Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

ΚΡΙΤΉΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

Κριτήρια επιλογής
Στέλιος Παπαντωνίου

Κι επειδή δεν μπορώ ν’ αφήσω άλλους να εκλέξουν για μένα, κι επειδή δεν θεωρώ την αποχή την καλύτερη λύση, πρέπει να μετέχω στις εκλογές, πρέπει να τοποθετηθώ, για να μπορώ και να κρίνω και να κατακρίνω και να απαιτώ, λέγοντας: κύριε, εγώ σε διάλεξα γι’ αυτό και γι’ αυτό το λόγο. Θα πρέπει όμως πρώτα να αφιερώσω χρόνο, το εργαλείο το έχω, την ανάλυση του καθενός θα την κάνω με το δικό μου εφεύρημα, το δεκάλογό μου, που είναι: βιολογικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό, ψυχολογικό, λογικό-γνωστικό, αισθητικό, ηθικό, θρησκευτικό- φιλοσοφικό.
Και αναλυτικότερα θα εξετάσω τον καθένα πρώτο ως πρόσωπο, δεύτερον την ιστορία του και τρίτο στη σχέση του με τους άλλους.
Δηλαδή ως πρόσωπο: βιολογικά, σωματικά, πάθη και υγεία, με ενδιαφέρουν, σε ποιο πλάσμα θα δώσω την εξουσία. Άρα, σωματικά, συναισθηματικά, ψυχολογικά, πώς είναι αυτός ο άνθρωπος; Κι ακόμα, στην πνευματική του κατάσταση, από γνώσεις, καλλιέργεια, ευαισθησία στο ωραίο, ηθικότητα, πόσο ελεύθερος είναι, πόσο ανεξάρτητος, πόσο ισχυρή προσωπικότητα είναι, μη μου τον παίρνουν και τον φέρνουν άλλοι, ελεύθερος και υπεύθυνος. Κι ακόμα τη φιλοσοφία του, και την θρησκευτική του ζωή, μη νομίζει πως δεν υπάρχει μεγαλύτερος από αυτόν επί της γης. Πόσο υβριστής είναι ή δεν είναι, αρχή σοφίας φόβος Κυρίου, ή ακόμα, ύβρις, η υπέρβαση των ορίων του. Ας είναι αρκετά αυτά, θα τους κοσκινίσω, μια σταλιά τόπος είμαστε και κινδυνεύουμε να εξαφανιστούμε, μισό εκατομμύριο άνθρωποι, με το μικρό του τ’ όνομα ο ένας τον άλλο κράζει…
Δεύτερο την ιστορία του σε όλους τους τομείς, προπάντων όμως στην πολιτική τους ζωή, που μας ενδιαφέρει άμεσα, στη σχέση του με την πατρίδα, τη λύση του κυπριακού, τη συνειδητοποίηση των κινδύνων, την ευθύνη να διασώσει τον ελληνισμό του τόπου, την μεγάλη πλειονότητα που κινδυνεύει από τον εισβολέα, τη σωτηρία της πατρίδας.
Κι ύστερα στη σχέση του με τους  άλλους. Ως κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό ον. Δηλαδή, μετέχει στα κοινά, ήταν ζωντανό μέλος της κοινωνίας, μουλωχτός και σιωπηλός, θορυβώδης και άτσαλος; Ως πολιτικό πρόσωπο, έχει πείρα, τώρα θα μάθει στη ράχη μας; Έχει πολλά αμαρτήματα, λάθη, παραλείψεις, σωστά πολιτεύεται, θα πολιτευτεί; Ποια η οικονομική του κατάσταση, η σχέση του με τα οικονομικά, τσαλαβούτης, τίμιος, εκμεταλλευτής, νοικοκύρης, βάζει το ατομικό συμφέρον πιο πάνω από το γενικό;

Η ανάλυση με βοηθά. Θα αφιερώσω το χρόνο μου. Αλλά πρέπει να πάρω θέση, δεν αφήνω άλλους να εκλέξουν αυτόν από τον οποίον εξαρτάται η τύχη της πατρίδας μου. Καλή μελέτη και κρίση. Εργαλείο έδωσα. Ο καθένας το χρησιμοποιεί κατά την κρίση του. Ανεπηρέαστος όμως από άλλους. Η χειρότερη στάση είναι: έτσι κάνουν οι άλλοι. Οι άλλοι τι σε νοιάζουν; Εσύ τι κάνεις;

Η ΠΟΛΗ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Λίλη Μιχαηλίδου
Η ΠΟΛΗ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ                                                                                    

Η Λίλη Μιχαηλίδου επιλέγει τους δασκάλους της και μαθαίνει την τέχνη τους διεισδύοντας στο πνεύμα των μυστικών τους, χωρίς εξωτερικά τεχνάσματα, αλλά με γνήσια σύλληψη της ουσίας και θαυμαστή απόδοση των γνωρισμάτων τους που κάνει δικά της με το ιδιαίτερο αυτό χάρισμά της, εμπλουτίζοντας έτσι τη λογοτεχνική της ματιά και τον οπλισμό της.

Στα ταξίδια που περιγράφονται τόσο λυρικά και λογοτεχνικά σ’ αυτό το βιβλίο, έβαλε την σφραγίδα του στον τρόπο θέασης των τόπων ο Ίταλο Καλβίνο με το έργο του Αόρατες Πόλεις, και πριν από αυτόν ο Μάρκο Πόλο.

Στο βιβλίο περιλαμβάνονται ταξιδιωτικά δυο τριών σελίδων το καθένα, άρα τόσο ουσιαστικό το γράψιμο, χωρίς περιττολογίες και κουραστικές εγκυκλοπαιδικές πληροφορίες, ένα ανάβλυσμα ψυχής και ευαισθησίας, ειδικού αντικρίσματος των τόπων, σε συνδυασμό με την εσωτερική θέαση, μια ανθρώπινη ευγενική λαλιά, που απλώνεται γαλήνια στον αναγνώστη.

Των πλείστων οι τίτλοι είναι η πρώτη γραμμή του κειμένου, με αποτέλεσμα να μπαίνει ο αναγνώστης κατευθείαν στο κύριο, την περιδιάβαση στις πόλεις, γνωστές του ή άγνωστες.
Το μότο του βιβλίου ή εισαγωγικό σημείωμα από το έργο του Ίταλο Καλβίνο Αόρατες Πόλεις φωτίζει τον πόθο για ταξίδια, τις εξωτερικές και εσωτερικές διαδρομές, σκέψεις, συναισθήματα, τον πλούτο των παραστάσεων, τη σημασία των λέξεων, της γλώσσας γενικά στη περιγραφή ή ποίηση τόπων, πραγματικών ή φανταστικών, ποια η διαφορά;

Η είσοδος στα μυστικά της πολιτείας, στις μυρουδιές, στα φώτα και στις αποχρώσεις, μακριά από αναστολές, προαπαιτεί την εντός βύθιση, το ένδον ταξίδι.

Οι επισκέψεις της στη Δαμασκό, Αίγινα, Γιοχάνεσμπουρκ, Αρχιπέλαγος, Κύθηρα, Γαλάτα, Πράγα, Φλωρεντία, Κωνσταντινούπολη, Άμστερνταμ, Στοκχόλμη, Βηρυτό, Νέο Δελχί, μια συνάντησή της με τον Τούμας και τη Μόνικα Τράνστρεμερ, Φικάρδου, Βρυξέλλες, Νέα Υόρκη, Αβέστα, Βιέννη, Ελσίνκι, Παρίσι, Βουδαπέστη, Δελφούς, Λευκωσία, Διεθνές Αεροδρόμιο Λευκωσίας, εκτός και εντός πατρίδας, έδωσαν το έναυσμα για να γραφτούν κείμενα ποιητικά σε πεζό φαινομενικά λόγο, που μας οδηγεί πάλι στο ερώτημα, πότε θα παύσουν οι άνθρωποι να διαχωρίζουν σε είδη τα βγαλμένα από την ψυχή και την τέχνη  έργα λόγου των λογοτεχνών.

Κείμενα γραμμένα με διαίσθηση, ολική και μερική σύλληψη αντιπροσωπευτικών στιγμών ζωής, με όλες τις αισθήσεις σε διέγερση, υφασμένες με τη φαντασία και το συναίσθημα, τον προβληματισμό και τη φιλοσοφική ενατένιση. Θέαση των πραγμάτων πρώτα από μακριά, οπτικά, ιστορικά, κι ύστερα η σύλληψη του ρυθμού της ζωής, του μυστηρίου που κρύβεται πίσω από τη βιτρίνα του κόσμου, «η ποιητική αναζήτηση σ’ έναν άλλον ορίζοντα… η ποίηση παρασύρει τη σκέψη, κλυδωνίζονται οι αισθήσεις…»  Κείμενα πιο ποιητικά από πολλά φερόμενα από άλλους ως ποιήματα.

Με πλουσιότατο λεξιλόγιο, συνομιλεί με τον εαυτό της και με τους άλλους, τον έξω κόσμο, τον αναγνώστη, ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, τη θεατρική παράσταση των συμβαινόντων και την κινηματογράφησή τους.

Συμπερασματικά, η Λίλη Μιχαηλίδου είναι μια ποιήτρια, ό τι κι αν γράφει, μια αξιοθαύμαστη συγγραφέας, που γύρισε τον κόσμο και τον άφησε στην ανοιχτή ψυχή της να μιλήσει, τον προσέλαβε με τις ευαίσθητες κεραίες της, ανάμιχτο με το όνειρο, τις σκέψεις και τα συναισθήματα, μακριά από πλατειασμούς, κατευθείαν στο κέντρο του ουσιώδους, δοσμένου όσο πιο ποιητικά.






Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

Λίλης Μιχαηλίδου ΑΡΕΝΑ


Λίλης Μιχαηλίδου ΑΡΕΝΑ
Μετάφραση στα αγγλικά από David Connolly
Προμετωπίδα: Έρωτας, ζωή και θάνατος στην ίδια αρένα παλεύουν για το κόκκινο κρασί κάποιοι το ονομάζουν «θεία κοινωνία» άλλοι μέθη…

