Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020

τα κόκκαλα

 

ΤΑ ΚΟΚΚΑΛΑ

Στο σπίτι μας στη Μόρφου ήταν δυο πίνακες του φίλου μου μακαριστού Μίκη Φοινικαρίδη, ο ένας παρουσίαζε σε κολλάζ την Μόνα Λίζα με επεμβάσεις γεωμετρικές του Μίκη και ο άλλος, εκτυπωμένη εικόνα,  παρουσίαζε σε αποχρώσεις καφέ αρχαία ελληνική μορφή και απέναντί της όρθιο ένα ανθρώπινο κόκκαλο.

Ο Τούρκος από την Πάφο, που κάθεται στο σπίτι μας εδώ και πενήντα σχεδόν χρόνια, δεν ξέρω αν ζει, όταν το επισκέφτηκαν η γυναίκα κι οι κόρες, να ξέρουν τουλάχιστο τα παιδιά τον τόπο και την γη τους, ρωτούσε να μάθει το συμβολισμό της αρχαίας μορφής και προπάντων του όρθιου κόκκαλου. Δεν πήρε απάντηση, χρόνια όμως ύστερα, που το σκέφτομαι τώρα, ένας τόπος με αρχαία ελληνική μορφή και τόσα κόκκαλα των Ελλήνων ιερά θαμμένα σ’ αυτόν, που δημιούργησαν πολιτισμό, όχι για να τον καταπατά ο κάθε, όπου και να σκάψεις αυτά βρίσκεις, κόκκαλα ιερά, πολιτισμό, όπως σ’ όλη τη Μικρά Ασία, στον Πόντο και στις κοιτίδες του Ελληνισμού, στον Πενταδάχτυλο.

Κόκκαλα ροβολούν

από τον Πενταδάχτυλο τη νύχτα,

Κάθονται στο προσκεφάλι μας

Μ΄ένα σπαθί στο χέρι

Μια μαχαίρα

Και χτυπούν τη μάνα, τον πατέρα, την αδελφή,

Όλους εμάς που ξέρουμε πως τα πλένει

Χρόνια η βροχή

Τα χαϊδεύει

Χρόνια ο ήλιος

Η Παναγιά μας κι ο Χρυσοσώτηρας

Τα σκεπάζουν τις μέρες

Τ’ αφήνουν να κατεβαίνουν τις νύχτες και να ρωτούν

Ως πότε… ως πότε.

Αλλού κοιμούνται τον ύπνο του καφενέ

Αλλού ξαγρυπνούν

Χρόνια τώρα

Με μια μορφή τσιγκέλι να τους τρομοκρατεί

Με άγριες διαθέσεις και ραβδισμούς

Παρθένες βιάζονται

Μανάδες με το παιδί στην καρδιά

Που φουσκώνει να το χωρέσει

Νάνι νάνι να μην πονέσει

Κι όλα αυτά είναι μικρά να τα λες

Μεγάλα και βαθιά να τα ζήσεις.

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

ΙΣΤΟΡΙΑ

 

ΙΣΤΟΡΙΑ

Διαβάζεις την ιστορία του τόπου σου,

σαν να διαβάζεις την ιστορία της ζωής σου.

 Ύστερα από τα ηρωικά νιάτα σου,

βρίσκεσαι στη θάλασσα τη μεγάλη και ευρύχωρη,

εκεί ερπετά ων ουκ έστιν αριθμός, ζώα μικρά μετά μεγάλων.

Καταλαβαίνεις πως είναι μερικά μεγάλα,

ξανθά ή ρούσα, που προσπαθούν να σε πλευρίσουν,

βλέπεις κάτι σιταράτα σε μια γωνιά,

ας πάω μαζί τους λες,

κάλλιο πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη,

με τα χρόνια κι αυτά διαλύονται,

δεν βρίσκεται καν ιστορικός να τα θυμηθεί,

στο μεταξύ υποβόσκει ο λύκος,

το αιώνιο παραμύθι,

η κοκκινοσκουφίτσα στο δάσος

κι ο λύκος να καραδοκεί,

μια υποβρυχίως, μια εναερίως, μια κατά ξηράν,

με την πρώτη, τη δεύτερη την τρίτη του φάλαγγα,

την πέμπτη και χειρότερη,

καραδοκεί και καταφέρνει,

η γιαγιά ανοίγει την πόρτα,

ο λύκος ορμά,

κι ύστερα αρχίζουν τα ξεσπιτώματα και τα τρεχάματα,

τραβάμε μαλλιά, πετσί και τομάρι,

ο λύκος ουρλιάζει και ουρλιάζει,

κι η πέμπτη φάλαγγα τον προβάλλει μερόνυχτα,

μα για άκου να σου πω,

αφού μπήκαμε σ’ αυτή τη θάλασσα,

θα το παλέψουμε,

γιατί πρώτα πρέπει να επιβιώσουμε,

κι ύστερα, όταν μας ζητηθεί λόγος για το έργο μας,

να έχουμε να επιδείξουμε τουλάχιστον τις πληγές μας!  

το ποτάμι

 

ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ

Από τη στιγμή που μπαίνεις στον ποταμό

Να προσέχεις τα ονόματα.

Εκεί βαφτίζονται κι αλλάζουν

ώσπου να πατήσεις

εις τον αυτόν ποταμόν.

Κάποιοι κοιμούνται με τους δαιμόνους

Κάποιοι κοιμούνται με τον ύπνο τους

Κι εσύ

Από τη μια στιγμή στην άλλη

Μένεις στους δρόμους, άπορος κι ανέστιος,

Ανιστόρητος, ρακένδυτος.

Μα ποιος ήταν ο ιερέας;

Αυτός δεν ήξερε τη γλώσσα μας

Ο άλλος ήξερε μόνο τη δική του

Ο δικός μας αλλοιθώριζε.

Και το παιδί βαφτίστηκε

Στην αρχή «Ενιαίος»

Ωραίο όνομα

Ύστερα «Πολυπεριφερειακός»,

Ύστερα «Διπεριφερειακός»

Ύστερα «Διζωνικός»

Δεν το γύριζε η γλώσσα

Με τίτλους πολλούς κι ονόματα

Άχρηστα για μένα, για σένα, για τον τόπο.

Ανάδοχος ο Βασιλεύς Γεώργιος

Εν έτει 1990.

 

Και τα ψηφίσματα γλιστρούσαν στο δρόμο

Στην αρχή

«Σώστε τη Δημοκρατία»

Ύστερα, «Κρύψτε το σύνταγμα»

«Ακολουθήστε τη νέα τάξη των πραγμάτων

Όπως την καθορίζουν τα….

Όπως προνοούν τα….»

Κι εμείς εκεί,

Να περιμένουμε το λεωφορείο για το χωριό.

