στη μεγάλη ερημιά του πολέμου που μερικοί μας παρακινούν να συνηθίσουμε και μ’ αυτήν να ζούμε. Στην αγαπημένη απευθύνεται σε δεύτερο πρόσωπο, την έχει μπροστά του  ως το ποίημα στο χαρτί, ένας ολόκληρος κόσμος. “Αγαπημένη, αυτός ο στίχος είναι φτιαγμένος από στάχτη.”

Τους ομότεχνούς του δεν ξεχνά αλλά τιμά, γιατί είναι ο συμπυκνωμένος πολιτισμός μας, αντίδοτο στην επιθετική βαρβαρότητα που έφερε τη δυστυχία στον τόπο και στους ανθρώπους. Το θέμα της διαιρεμένης διά της βίας Λευκωσίας είναι αγκάθι στην πολιτική και πνευματική ζωή. Ο Νικολαΐδης όμως καταθέτει καθαρή τη διαμαρτυρία του για την αδικία χωρίς προσωπεία .

Επιτυχημένες παρομοιώσεις και ποιητικά ευρήματα, παράθεση λέξεων- εννοιών- εικόνες σκληρές εναλλασσόμενες με λυρισμό, λόγος μελετημένα δομημένος ποιητικά, ώστε να αποτελεί τέλειο όλον, κάποτε λακωνικός, σοφός, περιεκτικός αληθειών και ομορφιάς είτε στην κοινή νεοελληνική είτε στην κυπριακή, όταν χρειάζεται, πάντως ζωντανός και ρέων, είτε εσωτερικές καταστάσεις αναλύει είτε εξωτερικές εικόνες περιγράφει, της καθημερινής ζωής στην πόλη του, που την βαραίνει η φωνή του μουεζίνη, δεν παύει όμως να κρατά ψηλά την ελληνικότητά της.

Στέλιος Παπαντωνίου

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2024

Αντρέας Σύγκελος, Ο Αθάνατος δεν υπάρχει πια

 

Αντρέας Σύγκελος, Ο Αθάνατος δεν υπάρχει πια, Εκδόσεις Επιφανίου

“Ο Αθάνατος δεν υπάρχει πια είναι ένα μυθιστόρημα του Αντρέα Σύγκελου, η ιστορία του οποίου  εκτυλίσσεται στην Κύπρο, για λίγο στην Ελλάδα και στην Αυστραλία, από το 1950 περίπου ως τις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα.

Τη βασική γραμμή του διατρέχει ένας μεγάλος έρωτας που δεν ευτύχησε, λόγω της πατριαρχικής συμπεριφοράς του πατέρα της κόρης, αιτίου της δυστυχίας δυο νέων. Περιπέτειες και αγωνίες, συναισθηματικά δοσμένες με ευαισθησία καταστάσεις αγάπης και έρωτα, συγκρούσεις και αποδοχές των χτυπημάτων της μοίρας, φιλία, οικογενειακοί δεσμοί, σεβασμός στον συνάνθρωπο.

Μια τριτοπρόσωπη αφήγηση, με αναδρομές στο παρελθόν ή προδρομικές σκηνές που περιέχουν κύτταρα των όσων θα ακολουθήσουν. Ο ήρωας σε μεγάλη ηλικία αναπολεί και λεπτομερώς αφηγείται τα της ζωής του με περιγραφές τόπων, χρονικών περιόδων, κοινωνικών και συναισθηματικών καταστάσεων.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι ιστορικές σελίδες μιας κρίσιμης για τον τόπο εποχής, αφού ο ήρωας έζησε τις αναστατώσεις του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής του 1974 όντας στρατευμένος. Με τις εμπειρίες του ο συγγραφέας επιβεβαιώνει όσα έχουν γίνει ως τώρα αποδεκτά και από τους μελετητές της περιόδου, και μάλιστα την προδοσία.

Η ζωή στο χωριό και η ζωή στην πόλη, οι χαρακτήρες των ανθρώπων και οι συμπεριφορές τους ζωντανεύουν στο μυθιστόρημα όπως σε κινηματογραφική η ταινία.

Ο ρυθμός του μυθιστορήματος κυλά ανάλογα με τα εκτυλισσόμενα, με επιβραδύνσεις περισσότερο παρά με άλματα, γιατί ο συγγραφέας λεπτομερώς καταθέτει.

Ευχές να συνεχίσει να γράφει, γιατί η πείρα ζωής και η ευαισθησία του είναι πολύτιμοι σύντροφοί του που αποτυπώνονται καθαρά στον γραπτό του λόγο.

Στέλιος Παπαντωνίου

Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2024

Κυριάκος Ευθυμίου, Προτελευταία Αλήθεια

 

Κυριάκος Ευθυμίου, Προτελευταία Αλήθεια, ποιήματα, Σαιξπηρικόν

Ο Κυριάκος Ευθυμίου είναι ποιητής βαθυστόχαστος, φιλοσοφεί ή διαλέγεται με τον εαυτό του, εισχωρεί στα βάθη του, βοηθώντας και τον αναγνώστη να φωτίσει άγνωστες πτυχές του εαυτού ή δυσερμήνευτες και ανέκφραστες, γιατί ως ποιητής έχει το χάρισμα να εκφράζει σε πυκνότατο και πρωτότυπο λόγο και των άλλων τα σκότη.

Σε ένα μέρος των ποιημάτων του καταθέτει τη δική του προβληματική και μαρτυρία για το Κυπριακό. Έχοντας ζήσει σε ακριτική περιοχή, σε οικογενειακή εστία και θαλπωρή, πονώντας για τα αποτελέσματα και τις αιτίες των παθών μας, ως αληθής και σοφός έμπειρος γνώστης και αναγνώστης της Ιστορίας εκφέρει πολύτιμο λόγο για τη  διχοτομημένη πατρίδα, τον δυνατό αντίπαλο και την εν πολλοίς αδυναμία μας, ταγών και λαού. Θλίβεται ή αντιμετωπίζει στωικά τα πράγματα, αφού η θλίψη του είναι αξιοπρεπέστατη.