Τρεις ουσιαστικές έννοιες, έρως ζωή θάνατος- ο έρως ως ο ζωοδότης που νικά και το θάνατο αφού συνεχίζει τη ζωή, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χωρίς την άνοδο στις σφαίρες του πνεύματος, είτε αυτές παίρνουν θρησκευτική μορφή είτε τη διονυσιακή, από αρχαιοτάτων ελληνικών χρόνων γνωστή, άλλη όψη του απολλώνιου πνεύματος.
Η συλλογή χωρίζεται στις ενότητες της νύχτας, μικρές παύσεις, διαχωριστική γραμμή, επί σκέψεις, της μέρας και τελειώνει με σημειώσεις – πραγματολογικές επεξηγήσεις.
Πρώτο ποίημα αφιερωμένο στο Μίλτο Σαχτούρη, περιγραφικό, ζωντανό μιας συνάντησης ίσως. Ο στενός συγκεκριμένος τόπος, το πρόσωπο, ο χρόνος και η γενικότερη θέα του περιβάλλοντος κόσμου, μνήμες, πρόσωπα, καταστάσεις και πράγματα σε μια σκηνή που παρακολουθούμε να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας μετέχοντας κι εμείς με τη φαντασία στη συντροφιά.
Ύστερα από τους  λεξιλογικούς συνδυασμούς και τις εκφραστικές αναζητήσεις των προηγουμένων δοκιμών γραφής, έχουμε τώρα μπροστά μας ένα μεστό απλωμένο ήρεμα και σταθερά λόγο. Βέβαιη πια η ποιήτρια για την αξία της, για τον εαυτό της, ανοίγεται στον αναγνώστη ελεύθερα, μ’ ένα συνεχή καθημερινό και άμεσο λόγο.  «Εκτίθεμαι στην κρίση σας» λέει στο ποίημα Απροσδόκητα ύστερα από σκέψεις και εικόνες.
Ποιήματα σε άμεση σχέση με την πραγματικότητα, πολιτική, οικονομική, κοινωνική, μια στροφή στην ποίησή της παρουσιάζει η συλλογή αυτή, δείγμα ωριμότητας και τοποθέτησης στα πάθη του τόπου και της ζωής. «Είναι Μάρτης και απροσδόκητα γύρισε ο χειμώνας. Όπως γύρισε και η ζωή μας ανάποδα κι αυτή.» Ποίημα με τίτλο Απροσδόκητα, με πρώτες λέξεις «Η κρίση χώρεσε παντού», και σημείωση στο τέλος, «Περίοδος σκληρής οικονομικής κρίσης που ανέτρεψε πολλές ζωές.»
Ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα και στο όνειρο ή στον άλλο κόσμο της φαντασίας και των βιβλίων ζει και κινείται,  διανοίγοντας και στον ποιητικό εαυτό της  και στους αναγνώστες της καινούργιους κόσμους. «Όλοι αυτοί που αγοράζουν και πουλάνε ανθρώπους και πιστεύουν ότι όλοι αγοράζονται, αυτοί δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους εδώ… φωνάζει ο Τούμας Τράνστρεμερ» νομπελίστας Σουηδός ποιητής.
Μια νέα όψη της ποιητικής της, η είσοδος στην ποίηση των άλλων με αντηχήσεις  και φιλοξενία τους στα δικά της ποιήματα. Βασική τους επίδραση τα πολλά διαβάσματα και η άμεση επαφή τους με τη γύρω πραγματικότητα. «Διαβάζω Μπουκόφσκι κι ο Πενταδάχτυλος είναι χιονισμένος …Αδέσποτοι πολιτικοί, τραπεζίτες κοράκια δεσπόζουν στον ορίζοντα.»
Αυτή η επαφή έχει και τις γνήσια ανθρώπινες στιγμές της, την επιστροφή στη γενέθλια γη, στο δικό της σπίτι, στις ρίζες της, με τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, τις ομορφιές του  λαϊκού πολιτισμού.
Στην ενότητα μικρές παύσεις,  τοπία ζωγραφισμένα με την ποιητική της τέχνη, με την  απουσία αγαπημένων προσώπων, η φυγή, μέσα σε ονειρώδη σκηνοθεσία, αισθητικές μουσικές συγκινήσεις σύγκορμες, όλη η παρασημαντική του έρωτα στην πληρότητά του, με επάνοδο στη συνύφανση του έξω με τον μέσα κόσμο, αυτοπαρατηρούμενη και ταυτόχρονα εξωστρεφής, με ευγενική θλίψη μονολογεί: «τρέφομαι με όνειρα και ουρανό.»
Πολυταξιδεμένη, δεν αφήνει ευκαιρία να μην κοινωνήσει τους αναγνώστες της με τις εμπειρίες της, σε πεζό ή ποιητικό λόγο. Μια μεγάλη παρομοίωση των βορείων χωρών και νοτίων με ανθρώπινο σώμα, το κεφάλι ο βορράς να βλέπει το νότο, τα πόδια, με τον ήλιο και τις θάλασσές του, ζωγραφιές και ερωτικές αναπολήσεις.
Στην ενότητα διαχωριστική γραφή μεταφερόμαστε στη διχοτομημένη πατρίδα, με ποιήματα αναφερόμενα σε τουρκοκύπριους, που ζουν στον ίδιο τόπο,  με τη δική τους ανάγνωση της ιστορίας. Μια προσπάθεια συνένωσης των ανθρώπων γίνεται από τους λογοτέχνες, να επουλώσουν τις πληγές και να ειρηνέψει ο τόπος. Όμως η χρονιά της τουρκικής εισβολής είναι χαραγμένη για καλά στην ιστορία και στις ψυχές των ανθρώπων, σκεπάζει τη ζωή ανεξίτηλα, χωρίζει την πατρίδα. Το βέβαιο είναι πως η φύση δε γνωρίζει διαχωριστικές γραμμές, αφού ομίχλη και βροχή σκεπάζει όλο το νησί μας.
Σκηνές από την περιοχή στην οποία μεγάλωσε ή σ’ αυτήν όπου τώρα ζει η ποιήτρια, επισκέψεις και μνήμες,  ζωντανές περιγραφές, εικόνες και ήχοι μαρτυρούν τη βίαιη διαίρεση της πατρίδας.
Κι έρχεται ξαφνικά στη ζωή μας μια άλλη συγκλονιστική στιγμή, τοπίο θανάτου, τόσο κοντά ο θάνατος στη ζωή, η έκρηξη στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, που  συνταράζει την ποιήτρια. Εδώ εικόνες φρίκης, ακρωτηριασμού και θανάτου, ένα σκοτάδι σκεπάζει τα πάντα.
Στην ενότητα επί σκέψεις σε καθημερινό κεντητό λόγο, με ριπές υπαινιγμών για τους ανθρώπους και τους τόπους που επισκέπτεται και για τους οποίους σκέφτεται, καταθέτει ποιήματα σε ζωντανή γλώσσα. Κάποτε σε διάλογο, σε συνομιλία με τους ήρωές της,  συγγραφείς ή καλλιτέχνες. Ερμηνεύει έργα τέχνης τοποθετημένα σε μια επιτυχημένη σκηνογραφία κι εκπλήσσει με την άνεση στην κελαρύζουσα πια γραφή της.
Επισκέψεις στην Αίγινα, στο σπίτι όπου εζησε ο Καζαντζάκης, στην αρχαία Ολυμπία, εδώ στην Κύπρο στον Αμίαντο, στην Αρμενία και Γερμανία σε πάρκα και μουσεία, δίνουν έναυσμα για την ποιητική απόδοση των σκέψεων και συναισθημάτων της στα έργα αφανών ανθρώπων και διασήμων δημιουργών. Άνθρωπος, φύση και δημιουργήματα του ανθρώπου συνταιριασμένα αρμονικά αποτελούν τον κόσμο της ενότητας. Εδώ συναντούμε και το ποίημα «Στου χρόνου την αρένα», γραμμένο με την επίσκεψή της στην αρχαία Ολυμπία. Οι αρχαίοι θεοί, οι αγώνες στην παλαίστρα, ο γλύπτης Φειδίας, όλα αυτά μεταφέρουν χιλιάδες χρόνια πριν, «χιλιάδες διάλογοι φεγγαριών και ήλιων/ ιστορία μες στην ιστορία, ζωή  μέσα σε άλλες ζωές/ έξω από μας και μέσα μας./ Τα μάτια, τα χέρια, ο λόγος/ απορροφούν, αδράχνουν, ανοίγουν φτερά/και στροβιλίζονται στου χρόνου την αρένα.» Και στο τέλος «….Γεμίζω με χώμα το στόμα, τα μαλλιά./ Τυλίγομαι φύλλα δάφνης/ να με βρουν σ’ αυτή τη θέση χρόνια μετά.// Μια άγνωστη θα σημειώσουν, δίχως ταυτότητα.» Η συνύπαρξη με το τοπίο, η εισβολή στο χρόνο που τον γεμίζει με τα αντίστοιχα στον τόπο σημαδιακά γεγονότα, η μεταφορά εις εαυτήν, στην ψυχική της κατάσταση, αποτελούν μέρος της τέχνης και των ποιητικών χαρακτηριστικών της.
Το τελευταίο μέρος της συλλογής, της μέρας, ταξιδεύουμε μαζί της στην Ισπανία, περιεργαζόμαστε τα στοιχεία του πολιτισμού της χώρας, ενώ η ποιήτρια με ματιές στον έξω και μέσα της κόσμο, μας κρατά το χέρι καθοδηγώντας μ’ όλες της τις αισθήσεις και το λογισμό, σε σκηνές καθημερινές της ζωής, ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους κι όμως με τις ίδιες κινήσεις αγάπης και  αναζήτησης. Την αρένα συναντούμε κι εδώ, στο ποίημα «Στην αρένα∙ χωρίς ταύρους, ταυρομαχίες και όλε όλεε. Η μάνητα της εποχής./ Στο χώρο της αρένας ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο…..Η αρένα είναι πάλι ενεργή.Μεταμορφώνομαι σε ταύρο που αρνείται να παλέψει./ Τα κοντάρια είναι ήδη καρφωμένα στο σώμα μου,/ το αίμα ρέει γράφοντας τον επίλογο∙/ κόκκινο πανί∙ εφιάλτης./ Μεταμορφώνομαι σε ταύρο/ που παλεύει με τον εαυτό του.»
Κάθε επίσκεψη και μια καταβύθιση στον εαυτό της, η ζώσα πραγματικότητα έναυσμα για αυτογνωσία, ζωντανή απόδοση του έξω κόσμου και συνύφανσή του με τις ψυχικές της διακυμάνσεις, προπάντων όμως αναζήτηση και διερεύνηση εαυτής.
Με την ποιητική συλλογή Αρένα της Λίλης Μιχαηλίδου παρακολουθήσαμε μια ανοδική ποιητική πορεία, απελευθέρωση στο στίχο και στο λόγο, ωριμότητα και αμεσότητα επικοινωνίας με τον αναγνώστη.


Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

Ο Ττομής

Ο Ττομής
Στέλιος Παπαντωνίου
Πότε τον γεννήσαμε, πότε τον βαφτίσαμε, ακόμα στην εκκλησιά δεν τον πήραμε, ο Συμεών περιμένει, ως τις 2 του Φεβράρη, κι αρχίζουμε από σήμερα, τέλος Γενάρη, ο τελώνης κι ο φαρισαίος συνεορτάζουν, που σημαίνει ετοιμασίες για τα πάθη, στο Βουνό, δυο οικογένειες ήτονε στην αρχή, τα παιδιά τους έκαναν οικογένειες, η μια έσμιγε με την άλλη, κάτι σαν γαλαζοαίματοι, και μας προέκυψε η αιμορροφιλία, τα θηλυκά μετέδιδαν στα αρσενικά την ανωμαλία, δεν έπηζε το αίμα, κι ο Χρυσόστομος, μεγάλο όνομα, μεγάλο το μοναστήρι τιμή και δόξα της περιοχής, δεκατριώ χρονώ παιδί, κάπου ανάμεσα σε Σαμουήλ και Νεοκλέους, τα ιδιωτικά της εποχής, μπάλα έπαιζε με τ’ άλλα παιδιά, εκεί στ’ αλώνια, ήταν κι ένας,  τον πήρανε για τον τρελό του χωριού, λέει κι ο Χαραλαμπίδης, δεν του ρίχνανε την μπάλα, αρπάζει μια πέτρα, την εκσφενδονίζει στο κεφάλι του Χρυσόστομου Ττομή, μάνα το κεφάλι μου πονώ, την άλλη μέρα πρωί πρωί μας τον έφεραν στο σπίτι, από λεωφορείο σε ταξί, κι εμείς τρέξε γιατρέ Πρωτοπαπά, μια καρφίτσα, γυμνώνει το πέλμα, το παιδί δεν ανταποκρίνεται, στο νοσοκομείο ολόισια.
Της Αντωνούς ούτε στο νοσοκομείο δεν τον πήραν, μόλις τ’ άκουσε ο Ρίτσος, διάβασε τις εφημερίδες, άλλες έκρυψε άλλες φανέρωσε, κάθεται στο γραφείο, βάζει μπροστά το ρολόι, οκτάωρο καθημερινή εργασία, δήλωσε διανοούμενος- εργαζόμενος, το οκτάωρο όμως το δούλευε συνεπώς, και μας γράφει πως ήταν ταξιτζής, έτσι διάβασε στις εφημερίδες, ο άνθρωπος ήταν υπαξιωματικός του ελληνικού στρατού, τόσες φορές τους τα’ γραψε ο Μαύρος, ποιος τον ακούει.

Η Αντρούλα, η μεγαλύτερη αδελφή φώναζε, ελληνική σημαία στο φέρετρό του, ο αδελφός μου ήταν της ΕΟΚΑ, φόβος και τρόμος τότε οι Άγγλοι, την άφησαν να φωνάζει, το παιδί το χάσαμε, κι η μάνα του η Ξενού, για σαράντα μέρες έπιανε μια μικρή καρεκλίτσα, καθόταν στην αυλή κι άρχιζε το μοιρολόι, να την ακούει το χωριό, να διαλυθεί ο πόνος, κι αυτός εκεί, βράχοι του Βουνού εκεί ψηλά, πάνω από το σπίτι του παππού και της γιαγιάς, το ισοπέδωσαν οι εισβολείς, οι έποικοι, οι ξένοι, και φύτεψαν κι ένα μεγάλο μιναρέ στο κέντρο του χωριού, μα τις νύχτες που ακούν τις κραυγές της Ξενούς, δεν ξέρουν πώς να τις εξηγήσουν, τους είπαν πως πρέπει να νιώθουν τώρα ασφαλείς, κανείς δεν ξέρει και δεν είναι και δεν πρέπει να είναι.

Με γνώση και περίσκεψη

Με γνώση και περίσκεψη
Του Στέλιου Παπαντωνίου

Η κατάσταση στη γειτονιά δεν είναι καλή, και πότε ήταν, από τον καιρό που εμφανίστηκε η Τουρκία στο δικό μας κόσμο, τον ελληνικό και ιδιαίτερα τον κυπριακό, πάσχουμε, όσο κι αν προσπαθούμε να κολάσουμε τα πράγματα και να τα παρουσιάσουμε ειρηνικά και φιλικά γειτονικά, μην ξεχνάμε και ποιοι και πόσοι αγώνες έγιναν από τους ημέτερους ηγήτορες, πόσα καφεδάκια, μπαλόνια, ζιβανίες χρησιμοποιήθηκαν για να μωρανθούμε και να βλέπουμε το μαύρο άσπρο.
Τον Ερντογάν τον παρουσιάσαμε τον μοντέρνο ηγέτη, τον φιλοπρόοδο, τον ειρηνικό, μ΄ ένα φαγοπότι στο Βόσπορο θα καταλάβαινε το κυπριακό, όπως και με τον Μουσταφά Ακιντζί, πανηγύρια και χαρούλες, ώσπου έπεσαν οι μάσκες (εμείς τους τις φορέσαμε) κι ανέβλεψαν –όσο δυνατόν-οι εδώ οπαδοί τους.
Οι συνομιλίες για το κυπριακό τέλειωσαν όπως έπρεπε να τελειώσουν, άδοξα, δεν υπήρχε κανένα περιθώριο συμφωνίας, όπως και δεν υπάρχει κι αν ξαναρχίσουν ακόμα είτε από εκεί που έμειναν είτε από οποιοδήποτε σημείο, γιατί η Τουρκία σχεδίασε από το 1950 περίπου, εφάρμοσε, εκμεταλλεύτηκε τα λάθη μας, παρουσίασε την εισβολή ειρηνευτική επιχείρηση, όπως  τώρα «κλάδον ελαίας»  ονομάζει  τις επιθέσεις της στη Συρία, μάλιστα ο  εκπρόσωπος του Τούρκου προέδρου δήλωσε  ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα σταματήσουν όταν τα 3,5 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες που βρίσκονται στην Τουρκία μπορέσουν να επιστρέψουν με ασφάλεια, καταλαβαίνετε πως τρώγοντας έρχεται και η όρεξη και τα δικαιολογητικά.
Στην Κατεχόμενη γη μας έχει τώρα πια το επάνω χέρι, κι εμείς αντί να το κόψουμε το προσκυνούμε, με τα ταξιδάκια μας στα κατεχόμενα, την αδιαφορία μας στα τεκταινόμενα, ισλαμοποίησε και τουρκοποίησε ευρωπαϊκό κυπριακό έδαφος, εισήγαγε τόσους έποικους που κάνουν κουμάντο και αποτελούν τα μάτια και τα αφτιά του Ερντογάν, δέρνουν, χτυπούν, εφαρμόζουν αυτά που έμαθαν και ξέρουν,  το δικό τους τρόπο ζωής, κι εμείς από δω, χίλιους δυο δικούς μας παρακολουθούμε να τους δικαιολογούν και το μόνο που κάνουν είναι να κατηγορούν την πλευρά μας και να βρίσκουν όλο το δίκιο στον οχτρό μας (αυτών δεν είναι!) μα τόσον καιρό που γραφόταν Ιστορία στην Κύπρο αυτοί πού ήταν και δεν μας εμπόδιζαν στα λάθη μας!!!.

Κι έχουμε σε λίγο εκλογές προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσοι είναι ενταγμένοι ξέρουν τι θα ψηφίσουν, το κόμμα καλά κρατεί, άλλους βόλεψε τους ίδιους, άλλων τα παιδιά τους, μια κομματοκρατία και φαυλοκρατία ανοιχτή κι ολοφάνερη, φυσιολογική κατάντησε, και μένουν όσοι θα πρέπει καλά να σκεφτούν μόνο το συμφέρον της πατρίδας και τίποτε άλλο, τη σωτηρία του ελληνισμού σ’ αυτό το δύσμοιρο τόπο, αρχαιότατα ελληνικό και χριστιανικό. Ούτε ο ισλαμισμός ούτε η τουρκοκρατία μας βολεύει, γι’αυτό ας σκεφτούμε πόσο αγώνα χρειαζόμαστε, τεράστιο, και πόσες, όλες τις δυνάμεις μας χρειαζόμαστε, για να κρατηθούμε στους δύσκολους αυτούς καιρούς ο γνήσιος εαυτός μας σ’ αυτό τον τόπο. Ας αρχίσουμε να απογυμνώνουμε τα παραμύθια, κι ας δούμε όσο μπορούμε καθαρότερα την αλήθεια, τον κίνδυνο από τους γείτονες, από μια δράκα ανθρώπους που θέριεψαν και δεν χορταίνουν με τίποτε. Όσο καθαρότερα, τόσο το καλύτερο. Με γνώση και περίσκεψη, σύνεση, να αναχθούμε στο εμείς, κι ας αφήσουμε για λίγο κατά μέρος το εγώ. Η σωτηρία της πατρίδας προέχει.