 

Όταν στηθούν τα δικαστήρια

Θα ιδρώσουν πολλοί ομόγλωσσοι.

 

 

Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

Τῶν ἁγίων μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ἐλπίδος καί Ἀγάπης

 

Στέλιου Παπαντωνίου, φιλολόγου

Τῶν ἁγίων μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ἐλπίδος καί Ἀγάπης

Τῇ ΙΖ' τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου, Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ καλλινίκων Παρθένων Πίστεως, Ἐλπίδος, καὶ Ἀγάπης, καὶ τῆς μητρὸς αὐτῶν Σοφίας.

Ὁ Συμεών Λογοθέτης ὁ Μεταφραστής ἔχει συγγράψει βίους ἁγίων πού περιέχονται στήν Ἑλληνική Πατρολογία του Migne. Τό συγκεκριμένο καί ἐνδιαφέρον γιά μᾶς εἶναι τό τιτλοφορούμενο «Μαρτύριον τῶν ἁγίων γυναικῶν Σοφίας καί τῶν θυγατέρων αὐτῆς Πίστεως, Ἐλπίδος καί Ἀγάπης». Ὡς ἀντιλαμβανόμαστε, ὑπῆρχε περίοδος στήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας κατά τήν ὀποία οἱ χριστιανοί ἀνεγίνωσκαν μέ πολλή εὐχαρίστηση βίους ἁγίων, ἔχοντας μπροστά τους ἰδανικές μορφές ἀνθρώπων πού ἀγωνίστηκαν γιά τήν πίστη τους καί προπάντων θυσιάστηκαν γι’αὐτήν, προτιμώντας τά αἰώνια καί ἄφθαρτα τῶν οὐρανῶν, παρά τά προσωρινά καί φθαρτά γήινα. Τοῦτο σημαίνει πώς, ἀνάλογα μέ τά ἔργα πού γράφονταν καί ἀνάλογα μέ τούς ἀναγνῶστες, τό ἐπίπεδο τό πνευματικό τοῦ λαοῦ ἀνερχόταν σε ἄλλες σφαῖρες, ἀπαλλάσσοντας τόν ἄνθρωπο ἀπό τό ἄγχος τῆς ἐπιζήτησης τῶν ἀχρήστων τῆς σήμερον.

Οἱ ἅγιες μορφές, γιά τίς ὁποῖες γίνεται λόγος, ὑπῆρξαν ἱστορικά πρόσωπα, ἔζησαν στίς χῶρες τους, στόν καιρό τους, πίστεψαν στόν Χριστό, διέκριναν τό συμφέρον τῆς ψυχῆς των, διέκριναν τά παρόντα ἀπό τά αἰώνια καί ἐπέλεξαν τά αἰώνια, ὄντας βέβαιοι και βέβαιες γιά τα μητρικά διδάγματα καὶ γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστης τους. Τῆς πίστης. Ἄρα δέν ἔμειναν στίς πεποιθήσεις τοῦ παρόντος κόσμου καὶ τῶν δῆθεν σοφῶν τῆς ὁποιασδήποτε ἐποχῆς, ἀλλά πέτυχαν τό ἅλμα, νά πιστέψουν καί νά κερδίσουν τήν ἀφοβία στά φριχτά παρόντα καί στά βασανιστήρια, δεχόμενες εὐχαρίστως τόν θάνατο, ὡς εἰσιτήριο στή μέλλουσα αἰώνια ζωή.

Ἅγιες μορφές, μητέρες μέ τά τέκνα τους, ὑποδείγματα πίστης καί ἀρετῆς, προσφέρονται και σήμερα στόν χριστιανό, γιά νά μεταλάβει τῆς δύναμης μέ τήν ὁποίαν αὐτές οἱ γυναῖκες ἀντιμετώπισαν τούς τυράννους. Σέ μιά ἐποχή πού θεωρούμε πώς ἡ ἀνεξιθρησκεία εἶναι ἀνθρώπινο δικαίωμα, ἀποδεικνύεται και πάλιν πώς ἡ πίστη είναι δύναμη γιά τούς πιστεύοντες καί θλίψη γιά τούς ἀπίστους, οἱ ὁποῖοι ἐπαίρονται γιά τήν δῆθεν πνευματική τους ἐπάρκεια καί δύναμη, ἀγνοοῦν ὅμως τά ὅρια τοῦ άνθρώπου, τήν πανάρχαιη ἁμαρτία τῆς ὕβρεως, πού ἐπιφέρει τήν τιμωρία στούς ὑβριστές καί ἀλαζόνες. Μορφές ὅπως ἡ ἁγία Σοφία μέ τίς θυγατέρες της Πίστη, Ἐλπίδα καί Ἀγάπη δείχνουν καί σήμερα ἀκόμα τόν ἄλλο δρόμο, τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν τῶν πιστευόντων.

Ὅσες παραλλαγές κι ἄν ὑπάρχουν στά Μαρτυρολόγια γιά τίς ἅγιες αὐτές μορφές, ὅλοι συμφωνοῦν πώς χρονικά βρισκόμαστε στά χρόνια τῆς αὐτοκρατορίας στή Ρώμη τοῦ Ἀδριανοῦ, (117-138 μ.Χ.).

       

Κοντά στά Μεδιόλανα, τό σημερινό Μιλάνο, ζοῦσε ἡ  χριστιανή, ἁγνή και εὐσπλαχνική Σοφία, γόνος σπουδαίας οἰκογένειας, χήρα μέ τρεῖς θυγατέρες. Γιά λόγους πού δεν είναι γνωστοί, ἀργότερα ἡ Σοφία πῆρε τίς τρεῖς ὄμορφες και ἄριστης διαγωγῆς θυγατὲρες της, Πίστη, Ἐλπίδα και Ἀγάπη, ὀνόματα δοσμένα ἀπό τό συνοπτικό χωρίο τοῦ Παύλου, συνοπτικό τῶν βασικῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν: «νυνί δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη.» (Α΄ Κορ. 13,13) καὶ μετακομίζει στὴ Ρώμη.

Ὁ εἰδωλολάτρης Ἀδριανός τὸ ἔτος 126 μ.Χ. κήρυξε διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν, ὡς ἐχθρῶν τῆς αὐτοκρατορικῆς θρησκείας. Ἡ Σοφία καὶ οἱ θυγατέρες της συλλαμβάνονται και ὁδηγοῦνται στόν αὐτοκράτορα, κατά προτροπή τοῦ Ἀντιόχου, φθονεροῦ διοικητῆ τῆς Ρώμης. Ἑνωμένες μὲ τὸν δεσμό τοῦ αἵματος ἀλλά προπάντων μὲ τὰ τῆς πίστεως δεσμά ἑτοιμάστηκαν να δώσουν ὁμολογία πίστεως στὸν Κύριο Ἰησοῦν Χριστόν, πιστεύοντας πώς ὁ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θὰ καθοδηγεῖ τὶς ἀπαντήσεις τους στὸν τύραννο.

