Παναγιώτης
Νικολαΐδης, Πόλη που Ράγισε, Σμίλη
Η ποιητική
συλλογή του Παναγιώτη Νικολαΐδη “Πόλη που Ράγισε” φωτίζει τη σκληρή και θλιβερή
πραγματικότητα της μοιρασμένης από την τουρκική εισβολή Λευκωσίας, συνυφασμένης
με την αγαπημένη του και με την ποίηση, σε μια τριάδα ομοούσια.
Μελετημένος
ο τίτλος, “που ράγισε”, αναφέρεται στην ιστορική στιγμή παρά στο τετελεσμένο
της διαίρεσης, “ραγισμένη”, αφήνοντας ελπίδα και ρωγμή φωτός.
Τα δυο κλωνάρια
της πόλης, στη συνείδηση ενωμένα- στην πραγματικότητα χωρισμένα διά της βίας, γεννούν
εικόνες αντίθετες ή συμπληρωματικές. “Όπως καταλαβαίνεις επισκέπτη η Λευκωσία
έχει δύο όψεις όπως η έρημος είναι η άλλη όψη της θάλασσας.” Οι αγώνες και
θυσίες των ηρώων μας όπως και η φύση συνηγορούν στο αίτημα για ενότητα του
τόπου και συνοδεύονται από τον έρωτα προς την αγαπημένη γυναίκα και προς την
ποίηση, έκφραση του τρισχιλιετούς πολιτισμού μας.
Με στίχους
κάποτε στην κυπριακή διάλεκτο ζωντανεύει αναμνήσεις παιδικές ολόφρεσκες,
συγκινητικές, μια όαση μέσα στη μεγάλη ερημιά του πολέμου που μερικοί μας παρακινούν
να συνηθίσουμε και μ’ αυτήν να ζούμε. Στην αγαπημένη απευθύνεται σε δεύτερο
πρόσωπο, την έχει μπροστά του ως το
ποίημα στο χαρτί, ένας ολόκληρος κόσμος. “Αγαπημένη, αυτός ο στίχος είναι φτιαγμένος
από στάχτη.”
Τους
ομότεχνούς του δεν ξεχνά αλλά τιμά, γιατί είναι ο συμπυκνωμένος πολιτισμός μας,
αντίδοτο στην επιθετική βαρβαρότητα που έφερε τη δυστυχία στον τόπο και στους
ανθρώπους. Το θέμα της διαιρεμένης διά της βίας Λευκωσίας είναι αγκάθι στην
πολιτική και πνευματική ζωή. Ο Νικολαΐδης όμως καταθέτει καθαρή τη διαμαρτυρία
του για την αδικία χωρίς προσωπεία .
Επιτυχημένες
παρομοιώσεις και ποιητικά ευρήματα, παράθεση λέξεων- εννοιών- εικόνες σκληρές
εναλλασσόμενες με λυρισμό, λόγος μελετημένα δομημένος ποιητικά, ώστε να
αποτελεί τέλειο όλον, κάποτε λακωνικός, σοφός, περιεκτικός αληθειών και
ομορφιάς είτε στην κοινή νεοελληνική είτε στην κυπριακή, όταν χρειάζεται, πάντως
ζωντανός και ρέων, είτε εσωτερικές καταστάσεις αναλύει είτε εξωτερικές εικόνες περιγράφει,
της καθημερινής ζωής στην πόλη του, που την βαραίνει η φωνή του μουεζίνη, δεν
παύει όμως να κρατά ψηλά την ελληνικότητά της.
Στέλιος
Παπαντωνίου