ΚΕΙΜΕΝΟ
ΠΑΛΙΟ
ΑΙΩΝΙΑ
ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ, ΦΙΛΕ ΓΙΩΡΓΟ
Είναι ένας καθηγητής- φιλόλογος που δε δέχτηκε να εγκαταλείψει το σχολείο
στο οποίο τάχτηκε να υπηρετήσει εδώ και χρόνια, μετά το ’74, παρόλο που το
σπίτι του ήταν στην άλλη άκρη της Λευκωσίας. Ταυτίστηκε με το σχολείο του κι
έβλεπε καθημερινά μέσα από το παράθυρο της τάξης την τουρκική σημαία στο
απέναντι φυλάκιο, στους διαδρόμους του σχολείου ντουβάρια, λινάτσες, γαιόσακους
και παρατηρητήρια. Περπατούσε στο γήπεδο του σχολείου- ανοιγμένο τριάντα χρόνια
πριν με χίλιες δυο αιτήσεις προς τα
Ηνωμένα Έθνη- κι ανοιγόκλεινε τα ρουθούνια μυρίζοντας Πενταδάχτυλο, δεχόταν τη μούντζα του
μαχαιριά και την καταραμένη σημαία
ταφόπετρα. Ετάχθη να υπηρετήσει και υπηρέτησε με συνέπεια το πρώην Παγκύπριον
Γυμνάσιον Θηλέων Παλουριωτίσσης, νυν Λύκειο Παλουριώτισσας. Δε ζήτησε καμιά
προαγωγή και παρέμεινε στις τάξεις των μαχίμων της πρώτης γραμμής ως το
τέλος. Συχνά στα γραφτά του αναφερόταν
στην κύρια είσοδο του σχολείου, από την οποία δεν μπορούσε να περάσει, γιατί το
απαγόρευαν τα στρατεύματα του οχτρού. Κι ο Τούρκος σκοπός απέναντι βλοσυρός, με
το δάχτυλο στη σκανδάλη, δεν έχεις
εμπιστοσύνη. Δάσκαλος με το λόγο, με το γράψιμο, με το παράδειγμά του.
Ταξίδευε και μας τριγυρνούσε στα παιδικά του χρόνια στον Αμίαντο. Εκεί
ο παράδεισος, οι πρώτοι ριζωμένοι φίλοι,
οι γείτονες, οι χωριανοί, ο Ξενής, οι
αγώνες των εργατών, ο παπάς του χωριού να θεμελιώνει τις αρχές: πρώτα λαμπάδα, ύστερα εξαπτέρυγο, κι όταν το
αξιωθείς, θα πάρεις και το σταυρό.
Το δικό του σταυρό τον αποφάσισε και τον σήκωσε χρόνια τώρα στην έδρα και
στη δημοσιογραφία. Με τις εφημερίδες του, με τα μονόστηλά του, με τα
εβδομαδιαία του, ένα χρυσωρυχείο ανεκμετάλλευτο, ευτυχισμένος ο φιλόλογος
που θ’ αξιωθεί κάποτε να το μελετήσει,
να κατατάξει τα κείμενα, να κολυμπήσει στην ιστορία αυτού του τόπου και στους
πόθους του λαού μας που με τόσο πείσμα και πυκνότητα λόγου, με τόση ζωντάνια, σταράτα και τσεκουράτα μας
κληροδότησε με τη γραφίδα του κι ακόμα
καθημερινά μας δωρίζει.
Ταγμένος να πολεμά για την ελευθερία
του κυπριακού ελληνισμού, απτόητος
συνεχίζει να ονομάζει την εισβολή εισβολή, την κατοχή κατοχή, την ελευθερία
ελευθερία. Στέλνει χαιρετίσματα στην εξουσία και συνεχίζει το δρόμο του- χαρά
μας.
Τελευταία μέρα στο σχολείο του αύριο. Καιρός για σύνταξη, για ανασύνταξη
των δυνάμεων και για νέα στάδια αγώνων με την εύστοχη έκφραση, τον ακριβή λόγο, την πλούσια θεματογραφία από
την οποία ποτέ δεν απουσιάζει το ένα και μοναδικό: η κατοχή της πατρίδας και η
ανάγκη για απελευθέρωση.