Τὀ ὅλο πνεῦμα τῆς πολυήμερης ἀνάκρισης εἶναι πὼς ὁ ἀνακριτής προσπαθεῖ νὰ πείσει πρῶτον τήν μητέρα Σοφία γιὰ τό λανθασμένο τῆς πίστεώς της. Αὐτή νουθετεῖ τις θυγατέρες να ὑποστοῦν τὰ πάντα γιὰ τὴν πίστη στὸν Χριστό. Ὅλες τὶς μεθόδους ἀνακρίσεως μποροῦμε να μελετήσουμε στὸ μαρτύριό τους, πῶς ἐξελίσσονται ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων. Στὴ βάση τους ὅμως φαίνεται νὰ εἶναι  πανάρχαια γνωστές καὶ χρησιμοποιοῦνται μελετημένα ἀπό τους Ρωμαίους ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Καὶ ὕστερα, παρουσιάζονται  μιὰ μιὰ οἱ θυγατέρες, νουθετούμενες στὴν άρχή ἀπό τὸν τύραννο  γιὰ το λαθασμένο τῆς πίστεώς τους, ἀρχίζοντας ἀπό παραπλανητικά και θωπευτικά λόγια και ἀνεβαίνοντας στις ἀπειλές και στις ἀποτρόπαιες πράξεις τῶν βασανιστηρίων, (φρικτόν ἀναγινώσκειν!) ἀπό τα ὁποῖα ἑκάστη θυγατέρα ἐξέρχεται ἀλώβητη, ἄχρι τῆς τελειωτικῆς και θανατηφόρας διαταγῆς καἰ πλήγματος. Ραβδισμοί, ἀποκοπές μαστῶν, πυρακτωμένες σχάρες, μαστιγώσεις, πυρωμένα καμίνια, σιδερένια νύχια, κοχλάζοντες λέβητες μὲ ρετσίνι και πίσσα, όλα χρησιμοποιήθηκαν, δεν ἔκαμψαν ὅμως τὸ φρόνημα τῶν παρθένων

Ἡ Ἁγία μητέρα τους Σοφία παρακολούθησε τὰ βασανιστήρια ἐμψυχώνοντας τὶς θυγατέρες της ἄχρι θανάτου, κήδευσε τα σεπτά σώματά τους, ἔκτισε ναό μὲ λάρνακα μέσα στὴν ὁποία τά ἐναπέθεσε, προσευχήθηκε στὸν Κύριο καὶ  ἐκοιμήθη τὸν ὕπνο τῶν δικαίων. Εὐσεβεῖς γυναῖκες κήδευσαν τὸ σῶμά της στὴν ἴδια λάρνακα μὲ τὶς θυγατέρες της.

Οἱ ὑμνογράφοι λακωνικά στὰ ἀπολυτίκια, οἴκους καὶ κοντάκια συμπυκνώνουν τἀ γεγονότα καὶ τὸ νόημα τοῦ μαρτυρίου τῶν ἁγίων γυναικῶν.

Κοντάκιον  Ἦχος α'
Σοφίας τῆς σεμνῆς, ἱερώτατοι κλάδοι, ἡ Πίστις καὶ Ἐλπίς, καὶ Ἀγάπη δειχθεῖσαι, σοφίαν ἀπεμώραναν, τῶν Ἑλλήνων ἐν χάριτι· καὶ ἀθλήσασαι, καὶ νικηφόροι φανεῖσαι, στέφος ἄφθαρτον, παρὰ τοῦ πάντων Δεσπότου, Χριστοῦ ἀνεδήσαντο.

Ὁ Οἶκος
Ὅτε εἰς πάντα τὰ πέρατα, τὸ ἀθέμιτον ἐξελήλυθε πρόσταγμα, θύειν εἰδώλοις καὶ σπένδεσθαι, καὶ βωμοὺς δαιμόνων, καὶ ναοὺς εὐτρεπίζεσθαι, πρὸς ἀνθρώπων ἀπώλειαν, τότε αἱ πανεύφημοι καὶ καλλιπάρθενοι, ὡς ἀστέρες ἐξέλαμψαν, ζόφον ἀθεΐας καὶ ἀγνωσίας ἐλαύνουσαι· καὶ φέγγος εὐσεβείας ἐν ταῖς καρδίαις τῶν πιστῶν ὑπανάπτουσαι, τρανῶς ἀνεβόων, Θεὸς μέγιστός ἐστιν ὁ σταυρωθεὶς βουλήματι, καὶ ἀναστὰς τριήμερος, ἐν ᾧ καὶ καυχώμεθα· ὅθεν καὶ ἐπαξίως, στέφος ἄφθαρτον παρὰ Χριστοῦ ἀνεδήσαντο.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Σοφία ἐκθρέψασα, κατὰ τὴν κλῆσιν σεμνή, τὰς τρεῖς θυγατέρας σου, ταύτας προσάγεις Χριστῷ, ἀθλήσεως σκάμμασιν.  ὅθεν τῆς ἄνω δόξης, σὺν αὐταῖς κοινωνοῦσα, πρέσβευε τῷ Σωτήρι, καλλιμάρτυς Σοφία, δοῦναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 

Ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἀνεβλάστησας ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου, Σοφία μάρτυς σεμνὴ καὶ προσήγαγες Χριστῷ καρπὸν ἡδύτατον τοὺς τῆς νηδύος σου βλαστούς, δι' ἀγώνων εὐαγῶν, Ἀγάπην τε καὶ Ἐλπίδα σὺν τῇ θεόφρονι Πίστει· μεθ' ὧν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

᾿Εν ταῖς μάρτυσι λάμπεις Σοφία ἔνδοξε, καὶ στεφάνοις τῆς νίκης περι­κοσμεῖσαι λαμπροῖς· δι᾿ ὃ ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς εὐφημοῦμέν σε, ὅτι θυγάτρια σεμνὰ τῷ μαρτυρίῳ ὁδηγεῖς, ᾿Αγάπην Πίστιν ᾿Ελπίδα· μεθ᾿ ὧν μὴ παύσῃ πρεσβεύειν, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

πολιτικά

 

ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Χτυπούμε τις πόρτες των Οργανισμών.

Ήδη τα ψηφίσματα έχουν ετοιμαστεί.

Το λιοντάρι χαϊδεύει τα γένια

Δεν έχει να ξύσει το κεφάλι.

Αγκαλιασμένο με τη σουλτάνα

Ξαπλώνουν στον καναπέ και περιμένουν.

Ένας εδώ κρατά το δόρυ,

Άλλος κερνά καφέδες στην «Αργώ».

Υποσκάπτει.