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Λίλης Μιχαηλίδου Υπανιγμοί

Λίλης Μιχαηλίδου

ΥΠΑΙΝΙΓΜΟΙ
Εκδόσεις Μελάνι

Ευχάριστο ξάφνιασμα από την πρώτη ήδη σελίδα, όταν από απόσπασμα του Χόρχε Λουίς Μπόρχες για την Τέχνη του Στίχου, Διάλεξη «Το πιστεύω ενός ποιητή» «Τώρα έχω φτάσει στο συμπέρασμα (και το συμπέρασμα αυτό μπορεί να ακούγεται λυπηρό), πως δεν πιστεύω πια στην έκφραση: πιστεύω μόνο στον υπαινιγμό. Άλλωστε, τι είναι οι λέξεις; Οι λέξεις είναι σύμβολα για αναμνήσεις που τις έχουμε κοινές με άλλους ανθρώπους. Αν εγώ χρησιμοποιήσω μια λέξη, τότε πρέπει εσείς να έχετε κάποια εμπειρία εκείνου το οποίο δηλώνει η λέξη. Εάν δεν έχετε, η λέξη δεν σημαίνει τίποτα για σας. Νομίζω πως μπορούμε μόνο να υπαινισσόμαστε, πως μπορούμε να κάνουμε τον αναγνώστη να φαντάζεται. Ο αναγνώστης, αν είναι αρκετά εγρήγορος, μπορεί να ικανοποιηθεί με την απλή νύξη ενός πράγματος…». Aπό αυτό όλο το απόσπασμα η Λίλη Μιχαηλίδου μας δίνει σε πέντε λέξεις το νόημα ως αφιέρωση: «Στη θρυαλλίδα μια κοινής συνισταμένης » θρυαλλίδα η λέξη που θα αναφλέξει τις κοινές εικόνες, μνήμες, αντιλήψεις κι έτσι ο αναγνώστης θα μετάσχει του νοήματος του πομπού δημιουργού.

Η συλλογή χωρίζεται σε δυο μεγάλες ενότητες, Στη θρυαλλίδα μιας κοινής συνισταμένης με βασικό χαρακτηριστικό τον έρωτα και Στον τροπικό του πένθους που βαραίνει μια μεγάλη απώλεια. Μια άλλη θεματική διεσπαρμένη στην ενότητα είναι η ποιητική γραφή, καταθέσεις και προσπάθειες συγγραφής. Λιγόστιχα τα περισσότερα ποιήματα, με δυο τρία χυμένα σε μετρικές φόρμες που θυμίζουν γνωστά τραγούδια, δοκιμές σε ομοιοκαταληξίες και δίστιχα.

Κύριο όμως θεματικό γνώρισμα της συλλογής είναι ο έρωτας, με λιγότερο ή περισσότερο υπαινικτικά ποιήματα. Οι υπαινιγμοί βοηθούν τη ποιήτρια να εκφραστεί αφού η ως τώρα πορεία της ανέδειξε μια γυναικεία φωνή που τη διακρίνει η επιφύλαξη απέναντι στη ερωτική αποκάλυψη. Συγκρατημένη και αισχυντηλή ακόμα μπορεί να πει κανείς, βρίσκει καταφύγιο στους υπαινιγμούς. Απόδειξη το ποίημα «Να μπορούσα/ ως οι στίχοι/ να σβήσω επιμελώς/ την πυρκαγιά του ύπνου/ να μην αφήσω να φανούν/ τ’ αποκαΐδια»

Είναι όμως μερικά άλλα ποιήματα στα οποία εκδηλώνεται ελεύθερα εκφράζοντας στιγμές και σκηνές ερωτικές μέχρι ρεαλισμού ή ακόμα και νατουραλισμού. Χαρακτηριστικό από τα ελάχιστα «Το πέρασμα της γλώσσας/ η σατέν κρούστα του σάλιου/ στο δέρμα//ανάβει φλόγα η γνώση/ καίει την απόγνωση της ομηρίας σου»  όπου το ερωτικό στοιχείο εκρηκτικά δοσμένο, αμέσως σπεύδει να κατασβήσει με τη γνώση, την απόγνωση και την παλινδρομική κίνηση της φλόγας που ανάβει και καίει, εξαφανίζει.

Η συλλογή «Υπαινιγμοί» προκαλεί σε μελέτη της λεξιλογικής τεχνικής της, της συνύφανσης δυο λέξεων με τη υπερρεαλιστική μέθοδο του συνειρμού με αποτέλεσμα τη συνύπαρξη δυο λέξεων στις οποίες συνταιριάζονται άψυχο με έμψυχο, τόποι με συναισθήματα, κάτω από τα οποία κρύβονται ερωτικά σκιρτήματα και πάθη.

Η απομόνωση των λέξεων και η μικροσκοπική τους ανάλυση βοηθά τον αναγνώστη να συλλάβει πτυχές νοημάτων που φωτίζονται λόγω του ότι η προσοχή εστιάζεται στο συγκεκριμένο ποιητικό μικρόκοσμο, όπως στο παράδειγμα το καντήλι του ομφαλού, που απομονωμένο φωτίζει και επαναφέρει μια σημαντική διάσταση στη ποίησή της, την ιερότητα του έρωτα.

Μερικές λεκτικές συνυφάνσεις:
Ο ποταμός των λόγων, η γλώσσα της ψυχής, οι αστραπές του πόθου, η καταιγίδα των φιλιών, μνήμης παφλασμός, το χάδι του χειμώνα, το χάδι των ματιών, ο ίσκιος των ερώτων, το ημίφως των χειλιών, οι συμπληγάδες των χειλιών, ο σφυγμός του φιλιού,  φευγαλέα φωτεινότητα, σκοτεινή ανάμνηση, το χιονισμένο σούρουπο, το αφιλόξενο έρεβος,  το λυχνάρι των ονείρων, κοιτάσματα ονείρων,  λαγνεία των νερών, υγρή σαγήνη, πληγωμένη ανάσα, το λίκνισμα της ανάσας, , αχόρταγα αλεξικέραυνα, έσχατη απόδραση, λεπίδι των ματιών, αιμάτινο στιλέτο, η αρτιμέλεια του πόθου, η αναχώρηση των λέξεων, σχήματα πληγωμένα, η ερημιά του σακακιού, διττή πρόκληση, το είδωλο κοίταγμα, διψασμένο πουλί, εκδικητικά γενναιόδωρο, θρυμματισμένες λέξεις, η ποδιά της μοναξιάς, μόνιμη αγωνία, απέριττο φτιασίδι, σκιερές μασχάλες, πυρκαγιά του ύπνου.    

Φυσικά φαινόμενα με ερωτικά σημαίνοντα, κίνηση με χρώμα, συναισθήματα με πράγματα οδηγούν στο αισθητικό αποτέλεσμα, στη υπαινικτική και ποιητική έκφραση.

Η δεύτερη ενότητα Στον τροπικό του πένθους αρχίζει με το δίστιχο «Ό τι γεννάει το στιλό πνίγεται στο μελάνι» που μεταφέρει στη ποιητική δημιουργία, κάτι άλλο από την ίδια τη ζωή, μια άλλη γέννηση στον πνευματικό κόσμο, αναίμακτο αλλά και βιολογικά ζωτικά νεκρό, στον οποίο όμως λειτουργούν άλλου είδους κανόνες και μέτρα. Προβλήματα ποιητικής δημιουργίας, η προσπάθεια του ποιητή να χαλιναγωγήσει τη γραφή, το άγραφο ποίημα, ένα άλλο μοτίβο πολλών ποιητών, ο ρόλος της ποίησης, η οργή της κι η καταδίωξή της μερικές φορές:
Η γνωμάτευση ήταν απόλυτη/ ακαριαία/ «η ποίηση στη πυρά»/ αυτό είναι λοιπόν// γι’ αυτό η πυρά κρύβει στην τέφρα των ερειπίων της/ σπίθες οργισμένης ποίησης.»   

Στιγμές θλιβερές στη ζωή και στο θάνατο, οδυνηρές ασθένειες σημαδεύουν επίσης το δεύτερο μέρος της συλλογής. «Με καίει εκείνη η λάμψη του θανάτου/ η τελευταία βαριά ανάσα του/ η κλίση του θολού ματιού// τα ερείπια των χειλιών του» ένα από τα πιο επιτυχημένα ποιήματα στη απόδοση των τελευταίων στιγμών αγαπητών προσώπων, λακωνικό και περιεκτικό, με τα συναισθήματα και τις περιγραφές σε αδιάσπαστη ενότητα ή σε παραλλαγή «Περνά απέναντι/χώνεται μες στην ομίχλη/ εκεί όπου το σώμα γλιστρά/ στο ενυδρείο/μιας πένθιμης οικειότητας». Ήδη σ’ αυτό το δεύτερο η διαφορά της σύλληψης είναι μεγάλη γιατί ανέρχεται ο πόνος σε άλλες κλίμακες, απομακρυσμένος από την αμεσότητα του προηγουμένου.

Ποιήματα γραμμένα σε γωνία χειρουργείου ή σε γωνία Επιταφίου Μεγάλη Παρασκευή, επιστεγάζουν το δεύτερο μέρος με τη συνταρακτική μετοχή στο πάθος και την ευγενική  θλίψη.

Η συλλογή τελειώνει με δοκιμές σε γνώριμους ήχους τραγουδιού ….. «κι ας ξεθωριάσει στη βροχή/ κι ας ξεσχιστεί στον άνεμο//κι ας σπαρταρά στα χέρια μας/ ο νεροφόρος χρόνος/ ο καταρράχτης των φιλιών/ το πληγωμένο ρόδι// αρκεί που θα προλάβουμε/στο χείλος του νερού/ να με φιλάς να μου μιλάς/ ώσπου να δύσει ο ήλιος…» ένα περιληπτικό καταληκτικό των «Υπαινιγμών».


Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Ο γερακάρης

Στέλιος Παπαντωνίου
Ο ΓΕΡΑΚΑΡΗΣ

Ο γερακάρης καθόταν
Στο παράθυρο του πύργου
Δε βιαζόταν
Αγνάντευε κάτω
Τα πολλά κυπαρίσσια
Τη θάλασσα της Κερύνειας
Μια γαλήνια θάλασσα
Θα μπω με μάτια κλειστά
Στην άλλη παραλία θα με περιμένουν
Παππούδες, γιαγιάδες, φίλοι, γονιοί
Ο μικρός αδελφός
Δε θα ‘χουμε ανάγκη
Ν’ ανάψουμε μαγκάλι
Μια πηγή φωτός θα μας θερμαίνει
Κι όλοι γύρω από το τραπέζι
Θα γιορτάζουμε κάθε μέρα χριστούγεννα

Ως την ανάσταση.

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Λίλη Μιχαηλίδου, Ανάμνηση μιας Ανατολής

ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΜΙΑΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
REMEMBRANCE O A DAWN
Γκοβόστης

‘Ένα ταξίδι στην Ινδία χάρισε στη Λίλη Μιχαηλίδου την πρώτη ύλη για την ποιητική αυτή συλλογή. Με προμετωπίδα «Ο ουρανός είναι κλειστός. Δεν μπορώ ν’ ανασάνω.» του Ατάλ Μπιχάρι Βαζπεϊ και δυο ενότητες, Ηχώ Ινδίας και Απόηχος. Στο τέλος μια σειρά από Διαλογισμούς μερικοί των οποίων χρησιμοποιήθηκαν ήδη στη δεύτερη ποιητική της συλλογή Ανάγλυφα Σχήματα και Δρόμοι εκφραστικότατοι και λακωνικοί, περιληπτικοί σημαδιακών για την ποιήτρια νοημάτων.

Η αγάπη στα ταξίδια, η έφεση στην εξερεύνηση, στο πλάτεμα των οριζόντων διακρίνει την ποιήτρια που από τη μια επιζητεί τη επιβεβαίωση των πνευματικών της συλλήψεων και από την άλλη δίνει διέξοδο στην τάση φυγής στα πέρατα της γης, για να επιστρέψει πάλι στις πηγές της, στον ίδιο τον εαυτό της, σοφότερη, ασφαλέστερη∙ σκέψεις μου που επιβεβαιώνουν οι πρώτοι στίχοι της συλλογής «Ο κόσμος μου χωράει αμέτρητους άλλους κόσμους ταλαντεύεται και συχνά πέφτει στο χάος της αρχής.» Η πείρα, οι σκέψεις και οι μελέτες της την οδήγησαν σ’ ένα ξέφωτο, απ’ όπου μπορεί να μιλά με βεβαιότητα, να ομολογεί τις αλήθειες της - θα ήταν ίσως πολύ να πούμε, να καθοδηγεί.
«Είναι αλήθεια ότι για να νιώσεις τη ζωή πρέπει να την αγγίξεις με τα χείλη, να τη γευτείς, να την αναγνωρίσεις με τα μάτια, να τη γδύσεις με τα χέρια, ν’ αγαπηθείς με τα σημάδια της, να γίνεις ο κρυφός εραστής των ημερών της σε μια ατέρμονη συνουσία αναπαραγωγής.»  Αυτά απετέλεσαν τον οδηγό της ζωής και της ποιητικής της ζύμωσης, ένας τρόπος ζωής αμεσότητας επικοινωνίας με τον κόσμο με όλες τις αισθήσεις και τις ανθρώπινες δυνάμεις σε μια διαρκή ερωτική κοσμογονική περίπτυξη. Πέραν τούτου όμως υπάρχει και «το μυστήριο της σιωπής και της άγνοιας.» Στα πέρας της γνώσης και του Λόγου εισδύει ο άνθρωπος με το μυστήριο της σιωπής και της άγνοιας. Διδάγματα παλαιών σοφών για τη σιγή και το μυστήριο αναζούν ποιητικά.

«Λίγοι μπορούν να νιώσουν
Τη μυστήρια αύρα
Τους κραδασμούς της γης
Κάτω από τα πέλματα
Την κραυγή των σωμάτων
Καθώς σκαλίζουνε τα όνειρα
Την ένταση του χρόνου
Καθώς αχνίζ’ η ζωή.»