Τα πρόσωπα της οικογένειάς του, σεβαστά και αγαπητά, θανόντα αλλά ποιητικά ζώντα, τον μεταφέρουν στο παρελθόν που αντικρίζει διαλογικά.

Δροσερές εικόνες προετοιμάζουν για τις μεγάλες αλήθειες και δομούν με αντιθέσεις ή συμπληρωματικές εικόνες το ποίημα, ένα αυτοτελές κόσμημα. Μια λυρική περιγραφή μπορεί να συνυπάρχει με την σκληρή Ιστορία, και το όλον να κρύβει σκληρές αλήθειες και νοήματασε άλλα επίπεδα.

Ο ποιητής υπήρξε στη ζωή του ηθοποιός, σκηνοθέτης, αναγνώστης ποιημάτων και μελετητής τους, ένας πνευματικός πλούτος που τον συνοδεύει στο έργο του, στο οποίο φανερώνονται οπτικά και οι πιο αφηρημένες έννοιες, θαυμαστό αποτέλεσμα.

Ο μοναχικός συνομιλητής του εαυτού του ξεπερνά τα όρια της εξομολόγησης και λακωνικά εκφράζει την εμπειρική σοφία του αλλά και επιστημονικές αλήθειες για την ύπαρξη και τη γενικότερη Ιστορία μας.

Ο τίτλος της συλλογής προοιωνίζει πως τα γραφόμενα θα είναι αν όχι αποχαιρετιστήριος λόγος το απαύγασμα της μελέτης και εσωτερικής εις βάθος διερεύνησης του ίδιου με γενικευμένες τις αλήθειες, αφού μπορούν να ισχύουν για τον καθένα.

Ο θάνατος αποτελεί αγκωνάρι του όλου οικοδομήματος όπως και η και η τραγικότητα του ανθρώπου και η σιωπηρή αποδοχή της μοίρας ως ανώτερης δύναμης την οποία αποδέχεται ο άνθρωπος ή ύστερα από εσωτερικό αγώνα γνωρίζει και μπορεί πλέον να φωτίσει.

Εκφραστικά, επιτυχημένα εκμεταλλεύτηκε λαϊκές ρήσεις ή εκφράσεις, τις οποίες εξεικονίζει  ζωοποιώντας τες. Η μεγάλη του όμως τέχνη είναι ο σφιχτοδεμένος λόγος, ο ουσιώδης, και η εμφάνιση και εξεικόνιση των αφανών αφηρημένων εννοιών. Από αυτή την άποψη, ο Κυριάκος Ευθυμίου αναδεικνύεται δάσκαλος της ποίησης και γνώστης και τεχνίτης των θεμελιωδών μυστικών της.

Στέλιος Παπαντωνίου

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

μερικοί μεν, αλλά το κακό γίνεται

 

Μερικοί μεν, αλλά το κακό γίνεται

Πενήντα χρόνια από την τουρκική εισβολή και δεν βλέπουμε ελπίδα σωτηρίας. Αντίθετα, η αγωνιστικότητα πολλών έχει μετατραπεί σε βεβαιότητα πως “το δίκαιο είναι με το μέρος του αντιπάλου”, γι’ αυτό δίνουν προτεραιότητα στην προδοσία του πραξικοπήματος και της όλης περιόδου αναθεματίζοντας τους αίτιους και αφήνοντας στο απυρόβλητο τον εισβολέα.

Αλλά γιατί έγινε η εισβολή; Για να αποκατασταθεί η διασαλευθείσα τάξη. Επανήλθε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ως πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά τα σχέδια των εισβολέων και των συμμάχων τους ήταν η διχοτόμηση του νησιού. Από το 1950 ανετρέφετο το όνειρο, “για τακσίμ για ολούμ”, διχοτόμηση ή θάνατο. Λησμονημένη και η Βολκάν και η ΤΜΤ, οι τρομοκρατικές οργανώσεις των τούρκων της Κύπρου, λησμονημένος ο Ντεκτάς που έθεσε τις βάσεις. Εμείς για ένωση ξεκινήσαμε και βρεθήκαμε διχοτομημένοι, με όνειρο πλέον την επανένωση του νησιού, και ο καθένας καταλαβαίνει πως “επανένωση” δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συγκόλληση δυο κρατιδίων, αφού εξισώνουν πολλοί το ψευδοκρατίδιο της Τουρκίας με το δικό μας κακώς αποκαλούμενο “κλεφτοκράτος”.

Ουδείς αμφιβάλλει για τα λάθη μας. Αλλά η ερώτηση είναι: τι λύση θέλουμε, τι κράτος θέλουμε, τι αφήνουμε στα παιδιά και στα εγγόνια μας, που δεν είναι δίκαιο να πληρώσουν τις δικές μας αμαρτίες ζώντας σε ένα ανελεύθερο καθεστώς με την Τουρκία να το διαφεντεύει. Αν δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την ελεύθερη διαβίωση με ασφάλεια των μελλουσών γενεών των Ελλήνων στην Κύπρο, τότε να μην προχωρήσουμε σε αποδοχή καμιάς λύσης υποδούλωσης και τουρκοποίησης του νησιού.

Ποιος από μας μπορεί να σηκώσει αυτό το ιστορικό βάρος, της διά της υπογραφής μας αναγνώρισης των τετελεσμένων της εισβολής; Και αυτό βέβαια με την προϋπόθεση και βεβαιότητα πως ξέρουμε ποιος είναι ο εχθρός, τον έχουμε σπουδάσει ιστορικά, έχουμε παρακολουθήσει και καθημερινά επιβεβαιώνουμε τα χαρακτηριστικά του, ιμπεριαλιστική δύναμη, κατοχική, επεκτατική, απάνθρωπη, χωρίς ίχνος δυνατότητας συνεννόησης και εμπιστοσύνης σε υποσχέσεις ή διαβεβαιώσεις του, που γίνονται μόνο και μόνο για τα δικά του συμφέροντα, που επικαλύπτει με τον μανδύα της ειρήνης στην περιοχή, ενώ οφθαλμοφανώς αποβλέπει στην κατάληψη εδαφών, θάλασσας, αέρα και αερίου των γειτόνων.