Τον συγχαίρει το λιοντάρι

Τρίβει τα χέρια η σουλτάνα.

Οι άλλοι συνεδριάζουν.

Αποφασίζουν για τους επερχόμενους.

«Αν παραβείτε τις αποφάσεις, χαθήκατε!»

Κι έτσι, χαμένοι, εμμένουν στις αποφάσεις.

Στο μεταξύ το καράβι βουλιάζει.

Μπορεί να το σώσουν

Τα αφανή υποβρύχια.

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

μεταναγνωστικά

 

ΜΕΤΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ

Ύστερα από όσα διαβάζω στο φέιζπουκ οδηγήθηκα κι εγώ στο συμπέρασμα πως η ελληνική κυβέρνηση Μητσοτάκη όλα λάθη τα κάνει, οδηγεί τη χώρα στη μιζέρια και στην αναξιοπρέπεια, ακόμα και επικοινωνιακά χάνει το παιχνίδι, μεγαλοποιεί τα μικρά και προσπαθεί να κρύψει τα μεγάλα, μα δεν τα καταφέρνει, σε λίγο ο σουλτάνος θα είναι σουλτάνος πάσης τουρκίας και αιγαίου και κύπρου, γιατί ξέρει να επιτίθεται, έχει όραμα, έχει και στόλο πολύ και αεροπλάνα και 83 εκατομμύρια, για όλα φταίει η διακυβέρνηση στην Ελλάδα, α, ρεεεε, να ήταν οι άλλοι στην εξουσία να δείτε, όμως κινδυνεύει η χώρα κι ο ελληνισμός, και  δεν βλέπει το συμφέρον της, με την Αίγυπτο όλο τρύπες η συμφωνία, με την Ιταλία όλη αδυναμίες η συμφωνία, εκεί στον ‘Έβρο τρύπες, και καλείται σήμερα το ελληνικό κοινοβούλιο να εγκρίνει τις συμφωνίες, μα να υπογράφει συμφωνίες όλα λάθη, όλα ξεπούλημα, και να μην κερδίζει τίποτε, και να παρουσιάζει τα πράγματα ως νίκες; Δεν πάμε καλά, δεν πάει καλά, και με τη Γερμανία να τη σέρνει από τη μύτη και να κάθεται σε συνομιλίες σικέ, και με τις ΗΠΑ να την κοροϊδεύουν, και με την Ευρώπη, άλλα περιμέναμε, δεν βλέπει τον κώλο και το βρακί, τον Τραμπ και τον Ερντογάν, και τους γαμπρούς τους και τις επιχειρήσεις τους, και να εγκαταλείπει τη Γαλλία, και να μην αγοράζει έστω S400 από τη Ρωσία, να ο άλλος που τα καταφέρνει, ευτυχώς δεν ψηφίζω ελληνικό κοινοβούλιο, ας με ρώταγαν, αλλά εγώ τους τα λέω, εκείνοι δεν μ’ ακούν, που νομίζουν πως ξέρουν το συμφέρον του ελληνισμού καλύτερα από μένα…Αν δεν ντρεπόμουν θα ζητωκραύγαζα υπέρ του οχτρού του ελληνισμού, του οχτρού του χριστιανισμού, του οχτρού της ειρήνης, της σταθερότητας στην ανατολική Μεσόγειο, του οχτρού του διεθνούς δικαίου, που τα καταφέρνει καλύτερα, αλλά, να όψεται που ντρέπομαι!

 

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

ανάληψη

 

ΑΝΑΛΗΨΗ

Τα χωριά μας

αναλήφθηκαν στους ουρανούς

Επάτησαν

θανάτω τον θάνατον

Άφθαρτα κι αγνά κι αιώνια

Στην αγκαλιά του Κυρίου μας

Με τη συμπόνια της Παναγιάς

Στα βουναλάκια τους ο προφήτης Ηλίας

Κάθονται όλοι μαζί

Οσίες και άγιοι

Στο καφενεδάκι της πλατείας

Κι αναπολούν

Τις ειρηνικές μέρες

Τις γιορτάρες με τα πανηγύρια

Κι ύστερα σκύβουν το κεφάλι

Τέτοιο κακό να μη μας ξαναβρεί.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

φωτογραφίες

 

Φωτογραφίες

Στεφανοθήκη πάνω από τη νυφική παστάδα

μεγάλη φωτογραφία του γάμου

μικρές οι άλλες

με τα γυμνούλια παιδάκια στην κονσόλα

φωτογραφίες που μιλούσαν τη γλώσσα μας,

όπως αθώα τη συλλαβίζαμε

πενήντα χρόνια πριν.

 

Σαν μπήκαν στο σπίτι οι οχτροί

πύργωσαν όλες μαζί

πεισματικό ένα τείχος σιωπής

πάγωσαν το χρόνο.

 

Οι άλλοι,

τρυπημένοι στις κερασφόρες προσωπίδες

από τα φτερωτά μυρμήγκια της εστίας

πυροβολούσαν μανιακά.

 

Κουβαλούμε πληγωμένες εικόνες

μνημονεύουμε χωρίς φωτογραφίες

προσπαθούμε ν΄ακούσουμε την κραυγή τους

κι επιβιώνουμε

πενήντα χρόνια τώρα

ως το τέλος.

 

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

Μνήμη

 

ΜΝΗΜΗ

Καθένας και το σκάμνο του

στην εκκλησιά

τους βλέπουμε

αραχνοΰφαντα όνειρα

να στέκονται στη συνήθη θέση

να σταυροκοπιούνται μαζί μας

η μάνα ο πατέρας ο παππούς η γιαγιά

κι όσοι αφήσαν τα χνάρια τους στη γειτονιά.

Μπορεί τώρα να μην την αναγνωρίζουν

σαρανταπληγιασμένη

όμως εμείς

στα τρίσβαθα των σκοταδιών μας

ανανεώνουμε την ύπαρξή τους

έστω κι αν ασπρίζουμε

παιδιά στη μνήμη

αιωνία η μνήμη.

Η γειτονιά

 

Η ΓΕΙΤΟΝΙΑ

Δεν έχουμε λειβάδια, ποτάμια, θάλασσες

παρά μόνο στέγες σφιχταγκαλιασμένες

ανοιχτές πόρτες

παράθυρα για τον ήλιο και τον αγέρα.

Κάτι στενά δρομάκια

κρυφακούν τις νύχτες τις καρδιές των στρατιωτών

διακρίνουν στις ρωγμές των ύπνων τους

το κορίτσι που περιμένει,

τον πατέρα και τη μάνα

κι ένα καντήλι απόλυσης.