Το ιερατικό στοιχείο είναι επίσης διακριτό και εδώ, όπως και πριν, η εσωτερικότητα και η δύναμή της ύστερα από γνώση και άσκηση οδηγούν με συνέπεια σ’ αυτή τη στάση, οι αναγνώστες μαθητεύουν κι αφήνονται στην έμπειρη χειραγωγό.

Τα χρώματα ντύνουν τους ανθρώπους, ουρανός και γη ανάμεσό τους, ο άνθρωπος που κουβαλεί το χώμα και συμφιλιώνει τις διαστάσεις του χρόνου.
Η Ινδία αφήνει δυνατές τις χαρακιές της στη δημιουργό και στην ποίησή της. Ένα από τα δυνατότερα ποιήματά της, περιεκτικό και αντιπροσωπευτικό των προβληματισμών και της ποίησής της το Χρωματιστό Παράθυρο, γραμμένο στο Νέο Δελχί το 2000.

Με το ποίημα Αναμονή εισερχόμαστε σε μια διπλής όψεως εικόνα, από τη μια ενός προσώπου έλλογου, με βούληση και ζωτική δύναμη που υπομονετικά αναμένει «τη μέρα που θα συναντήσει τ’ όνειρό του» για να απλώσει ρίζες, κι από την άλλη μια συμπυκνωμένη δύναμη εκρηκτική, κοσμογονική, έστω η προσωποποίηση της αναμονής.

Ίσως η Ινδία να έδωσε τη λαβή για φιλοσοφικότερη θέαση της ζωής με ερωτήματα γι’ αυτήν και το θάνατο, το φως και το σκοτάδι, για τον  άνθρωπο, τη μοίρα, τον πόνο και τα παθήματά του.
Η θέαση των σημαντικών στοιχείων του υλικού και πνευματικού πολιτισμού μιας χώρας γίνεται με όλη τη συναισθηματική φόρτιση, με προσπάθεια να εισέλθει στο βαθύ νόημα των πραγμάτων, να τα νιώσει και να τους παρασταθεί, όπως στους ανθρώπους.

Στο δεύτερο μέρος, Απόηχος, μια μεταφορική καταγραφή της ιστορίας της χώρας, με τις διεθνείς απάτες και την πολιτική ανατροπή των προσδοκιών των ανθρώπων, τη μετατροπή των πάντων σε στάχτη. Μα έρχεται πάλι η μαγνητική δύναμη της γης να διασώσει τον πληγωμένο άνθρωπο.
Ύστερα από το ταξίδι, η επιστροφή πάλι εις εαυτήν με το αιώνιο ερωτηματικό ποιος είμαι, τι είμαι. Από τη μια η ζωογόνα φύση κι από την άλλη ο ποιητής, με πρώτη ύλη τη γλώσσα, «τη γραφή, πηγή που σιωπηλά εγκυμονεί και θυμάται», το τραγούδι και το αντικείμενό του, τη συνένωση του χώματος με τον άνθρωπο, αφετηρία της σφύζουσας ερωτικά ζωής και του θανάτου.

Οι οκτώ Διαλογισμοί στο τέλος της συλλογής δίνουν συμπυκνωμένα συναισθήματα και σκέψεις, ομολογημένες μικρές αλήθειες της κοσμοθεωρίας και της ποιητικής της.

‘Ισως η απόσταση του αναγνώστη από τα πράγματα να δείχνει μερικά ποιήματα της συλλογής σκοτεινά, έχουμε όμως εδώ μια ενδοστρεφή ποιήτρια, με φιλοσοφική διάθεση και διαρκή προβληματισμό, έντονο πόθο γνώσης,  συναισθηματικό πλούσιο κόσμο, λεξιλογικό θησαυροφυλάκιο και πεπειραμένη πια μέθοδο ποιητικής θέασης του κόσμου και γραφής, που διανοίγει νέους κόσμους με τα ταξίδια της, εμπλουτίζοντας την ποίησή μας με την παγκόσμια διάσταση.  




ΛΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΑΝΑΓΛΥΦΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΡΟΜΟΙ

ΛΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ
ΑΝΑΓΛΥΦΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΔΡΟΜΟΙ
Γκοβόστης, 2003

Η Λίλη Μιχαηλίδου ανέβλεψε ως ποιήτρια κι έθεσε στόχο της το συνταίριασμα του έσω κόσμου με τον έξω. Μας οδηγεί όμως τούτη η ανακάλυψή της στην ουσία της ποίησης, την έκφραση του εσωτερικού κόσμου μέσω των εικόνων του έξω κοσμήματος. Είναι θαυμαστή η συνέπεια αυτής της σύλληψης στο έργο της. Τούτο σημαίνει πως αυτή η αλήθεια είναι βαθιά και πως διαποτίζει εξολοκλήρου τη σκέψη και τα συναισθήματά της. Οι αλλαγές είναι του έξω κόσμου, όπου τα πάντα ρει και κινείται. Ένδον η εσωτερική διόπτρα προσπαθεί να φωτίσει τα διαιώνια.

Και στη συλλογή αυτή έχουμε τρεις ενότητες: «Αύρα του σώματος, Κυματισμός ψυχής», «Ρύμης Χνάρια», «Το σώμα- ο πόνος, Η ηδονή- το παιχνίδι, Η φύση -ο χρόνος, Η ζωή -το ταξίδι».
Η πρώτη ενότητα «Αύρα του σώματος, Κυματισμός ψυχής» στεγάζει  ποιήματα με περιεχόμενο ομοιογενές του τίτλου. Επαληθεύσεις μιας καθολικής αλήθειας οι πρώτες φράσεις της προμετωπίδας: «Το βάρος των βουνών η απλωσιά της θάλασσας» ως ο έξω κόσμος κι ακολουθεί «η φωτιά που ζώνει τα κορμιά καθώς παλεύουνε το αίμα στις αρτηρίες να συγκρατήσουν  μην τους ξεφύγει.» Η ποιήτρια- ως σώμα και ψυχή, ως άλλο έξω και εντός βαθύτερο- στην προσπάθειά της να συγκρατήσει την εσωτερική της δύναμη αλλά και να συνταιριάσει τον κόσμο με τον Άνθρωπο και τανάπαλιν.
Ερωτική, ταξιδεύτρα, όπως και στην πρώτη της συλλογή και προπάντων ένδον σκάπτουσα, εξασκουμένη και ασκούσα το γνώθι σαυτόν. Ο έρωτας, το όνειρο, το ταξίδι, με τέρμα την αυτογνωσία, αποτελεί μια σημαντική και θεμελιώδη πέτρα στο ποιητικό της οικοδόμημα.
 Ένα μεγάλο φιλοσοφικό ερώτημα, ο χρόνος, σφράγισε εξολοκλήρου την πρώτη της ποιητική συλλογή «Η Αλχημεία του Χρόνου» και δρασκελά στη δεύτερη ως Απατηλός χρόνος. Ο έξω χρόνος του ρολογιού, στη σύγκρισή του με τις εικόνες που καθαρίζουν μέσα μας, αποκαλύπτουν την παγίδα που στήνει ο χρόνος. Και πάλι πρωτεύων ο έσω κόσμος και οι διεργασίες του που βαθαίνουν την ψυχή, αναδεικνύουν τις πραγματικές αξίες, μπορούν να συγκεντρώσουν ό τι το πολύτιμο και να το συντάξουν με τις εσωτερικές δομές του διαιώνιου ανθρώπου.

Με μια μαγευτική ατμόσφαιρα ανάμεσα στις σκιές και στη νύχτα, στου φεγγαριού τις μυρουδιές, στο διάφανο αίμα ερωτικό, στις μεθυστικές στιγμές, με τη συνύπαρξη της φύσης και του ανθρώπου, την επίδραση της φύσης στο σώμα του και την παλινδρομική καταφυγή σε εικόνες της φύσης,  εκφράζεται ο θαυμασμός στον Έρωτα, ζωντανό και μακάριο.

Η συλλογή κυριεύεται από τον έρωτα σταδιακά, με την προμετωπίδα «Ήπιανε τη δροσιά τ’ ουρανού όλη, μα δεν ξεδίψασαν. Μ’ ένα φιλί κορέστηκε η επιθυμία, δικό σου όλο το μυστικό π’ ολόγυμνο πηγάζει…» Αυτή μπορεί να αποτελεί την κατακλείδα των προηγουμένων αλλά και τον βατήρα για την στροφή στην πνευματικότητα του έρωτα, την επίδραση του πνεύματος στη σκόνη και στη λάσπη της υλικής μας ύπαρξης. Η γένεσις δεν είναι προϊόν σωματικού μόνον εναγκαλισμού αλλά και μυστικής συνάντησης του ιερού στο εσωτερικό του πηλού, μια επάνοδος και εμβάθυνση και από άλλη οπτική γωνία θέαση της πνευματικότητας του Ανθρώπου. Η ερωτική τελετή ιερουργείται ως εν ναώ, με τις διακυμάνσεις σώματος και ψυχής, που οδηγούν στη λύτρωση, στην αναμόρφωση, στη συνένωση με όλη τη φύση, σε μια ολική σύλληψη ανθρώπου και φύσης, όπως στην έξοδο σε αρχαία τραγωδία.

Η ίδια αυτή συνένωση συνεχίζεται με την προμετωπίδα «Καθώς έβρεχε γέμιζαν οι πηγές της πόλης που ξεχείλιζαν όταν ο έρωτας ελευθέρωνε το εντός του…»  Η ανακύκλωση που διαπερνά τη φύση και τον άνθρωπο ως μέρος της, δίνει ποιήματα παγκόσμιας και καθολικής ερωτικής συνεύρεσης, με επιμέρους εικόνες επικεντρωμένες σε συγκεκριμένους τόπους και ενέργειες του ανθρώπου στη σχέση του με τη φύση, στη συμμετοχή του στην κυκλική πορεία ζωής- θανάτου. (Ο Τρυγητής, Δύναμη) Όποιος όμως δεν μετέχει στην παγκόσμια κίνηση, χάνεται στη λάσπη του βυθού.

Η δεύτερη ενότητα της συλλογής «Ρύμης Χνάρια» αρχίζει με την προμετωπίδα «Μου αρκεί η σιωπή των ματιών που κατακτά ό τι κρυφό έχω μέσα μου με μια τυφλή αφοσίωση…» Οι προμετωπίδες αποτελούν και τα κλειδιά για να εισέλθει ο αναγνώστης στο περιεχόμενο των ποιημάτων και να συλλάβει τα βαθύτερα νοήματά τους. Η Λίλη Μιχαηλίδου είναι φιλοσοφημένη ποιήτρια, με έμφαση στην εσωτερικότητα του ανθρώπου και πίστη στη δύναμη της ψυχής. Διεισδυτική είναι η γνώση όταν κατορθώνει να διαβάσει τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου, τα κρύφια, μέσα στην απαραίτητη σιγή. Τούτο συμβαίνει και στην ενότητα: ταξίδια και πάθος σύλληψης της ουσίας των άλλων τόπων. Περιγραφές που αναπλάθουν ολόκληρες και μεγάλες εικόνες, ή επικεντρώνονται σε λεπτομέρειες που κεντρίζουν την προσοχή της ταξιδεύτρας ποιήτριας. Συντροφιά με τον έρωτα, που κυκλοφορεί ελεύθερος στα τοπία, στις πόλεις, στα στενορύμια. Τα ταξίδια ανανεώνουν, ανοίγουν διόδους στο άγνωστο, φέρνουν στο προσκήνιο πρόσωπα του παρελθόντος που παρακολουθούμε ζωντανά στα πάθη και στις πορείες τους. Η φαντασία οργιάζει. Στιγμές ανεπανάληπτες στιγματίζουν το ταξίδι, ομορφιές της φύσης και των δημιουργημάτων του ανθρώπου. Οι αισθήσεις σε διέγερση πυρακτώνουν το νου και τη φαντασία, με τον έρωτα να πρωταγωνιστεί σ’ ένα παμψυχισμικό και πανερωτικό σύμπαν.

  Η τρίτη ενότητα «Το σώμα- Ο πόνος, Η ηδονή- Το παιχνίδι, Η φύση -Ο χρόνος, Η ζωή -Το ταξίδι». Ο αναγνώστης είναι πια εξοικειωμένος με τις πιο πάνω έννοιες- σφραγιδόλιθους της ποίησης της Λίλης Μιχαηλίδου. Προμετωπίδα που θυμίζει το ομηρικό, «οίηπερ φύλλων γενεή, τοίη δε και ανθρώπων», επαναφέρει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, της μνήμης και λήθης, αλλά και την  επανάληψη των ποιητικών μοτίβων από αρχαιοτάτων χρόνων. «Χανόμαστε καθώς τα φύλλα πέφτοντας ξερά στο χώμα θρηνούν μια μαρτυρία που η μνήμη επιστρέφει.»

Η απουσία του έρωτα οδηγεί στη φθορά, η παρουσία του επαναφέρει την αναδυόμενη Αφροδίτη και τον πόθο, την ηδονή και την απόλαυση, στην αφή, στη γεύση, στην ειδή και στην ακοή. Κοντά στη ζωή με τα πάθη της, κι ο θάνατος με τα μυστικά του, η πορεία στο άγνωστο της ψυχής, και στο βάθος το νεκρό παρελθόν. Μια μελαγχολία στο τελευταίο μέρος, από την πάροδο του χρόνου, μα και ξαναξύπνημα της ερωτικής ορμής, πίστη στο φως και στη δύναμη της ζωής.

Προσηλωμένη στην τέχνη της, η Λίλη Μιχαηλίδου μας δίνει με το τελευταίο της ποίημα την ποιητική της και πάλι, από μια άλλη οπτική γωνία, τη διάπλαση του έξω κόσμου μέσα της και την σχηματοποίησή του «σε ανάγλυφα σχήματα και δρόμους- με χέρι μαθημένο στη γραφή όσων ποθούσε.» Ο πλάστης ποιητής επί το έργον.

Λογικά δομημένη ποιητική συλλογή, με τις προμετωπίδες να είναι παραστάδες κι οδοδείχτες των νοημάτων, ελεύθερος μουσικός στίχος, εικόνες από τη φύση στη συμπλοκή τους με τις ψυχικές καταστάσεις, δευτεροπρόσωπη για αμεσότητα επικοινωνίας γραφή, ή αντικειμενική τριτοπρόσωπη, κάποτε αγκαλιάζει σύνολα με το πρώτο πληθυντικό, κι όλα σε κίνηση, χρώματα, πράγματα, φαινόμενα, τόποι και άνθρωποι. Ακουστικές εικόνες από το θρόισμα μες στα λινά σεντόνια ως τη μουγκή κραυγή, υπονοούμενες μουσικές ανάμεσα σε αναγεννησιακούς πίνακες, όλα αυτά ζωντανεύουν, θεατρικά παριστούν, δημιουργούν το ανάλογο κλίμα μαγείας για τον αναγνώστη. Ερωτική αύρα διαχέεται σε πολλά ποιήματα, στη συνύπαρξή της με το φιλοσοφικό προβληματισμό. Η Λίλη Μιχαηλίδου δεν είναι μονοσήμαντη ποιήτρια. Ο αναγνώστης θέλει το χρόνο του να εντρυφήσει.



Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2018

Η ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Λίλη Μιχαηλίδου
Μετά πάροδον ετών όσα βιώθηκαν μεταποιούνται δια των χημικών διεργασιών και ενώσεων, έρχονται στο φως ως χρυσός, και τούτο είναι η ποίηση , η φωτίζουσα και φωτεινή. Όσο διαβάζω τα ποιήματα της Λίλης Μιχαηλίδου τόσο θαυμάζω τον νέο άνθρωπο που ανακάλυψε βασικές μεγάλες αλήθειες και όχι μόνο τις υιοθέτησε αλλά τις διέπλασε μέσα της και στο έργο της, διερευνώντας τις πολλές τους πτυχές, όψεις, γωνίες. Πρόκειται πρώτον για τη σύλληψη της έννοιας του Λόγου ως δημιουργού κόσμου και δεύτερο του όντος Άνθρωπος ως πηλού έχοντος βαθιά μέσα του το πνεύμα, το οποίο εμμόνως ανασκάπτει, ώστε να διανοίγονται στο εσωτερικό του δίοδοι φωτός. Τρίτο στοιχείο που χαρακτηρίζει το έργο της είναι ο Έρωτας  στη συνύπαρξή του με το σώμα του ανθρώπου, τη γύρω φύση και η σύζευξη των δύο.
Εν αρχή ην ο Λόγος, Θεός, Δημιουργός. Είπε και εγένετο. Κάτω από αυτή τη μεγαλειώδη σύλληψη κρύβεται όλη η δημιουργική δύναμη του ανθρώπου, ιδιαίτερα  όμως του ποιητή, πλάστη ενός κόσμου που αντικατοπτρίζει το βαθύτερο εαυτό του. Όλο το ποιητικό έργο δεν είναι παρά ποίηση κόσμου διά του Λόγου. Πολλοί μπορεί να μην το συνειδητοποιούν, η Λίλη Μιχαηλίδου όμως όχι μόνο το συνειδητοποίησε αλλά και πιάστηκε από αυτό ως από άγκυρα για να σωθεί από το χάος των πολλών εξωτερικών εντυπώσεων.
Και ενεφύσησεν αυτώ πνοήν. Μονάχα το Πνεύμα όταν πνέει πάνω στη λάσπη μπορεί να δημιουργήσει τον Άνθρωπο (A. de Saint Exupery). Και ενεφύσησε ο Θεός Πνεύμα. Η δημιουργική θεϊκή πνοή του ανθρώπου, αυτή τον μεταποιεί εις άνθρωπο μέτοχο πνευματικότητας, δημιουργικότητας, δυνατότητας αναγωγής της λάσπης εις λόγο. Αυτό το θαύμα συλλαμβάνει και εκφράζει ποικιλοτρόπως στην πρώτη ποιητική της συλλογή η Λίλη Μιχαηλίδου.  Η λάσπη από την οποία είναι φτιαγμένος ο άνθρωπος, δέχτηκε τη ζωογόνο θεία πνοή και δημιούργησε εμβαίνοντας στον πηλό, ειδύοντας στα βαθύτερα του εαυτού του που φέρνει ποιητικά από τα βάθη στην επιφάνεια τον κοσμημένο λόγο.
Ο Έρωτας, η τρίτη συνισταμένη ως συνεκτική και κοσμογονική δύναμη ευγενικά ενδεδυμένη υποβόσκει στη σωματική γυμνότητά του διαπερνώντας το σώμα και προκαλώντας ερωτικές συσπάσεις κοσμογονικές και αποκαλυπτικές της πνευματικότητας και δημιουργικότητάς του, ποιεί έργο για τον άνθρωπο, διασώζοντάς τον από την φθορά.
Η πρώτη της ποιητική συλλογή Η Αλχημεία του Χρόνου (Γκοβόστης 2001) χωρίζεται σε τρεις ενότητες, Κραδασμοί, Πυγολαμπίδες και Σημάδια των Ημερών. Πριν από την πρώτη ενότητα Κραδασμοί, η προμετωπίδα  A. De Saint Exuprery «Μονάχα το  Πνεύμα όταν πνέει πάνω στη λάσπη μπορεί να δημιουργήσει τον Άνθρωπο» και ακολουθούν τα ποιήματα: Μακρινό ταξίδι, Εξυγίανση, Η μοναξιά μου, Μετάνοια, Παιχνίδι της Μοίρας, Καλές μου Ώρες, Ιδιωτικό. Ακολουθεί η προμετωπίδα «Στην ξαστεριά των λόγων φωτίστηκε ο τόπος, ήλθαν τα κάτω πάνω να δυο το φως της μέρας» κι ακολουθούν τα ποιήματα: Ο αναγνώστης, Μυροβόλο αγίασμα, Τα μαντίλια των τσιγγάνων, Γητευτής. Ακολουθεί άλλη προμετωπίδα, «Ατενίζω τον ορίζοντα πέρα από την αλχημεία του χρόνου» και τα ποιήματα: Πηγή ψυχής, Ο έρωτας είναι ποίηση, Αντικατοπτρισμός, Σταγόνες ζωής, Είδωλο, Δίστιχα. Ακολουθεί η ενότητα Πυγολαμπίδες και τα ποιήματα:  Νοέμβρης, Το νήμα, Φανοστάτες, Ιστορία της Πόλης, Αγαπημένε, Ινδία, Καινούργια Μνήμη. Τελευταία προμετωπίδα «Έκλαψα για τη μυροφόρα μνήμη για το κόκκινο μαρτύριο της ποίησης» και τα ποιήματα: Αναμονή Ι,ΙΙ, Πόνος, The big Apple. Τελευταία ενότητα Σημάδια των Ημερών με τα: Η πρώτη φλόγα, Διαδρομή, Αφανέρωτο πάθος, Νυχτερινά σεντόνια, Η χαραμάδα της αυγής, Ανοίγματα, Λεξολάγνα.
Παρέθεσα τη δομή και τα περιεχόμενα της πρώτης της συλλογής για να δείξω την επιμελημένη τοποθέτηση της ύλης και το όλο πνεύμα που τη διέπει με τις προμετωπίδες και τους τίτλους των ποιημάτων.
Με το εισαγωγικό της ποίημα συνέλαβε και αποτύπωσε τη δημιουργική της πορεία, διακηρύσσει την ποιητική της, τη μετάληψη στο Λόγο. Ακολουθώντας τις λέξεις στο μυστήριό τους, μια λατρεία, κι αυτή ιέρεια, βρίσκει την ουσία της, αυτογιγνώσκεται, με το λόγο αρχίζει και με τις λέξεις τελειώνει τη συλλογή. Η πίστη στο λόγο ως φωτίζοντα και ανατρέποντα, παράγοντα αλήθειας, αποδίδεται με το επιγραμματικό «στην ξαστεριά των λόγων φωτίστηκε ο τόπος ήρθαν τα κάτω πάνω να δουν το φως της μέρας». Για με ξαναγεννήθηκεν η φύση των πραμάτω λέει κι ο Ερωτόκριτος.
Η μνήμη φέρνει στο φως, η ποιήτρια διεισδύει στα βάθη και ανεβάζει στην επιφάνεια, μνήμες κι εμπειρίες βαθιά χωμένες βρίσκουν τις διεξόδους τους σε εξομολογητικές στιγμές, γι’ αυτό και βρίσκει στον έξω κόσμο τις εικόνες που αντιστοιχούν στην ψυχική της κατάσταση. Χωμένες στα κατάβαθα ίσως του ασυνείδητου εικόνες παιδικής δροσιάς με τις πηγές, το αλακάτι, τους κάδους που ανέβαζαν το νερό, έτσι κι η εμβάπτιση στον εαυτό φέρνει στην επιφάνεια ανθόνερο απόσταγμα, ποιήματα. Η ποίηση επιτελεί εξυγιαντικό έργο, ξεπλένει από τον εσωτερικό ρύπο τις αμαρτίες, με αναπόφευκτη τη μετάνοια.
Ο δημιουργός δεν είναι όμως μόνος. Συγκινείται από τον άλλο, εύχεται και προσεύχεται γι’ αυτόν, για τα νέα βλαστάρια, να έχουν χρόνο να ονειρευτούν, να ταξιδέψουν, να γνωρίσουν, να δημιουργούν να αισθανθούν. Γι’ αυτήν οι ποιητές είναι οι φανοστάτες που φωτίζουν τον κόσμο. Ο Αναγνώστης, πρωτότυπο ποίημα, επισημαίνει την ουσία του αναγνώστη για τον ποιητή στο δίπολο πομπός -δέκτης. Χωρίς τον δέκτη ο πομπός εκμηδενίζεται ενώ η παρουσία του δέκτη διασώζει τον κόσμο του ποιητή. Η Λίλη Μιχαηλίδου αποδίδει μεγάλη σημασία στον άλλο, τον συνάνθρωπο, δικό ή ξένο. Και ομολογεί την οφειλή στους ανθρώπους που θαύμασε και με λίγα λόγια αποτυπώνει την προσωπικότητα, την πνευματική τους πορεία. Η ικανότητα να βλέπει κανείς με τα μάτια του άλλου ή να μπαίνει στη θέση του πλαταίνει τους ορίζοντες και ελευθερώνει από το εγώ στο οποίο μερικοί μένουν προσκολλημένοι δίνοντας μια άλλη όψη της ποίησης, ως της ψυχοθεραπεύτριας ή εξομολόγου, ή της οδού για αυτογνωσία.
Μυροβόλο αγίασμα τιτλοφορείται το ποίημα που μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί να περιλάβουν στα θεμέλια της παιδαγωγικής τους. Σωροί γνώσεων επικάθηνται στα νεανικά στήθια, μόνο όμως μετά από χρόνο ταξινομούνται,  ιεραρχούνται, φωτίζονται και φωτίζουν. Τα αιτήματα της ψυχής είναι εν πολλοίς τα ίδια, ανάμεσα στα οποία η σταθερότητα, η ελπίδα, η συνέχεια.
Βασικό στοιχείο της συλλογής ο Έρωτας. Ένας λεπτός ερωτισμός διατρέχει τη συλλογή, ανάμεσα στη αμαρτία και στην εξιλέωση, στις τύψεις και τις αγγελικές ονειρώδεις οπτασίες.  Ο έρωτας είναι ποίηση: Ποιητικά δοσμένες ερωτικές στιγμές ανεβάζουν στον πνευματικό κόσμο αγγέλους και νύμφες, κι ανάμεσα σε ουρανό και γη, η ανάγκη για ηδονή κι αυτή όμως ανεβάζει στην έκσταση και στη θεία μυσταγωγία των αισθήσεων.  Από τη φυτολογία παρμένοι όροι, ο ύπερος, οι στήμονες, οι στυλοβάτες, δίνουν ένα ερωτικό ποίημα που κρύβει όσα φανερώνει, μια ερωτική συνεύρεση. Ως Έρως και Λόγος θα ’λεγα πως παρουσιάζονται τα ποιήματα. Νομίζει κανείς πως αναστολές την εμποδίζουν να δοθεί εξολοκλήρου στον έρωτα και διαφεύγει μέσω του Λόγου, της λογικής, των βιβλίων.
Η αγάπη στα ταξίδια και η γνωριμία με άλλους κόσμους κομίζει στην ποίησή της ποιήματα καταθέσεις στον κόσμο της τέχνης, ερωτηματικά από τα άγνωστα μέρη, κοινωνιολογικές ποιητικά προσεγγίσεις και προσπάθειες γνώσης και κατανόησης ανθρώπων και πολιτισμών, που αποτελούν κύριο γνώρισμα της γενικότερης δημιουργίας της.

Λακωνικός λόγος, αποστασιωμένος, τριτοπρόσωπη έκφραση, ως ιέρεια μεγαλοπρεπής στην απλότητά της, στρέφεται κάποτε με το πρώτο πρόσωπο εις εαυτήν, και πάλι όμως καταφεύγει στο τρίτο, σαν παρατηρητής εσωστρεφής κι εξωστρεφής, ταξιδεύει και μας ταξιδεύει, κινεί με τις εικόνες της κινηματογραφικά, αλλεπάλληλα, επικαλείται τη μνήμη κι όλες τις αισθήσεις, νοιάζεται για τον άλλο, την κόρη, τον φίλο, τον σύντροφο, με πλούτο εικόνων διαλογικών του έσω και έξω κόσμου, από το μερικό στο γενικό, στη φιλοσοφική ενατένιση όντων και φαινομένων, χωρίς επιδεικτικές λεξιλογικές εκρήξεις, άνετη στην επικοινωνία με τον αναγνώστη. Αυτή στάθηκε η πρώτη μου γνωριμία με την ποίηση της Λίλης Μιχαηλίδου στη συλλογή της Η Αλχημεία του Χρόνου. 

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

Λίλη Μιχαηλίδου Σταγόνες από τη Χώρα των Μαασάι

Λίλη Μιχαηλίδου, Σταγόνες από τη Χώρα των Μαασάι

Η Λίλη Μιχαηλίδου αρέσκεται στα ταξίδια. Έτοιμη να γνωρίσει νέους κόσμους με ανοιχτά τα μάτια της ψυχής και του σώματος κι όλες τις αισθήσεις σε διέγερση. Ρουφά εικόνες, ακούσματα, αγγίζει, γεύεται. Το ταξίδι την συνεπαίρνει και καταγράφει εντυπώσεις, σκέψεις, όνειρα. Η επίσκεψη στην Κένυα δίνει την ευκαιρία και στον αναγνώστη να γνωρίσει μέσα από την ευαισθησία της συγγραφέως έναν κόσμο άγνωστό μας, με τον οποίον οι συγκρίσεις φανερώνουν τα κύρια χαρακτηριστικά του. Ο χρόνος και η διαφορετική αίσθησή του, ο τόπος, οι άνθρωποι, τα ήθη και έθιμά τους, τα σωματικά τους χαρακτηριστικά κι η ποίησή τους, η έκφραση των δικών τους συναισθημάτων.

Το βιβλίο αρχίζει με το ταξίδι στο αεροπλάνο για τον προορισμό. Η παρατηρητικότητα σε εγρήγορση, οι συνταξιδιώτες, οι συνοδοί, συγκρίσεις του εδώ και εκεί. Η όσφρηση δε διέγερση. «Ο κάθε τόπος έχει τη μυρωδιά του.»