Μερικοί ήδη έχουν αποδεχτεί τα τετελεσμένα της εισβολής, αφού θεωρούν νομική πράξη την ίδρυση του ψευδοκράτους, το σύνταγμά του και την αρπαγή των περιουσιών μας ως νόμιμη, κατά την τουρκοκυπριακή νομοθεσία. Και αυτό το κακό δεν αναλαμβάνει κανείς να το εξαλείψει, την υποστήριξη του αντιπάλου, αφού ο καθένας έχει την ελευθερία της γνώμης του. Άσχετο αν δίνει όπλα στον εχθρό.

Η επανατοποθέτηση του κυπριακού ως προβλήματος εισβολής και κατοχής δεν πραγματοποιείται επίσημα από καμιά κυβέρνηση. Τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών άλλα υποστηρίζουν, ενώ οι απεσταλμένοι του διεθνούς οργανισμού άλλα πρεσβεύουν και προωθούν. Η Αγγλία επεμβαίνει υποστηρίζοντας τα τουρκικά συμφέροντα, ενώ το κρατίδιο του Τατάρ εμμένει στην αναγνώρισή του ως ισότιμου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Συμπερασματικά, δύσκολοι οι καιροί, πολλοί μηδίζουν, αλλά ένα κράτος μας έμεινε: η Κυπριακή Δημοκρατία. Τουλάχιστον να το διαφυλάξουμε με κάθε θυσία. Και γι’ αυτό έχουν πολλά να γίνουν και από το ίδιο το κράτος και από μας τους πολίτες του.

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2024

για τα αυτονόητα

 

ΓΙΑ ΤΑ ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ

Δεν ζητώ να είσαι πανεπιστήμονας, αλλά μια και αναλαμβάνεις μια δουλειά, κοίτα κανένα λεξικό τι λέει. “Ομοφοβικό” χαρακτήριζε συνεχώς η παρουσιάστρια στην τηλεόραση  το φιλμάκι του Μεσογαίας, έτσι το βάφτισαν και το επαναλαμβάνουν, αλλά τίποτε το ομοφοβικό δεν έχει, με βάση την Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια.

Με τον όρο ομοφοβίαομοφυλοφοβία ή ομοερωτοφοβία εννοείται το μίσος, η αποστροφή ή οι διακρίσεις σε βάρος των ομοφυλοφίλων ή και γενικότερα των ΛΟΑΤ+ ατόμων. Η λέξη είναι αντιδάνειο από την αγγλική Ηomophobia που ετυμολογείται από τις ελληνικές λέξεις ομός (όμοιος) και φοβία. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1969 από τον Αμερικανό κλινικό ψυχολόγο George Weinberg και έγινε γνωστή με το βιβλίο του Society and the Healthy Homosexual (1971)[1]. Η ομοφοβία μπορεί να περιλαμβάνει μίσος, εχθρότητα ή λεκτική αποδοκιμασία των ομοφυλόφιλων ανθρώπων. Συχνά φτάνει ως το σημείο να εκδηλώνεται πολύ επικίνδυνα, όπως επιθέσεις, ξυλοδαρμούς, ακόμη και φόνους.

Ουδέν από τα πιο πάνω ισχύει για το περί ου ο λόγος φιλμάκι.

Η κατάσταση έχει εκτροχιαστεί. Υπάρχει διάχυτη η βεβαιότητα πως γίνεται προσπάθεια από αόρατους κύκλους να μας επιβάλουν αφύσικες ή παρά φύσιν καταστάσεις ως φυσικές, γι’ αυτό  και διαμαρτύρονται θορυβωδώς ενάντια σε όποιον εκφράζει τα ως τώρα αυτονόητα και φυσικά, τις αρχές και αξίες του λαού μας, που πρεσβεύει χιλιάδες χρόνια.

Το γεγονός ότι ένας δάσκαλος στο σχολείο δίνει την ευκαιρία να ακούσουν τα παιδιά την άποψη της Εκκλησίας για τα δύο φύλα, άρρεν και θήλυ,  εκφρασμένη από έναν από τους πιο μορφωμένους Έλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς, τον Μεσογαίας Νικόλαο, και η τρομαγμένη διαταγή από την υπουργό Παιδείας να γίνει έρευνα για την ενέργεια του δασκάλου- θεολόγου, φανερώνει πως κινδυνεύουμε πλέον υποστηρίζοντας τα αυτονόητα. Χρειάζεται νηφαλιότητα, γνώση βαθιά και υπεύθυνη για κάθε τι που αφορά τα παιδιά και την παιδεία, ενώ ο θόρυβος ουδέν ωφελεί.

Μια νέα μορφή ανελευθερίας παρατηρείται, αντιδημοκρατικές διαδικασίες, προσπάθεια ανατροπής των ως τώρα φυσικών αληθειών, γι’ αυτό και πρέπει να πολεμούμε πλέον και για τα αυτονόητα

Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

της γλώσσας μας

 

ΤΗς ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑς

Κάθε πουλί με τη φωνή του χαίρεται, κι εμείς με τη γλώσσα μας, προσέχοντας μη μας πουν εθνικιστές αν αρχίσουμε να την παινεύουμε, που της αξίζει χιλιάδες χίλια, γιατί πανάρχαιη που είναι, ποιητικότατη, παραγωγική με τον Όμηρο και εξής, με τους βυζαντινούς και εξής, με τους σημερινούς λογοτέχνες που την αγαπούν και την μελετούν και την καλλιεργούν, γιατί η αγάπη φαίνεται στο μόχθο να την γνωρίσουν, να γράψουν και να μιλήσουν, να εκφραστούν ανθρώπινα, με τη συγκίνηση και με τη λογική την αυστηρή τους, γιατί μπορεί να γίνει και γριά φαρμακερή, και κακογλωσσού, ο καθένας στο χαρτί τον εαυτό του εκφράζει, καθρέφτης του η γλώσσα και τα γραφόμενά του και τα λεγόμενα.