Στους φουσκωμένους τοίχους των σπιτιών

χαϊδεύεις τ’ αποτυπώματα της παλάμης μας

καθώς παίζαμε χωστό

και μετρούσαμε δυνατά

την ώρα που ο χότζας σφαγίαζε τη γαλήνη

με τα μεγάφωνα,

τα γυμνά του στήθη

το στουπί βουτηγμένο στο πετρέλαιο

κάτω από τη μεγάλη μας ξώπορτα.

Δεν έχουμε λειβάδια, ποτάμια, θάλασσες

μια εκκλησιά στο κέντρο

έναν ευλογημένο αυλόγυρο

στις γωνιές οι μικρές φωνές μας

κι ύστερα οι βόμβες, οι όλμοι,

να χτυπούν τις σφιχταγκαλιασμένες στέγες

κι οι πόρτες ν’ αδειάζουν τις ψυχές μας.

Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

οι θεοί

 ΟΙ ΘΕΟΙ

Το χειμώνα σφαλίζαμε τις πόρτες
Κι οι εφέστιοι θεοί
Μπαίναν από τις χαραμάδες
Με τις λευκές πουκαμίσες
Και τους παλιούς θρύλους
Της Δήμητρας και του Άδωνη.
Τους κρατούσαμε μακριά από την εκκλησιά
Κι αυτοί λιτάνευαν μαζί μας
Με τις δικές τους μελωδίες
Στεφανωμένοι, εύθυμοι
Τραγικοί, κωμικοί, σατιρικοί.

Τα καλοκαίρια καθόμασταν στο στενό
Περιμέναμε το αεράκι να δροσίσει
Ο ποταμός περνούσε μέσα από τη Χώρα
Κι ύστερα καμένα μαγαζιά
Έντομα διψασμένα.
Πρώτος πετούσε ψηλά με το κηρύκειο ο Ερμής
Σιγά σιγά φεύγαν κι οι υπόλοιποι δικοί μας
Έβλεπαν τον πόνο, τη λύπη, τον στεναγμό
Ρημαγμένες τις φωλιές των χελιδονιών
Γκρεμισμένα τα γειτονικά σπίτια.

Μας έμενε μόνος στα σπάργανα ο Χριστός
Να κλαίει να θρηνάται
Κι εμείς βιαστικά βιαστικά τον μεγαλώναμε
Να τον καρφώσουμε στο σταυρό
Να διαμοιραστούμε τα ιμάτια
Να ρίξουμε κλήρο:
Θ’ αναστηθεί- δεν θ’ αναστηθεί…

Το δράμα δεν έχει ακόμα λήξει.

Ο εφιαλτίσκος

 Ο εφιαλτίσκος

Αν στο τέλος αναφωνήσετε, «κι εγώ το ίδιο βλέπω», θα είστε κι εσείς απόφοιτος του Αθήνησιν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, ίσως της δεκαετίας του εξήντα, ίσως της Φιλοσοφικής Σχολής, και ρωτούσαν κι οι αστυνομικοί στις εισόδους των διαφόρων υπηρεσιών, «δηλαδή θα γίνεις φιλόσοφος;»
Για κοινά όνειρα λέω, στον ύπνο, εφιαλτίσκους για την ακρίβεια, σε δυο τρεις παραλλαγές, τώρα μάλιστα άρχισαν να γεννώνται και παραλλαγές των παραλλαγών, η πρώτη, ενώ κοιμάσαι ωραίος ωραίος, βλέπεις στο όνειρό σου πως χρωστάς μάθημα, και να σε κόψει ο αθεόφοβος με τέσσερα και εβδομήντα πέντε και να έχεις να ξαναδιαβάσεις τα ίδια και τα ίδια και βαριέσαι και τα βαριέσαι, το χειρότερο να ξαναδιαβάζεις και να ξαναδιαβάζεις και να μην ξέρεις τι δεν ξέρεις, αφού όλα τα ξέρεις, και γιατί να σε κόψει, πούθε πιάστηκε, μα αφού τα ξέρω, ευτυχώς ξυπνάς και το χαίρεσαι: περασμένος, να ν καλά το τάλιρο!
Η επί το μεγαλοπρεπέστερον παραλλαγή είναι πως δεν πήρες το πτυχίο, και ιδρώνεις και ευτυχώς λειτουργεί ο νους, διά της εις άτοπον απαγωγής συμπεραίνεις πως «δεν γίνεται, αφού διδάσκω τόσα χρόνια, θα το έχω πάρει» και γυρνάς από την άλλη, αλλά και πάλι το είδες, και ταράχτηκες και δεν είσαι μόνος που το βλέπεις, έτσι συμπεραίνεις από τα λόγια των άλλων παθόντων, ακόμα και αρίστων.
Το τρίτο είναι εντός του «λειτουργήματος» που λεν, ήταν ένα παράρτημα μακριά από το κεντρικό κτήριο, συνεχόμενες ώρες, μέχρι να τελειώσεις στο ένα τμήμα, έπαιζε το κουδούνι, έτρεχες να προλάβεις να πας στο άλλο, στο παράρτημα, αλλά όλο κι έμεναν κάτι λεπτά χωρίς εσένα στην τάξη, κι οι μαθητές θορυβούσαν, «με ποιον έχετε μάθημα; Αργεί ο φιλόλογος», και να τρέχεις και να τρέχεις να προλάβεις μην αρχίσουν να θορυβούν, κι ο κέρβερος υποδιευθυντής του παραρτήματος να σε υποβλέπει, «τόνδε υπόδρα ιδών», μα τι να πει κι αυτός, δικαιολογούσε τα δικαιολογήσιμα!
Κι η παραλλαγή της παραλλαγής, τελευταία εκδοχή, μπήκε άλλος καθηγητής στην τάξη να κάμει μάθημα, «και γιατί δεν του είπατε πως είχατε μαζί μου;», «μα καθυστερήσατε», και μπήκε και βγήκε, μα «πώς λέγεται, είναι καινούργιος, ποιος είναι;» Κι μαθητές συνομιλούν μεταξύ τους και δεν ακούν, δεν απαντούν, ούτε πως είμαι εκεί… Πολύ κακή παραλλαγή αυτή! Είμαι στην τάξη ή δεν είμαι; Και μετρώ τα χρόνια κι είναι είκοσι που δεν είμαι!

Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

ο σκεπτικός

 

Ο ΣΚΕΠΤΙΚΟΣ

Φαίνεται πως δεν μας μένουν και πολλά πράματα να κάνουμε, παρά μόνο να προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς βρεθήκαμε σ’ αυτή την κατάσταση, πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα και αέρα, να μπαινοβγαίνει ο οχτρός από όλες τις τρύπες όλων των στοιχείων, στοιχειό κι αυτός, κι εμείς να συνειδητοποιούμε μάλλον και μάλλον την αδυναμία, τις αδυναμίες, να προσπαθούμε να συλλάβουμε το μέγεθος ή τα μεγέθη των συμφερόντων, τις φιλίες, τις οικονομικές επιχειρήσεις που κρύβονται πίσω από κάθε πολιτική κίνηση και πράξη, την οικονομία εν γένει, που δρα υποβρυχίως και ωθεί ή χαλιναγωγεί σκέψεις, αποφάσεις και πολιτικές δράσεις, και στο τέλος τα ρίχνουμε όλα για καλό και για κακό στο κεφάλι μας, αλίμονο να μην φταίμε κι εμείς, πού είναι τα πολυβολεία μας, πού είναι η ασφάλειά μας, η άμυνά μας, όσο κι αν επαιτούμε συμμαχίες, δεν είναι ντροπή, τα συμφέροντά του ο καθένας, κι εμείς τα δικά μας.

Από το 60 που είπαμε να γιορτάσουμε ελευθερία, από τις πρώτες μέρες, περνούσε το αυτοκίνητο τότε του Μακάριου από Κολοκάση, εκεί καθόταν ο τατάς, μη νομίζεις γιε μου πως όλα αρχίζουν τώρα ρόδινα, έχει πολλά αρνητικά η συμφωνία, εμείς μικροί, ύστερα από τόσο αγώνα, φανατισμό, δοσμένοι με τα μπούνια στην ένωση, ακούαμε πολλά, καταλαβαίναμε λίγα, δεν είχαμε ακόμα διαβάσει συμφωνίες και άρθρα του συντάγματος, σιγά σιγά φάνηκαν οι αδυναμίες, το 63- 64 κινδυνέψαμε, φαντάροι – η μαγιά της Εθνοφρουράς-  στη Χαλκίδα, εδώ στην Κύπρο δεν ήξεραν τίποτε, ποιοι είστε, πούθε έρχεστε; το 67, το 74 άλλες χρονολογίες τις αναλύουμε σε σελίδες, άλλες τις αφήνουμε με μια γραμμή, ασχολίαστες, κι όμως ίσως σ’ αυτές να κρύβονται πολλά κύρια, η όλη δράση των πάντων στην Κύπρο, ακόμα κι ο «φάκελος» λεγόμενος «της Κύπρου» κουτσουρεμένος είναι , ο κάθε ενδιαφερόμενος έβρισκε τρόπο να επέμβη, να σβήσει να αλλάξει, και τι σημαίνει «άμυνα», μήπως εννοούσε κάτι άλλο και τι σημαίνει ετούτο και το άλλο, όλα αρχίζουν με ερωτηματικά και δεν τελειώνουν. Κι αυτά για τα δικά μας, ένα νησί, όχι το οποιοδήποτε για μας, ο τόπος κι η ανάσα μας.

Και τι να πούμε για τα ελλαδικά, η μια κυβέρνηση να διαδέχεται την άλλη, πιέσεις και οικονομική καταβαράθρωση,  αλλά οι οχτροί οι ίδιοι, και πρώτη η Τουρκία, ο ανισόρροπος, φίλος του Τραμπ, επιχειρηματίας, καλά τα έχει με τη Ρωσία, καλά με τη Γερμανία, και τους άλλους φίλους της, ακόμα και στην ΕΕ, με χιλιάδες άγνωστους Χ στις συμφωνίες με την Αίγυπτο, με την Ιταλία, στους χάρτες, στις δηλώσεις, άλλες από τη δεξιά άλλες από την αριστερά, αντιπολίτευση, κι όλοι οι ειδικοί και σχολιαστές,  με τη δική τους θέση ο καθένας, ασυμφωνία μερική ή πλήρης, κι εμείς άντε να σχηματίσουμε τη δική μας γνώμη, όχι γνώση.

Και ποια παιχνίδια παίζονται στην ΕΕ, ποια η Γαλλία ποια η Γερμανία, καλά ξεφορτωθήκαμε- αν- την Αγγλία, το πετσί και το τομάρι, άλλος για Χίο τράβηξε κι άλλος για Μυτιλήνη, και να προσπαθώ τώρα εγώ να βγάλω συμπεράσματα, Ερμής γίνομαι, προσπαθώ να διαβλέψω, να ερμηνεύσω όσα διαβάζω, αφού την πλήρη αλήθεια δεν θα την βρω, αν ζούσα στην αρχαιότητα θα ήμουν οπαδός του σκεπτικισμού, ένα σκεπτικός, κι αυτοί με τόσες διαβαθμίσεις. Κι ο νους δουλεύει, κι η γη κινείται.

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Ηρέμησε!

 

 

Ηρέμησε!

Μεγαλύτερη σημασία από τα γεγονότα έχουν η αφήγησή τους και οι περιγραφές τόπων, σχεδίων, ετοιμότητας. Αυτά, για να είναι αντικειμενικά, εξαρτώνται από τις γνώσεις και πληροφορίες που έχει ένας για το γιγνόμενο ή γενονός, οπότε, εκλογικευόμενο μεταδίδεται και στους άλλους ως είδηση και ερμηνεία της.

Η κομματική τοποθέτηση των ερμηνευόντων παίζει τεράστιο ρόλο, γιατί αυτή καταβροχθίζει οποιαδήποτε αντικειμενικότητα, αφού αυτό που παρουσιάζεται δεν είναι παρά η προκαθορισμένη θέση: αποτυχία πλήρης -οτιδήποτε και να συμβαίνει- για τον κομματικό αντίπαλο, ή επιτυχία πλήρης από τον κομματικό ακόλουθο που τώρα βρίσκεται στην εξουσία.

Είναι και οι άμεσα συνδεδεμένοι με το γιγνόμενο ή γεγονός: οι πολιτικοί και πολιτειακοί άρχοντες, οι ειδήμονες στρατιωτικοί, νομικοί και πολλοί άλλοι.  Κανονικά λες, «αυτοί ξέρουν καλύτερα, ξέρουν τις λεπτομέρειες, έχουν όλες τις πληροφορίες, δεν υπάρχουν γι’ αυτούς άγνωστοι Χ  όσοι υπάρχουν για μας τους απλούς πολίτες». Αν είσαι του κυβερνώντος κόμματος, υποστηρίζεις πως, «αφού ξέρουν καλύτερα, κρίνουν καλύτερα, αποφασίζουν με βάση το συμφέρον της Ελλάδας και του ελληνισμού». Αν είσαι της αντιπολίτευσης, όλα τα αρνητικά τα φέρνεις στην επιφάνεια, προβάλλεις περισσότερο τις θέσεις του αντιπάλου παρά της δικής σου πλευράς, σχεδόν χαιρεκακείς για τα γεγονότα που παρουσιάζεις πάντα αρνητικά για την πλευρά σου, αφού δεν είναι το κόμμα σου που κυβερνά, ας με άκουγαν!