Δίδαξε την ελληνική γλώσσα και θεωρητικά και πρακτικά, σεβάστηκε τους
δασκάλους του που συχνά μνημονεύει, αλλά και τον αγάπησαν οι μαθητές και οι
μαθήτριές του για την ανθρωπιά του, την ντομπροσύνη του, την αγάπη με την οποία
τους αποχαιρετούσε και τους αθανάτιζε κάθε χρόνο στα χρονογραφήματά του.
Και τώρα καιρός να τον αποχαιρετήσει το σχολείο, οι μαθητές, οι μαθήτριες,
οι συνάδελφοί του, το προσωπικό. Στάθηκε ένας σπάνιος άνθρωπος, διαμάντι,
συνεπής και μαχητικός, με χιούμορ και
γνώση, με καλοσύνη κι ολάνοιχτη παιδική
καρδιά.
Στο σχολείο ο κύριος Γεώργιος Ξενοφώντος, στα γραφτά του Γιώργος Σέρτης.
Και τώρα καιρός να τον αποχαιρετήσουμε για το
τελευταίο του ταξίδι, με ποια λόγια αντάξιά του, με ποια καρδιά!
ΓΙΩΡΓΟΣ
ΣΕΡΤΗΣ
Ήταν μακρύς
ο καιρός που βρισκόταν μακριά μας, ένα πέσιμο στο έδαφος τον έστειλε στο νοσοκομείο
κι ύστερα από το ένα μικρόβιο στο άλλο, γύρω του οι δικοί του με την ελπίδα,
δεν ήταν ο καθένας ο Γιώργος, μια δύναμη ψυχής μοναδική, με το γέλιο και το
αστείο του, με τις θέσεις του στο εθνικό μας θέμα και τις αταλάντευτες
απαιτήσεις για απελευθέρωση του τόπου.
Από τους
ελάχιστους μάχιμους στις εφημερίδες, που επαναλάμβανε τα αυτονόητα,
απελευθέρωση της πατρίδας, στήριγμα όσων είχαν τις ίδιες ιδέες. Λιτός λόγος και
λακωνικός, σφιχτοδεμένος, θαυμαστός στα λιγοστά και γεμάτα σημασία λόγια του,
που φανέρωναν τη μεγάλη φιλοπατρία, την αγάπη στην Ελλάδα και στον τόπο, από τη
Θεσσαλονίκη ως τον Αμίαντο και τη Λευκωσία.
Από τον
Αμίαντο έφερνε τις παιδικές του μνήμες, όποτε δημοσίευε παρακαλούσαμε να μην
τελειώσουν, τη Θεσσαλονίκη τη θυμόταν τον Οκτώβρη κάθε χρόνο, και τη Λευκωσία
με τον Πενταδάκτυλο πάνω από το αγαπημένο του σχολείο της Παλουριώτισσας με τις
μαθήτριες και τους μαθητές να αποχαιρετά τους τελειόφοιτους έναν ένα κάθε
χρόνο, σφραγισμένος στη μνήμη των παιδιών για πάντα.
Λεβέντης,
σέρτης, ειλικρινής, τσεκουράτος. Δεν ζητούσε τίποτε για τον εαυτό του,
ντροπαλός σαν παιδί με την παντοτινή παιδική ψυχή, όσες προσπάθειες κι αν
έγιναν να επιλέξει για έκδοση χρονογραφήματά του πήγαν χαμένες, γιατί αυτός
αγαπούσε κάθε του λέξη κάθε γραμμή κάθε γραφτό του, θα ήταν άδικη οποιαδήποτε
επιλογή. Εύχομαι να βρεθεί ο φιλόλογος που θα αναλάβει την έκδοση γιατί ο
Σέρτης ήταν μια μοναδική γνήσια φωνή, που καθρέφτιζε ολοκάθαρα τον καιρό και
τον τόπο μας.