Τι χαρές κρύβει το γράψιμο μόνο όσοι καταπιάνονται με αυτό γνωρίζουν, μια φορά το γράφεις κι ύστερα προσπαθείς να θυμηθείς πώς το είπες και δεν ξανάρχεται, πόθεν κατεβαίνουν, πόθεν συνταιριάζονται και μπαίνουν στο ρυθμό και στο τραγούδι κάποτε ή στο διάλογο και στον πεζό λόγο.

Άξιος που γνώρισε τον Όμηρο και τους αρχαίους συγγραφείς παντός είδους, τόσο πλούσιοι που είμαστε και όμως δίνουμε στα παιδιά μας κάτι φτωχά ψίχουλα και τα κακοποιούμε πνευματικά, ενώ ολόκληροι κόσμοι περιμένουν στις βιβλιοθήκες, σήμερα δωρεάν μπορείς να τους βρεις στο διαδίκτυο, κι όμως, άδικος κόπος να ασχολείσαι με τον μαϊντανό, και μ’ αυτόν να περιμένεις ν’ αναθρέψεις παιδιά και να καλλιεργήσεις παιδεία, κάτι πάει λάθος, λάθος.

Τι καινούργιο διάβασες; Μακάρι να μπορέσω να διαβάσω τα παλιά.

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2024

Ο ΕΡΜΗΣ

 Ο ΕΡΜΗΣ

Ο Ερμής ήταν ένα μικρόσωμο σκυλάκι, άσπρο μαλλιαρό, τριών τεσσάρων μηνών όταν μας το έφερε στο σπίτι ο Γιάννος, ο γιατρός της οικογένειας, αδελφός της Ευτυχίας μου. Τα σκαλιά στο υπόγειο δεν μπορούσε να τα ανέβει, τον βάλαμε κάτω από τη σκάλα, πολύ γρήγορα όμως τον φέραμε μέσα, ήταν το παιχνίδι της οικογένειας, κι ο παππούς ήταν υποχρεωμένος να τον παίρνει βόλτα για τις ανάγκες του, μια φορά μαλλώσαμε και με τον υπάλληλο του δήμου, δεν υπήρχαν ακόμα οι νόμοι για τη συλλογή με σακούλι.

Η μεγάλη μου κόρη, η Στάλω, τον πήρε ύστερα στο διαμέρισμά της και έγιναν οι αχώριστοι. Από την Αμερική που σπούδασε είχε μια συμφοιτήτρια τουρκάλα, φίλη της στενή, και μια από τον Άλιμο, της καλαμαριάς παιδί, έξω από την Αθήνα. Βρίσκονταν οι τρεις τους πότε εδώ πότε εκεί. Η Αϊσέ βρέθηκε με  σπίτι στην Κερύνεια, κι όταν ερχόταν, πήγαινε η Στάλω και την έβρισκε, έμενε και τη νύχτα στο σπίτι ( να δούμε ποιου πρόσφυγα κατακαημένου). Ο Ερμής στο αυτοκίνητο μέσα, δεν κατέβαινε εικοσιτετράωρο, έλα βρε έξω να φας, βάζαμε φαγητό έξω από την πόρτα του αυτοκινήτου, του ανοίγαμε, αν τα καταφέρναμε, κατέβαινε, έτρωγε και του κλείναμε την πόρτα να μην ξαναμπεί στο αυτοκίνητο. Όμως δεν έμπαινε ούτε στο σπίτι. Καθόταν στα σκαλοπάτια, στη γωνιά στα κάγκελα και περίμενε άλλες εικοσιτέσσερις ώρες με μια θλίψη μοναδική.

Ο μεγάλος αδελφός της Ευτυχίας μου μένει στα Πολεμίδια, στο συνοικισμό, ο γιος του είχε ένα σκύλαρο όμοιο βόδι. Κατεβαίνουμε μια μέρα με τον Ερμή, τον αρπάζει ο σκύλαρος, και τότε θαύμασα τη μικρή μου κόρη, την Τίνα, τον άρπαξε και τον ανάγκασε να αφήσει το σκυλάκι. Έκτοτε όμως, όποτε πηγαίναμε στα Πολεμίδια, πέντε μίλια μακριά ο Ερμής άρχιζε να τρέμει, κι έμπαινε κάτω από την μαξιλάρα του αυτοκινήτου, πέρασε καιρός πολύς να το ξεπεράσει με τη βοήθεια των παιδιών.

Ήταν Χριστούγεννα, περιμένουμε τη Στάλω να πάμε στα Πολεμίδια, ένα κλάμα από την άλλη άκρη, πέθανε ο Ερμής. Ήταν ένα οικόπεδο πίσω από το σπίτι μας, τον έβαλαν σε μια κάσα χάρτινη και τον έθαψαν, πρωταγωνιστής ο γιατρός

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024

εκκλησίες κατεχόμενης λευκωσίας

 

Στέλιος Παπαντωνίου, φιλόλογος

ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Μοῖρα ἀγαθὴ μὲ γέννησε στὴν ἐνορία τοῦ ἁγίου Κασσιανοῦ, σχεδόν τουρκοκρατούμενη. Τὸ κακὸ ἄρχισε ἀπὸ τὸ 1956, καὶ συνεχίστηκε τὸ 1958, 1963, 1974 μὲ ἐπιθέσεις ἐναντίον τῆς ἐνορίας ἁγίου Λουκᾶ καὶ ἀργότερα ἐναντίον τοῦ ἁγίου Κασσιανοῦ, ἁγίου Ἰακώβου, ἁγίου Γεωργίου καὶ Χρυσαλινιώτισσας. Σταδιακὰ ἡ περιοχὴ καταστρεφόταν ἀπὸ τὸ σύνοικο στοιχεῖο ποὺ σκοπὸ εἶχε νὰ μᾶς ἐκδιώξει ἀπὸ τὶς πατρογονικὲς ἑστίες καὶ νὰ καθιδρύσει τὴ δική του ὑπόσταση εἰς βάρος μας.