Κι είμαστε και οι αναγνώστες των ειδήσεων και κρίσεων, διαβάζουμε λεγόμενες αναλύσεις, διαβάζουμε και κρίνουμε κι εμείς τα αναγινωσκόμενα, συγχυζόμαστε ωραία ωραία, μια έτσι τα λεν οι Τούρκοι, μάνες στα επικοινωνιακά παίγνια, μια έτσι τα λέει ο Δένδιας κι ο Μητσοτάκης (είναι και το όνομα το βαρυφορτωμένο, ‘είναι δυνατόν Μητσοτάκης και να κάνει το ορθό;’) είναι και οι «ειδήμονες» στα εισαγωγικά τους, τόσα ξέρουν τόσα γράφουν,  είναι κι οι της αρπαχτής, ό, τι αρπάξει από δω κι από κει, δωρεάν λαμβάνουσι δωρεάν δίδουν,  κι εμείς υπομένομεν και αναμένομεν και το φέιζπουκ γεμίζει, η ελευθερία του λόγου βάζει τις παλάμες στ’ αφτιά, κάποτε κλείνει και τα μάτια, δεν πληρώνει κανείς για όσα λέγει και γράφει.

Συμπέρασμα, δεν είναι ανάγκη να τα διαβάζεις όλα. Ηρέμησε!     

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Πεγειώτη

 

Πεγειώτη

Θες να πεις, Γιάννη Πεγειώτη φίλε μου, έχεις καμιά σχέση με την Πέγεια; Ή θα καταντήσουμε του Παπαδιαμάντη που μας έδωσε τη Σκίαθό του και την αθανατίσαμε στη μνήμη, κι όταν την επισκεφτήκαμε είπαμε πως αυτή του Αλεξανδρή είναι πιο ωραία από την πραγματική, τουριστική, κοσμοπολίτικη, πρόβλημα αν θα την αναγνώριζε ο καλόγερος  συγγραφέας αν ξαναρχόταν στη γη.

Κι έτσι είπαμε κι εμείς να δούμε την Πέγεια, μια τεράστια πολιτεία, χάνεσαι στους δρόμους, ευθεία σχεδόν δεν υπάρχει, πήραν οι ντεβέλοποι τα όρη και τα παραρά, καθένας και το οικόπεδό του, το τετράγωνο και τα ξεροχώματά του, άντε καμιά τερατσιά μέσα μέσα, και τώρα, αδιέξοδα των αδιεξόδων, φυτεύεις στη γη ένα συγκρότημα κατοικιών, το μεγάλο κόλπο είναι μια πισίνα στο κέντρο, έλυσες το πρόβλημα, το μικρό κόλπο είναι και μια βουκεμβίλια, να ρίχνει τα λουλούδια στην πισίνα, να έρχεται το πρωί το παιδί να καθαρίσει, άντε και δυο τρεις κάκτους και μια φοινικιά απαραίτητη, να κάμουμε τη δική μας μαγευτική πολιτεία, εξωτικά πράματα, και το βουνό, απλώνεις το χέρι και το αγγίζεις στην κορυφή, χαϊδεύεις πρωινά σύγνεφα, και νυχτερινά κοντά στον άγιο Γεώργιο, α, εδώ θα ήθελα να ψάλλω, να αντικρύζω τη θάλασσα στο ευλογητό και στο  δι’ ευχών, να βλέπω τον ουρανό να ενώνεται με τη θάλασσα, και τα βαριά σύγνεφα με τη μαυρίλα τους να κρέμονται κουρτίνες.

Μα για ποιο πράμα μιλάς, να μου πεις! Ξεφούσκωσε η Κερύνεια, ξεφούσκωσε η Αμμόχωστος και παραφούσκωσαν Λάρνακα και Λεμεσός και Πάφος, καθεμιά και το βασίλειό της, σχεδόν την κυβέρνησή της, με το διαβατήριο να περνάς, φύτρωσαν στα βουνά καινούργιες πολιτείες, μια αγια Νάπα άγνωστη στους πολλούς κι ένα Παραλίμνι, ποιος τα πιάνει, ένας ολόκληρος κόσμος περιμένει τον τουρισμό, πουλούμε βουνό, θάλασσα, ήλιο, κι εγώ ρωτώ τον Πεγειώτη αν έχει σχέση μ’ αυτή την Πέγεια που βλέπω αυτές τις μέρες και στους δρόμους της χάνομαι.  

Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

δύο μηδέν

 

Δύο μηδέν

Οι δυο κοινότητες της Κύπρου, σε αγώνες ενός αιώνα η μια εναντίον της άλλης, παρουσιάζουν το παράδοξο, οι λίγοι «πούαρ τερκς» να νικούν τους πολλούς, την ελληνική κοινότητα της Κύπρου, εξού και οι εορτασμοί και θρήνοι είναι αντίστοιχοι, δύο μηδέν εορτασμοί υπέρ των τουρκοκυπρίων και μηδέν δύο θρήνοι και οδυρμοί των πολλών ελληνοκυπρίων. Το μέγα πολιτικό χαρτί είναι να το παίζεις ο μικρός και αδικημένος, ενώ στην πραγματικότητα είσαι ο πολύς και αδικών, αφού έχεις τη σουλτάνα την καλοφαγού, την οποία όμως ξεχνούν χρόνια και ζαμάνια οι ελληνοκύπριοι, οπότε κι αυτή εμφανίζεται δι’ αέρος και θαλάσσης, και χτυπά δι’ ανόμων χημικών  όπλων και  ναπάλμ, που μόνο εμείς βλέπουμε, οι άλλοι πρέπει να είναι της Χιροσίμα για να τα δουν.

Η Τουρκία αλωνίζει αιώνα σχεδόν τώρα, με τα σχέδια του Εριμ, με τα οράματα Ερντογάν,  με τους αξιωματικούς των μυστικών υπηρεσιών, με τους  δασκάλους, με την οργάνωση και την εξάσκηση στα όπλα νέων και νεανίδων, με παραστρατιωτικές και τρομοκρατικές οργανώσεις, μια λέγονται «βολκάν», μια «τμτ», «διχοτόμηση ή θάνατος» το σύνθημά τους, ενώ το δικό μας από «ένωση» έγινε «επανένωση της πατρίδας μας», ένα άλλο όνομα της διχοτόμησης, αλλά στο πιο σοφιστικέ, «δ.δ.ο.».