Χωρισμένο σε 17 μικρά κεφάλαια επιγραφόμενα Σταγόνες, το βιβλίο μας ταξιδεύει με την καθοδήγηση μιας έμπειρης ταξιδεύτριας, που ξέρει να παρατηρεί και να σκέφτεται, να φέρνει στα μέτρα μας τα πράγματα, να αποτυπώνει σε μια απλή ευγενική γλώσσα τις εντυπώσεις. Όλα είναι ζωντανά, προσωποποιημένα, η νύχτα, οι ρίζες των παραδόσεων, οι αμέτρητες χρωματιστές πραγματικότητες. Ο πεζός λόγος είναι ποιητικός, ο διάλογος με τη φύση και τους ανθρώπους εσωτερικός αλλά ζωντανός, παραστατικός. Η περιπέτεια επιζητείται, το περισσότερο και ανασφαλές, οι εμπειρίες να είναι πλήρεις, απτές «Να παίρνω μια χούφτα όνειρα και να τα γεύομαι σαν απαλό χιόνι, να γεύομαι τη σοφία της ζωής.» Φιλοσοφούσα ποίηση, περνά μέσα από το σώμα, φιλτράρεται μέσα από το συναίσθημα και τη γνώση και φθέγγεται την ομορφιά.

Η καθημερινή ζωή, η σκόλη, ο δικός τους τρόπος σκέψης, μέσα σε μια διαφορετική ροή του χρόνου, με τον ήλιο να καίει, κι οι συγκρίσεις να συμβάλλουν στη γνώση και κατανόηση των άλλων που δεν είναι εμείς, μα αποκτούν κυριότητα στην εικόνα, στους ήχους, στην αποτύπωση των βιωμάτων. Πώς θα τους γνωρίσουμε καλύτερα;

Περίεργη η ταξιδιώτης, περίεργοι κι οι ξένοι άνθρωποι, ασυνήθιστοι στις επισκέψεις, πώς όμως σιγά σιγά ημερεύουν, γνωρίζονται έστω για λίγο, σφραγίζουν με στιγμιαίες αποτυπώσεις ο ένας την ψυχή του άλλου. Μπορεί μια τέτοια επίσκεψη να είναι ψίχουλα από το μεγάλο καρβέλι της χώρας, σημασία όμως έχει πως δημιουργήθηκε από αυτή την επίσκεψη ένα έργο τέχνης, ένας τόπος περασμένος μέσα από το μαγνάδι μιας ευαίσθητης συγγραφέως, κι αυτό είναι κέρδος και για τους αναγνώστες και για τη λογοτεχνία του τόπου μας.