Τρεῖς ἐκκλησίες καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς τουρκοκύπριους καὶ γιὰ τὶς ὁποῖες θὰ γράψουμε, ἀρκετά βιωματικά καὶ λίγα ἐγκυκλοπαιδικά.

Ἡ ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Λουκᾶ

Ἡ ἐνορία ἁγίου Λουκᾶ γειτόνευε μὲ αὐτὴν τοῦ ἁγίου Κασσιανοῦ. Στὸ ἴδιο Δημοτικὸ Σχολεῖο φοιτούσαμε τὰ παιδιὰ τῆς περιοχῆς. Μεγάλο πανηγύρι γινόταν στὶς 18 Ὀκτωβρίου. Στὴ μνήμη μου μιὰ μεγάλη κάτασπρη ἐκκλησιά, μὲ καμάρες καὶ μιὰ μικρὴ πόρτα ἀπὸ τὴν ὁποία μπήκαμε μὲ τὴ γιαγιὰ ποὺ μὲ πῆρε στὸ πανηγύρι. Δίκλιτη μὲ κτιστὲς κολόνες ποὺ χώριζαν τὰ δυὸ κλίτη. Στὴ νότια πλευρὰ ὑπῆρχε ἀνοικτὴ στοά. Ἐπιγραφὴ πάνω ἀπὸ τὴν εἴσοδο ἀνέφερε ὅτι κτίστηκε ἐκ βάθρων ἐπὶ ἀρχιεπισκόπου Φιλοθέου τὸ 1758. Τὸ ξυλόγλυπτο εἰκονοστάσιο τῆς ἐκκλησίας ἔγινε τὸ 1780.

Τὸ 1958 οἱ Τοῦρκοι πυρπόλησαν τὴν ἐκκλησία μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καοῦν τὸ εἰκονοστάσιο καὶ πολλὲς ἐνδιαφέρουσες εἰκόνες. Ὕστερα ἔκτισαν μιά, κατὰ τὴν ἄποψή τους ἐκκλησία, δὲν ἐπιτρέπουν ὅμως τὴ λειτουργία της, γιατί στὴν περιοχὴ κατοικοῦν πολλοὶ ἔποικοι.

Ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ ἦταν πραγματικὸ μουσεῖο βυζαντινῶν εἰκόνων. Εὐτυχῶς πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς εἶχαν περισυλλεγεῖ ἤδη πρὶν ἀπὸ τὸ 1940 καὶ ἀπετέλεσαν μέρος τῆς συλλογῆς Φανερωμένης ποὺ ἀργότερα μεταφέρθηκε στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ. Ἡ εἰκόνα ὴ Εὐαγγελιστοῦ, ποὺ διασώθηκε το 1958, βρισκόταν γιὰχρόνια στὸν ἱερό ναό ἁγίου Σπυρίδωνος στὴ Λευκωσία καὶ τώρα στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Λουκᾶ στὸ συνοικισμό Κόκκινες Στροβόλου.

Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου

Ἀνάμεσα στὰ νεοκλασσικὰ Δημοτικὰ Σχολεῖα Ἀρρένων καὶ Θηλέων ἁγίου Κασσιανοῦ. Κατακάηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1974 ἀλλὰ ὡς τώρα δὲν ἐπιτράπηκε ἡ ἀναστήλωσή του καὶ κινδυνεύει μὲ κατάρρευση. Τὰ μέλη τῆς τεχνικῆς δικοινοτικῆς ὁμάδας ποὺ ἀνέλαβαν νὰ μελετήσουν τὰ κτίσματα στὴ νεκρὴ ζώνη σημειώνουν στὴν ἀναφορά τους γιὰ τὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου: «Χρονολογεῖται στὸ 17ο αἰῶνα, εἶναι κτισμένη μὲ πελεκητὴ πέτρα καὶ ἔχει ὑποστεῖ μεταγενέστερες ἐπεμβάσεις. Ἡ ἐκκλησία εἶναι μέρος ἑνὸς μεγαλύτερου κτιριακοῦ συνόλου, ποὺ περιλαμβάνει τὰ δύο νεοκλασικὰ σχολεῖα τοῦ Ἁγίου Κασσιανοῦ, καθὼς καὶ τὸ νεώτερο νηπιαγωγεῖο. Ἡ νότια πλευρὰ τοῦ ναοῦ βρίσκεται ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου ἀνοίγει καὶ ἡ κύρια εἴσοδός του, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ νάρθηκα. Στὸ ἐσωτερικό του νάρθηκα ὑπάρχουν ἔντονα χρώματα στοὺς τοίχους, καθὼς καὶ πέτρινα διακοσμητικά.»