Κι έτσι, ενώ εμείς θρηνούμε τα αθώα θύματα της Τηλλυρίας, αυτοί το γιορτάζουν κανονικά μεταφερόμενοι από θαλάσσης και αέρος, εκείνο όμως το από ξηράς είναι το πρόβλημα, γιατί ζητούν και παίρνουν από μας την άδεια να μεταβούν στα Κόκκινα για να γιορτάσουν τις βόμβες με τις οποίες έκαψαν τα παιδιά μας, κι εδώ είναι το  αναξιοπρεπές για μας, αντί να τους απαγορεύσουμε τη διάβαση, ή τουλάχιστο να ζητήσουμε να σεβαστούν τους νεκρούς μας, τους επιτρέπουμε με πολλά τραγούδια και παρατράγουδα να γιορτάζουν και να εκφωνούν τους πανηγυρικούς τους της οκάς, ενώ οι νεκροί μας πρέπει να ετοιμάζουν όλο το χρόνο στους τάφους τους, καμένοι, το φαρμάκι τους, για  να μας το χύσουν τέτοιες μέρες, αφού είμαστε και φαινόμαστε -ασυζητητί-  πολύ ανάξιοι. Ούτε για το φτύμμα τους!

 

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Κλεοπάτρα Μακρίδου, Δώρος Λοΐζου


Κλεοπάτρα Μακρίδου, Δώρος Λοΐζου, Ο ωραίος της επανάστασης, Κουκκίδα

Στο έργο τίθεται ως προμετωπίδα το ποίημα του Δώρου Λοΐζου «Το τραγούδι του Λεύτερου» γνωστό μελοποιημένο, - Θα ρίξω τα μαλλιά μου πίσω..- με τα εκρηκτικά μηνύματα του επαναστάτη. Από τη μια τα όπλα του, από την άλλη ο εχθρός- στόχος. Είναι σημαντική η προμετωπίδα, γιατί μπορεί η όλη σύνθεση της Κλεοπάτρας Μακρίδου να θεωρηθεί ανάπτυξη του ποιήματος του Δώρου: με τα όπλα από τη μια του επαναστάτη και από την άλλη με τον εχθρό και τα δικά του όπλα, της μυστικής διπλωματίας και της προδοσίας ιδιαίτερα. Ιδανικό η ελευθερία του ανθρώπου, η Ανθρωπιά του, ενσαρκωμένη στον νέο ωραίο ποιητή.
Η ποιητική σύνθεση αποτελείται από έξι ενότητες, μια σταδιακή χρονική εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων, με θεμελιό την επαναστατική σκέψη, ποίηση και δράση από τα μαθητικά χρόνια του Παγκυπρίου Γυμνασίου με την εσφραγισμένη πια μάχη της Σεβερείου βιβλιοθήκης, ως τη σημαδιακή μέρα της 30ης Αυγούστου του 1974, με τη δολοφονία του Δώρου Λοΐζου.
Ήδη το «ωραίος» ως ώριμος, τελειωμένος, ιδανικός, εκφράζεται ποικιλότροπα στο ποίημα, με παράλληλους άλλους ποιητές και ήρωες από αρχαιοτάτων χρόνων ως τη νεότερη εποχή της Κυπριακής και Ελληνικής γενικότερα Ιστορίας.
Τοπικά η δράση του ήρωα δεν περιορίζεται στο νησί, αλλά εξακτινώνεται και στην Ελλάδα τον καιρό της δικτατορίας, του τέρατος που περισφίγγει τους αγωνιζόμενους, αλλά που πρέπει να εξαφανιστεί, για να λάμψει το φως της ελευθερίας. Η ποιήτρια πολλές φορές απευθύνεται στον ήρωα ωραίο ποιητή με θαυμασμό και φιλοσοφική διάθεση, για να επιτύχει τη γενίκευση και την αναγκαία διαιώνια θεώρηση των νοημάτων και συναισθημάτων, έναντι του θυσιασθέντος ήρωα επαναστάτη ποιητή.
Ο ποιητικός λόγος της Κλεοπάτρας Μακρίδου ανηφορίζει όσο πλησιάζει στην κορύφωση των ημερών και στη δολοφονία του ήρωα. Φως ελευθερίας και σκότος δικτατορίας και προδοσίας αντιμάχονται, σύμβολα και συμβολικά πρόσωπα διαδέχονται το ένα το άλλο, η συγκρουσιακή εποχή παρουσιάζεται με όλα τα ποιητικά όπλα της ποιήτριας, που ανέλαβε όντως μια δύσκολη ποιητική αποστολή, το προσωπικό δοξολόγημα ενός πραγματικού ποιητή εκ των ελαχίστων της Κύπρου και αδικημένων ποιητικά, λόγω της κομματικής εκμετάλλευσης μερικών.
Νεοέλληνες ποιητές και στίχοι τους ακούονται ευκρινώς στο ποίημα, και πολύ φυσικά, αφού ο ωραίος ποιητής δεν γεννιέται εκ του μηδενός, αλλά είναι τέκνο των Ελλήνων ποιητών και ηρώων.
Η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, οι ημέρες εκείνες, η προδοσία, ο εισβολέας και τα σχέδιά του, όλο το εικονοστάσι του πάθους της Κύπρου του 1974, οδηγεί σε μια απολογία μετά θάνατον, μια αναφορά του στρατιώτη στο νεκρό ποιητή, θλιβερή για την κατάντια μας, ύστερα από τα τόσα θλιβερά και καταστροφικά, για να οδηγηθεί η ποιήτρια στη φιλοσοφική ενατένιση, στο δοξολόγημα ιδεών και ιδεολόγων, ποιητή αγωνιστή και ωραίου ανθρώπου, που οδηγεί τον ποιητικό λόγο στην ανύψωση.
Η παρούσα κατάσταση, η σύγχυση και κακοποίηση της αλήθειας, η ισοπέδωση των πάντων, η θλιβερή κατάπτωσή μας, σε σύγκριση με το ύψος του ήρωα ανθρώπου ιδεολόγου ποιητή οδηγεί την ποιήτρια στην καταγγελία της κατρακύλας και στην πίστη πως η αγνότητα και οι αγώνες του ποιητή θα οδηγήσουν στη σωτηρία.
Στο έργο συνυπάρχει η Ιστορική πραγματικότητα, οι συγκρούσεις της συγκεκριμένης περιόδου, οι ιδέες κα οι αγώνες για πραγμάτωσή τους, τα εχθρικά εμπόδια, ο θάνατος, η καταστροφή, η θυσία, αυτό όμως που και πάλι προβάλλεται είναι η ενσάρκωση της ελευθερίας, της αγάπης και της ανθρωπιάς από τον ποιητή Δώρο Λοΐζου και η πίστη πως έχουμε ανάγκη να εμβαπτιζόμαστε στις ιδέες και στα ιδεατά πρόσωπα.
Η όλη σύνθεση πορεύεται σταδιακά και ανηφορικά, με τους ποικίλους της ρυθμούς και ήχους, ώσπου να φτάσει στο ύψιστο ανέβασμα προς το τέλος με τη φιλοσοφική σύλληψη της ιδέας. Δύσκολο το εγχείρημα, άξια εργάτρια η ποιήτρια.
Στέλιος Παπαντωνίου