Ἐδῶ γράφτηκε Ἱστορία: «Στὶς 10 Αυγούστου 1974 μς εἰδοποίησαν οἱ εἰρηνευτὲς ὅτι οἱ Τοῦρκοι θὰ πυρπολοῦσαν τὸ ναό. Μᾶς ἔδιναν 3-4 ὧρες γιὰ νὰ ἀπομακρύνουμε τὶς εἰκόνες καὶ τὰ ἄλλα κειμήλια. Ἤμασταν ἕξι ἄτομα. Πήραμε πρῶτα τὶς δικές του εἰκόνες ἀπὸ τὴν ἐκκλησία. Τὴ μεγάλη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου, δεξιὰ τοῦ εἰκονοστασίου, μὲ τὸ ἀσημένιο κάλυμμα, χρειαστήκαμε τέσσερα ἄτομα νὰ τὴ σηκώσουμε. Αὐτὴ τώρα, μαζὶ μὲ ἄλλες ἀπὸ τὸ ναό, βρίσκεται στὸν Μαχαιρά. Τότε, μετέφεραν τὰ πάντα στὴν Ἀρχιεπισκοπή». Μέρος ἀπὸ διήγηση τοῦ Σταύρου Ἰακώβου, κατοίκου τῆς περιοχῆς καὶ στρατιώτη. «Πῆγα μόνος μου νὰ σηκώσω τὴ μικρὴ ξύλινη εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ποὺ ἦταν στὰ ἀριστερά. Ἔνιωσα ἕνα ρῖγος καὶ ἀμέσως πρόσεξα ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου στὴν εἰκόνα ἦταν βρεγμένο. Ἔψαξα νὰ βρῶ ἀπὸ ποῦ ἦρθε τὸ νερό, ἀλλὰ δὲν βρῆκα τίποτε. Τὰ δάκρυα τῆς εἰκόνας κυλοῦσαν κάτω. Τὰ σκούπισα μὲ τὸ χέρι μου καὶ τὴ μετέφερα ἔξω. Μετά, κουβαλήσαμε καὶ τὶς ἄλλες εἰκόνες, ἀκόμα καὶ τὴν καμπάνα».

Τὸ θόλο μέσα στὸ ἱερὸ τὸν ἁγιογράφησε, τό1973, ὁ Γιῶργος Παπαδόπουλος, κάτοικος τῆς ὁδοῦ Ἀξιοθέας στὴν ἴδια περιοχή.

Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἦταν στὸ ἐπίκεντρο ἐπεισοδίων κατὰ τὶς ἐκδηλώσεις «Οἱ Γυναῖκες Ἐπιστρέφουν», τὸν Ἰούλιο τοῦ 1989. Συνελήφθησαν τότε ἀπὸ τοὺς Τούρκους ὁ Μητροπολίτης Κιτίου Χρυσόστομος, ὁ τότε Χωρεπίσκοπος Ἀρσινόης Γεώργιος (νῦν ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου) καὶ γυναῖκες ποὺ συμμετεῖχαν στὴν ἐκδήλωση.

Ἱερὸς Ναὸς Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Πέρσου

Πολὺ κοντὰ στὴν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Κασσιανοῦ βρίσκεται ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Πέρσου, σὲ μεγάλο βαθμὸ κατεστραμμένη ἀπὸ τὸ 1963 καὶ σχεδόν τελειωτικά λόγω βροχῶν τὸ 2022. Ἡ ἐκκλησία συνέδεσε τὸ ὄνομά της μὲ τὸ πρῶτο ἐκθετοτροφεῖο τῆς Λευκωσίας καὶ μὲ τὸν γυναικεῖο μοναχισμό, ἀφοῦ στὸ ἐκκλησάκι αὐτό κατέφευγαν γυναῖκες ποὺ ἤθελαν νὰ μονάσουν.

Ὅπως σημειώνεται στὸ βιβλίο «Λευκωσία: Ἡ ἄγνωστη κληρονομιὰ κατὰ μῆκος τῆς νεκρῆς ζώνης/Εὐρωπαϊκὲς μέρες κληρονομιᾶς» (ἔκδοση 2008),

«Ἡ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα μνημεῖα στὴν περιοχὴ τῆς Νεκρῆς Ζώνης καὶ ἡ ἀνέγερσή της ὑπολογίζεται μεταξὺ 15ου καὶ 16ου αἰῶνα. Ἔχει ἀρκετὲς μεταγενέστερες ἐπεμβάσεις, ὅπως εἶναι τὸ καμπαναριό, τὸ ὁποῖο εἶναι κτισμένο μὲ πελεκητὴ πέτρα. Ὁ ναὸς εἶναι βυζαντινοῦ τύπου, σταυροειδὴς μὲ ἡμικυλινδρικοὺς θόλους ποὺ καλύπτουν τὸ ἐσωτερικό του καὶ μὲ ἕναν τροῦλο στὴ διασταύρωσή τους. Ὁ τροῦλος στηρίζεται σὲ τύμπανο μὲ ὀκτὼ παράθυρα, ποὺ φωτίζουν τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ναοῦ. Ἡ ἁψῖδα τοῦ ἱεροῦ εἶναι ἡμικυκλική.

Ἡ ἐκκλησία ἀποτελεῖ μέρος μεγαλύτερου συγκροτήματος, ποὺ ἀναφέρεται ὡς «Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου».

Ἀπό την «Πολυγνώση» ἀντλοῦμε τὴν πληροφορία πώς  ‘’ Ὁ Ι. Περιστιάνης σημειώνει ὅτι ὑπῆρχε ἡ παράδοση γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰάκωβο ὅτι κατὰ τὴν περίοδο τῆς Φραγκοκρατίας ἦταν λατινικὸ μοναστήρι, τὸ ὁποῖο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἀγοράστηκε ἀπὸ τὸν δραγομάνο, παπποῦ τοῦ Τζελεπὴ Γεώργου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ ἀνῆκε στὴν Ἀρχιεπισκοπή. Τὴν πληροφορία του ὁ Περιστιάνης τὴν ἐπιβεβαιώνει καὶ ἀπὸ τὸν Γάλλο ἱστορικὸ Mas Latrie, ὁ ὁποῖος σημειώνει ὅτι στὴ Λευκωσία ὑπῆρχε τὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Τελωνείου, τὸ ὁποῖο νκε στὸν εὐγενῆ Simon de Montolin.”

Γύρω στὸ 1950 τὸ ἐκκλησάκι ἦταν πολὺ φτωχικὸ, γιόρταζε στὶς 27 Νοεμβρίου, ἐνῶ πολλοί το ἐπισκέπτονταν μὲ τὴν πίστη πὼς θὰ βροῦν θεραπεία στ’ αὐτιά τους. Στὴν αὐλή λειτουργοῦσε ὀρφανοτροφεῖο, που δεν θυμόμαστε, γύρω στο 1955 ἀτμοκαθαριστήριο καὶ ξυλουργεῖο. Σ’ ἕνα σπίτι κοντὰ στὴν ἐκκλησία, τὴν ἴδια περίδο,  κατοικοῦσε ὀ ἱερομόναχος Δοσίθεος, πού συνδέθηκε μὲ τὴν ἐκκλησία.

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2024

τελευταία

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ...
Επειδή και πάλι γίνεται προσπάθεια να μας στριμώξουν, και από τον άγγλο πρεσβευτή και από τους δήθεν εκπρόσωπους της κοινωνίας των πολιτών και από την εκπρόσωπο του οηε, εμείς θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε για άλλο μεγάλο ΟΧΙ αργά γρήγορα.
Με μεγάλη αναίδεια ο πρεσβευτής της Αγγλίας μας είπε πως πρέπει να δώσουμε την ευκαιρία στους τούρκους να εκφραστούν ελεύθερα και να μας ζητήσουν τη δημιουργία δικού τους κράτους, έστω κι αν δεν το δημιουργήσουν στο τέλος. Αλλά να τους αφήσουμε να εκφραστούν, για να δώσουμε ώθηση στην έναρξη των συνομιλιών. Ευτυχώς από το Προεδρικό του διεμήνυσαν πως καλά κάνει να σκέφτεται πριν ανοίξει το στόμα και πως είναι απαράδεκτα τα όσα εκστόμισε. Ο φαταούλας τούρκος δεν πρόκειται να ζητήσει μόνο λεκτικά αλλά ήδη καταβροχθίζει τη νεκρή ζώνη πλην των κατειλημμένων.
Η κυρία εκπρόσωπος του οηε είδε τους ηγέτες, εξισώνοντας τους πάντες, και ψάχνοντας να βρει τους εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών συναγελάζεται με τους τουρκότουρκους και τους ελληνοφωνότουρκους. Οπότε άκουσε όσα ήθελε να ακούσει και διευκόλυνε η ίδια τον εαυτό της παρουσιάζοντας και τους ψευδοεκπροσώπους μας να της ζητούν να ενώσει τις δυο κοινότητες, για να μπορούν να πίνουν ανενόχλητοι όλοι μαζί τον καφέ τους και να τρων τα πουρέκια τους στο μεγάλο χάνι της Λευκωσίας.  
Δεν μίλησε κανένας για τις σαράντα χιλιάδες τούρκους στρατιώτες που βρίσκονται εδώ για πενήντα τόσα χρόνια και μετέτρεψαν τη μισή Κύπρο σε τουρκικό στρατόπεδο, αεροδρόμιο, λιμάνι. Δεν μίλησε κανένας για το διωγμό των Ελλήνων της Κύπρου, για τους νεκρούς και αγνοούμενους, για την καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, για την ασέβεια σε κάθε ελληνικό και χριστιανικό στα κατεχόμενα, για την εκμετάλλευση των περιουσιών μας από τους πάντες πλέον.
Κανένας δεν την ρώτησε: Είναι δυνατή λύση με τουρκικά στρατεύματα στο νησί; Είναι δυνατή λύση με εποίκους να στρογγυλοκάθονται στις περιουσίες μας κι εμείς να μην έχουμε δικαιώματα ελεύθερης διακίνησης, εγκατάστασης, απασχόλησης, στην ίδια την δική μας γη; Είναι δυνατόν να δεχτούμε λύση που να καταργεί την Κυπριακή Δημοκρατία και να εξισώνει το παράνομο μόρφωμα των τούρκων με το νόμιμο κράτος; 
Επειδή λοιπόν προς το παρόν όλες οι κινήσεις των γύρω μας δείχνουν πως μας περικυκλώνουν ύπουλα με απώτερο σκοπό την υποταγή μας, γι’ αυτό και πρέπει να είμαστε έτοιμοι με τα δικά μας αιτήματα: Ζητούμε την απελευθέρωση των εδαφών μας, ζητούμε την κατοχύρωση όλων των δικαιωμάτων των πολιτών του κράτους μας, ισότιμων με τον κάθε ευρωπαίο.

Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2024

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΡΤΗΣ

 

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΑΛΙΟ

ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ, ΦΙΛΕ ΓΙΩΡΓΟ

 

Είναι ένας καθηγητής- φιλόλογος που δε δέχτηκε να εγκαταλείψει το σχολείο στο οποίο τάχτηκε να υπηρετήσει εδώ και χρόνια, μετά το ’74, παρόλο που το σπίτι του ήταν στην άλλη άκρη της Λευκωσίας. Ταυτίστηκε με το σχολείο του κι έβλεπε καθημερινά μέσα από το παράθυρο της τάξης την τουρκική σημαία στο απέναντι φυλάκιο, στους διαδρόμους του σχολείου ντουβάρια, λινάτσες, γαιόσακους και παρατηρητήρια. Περπατούσε στο γήπεδο του σχολείου- ανοιγμένο τριάντα χρόνια πριν  με χίλιες δυο αιτήσεις προς τα Ηνωμένα Έθνη- κι ανοιγόκλεινε τα ρουθούνια μυρίζοντας  Πενταδάχτυλο, δεχόταν τη μούντζα του μαχαιριά  και την καταραμένη σημαία ταφόπετρα. Ετάχθη να υπηρετήσει και υπηρέτησε με συνέπεια το πρώην Παγκύπριον Γυμνάσιον Θηλέων Παλουριωτίσσης, νυν Λύκειο Παλουριώτισσας. Δε ζήτησε καμιά προαγωγή και παρέμεινε στις τάξεις των μαχίμων της πρώτης γραμμής ως το τέλος.  Συχνά στα γραφτά του αναφερόταν στην κύρια είσοδο του σχολείου, από την οποία δεν μπορούσε να περάσει, γιατί το απαγόρευαν τα στρατεύματα του οχτρού. Κι ο Τούρκος σκοπός απέναντι βλοσυρός, με το δάχτυλο στη σκανδάλη,  δεν έχεις εμπιστοσύνη. Δάσκαλος με το λόγο, με το γράψιμο, με το παράδειγμά του.

Ταξίδευε και μας τριγυρνούσε στα παιδικά του χρόνια στον Αμίαντο. Εκεί ο  παράδεισος, οι πρώτοι ριζωμένοι φίλοι, οι γείτονες, οι χωριανοί,  ο Ξενής, οι αγώνες των εργατών, ο παπάς του χωριού να θεμελιώνει τις αρχές: πρώτα  λαμπάδα, ύστερα εξαπτέρυγο, κι όταν το αξιωθείς, θα πάρεις και το σταυρό.

Το δικό του σταυρό τον αποφάσισε και τον σήκωσε χρόνια τώρα στην έδρα και στη δημοσιογραφία. Με τις εφημερίδες του, με τα μονόστηλά του, με τα εβδομαδιαία του, ένα χρυσωρυχείο ανεκμετάλλευτο, ευτυχισμένος ο φιλόλογος που  θ’ αξιωθεί κάποτε να το μελετήσει, να κατατάξει τα κείμενα, να κολυμπήσει στην ιστορία αυτού του τόπου και στους πόθους του λαού μας που με τόσο πείσμα και πυκνότητα λόγου, με τόση  ζωντάνια, σταράτα και τσεκουράτα μας κληροδότησε με τη γραφίδα του  κι ακόμα καθημερινά μας δωρίζει.

Ταγμένος να πολεμά για την  ελευθερία του κυπριακού ελληνισμού,  απτόητος συνεχίζει να ονομάζει την εισβολή εισβολή, την κατοχή κατοχή, την ελευθερία ελευθερία. Στέλνει χαιρετίσματα στην εξουσία και συνεχίζει το δρόμο του- χαρά μας.

Τελευταία μέρα στο σχολείο του αύριο. Καιρός για σύνταξη, για ανασύνταξη των δυνάμεων και για νέα στάδια αγώνων με την εύστοχη έκφραση,  τον ακριβή λόγο, την πλούσια θεματογραφία από την οποία ποτέ δεν απουσιάζει το ένα και μοναδικό: η κατοχή της πατρίδας και η ανάγκη για απελευθέρωση.

Δίδαξε την ελληνική γλώσσα και θεωρητικά και πρακτικά, σεβάστηκε τους δασκάλους του που συχνά μνημονεύει, αλλά και τον αγάπησαν οι μαθητές και οι μαθήτριές του για την ανθρωπιά του, την ντομπροσύνη του, την αγάπη με την οποία τους αποχαιρετούσε και τους αθανάτιζε κάθε χρόνο στα χρονογραφήματά του.

Και τώρα καιρός να τον αποχαιρετήσει το σχολείο, οι μαθητές, οι μαθήτριες, οι συνάδελφοί του, το προσωπικό. Στάθηκε ένας σπάνιος άνθρωπος, διαμάντι, συνεπής και μαχητικός,  με χιούμορ και γνώση, με καλοσύνη κι ολάνοιχτη  παιδική καρδιά.

Στο σχολείο ο κύριος Γεώργιος Ξενοφώντος, στα γραφτά του Γιώργος Σέρτης.

Και τώρα καιρός να τον αποχαιρετήσουμε για το τελευταίο του ταξίδι, με ποια λόγια αντάξιά του, με ποια καρδιά!

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΡΤΗΣ

Ήταν μακρύς ο καιρός που βρισκόταν μακριά μας, ένα πέσιμο στο έδαφος τον έστειλε στο νοσοκομείο κι ύστερα από το ένα μικρόβιο στο άλλο, γύρω του οι δικοί του με την ελπίδα, δεν ήταν ο καθένας ο Γιώργος, μια δύναμη ψυχής μοναδική, με το γέλιο και το αστείο του, με τις θέσεις του στο εθνικό μας θέμα και τις αταλάντευτες απαιτήσεις για απελευθέρωση του τόπου.

Από τους ελάχιστους μάχιμους στις εφημερίδες, που επαναλάμβανε τα αυτονόητα, απελευθέρωση της πατρίδας, στήριγμα όσων είχαν τις ίδιες ιδέες. Λιτός λόγος και λακωνικός, σφιχτοδεμένος, θαυμαστός στα λιγοστά και γεμάτα σημασία λόγια του, που φανέρωναν τη μεγάλη φιλοπατρία, την αγάπη στην Ελλάδα και στον τόπο, από τη Θεσσαλονίκη ως τον Αμίαντο και τη Λευκωσία.

Από τον Αμίαντο έφερνε τις παιδικές του μνήμες, όποτε δημοσίευε παρακαλούσαμε να μην τελειώσουν, τη Θεσσαλονίκη τη θυμόταν τον Οκτώβρη κάθε χρόνο, και τη Λευκωσία με τον Πενταδάκτυλο πάνω από το αγαπημένο του σχολείο της Παλουριώτισσας με τις μαθήτριες και τους μαθητές να αποχαιρετά τους τελειόφοιτους έναν ένα κάθε χρόνο, σφραγισμένος στη μνήμη των παιδιών για πάντα.

Λεβέντης, σέρτης, ειλικρινής, τσεκουράτος. Δεν ζητούσε τίποτε για τον εαυτό του, ντροπαλός σαν παιδί με την παντοτινή παιδική ψυχή, όσες προσπάθειες κι αν έγιναν να επιλέξει για έκδοση χρονογραφήματά του πήγαν χαμένες, γιατί αυτός αγαπούσε κάθε του λέξη κάθε γραμμή κάθε γραφτό του, θα ήταν άδικη οποιαδήποτε επιλογή. Εύχομαι να βρεθεί ο φιλόλογος που θα αναλάβει την έκδοση γιατί ο Σέρτης ήταν μια μοναδική γνήσια φωνή, που καθρέφτιζε ολοκάθαρα τον καιρό και τον τόπο μας.