Στέλιος Παπαντωνίου

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑ

Ι Μ.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Α‘ Παγκόσμιος πόλεμος δίχασε την ελληνική ηγεσία και κοινωνία.
Η θέση του Βενιζέλου Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, που θεωρούσε ότι οι Αγγλογάλλοι θα επικρατούσαν, έκρινε ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να συμμαχήσει με την Αντάντ για να διαφυλάξει τα κέρδη της από τους βαλκανικούς πολέμους αλλά και να διευρύνει τα σύνορά της.
Η θέση του Κωνσταντίνου Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήθελε την Ελλάδα σύμμαχο των Κεντρικών Δυνάμεων. Επειδή, όμως, η Οθωμανική αυτοκρατορία και η Βουλγαρία είχαν ήδη ταχθεί στο πλευρό της Γερμανίας, ο βασιλιάς υποστήριζε, σε συνεννόηση με τον Γερμανό αυτοκράτορα, τη «διαρκή ουδετερότητα» με το επιχείρημα ότι έτσι η Ελλάδα θα προστατευόταν από τον πόλεμο.
Η σύγκρουση Βενιζέλου-Κωνσταντίνου Όταν η Αντάντ επιχείρησε να καταλάβει τα Δαρδανέλια (Φεβρουάριος 1915), ο Βενιζέλος έκρινε ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να πάρει μέρος στην προσπάθειά της. Η άρνηση του Κωνσταντίνου οδήγησε τον πρωθυπουργό σε παραίτηση. Στις εκλογές που ακολούθησαν (Μάιος 1915) ο Βενιζέλος αναδείχτηκε νικητής. Όταν, όμως, κήρυξε την Ελλάδα σε επιστράτευση, ο βασιλιάς διαφώνησε και πάλι και τότε ο Βενιζέλος παραιτήθηκε για δεύτερη φορά.
Ακολούθησαν νέες εκλογές (Δεκέμβριος 1915) από τις οποίες οι Φιλελεύθεροι απείχαν. Έτσι, η νέα κυβέρνηση που προέκυψε ήταν απολύτως πιστή στα Ανάκτορα.
Η εμπλοκή της Ελλάδας στον Α‘ Παγκόσμιο πόλεμο Η Αντάντ, για να αντιμετωπίσει τη συνεχώς ενισχυόμενη γερμανική επιρροή στα Βαλκάνια, αποβίβασε στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη (Οκτώβριος 1915). Η Σερβία δέχτηκε και βουλγαρική επίθεση, κατέρρευσε και τα σερβικά στρατεύματα μεταφέρθηκαν στη Μακεδονία. Λίγο αργότερα, γερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Α. Μακεδονία (Μάιος 1916). Οι ελληνικές δυνάμεις δεν αντέδρασαν, καθώς εφάρμοζαν τις εντολές του Κωνσταντίνου περί «ουδετερότητας». Έτσι, το Δ’ Σώμα Στρατού διατάχτηκε να παραδοθεί δίχως να αντισταθεί, αιχμαλωτίστηκε και μεταφέρθηκε στη Γερμανία.
Οι Επίστρατοι και το κίνημα της Εθνικής Άμυνας
Μετά από αυτά, η Αντάντ απαίτησε από τον βασιλιά (Ιούνιος 1916) τον αφοπλισμό των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που ήταν υπό τις διαταγές του. Εκείνος αποδέχτηκε το αίτημα, αλλά, συγχρόνως, έδωσε εντολή οι έφεδροι που απολύονταν να οργανώνονται σε συνδέσμους. Έτσι δημιουργήθηκαν οι Επίστρατοι, μια φιλοβασιλική παραστρατιωτική οργάνωση με περίπου 200.000 μέλη.                   Σχεδόν παράλληλα, βενιζελικοί δημιούργησαν στη Μακεδονία μια οργάνωση, την Εθνική Άμυνα, και πραγματοποίησαν κίνημα στη Θεσσαλονίκη (17 Αυγούστου 1916) ζητώντας τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.                                                                                                      Η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, ο Βενιζέλος εγκατέστησε Προσωρινή Κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη και διέταξε επιστράτευση ώστε ελληνικά στρατεύματα να πολεμήσουν στο πλευρό της Αντάντ.                                                                                     Ο Εθνικός Διχασμός Έτσι, η πολιτική κρίση, που εκδηλώθηκε για πρώτη φορά με ένταση τον Φεβρουάριο του 1915 με τη μορφή διαφωνίας ανάμεσα στον πρωθυπουργό Βενιζέλο και τον βασιλιά Κωνσταντίνο, κλιμακωνόταν διαρκώς και είχε ως αποτέλεσμα, το καλοκαίρι του 1916, να διαμορφωθούν στην Ελλάδα δύο αντίπαλα κέντρα εξουσίας. Το φαινόμενο ονομάστηκε Εθνικός Διχασμός, αποτυπώθηκε γεωγραφικά στη διάσπαση σε «κράτος των Αθηνών» υπό τον Κωνσταντίνο και «κράτος της Θεσσαλονίκης» υπό τον Βενιζέλο και υπήρξε, ουσιαστικά, η πρώτη εμφύλια σύγκρουση στην Ελλάδα του 20ού αιώνα.                                                                                                           Η δυναμική επέμβαση της Αντάντ και η έξωση του Κωνσταντίνου Σε αυτό το πλαίσιο, η Αντάντ επιδίωξε να καταλάβει την Αθήνα, αλλά τα συμμαχικά στρατεύματα που κινήθηκαν από τον Πειραιά προς την πρωτεύουσα αποκρούστηκαν από δυνάμεις πιστές στον βασιλιά. Τον Νοέμβριο του 1916, το «κράτος των Αθηνών» εξαπέλυσε διώξεις σε βάρος βενιζελικών με τουλάχιστον 35 νεκρούς (Νοεμβριανά). Παράλληλα, η Αντάντ κατέλαβε τον Πειραιά, επιβάλλοντας αυστηρό αποκλεισμό στη «βασιλική» Ελλάδα, και αξίωσε την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου, ο οποίος εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα (2/15 Ιουνίου 1917). Στον θρόνο άφησε τον γιο του Αλέξανδρο, δίχως, ωστόσο, ο ίδιος να παραιτηθεί.                                                                                                                                     Η ανάληψη της εξουσίας από τον Βενιζέλο Ο Βενιζέλος ήρθε στην Αθήνα, σχημάτισε νέα κυβέρνηση και κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις. Ελληνικά στρατεύματα πήραν μέρος, στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ, στις τελευταίες μάχες που έγιναν στη Μακεδονία (1918). Επιπλέον, ο Βενιζέλος επανέφερε τη Βουλή που είχε εκλεγεί τον Μάιο του 1915, η οποία λόγω της «νεκρανάστασής» της ονομάστηκε Βουλή των Λαζάρων. Παράλληλα, απολύθηκαν χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι και στρατιωτικοί που θεωρήθηκαν φιλοβασιλικοί. Κάποιοι άλλοι εκτοπίστηκαν και ανάμεσα σε αυτούς αρκετά στελέχη της βασιλικής παράταξης που εξορίστηκαν σ’ ένα γαλλικό νησί, την Κορσική.                                                                                                                                                                 Η συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920) επιβλήθηκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και η Θράκη μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης παραχωρούνταν στην Ελλάδα. Επίσης, ο σουλτάνος αναγνώριζε επίσημα την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Β. και Α. Αιγαίου και η Ιταλία παραχωρούσε στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα, εκτός από τη Ρόδο. Η Αντάντ ανέθετε στην Ελλάδα τη διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια, οι κάτοικοι της περιοχής θα αποφάσιζαν με δημοψήφισμα για την τύχη της. Τα Στενά τέθηκαν υπό διεθνή έλεγχο. Έτσι, η Οθωμανική αυτοκρατορία διαλυόταν.      Μετά τη συνθηκολόγηση του σουλτάνου (Οκτώβριος 1918), δυνάμεις της Αντάντ κατέλαβαν νευραλγικά σημεία στην Οθωμανική αυτοκρατορία θέτοντας τη χώρα υπό κατοχή.      Ελληνικές δυνάμεις συμμετείχαν στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, εκφράζοντας, και με αυτό τον τρόπο, τις ελληνικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, ο Βενιζέλος έστειλε στο συνέδριο του Παρισιού υπόμνημα (Δεκέμβριος 1918) με το οποίο διεκδικούσε μια ευρύτατη ζώνη εδαφών στη δυτική Μικρά Ασία με κέντρο τη Σμύρνη, την Α. Θράκη μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης και τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος στην είσοδο των Στενών. Επιπλέον, ο Βενιζέλος, θέλοντας να υποστηρίξει τις παραπάνω διεκδικήσεις, έστειλε ελληνικό στρατό στην εκστρατεία της Αντάντ εναντίον των μπολσεβίκων                     Στη συγκεκριμένη συγκυρία η στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας, χώρας που αποτελούσε στενό σύμμαχο της Βρετανίας, στη Μικρά Ασία θα αναχαίτιζε τις ιταλικές επιδιώξεις στην περιοχή και θα παρείχε στήριξη στις μικρές βρετανικές δυνάμεις που βρίσκονταν στα Στενά. Έτσι, η Βρετανία υποστήριξε τα ελληνικά αιτήματα.              Πράγματι, το συμβούλιο του Παρισιού έδωσε εντολή στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 1919, να στείλει στρατεύματά της στη Μικρά Ασία. Στις 2 Μαΐου 1919 Έλληνες στρατιώτες αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη και κατέλαβαν την πόλη και μια περιοχή περίπου 17.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων γύρω από αυτή.  Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας δέχτηκαν το γεγονός με ενθουσιασμό, ενώ οι Τούρκοι αντέδρασαν αρνητικά. Με ευθύνη και των δύο πλευρών σημειώθηκαν από την πρώτη στιγμή επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες. Οι Ιταλοί, που είχαν καταλάβει εδάφη νότια της ελληνικής ζώνης, δυσαρεστήθηκαν, καθώς διεκδικούσαν και εκείνοι τη Σμύρνη. Σε αρκετές περιπτώσεις οι τουρκικές επιθέσεις εναντίον των ελληνικών δυνάμεων προέρχονταν από περιοχές που ήταν υπό ιταλική διοίκηση.                                                                             Οι διωγμοί του μικρασιατικού ελληνισμού Η ενίσχυση του τουρκικού εθνικισμού, ιδίως μετά την επικράτηση των Νεοτούρκων (1908), και η επιδίωξη ισχυρών γερμανικών συμφερόντων  να κερδίσουν κυρίαρχη θέση στην οθωμανική οικονομία (εκτοπίζοντας τους Έλληνες, τους Αρμένιους και τους Εβραίους) οδήγησαν σε συστηματικούς διωγμούς των ελληνορθόδοξων πληθυσμών από το 1913. Έτσι, στα χρόνια των βαλκανικών πολέμων και του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, με το επιχείρημα ότι η παρουσία ελληνικών πληθυσμών θα έθετε σε κίνδυνο τις τουρκικές πόλεις αν δέχονταν ελληνική επίθεση, εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα περίπου 150.000 Έλληνες.                                      Παράλληλα, οργανώθηκαν τα τάγματα εργασίας στα οποία κατατάσσονταν άνδρες πάνω από 45 ετών που οδηγούνταν για αγγαρείες σε λατομεία και δημόσια έργα στο εσωτερικό της χώρας. Έτσι εξοντώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας και του Πόντου, πράγμα που αποτέλεσε αληθινή τραγωδία για τον ελληνισμό. Ίδια τύχη είχαν και οι Αρμένιοι                                         Η ήττα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και η παρουσία στρατευμάτων της Αντάντ σε διάφορες περιοχές της χώρας γέννησαν αισθήματα ταπείνωσης στους μουσουλμανικούς-τουρκικούς πληθυσμούς του οθωμανικού κράτους, οι οποίοι αντέδρασαν με διαδηλώσεις. Παράλληλα, αρκετοί αξιωματικοί του σουλτανικού στρατού έδειχναν απροθυμία να παραδοθούν. Ένας από αυτούς, ο Μουσταφά Κεμάλ (1881-1938), άρχισε, στην Ανατολή, σε περιοχές που δεν ελέγχονταν από την Αντάντ, την οργάνωση κινήματος αντίστασης. Τον Ιούνιο του 1919, σε σύσκεψη στην Αμάσεια του Πόντου, ο Κεμάλ και οι συνεργάτες του έθεσαν ως στόχο την οργάνωση ενός κινήματος με σκοπό όχι τη διατήρηση της πολυεθνικής Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που αποτελούσε πια παρελθόν, αλλά τη δημιουργία ενός νέου, τουρκικού εθνικού κράτους  
Ο μικρασιατικός πόλεμος (1919-1922)
Η ελληνική διοίκηση της Μικράς Ασίας Παράλληλα με την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, εγκαταστάθηκε στην πόλη και η ελληνική διοίκηση. Επικεφαλής ορίστηκε ο ύπατος αρμοστής (γενικός διοικητής) Αριστείδης Στεργιάδης, έμπιστος τόσο του Βενιζέλου όσο και των Βρετανών, με εντολή να αντιμετωπίζει ισότιμα όλους τους κατοίκους. Ήταν μια πολιτική που δεν γινόταν πολλές φορές αποδεκτή από την ελληνική στρατιωτική ηγεσία, τον μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο και από ορισμένους Μικρασιάτες Έλληνες, γεγονός που, σε συνδυασμό με τον αυταρχικό χαρακτήρα του Στεργιάδη, έκανε τον ύπατο αρμοστή αντιπαθή σε αρκετούς Έλληνες. Πάντως, οι ελληνικές αρχές επιτέλεσαν σημαντικό έργο στην οικονομία, στην εκπαίδευση, στην υγεία και ιδίως στην επανεγκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων που είχαν διωχθεί παλαιότερα από τις οθωμανικές αρχές και τώρα επέστρεφαν.
Οι επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού έως το καλοκαίρι του 1920 Ο ελληνικός στρατός κατέλαβε αρχικά τα εδάφη της Μικράς Ασίας για τα οποία είχε εντολή από την Αντάντ. Λίγο αργότερα, ο Βενιζέλος έλαβε από το συνέδριο του Παρισιού άδεια επέκτασης της ελληνικής ζώνης κατοχής. Έτσι, ο ελληνικός στρατός, αφού κατέλαβε, την άνοιξη του 1920, την Α. Θράκη, προέλασε, το καλοκαίρι του 1920, σε βάθος 100-150 χλμ. καταλαμβάνοντας μια ζώνη εδαφών στη Μ. Ασία κατά πολύ μεγαλύτερη από αυτή που όριζε η συνθήκη των Σεβρών (είχε υπογραφεί λίγο νωρίτερα).
Η απόρριψη της συνθήκης των Σεβρών από το τουρκικό κίνημα αντίστασης Οι ελληνικές επιτυχίες διευκόλυναν την Αντάντ να επιβάλει στον σουλτάνο τη συνθήκη των Σεβρών (καλοκαίρι 1920). Όμως, η απόλυτη απόρριψη της συνθήκης από τον Κεμάλ σε συνδυασμό με την ενίσχυση του τουρκικού εθνικού κινήματος αντίστασης έκαναν τους συμμάχους επιφυλακτικούς σχετικά με το κατά πόσο ο ελληνικός στρατός θα μπορούσε να επιβληθεί.
Οι εκλογές του 1920 και η επάνοδος του Κωνσταντίνου Λίγες μέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών ο Βενιζέλος δέχτηκε στο Παρίσι δολοφονική επίθεση από Έλληνες φιλοβασιλικούς, αλλά διασώθηκε. Λίγο μετά, στη διάρκεια ταραχών που ξέσπασαν στην Αθήνα, δολοφονήθηκε από βενιζελικούς ο Ίων Δραγούμης, γνωστός αντιβενιζελικός.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές, κρίνοντας ότι μετά την επιτυχία των Σεβρών η συγκυρία ήταν ευνοϊκή για να τις κερδίσει. Yποτίμησε, όμως, το γεγονός ότι ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας είχε κουραστεί από την πολεμική προσπάθεια που είχε ξεκινήσει χρόνια πριν με τους βαλκανικούς πολέμους. Σε αυτές τις συνθήκες δημιουργήθηκε μια αντιβενιζελική συμμαχία, με ηγέτη τον Δημήτριο Γούναρη, που υποσχόταν τον τερματισμό του πολέμου και την απαλλαγή από τη «βενιζελική τυραννία», όπως χαρακτήριζε τη διακυβέρνηση Βενιζέλου. Καθώς το πολιτικό κλίμα ήταν ήδη τεταμένο, ο αιφνίδιος θάνατος του Αλέξανδρου, που εκτελούσε χρέη βασιλιά, μετέτρεψε τις εκλογές σε άτυπο δημοψήφισμα για την επιστροφή ή όχι του εξόριστου Κωνσταντίνου στην Ελλάδα.
Στις εκλογές που έγιναν τον Νοέμβριο του 1920 οι Φιλελεύθεροι ηττήθηκαν. Αμέσως ο Βενιζέλος έφυγε από την Ελλάδα. Η νέα φιλοβασιλική κυβέρνηση οργάνωσε δημοψήφισμα για την επιστροφή ή όχι του Κωνσταντίνου. Το υπερβολικά υψηλό ποσοστό υπέρ του Κωνσταντίνου δημιούργησε βάσιμες υποψίες για νοθεία. Τον Δεκέμβριο του 1920 ο Κωνσταντίνος επανήλθε.
Διπλωματικές επιτυχίες του τουρκικού κινήματος αντίστασης Παράλληλα, οι Δυνάμεις της Αντάντ είχαν αρχίσει να επανεξετάζουν τη στάση τους διαβλέποντας τη δυνατότητα του κεμαλικού κινήματος να είναι ο νικητής της σύγκρουσης. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου, πολέμιου της Αντάντ στα χρόνια του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, λειτούργησε ως πρόφαση για τις Δυνάμεις, ιδίως για τη Γαλλία και την Ιταλία, ώστε να αναθεωρήσουν τη στάση τους απέναντι στην Ελλάδα. Έτσι, ο Κεμάλ, αφού υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με τη Σοβιετική Ένωση (Μάρτιος 1921), προχώρησε στην υπογραφή σειράς συμφωνιών με τη Γαλλία (Μάρτιος και Οκτώβριος 1921) και την Ιταλία (Μάρτιος 1921) που προέβλεπαν την αποχώρηση των στρατευμάτων τους από τη Μικρά Ασία με αντάλλαγμα την παραχώρηση προνομίων και διευκολύνσεων από την κεμαλική Τουρκία. Μετά απ’ αυτά, οι ελληνικές προσπάθειες είχαν πλέον μόνο την αγγλική στήριξη, και αυτή σε διπλωματικό, κυρίως, επίπεδο
Οι εξελίξεις έως τον Αύγουστο του 1922 Η νέα φιλοβασιλική κυβέρνηση δεν τήρησε την προεκλογική της υπόσχεση για τερματισμό του πολέμου. Ο Κωνσταντίνος και η νέα πολιτική ηγεσία πίστευαν ότι η νίκη ήταν κοντά και γι’ αυτό αποφάσισαν να συνεχίσουν τον πόλεμο. Μάλιστα, ο Κωνσταντίνος πήγε ο ίδιος στη Μικρά Ασία. Το καλοκαίρι του 1921, τα ελληνικά στρατεύματα πραγματοποίησαν μεγάλη επίθεση, που κόστισε χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, φτάνοντας μέχρι τον ποταμό Σαγγάριο, λίγα χιλιόμετρα πριν την Άγκυρα. Συνάντησαν, ωστόσο, ισχυρή αντίσταση και υποχώρησαν στη γραμμή που οριζόταν από τις πόλεις Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ. Εκεί παρέμεινε το μέτωπο τον επόμενο ένα χρόνο.
Όμως, οι όροι του παιχνιδιού είχαν αντιστραφεί. Ο Κεμάλ, ενισχυμένος οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά, εμφανιζόταν αδιάλλακτος. Την ίδια στιγμή στην Αθήνα ενισχύονταν οι αντιπολιτευτικές φωνές (ο Αλ . Παπαναστασίου και έξι συνεργάτες του δημοσίευσαν, τον Μάρτιο του 1922, το Δημοκρατικό Μανιφέστο, στο οποίο ασκούσαν κριτική στις βασιλικές επιλογές) και οξυνόταν η οικονομική κρίση. Σε αυτές τις συνθήκες, οι κυβερνήσεις της Αθήνας αναζητούσαν στο εξωτερικό διπλωματική και οικονομική στήριξη, αλλά δίχως αποτέλεσμα.
Στις 13 Αυγούστου εκδηλώθηκε η τελική τουρκική επίθεση. Λίγο μετά η ελληνική άμυνα κατέρρευσε και άρχισε η υποχώρηση. Στις 27 Αυγούστου οι κεμαλικοί μπήκαν στη Σμύρνη. Η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες, οι Έλληνες και οι Αρμένιοι κάτοικοί της στη σφαγή. Η ήττα του ελληνικού στρατού σήμανε και το τέλος του μικρασιατικού ελληνισμού. Όσοι Έλληνες σώθηκαν πήραν το δρόμο για την προσφυγιά.
Ελλάδα: Το κίνημα του 1922 Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1922 ξέσπασε κίνημα στη Χίο και στη Μυτιλήνη, όπου βρίσκονταν μονάδες του ελληνικού στρατού που επέστρεφαν από τη Μικρά Ασία. Όσοι συμμετείχαν σε αυτό αξίωναν την παραίτηση του βασιλιά Κωνσταντίνου, τη διάλυση της Βουλής (στην οποία τα φιλοβασιλικά κόμματα διέθεταν πλειοψηφία), το σχηματισμό νέας κυβέρνησης που θα είχε την εμπιστοσύνη της Αντάντ, καθώς και την ενίσχυση του μετώπου στη Θράκη, ώστε η Ελλάδα να αποφύγει και άλλες εδαφικές απώλειες. Με επικεφαλής τους συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα και Στυλιανό Γονατά, περίπου 12.000 αξιωματικοί και στρατιώτες, αποβιβάστηκαν, λίγο αργότερα, στο Λαύριο, στο νοτιότερο άκρο της Αττικής, και άρχισαν να βαδίζουν προς την Αθήνα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, βλέποντας ότι δεν είχε καμία δυνατότητα αντίστασης, εγκατέλειψε τη χώρα. Βασιλιάς έγινε ο γιος του Γεώργιος Β‘. Φτάνοντας στην Αθήνα, οι κινηματίες εγκατέστησαν επαναστατική κυβέρνηση.
Η ανακωχή των Μουδανιών Μετά την ήττα στη Μικρά Ασία, φαινόταν πλέον εξαιρετικά δύσκολο για την Ελλάδα να διατηρήσει την Α. Θράκη. Αρχικά, η επαναστατική κυβέρνηση δεν φάνηκε πρόθυμη να υποχωρήσει. Μάλιστα, για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη νέα τουρκική επίθεση, αναδιοργάνωσε ταχύτατα τον ελληνικό στρατό στη Θράκη. Τελικά, όμως, υπό το βάρος των κεμαλικών απειλών για νέο πόλεμο και των αφόρητων πιέσεων της Αγγλίας η Ελλάδα αποδέχτηκε την ανακωχή των Μουδανιών (Οκτώβριος 1922) με την οποία η Α. Θράκη ενσωματωνόταν στην Τουρκία. Η εκκένωση της περιοχής από τον ελληνικό στρατό και τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό ολοκληρώθηκε στα μέσα Νοεμβρίου 1922.
Ελλάδα: Η «δίκη των έξι» Η επαναστατική κυβέρνηση σύστησε έκτακτο στρατοδικείο προκειμένου να καταλογιστούν ευθύνες για την ήττα στη Μικρά Ασία. Σε αυτό παραπέμφθηκαν οκτώ κορυφαία στελέχη  (πρωθυπουργοί, υπουργοί, στρατιωτικοί ηγέτες) της βασιλικής παράταξης: Δ. Γούναρης, Ν. Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Γ. Μπαλτατζής, Ν. Θεοτόκης, Γ. Χατζανέστης, Μ. Γούδας και Ξ. Στρατηγός. Τον Νοέμβριο του 1922 καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν οι έξι πρώτοι˙ αυτή ήταν η «δίκη των έξι».
Η συνθήκη της Λοζάνης (1923) Παράλληλα, άρχισαν στη Λοζάνη της Ελβετίας διαβουλεύσεις για την υπογραφή μιας νέας συνθήκης ειρήνης. Εκπρόσωπος της Ελλάδας σε αυτές ορίστηκε, από την επαναστατική κυβέρνηση, ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Μετά από πολύμηνες συζητήσεις υπογράφτηκε, στις 24 Ιουλίου 1923, η συνθήκη της Λοζάνης, με την οποία επισημοποιήθηκε η τουρκική κυριαρχία στη Μικρά Ασία και στην Α. Θράκη, ενώ παραχωρήθηκαν στην Τουρκία και η Ίμβρος με την Τένεδο. Επίσης, στη συνθήκη της Λοζάνης ενσωματώθηκε ελληνοτουρκική σύμβαση ανταλλαγής πληθυσμών (Ιανουάριος 1923), σύμφωνα με την οποία  όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί της Τουρκίας έπρεπε να μετοικήσουν στην Ελλάδα και όλοι οι μουσουλμάνοι της Ελλάδας να ακολουθήσουν τον αντίστροφο δρόμο. Εξαιρέθηκαν το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου (125.000 τότε), καθώς και οι μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης (118.000 τότε).      
Κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα Η ελληνική επαναστατική κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει επείγοντα και σοβαρά προβλήματα. Η ραγδαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, η κατακόρυφη πτώση των μισθών και η επείγουσα ανάγκη αποκατάστασης των παλαιών πολεμιστών (πολλοί από αυτούς είχαν πολεμήσει 10-12 χρόνια) και των προσφύγων έκαναν επιτακτική τη λήψη μέτρων.  Η επαναστατική κυβέρνηση, αφού αντιμετώπισε με επιτυχία μια προσπάθεια ανατροπής της (Οκτώβριος 1923), αποφάσισε να παραδώσει την εξουσία. Στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1923 τα φιλοβασιλικά κόμματα απείχαν. Έτσι, στη Βουλή εκπροσωπήθηκαν μόνο το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελ. Βενιζέλου (250 βουλευτές) και η Δημοκρατική Ένωση του Αλ. Παπαναστασίου (120 βουλευτές). Ο Γεώργιος Β‘ εξαναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό. Προσωρινός αντιβασιλέας ορίστηκε ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης.


ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Αθήνα γύρω στα 1918 ένα παιδί καλό και φτωχό, μελετηρό, ο Άγγελος είχε ένα φίλο πλούσιο, πολύ καλόκαρδο, το Νίκο Στέργη. Επειδή ήταν ο καιρός που ο Νίτσε γέμιζε τα μυαλά των μικρών και αδυνάτων, (αφού κήρυττε τον υπεράνθρωπο) νόμισε πως κι ο Άγγελος, το καλό παιδί, θα γινόταν κακός, γι’ αυτό ήθελε να σκοτώσει τον φίλο του τον πλούσιο που ονειρευόταν Παρίσια, τον Νίκο. Ο ‘Αγγελος είχε μια μάνα θλιβερή ύστερα από το χαμό και της κόρης της, έχασε δυο μικρά παιδιά, αρρώστιες την εποχή εκείνη, φθίση. Ο πατέρας του άνεργος, φτωχός και οικονόμος, δύσκολα  να τα βγάλουν πέρα. Μια νύχτα που περίμενε στο σπίτι το φίλο του τον Νίκο, ο Άγγελος άφησε ένα σκαλοπάτι ξεκάρφωτο, για  να δώσει κάτω να σκοτωθεί ο Νίκος. Αλλά μόλις πλησίασε ο Νίκος,  ο Άγγελος έτρεξε να τον ειδοποιήσει να μην προχωρήσει, μην  πάθει κακό. Ο Άγγελος διαβάζει να περάσει τις εξετάσεις, ο Νίκος Στέργης το γλεντά, και όλο έβρισκε δικαιολογία τους δήθεν πονοκεφάλους. Η Δάφνη, ο όμορφη κοπέλα, η γυναίκα, ο έρωτας, την ποθεί ο Άγγελος αλλά την έχει ο Στέργης και ζηλεύει ο Άγγελος.
Πατέρας του Νίκου είναι ο Λύσαντρος Στέργης, έμπορος σιδήρου, πλούσιος, η μάνα του Νίκου πέθανε, μένει με τον πατέρα, μια περήφανη άμυαλη αδελφή, και τη γιαγιά, κάποτε λαμπρή γυναικάρα.
Το εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής, όλο φλυαρίες.
ΙΙ
Ευαισθησία του Άγγελου από την παιδική ηλικία. Αναδρομή στο παρελθόν. Ο Άγγελος στα δώδεκά του χρόνια καθόταν έξω από την Αθήνα, περπατούσε καμιά ώρα για να πάει σχολείο, κάπου εκεί στη Πλάκα, με καμιά φέτα ψωμί στην τσέπη. Μια μέρα τους είπαν να ετοιμαστούν για να πάνε στο στάδιο να δουν τον βασιλέα, κι η μαμά κάθισε όλη νύχτα να αναπαλαιώσει τα παλιοφορέματα του γιου της, αλλά όταν στάθηκαν στη γραμμή, ο δάσκαλος τον έβγαλε έξω, δεν ήταν καλοντυμένο. ‘Υστερα άρχισαν τα αδέλφια να πεθαίνουν, πρώτο ένα σερνικό, κατάλαβαν πως η φτώχια κάνει κακό, ερχόταν ο γιατρός στο σπίτι, έπαιρνε τη βίζιτα, άσε να δούμε, κι ύστερα η αδελφή, στο νοσοκομείο, κι ο πατέρας θεοφοβούμενος, όλους τους μακαρισμούς έλεγε, μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι! Και ο φτωχός μας Άγγελος είχε γίνει το κοιμητήριο των αδελφιών του!
Ο χριστιανισμός ενάντια στον Νίτσε. Έρημη χώρα, Νίτσε πέραν του καλού και του κακού, και ο Υπεράνθρωπος, έργα του που επέδρασαν στους συγχρόνους του. Ξεκινούν με όνειρα και ελπίδες αλλά στο τέλος ακολουθεί η διάψευση, Κάπως έτσι η εποχή κι οι άνθρωποι, μια αβέβαιη αστροφεγγιά, ανάμεσα στη νύχτα και στο φέγγος, παγκόσμιος πόλεμος και ύστερα νίκες στη Μικρασία και τέλος καταστροφή.
Κεφάλαιο ΙΙΙ
1918 η Ελλάδα με τα στρατεύματά της στην Πόλη, ο κόσμος χαίρεται, η γρίπη θερίζει, ο Παστέρ την καταπολεμεί, ο Άγγελος, το στερημένο παιδί του καιρού του. Ο Άγγελος ερωτευμένος με τη Δάφνη που θέλει τον Νίκο. Αποφασίζει η ομάδα να πάνε στο σπίτι του Νίκου, το αρχοντικό των Στέργηδων. Γνωρίζουμε τον πατέρα Λύσαντρο, τη γιαγιά Αριάδνη, την αδελφή του Νίκου Τζένη, το πλουσιοκόριτσο, που σκέφτεται πως το τέλος του πολέμου μπορεί να μη συμφέρει στην οικογένεια, και πώς θα πάει βόλτα στο Παρίσι; Κρασοκατάνυξη, ο Άγγελος γυρνά αργά στο σπίτι μεθυσμένος.
Τέταρτον ΙV
Είναι ένας Παπαδήμας, που περνά να αφήσει βοήθεια στην οικογένεια και πάντα προκαλεί τα νεύρα του Άγγελου, γιατί είναι ένας φαρισαίος. Τέλειωσε ο α΄ παγκόσμιος πόλεμος, ο φίλος Πετρόπουλος από την επαρχία, με θείο πολιτευτή, δικηγόρο, ονειρεύεται μεγαλεία και πολιτική. Με ένα ναπολεόνι που κρατά θα πάει σε κορίτσι. Τι θα σπουδάσουν; Ο νους του Άγγελου στη Δάφνη. Πάμε να γνωρίσουμε τη γειτονιά, το κλίμα της εποχής. Γειτόνισσα μια ξένη δασκάλα μπεκρού, παραπάνω ένα κορίτσι πλέκει δαντέλες, αρρωστημένο, αντίκρυ μια χήρα, ο Πασπάτης, νεαρός φτωχός, θα πεθάνει αργότερα με φθίσι,  ονειρεύεται να πάει στη Σχολή Ευελπίδων, αντιγράφει βιβλία για μεροκάματο. Κοντά εκεί μια νέα φθισική, προς το βράδυ περνούν τα παιδιά, βγαίνουν περίπατο. Η Λένα αρρώστησε, μια της παρέας, ο Άγγελος τους αφήνει, πάει στον Πασπάτη, ζητά να τον βοηθήσει στις αντιγραφές.
 V
Καλοκαίρι 1919, τελειώνουν το Γυμνάσιο/Λύκειο. Ο πατέρας του Άγγελου άνεργος, νηστικοί, ο Άγγελος ζητά δανεικά από τον Νίκο Στέργη. Τον Μάη ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη, χαρές, όνειρα, που θα γκρεμιστούν σε δυο τρία χρόνια. Ο Στέργης τους πήρε στο χτήμα του κοντά στη θάλασσα, τα ερωτικά σκιρτήματα και ερωτήματα των αγοριών. Ο Άγγελος βγαίνει τη νύχτα, κατασκοτώνεται μέσα στα άγνωστα περβόλια, τον περιμαζεύει ο περιβολάρης. Η μοναξιά των δεκαοχτάχρονων. Έστω τα χρόνια της εφηβείας μιας γενιάς των αρχών του 20 αιώνα.
VI
Θλίψη βαριά, κολυμπούμε σε μια ανεξήγητη θλίψη, κάποια ελπίδα με το απολυτήριο, ποια μέσα να χρησιμοποιήσουν για να βρει ο Άγγελος δουλειά. Ελληνικό σύστημα, τα μέσα,  απογοητεύσεις. Πάει στο Στέργη, του δίνει δουλειά στην εταιρεία, γραφέας, ο πόνος της αγάπης, της εποχής, της φτώχειας. Ο Πασπάτης άρρωστος με αιμοπτύσεις και ποιος θα κάνει τις αντιγραφές, ο ‘Αγγελος του αφήνει κάτι δραχμές. Η αγάπη του στη Δάφνη κι η ζήλεια για τον Νίκο. Δίπλα στον Άγγελο στη δουλειά, ένας γερασμένος γραφιάς, ο γέρος.
 VII
Φθινόπωρο, ο Πετρόπουλος πιάνει δουλειά σε Υπουργείο, τα χάλια τους έχουν. Πάει στην εταιρεία Στέργη, βρίσκονται τα παιδιά.  Εγγραφή στο πανεπιστήμιο, τι τραβούσαν τότε, ξενύχτι στο ταμείο, να πληρώσουν εξέταστρα. Ο Άγγελος πάει για φιλολογία, γράφει ποιήματα, δουλεύει, σπουδάζει, οι άλλοι δυο Πετρόπουλος Νίκος στη Νομική. Σκηνές στο πανεπιστήμιο, τριτοκοσμικές, χαμένος χρόνος, διάφοροι τύποι φοιτητών, βάσανο και βασανιστήριο, το πανεπιστήμιο, μάτσο χάλια, αιωνόβιοι φοιτητές, καφενεδάκια, οι καλλιτέχνες, γνωριμίες.  Η Έρση είναι το πνευματικό κορίτσι με τις ανησυχίες τις πνευματικές, η άλλη γυναίκα στη ζωή του Άγγελου. Πετρόπουλος ο σαλίγκαρος, γλύφτης, εγωιστής. Ο Άγγελος γράφει ποίημα για τη γυναίκα (την οποιαδήποτε) όντας ανάμεσα στη Δάφνη και στην Έρση. 

VIII
Ένας θαυμαστής του Ντοστογιέφσκι, ο Ρασκόλνικωφ (όνομα από ήρωα του Ντοστογιέφσκι «Έγκλημα και τιμωρία» ) επισκέπτεται τον Άγγελο στο γραφείο. Ο μισθός του Άγγελου όσο μια γραβάτα του Νίκου. Γνωρίζουμε  ένα γείτονα του ΄Αγγελου, τον κυρ Νικολάκη, άρρωστο. Ο ΄Αγγελος θέλει να τον βοηθήσει ενώ αυτός φοβάται πως θα τον ληστέψει. Βλέπει τη Δάφνη, πόθος φυγής. Έρχονται χριστούγεννα, η παλιά παρέα ξανασμίγει στο χτήμα, χαρτοπαίζουν, κερδίζει ο ΄Αγγελος. Γίνεται λόγος για την Έρση, φίλη του Άγγελου και ποιητικά, η άλλη γυναίκα, ο Άγγελος φέρεται ως ο παράξενος στοχαστής. Ο ποιητής θεωρείται κατάρα για την οικογένεια του Άγγελου, κι όμως ο γιος τους γράφει ποιήματα. Ο Βενιζέλος έφυγε, ο βασιλιάς ήρθε από την εξορία, ο Πετρόπουλος περιμένει το θείο να γίνει υπουργός.
IX
Ο θείος του Αργύρη και της Δάφνης έρχεται από το εξωτερικό, πείθεται να πάρει στα ταξίδια μαζί του τον Αργύρη, η Δάφνη ελευθερώνεται από την παρουσία του αδελφού της. Φορτώνουν στρατό για τη Μικρασία.                                   Ο Αργύρης έτοιμος να μπαρκάρει. Ο ηθοποιός Αλέξης μαζί με την Έρση ανεβάζουν έργο του Σέξπηρ, διακόπτεται η παράσταση, αποτυγχάνει, ο κόσμος ακόμα είναι αμόρφωτος. Ο Αργύρης στέλλει γράμμα ενθουσιώδες για τα ταξίδια του. Ο Άγγελος χαρτοπαίζει. Ο Πασπάτης χειροτερεύει, φθίση. Ο Πετρόπουλος ενοικιάζει ερωτική φωλιά (γκαρσονιέρα/ το ασκηταριό του το λέει) ο Στέργης προχωρεί στις σχέσεις του με τη Δάφνη, της ρίχνεται ο Πετρόπουλος, μαλλώνουν με τον Στέργη, τα ξαναβρίσκουν. Ο Στέργης σε δικό του ασκηταριό με τη Δάφνη.
Ο πόλεμος απαιτεί επιστράτευση, όλοι στο στρατό, σκόρπισαν εδώ κι εκεί, και τα κορίτσια. Η Μικρασιατική καταστροφή έρχεται άδοξα ύστερα από τόσες δόξες και νίκες. Στο τέλος περιγραφή της καταστροφής.
X
Στη Μ Ασία, Μπαλούκεσερ, στρατιώτες στη σκηνή, χωρίς φαγητό, αιμοπτύσεις ο ‘Αγγελος, ύστερα στο νοσοκομείο Σμύρνης, επιστρέφει πριν την καταστροφή. Στο μεταξύ πέθανε ο κυρ Νικολάκης και ο Πασπάτης. Ο Άγγελος ξαναμπαίνει στη ρουτίνα του γραφείου, μαθαίνει ότι η Δάφνη είχε συζήσει με τον Πετρόπουλο ένα εξάμηνο, είναι ο Έρωτας η Δάφνη. Αρχίζει η μικρασιατική καταστροφή που περιγράφεται σε δυο τρεις σελίδες, προπάντων ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι πρόσφυγες. Ο Πετρόπουλος -λόγω θείου- μοιράζει λεφτά στους πρόσφυγες και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί προσφυγούλες. (οι κυριότερες σελίδες 156-166)
ΤΟ ΚΥΡΙΟΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕ ΥΛΙΚΟ-σύγκριση με Οι νεκροί περιμένουν Διδώς Σωτηρίου.
ΧΙ
Η δίκη των έξι, μνήμες και ελπίδες προσφύγων. Ο Λύσαντρος Στέργης πολλαπλασιάζει τη γη του για οικοδομική εκμετάλλευση. Συνάντηση ΄Αγγελου και Δάφνης, παλιές αγάπες.
Η Έρση με το θεατρίνο ανεβάζουν Έμπορο της Βενετίας του Σέξπηρ, παίζει και η Δάφνη, την συνοδεύουν ο Άγγελος και η Ερση στο σπίτι της, στέκια καλλιτεχνών της εποχής. Ο Άγγελος επιτίθεται στο Στέργη γιατί του κακολόγησε τη Δάφνη. Παραιτείται από την δουλειά του Στέργη, πάει στης Δάφνης, χάδια και φιλιά. Ο Στέργης δεν δέχεται την παραίτηση. (μεταξύ μας είναι το καλύτερο παιδί του μυθιστορήματος)
ΧΙΙ
Ο Πετρόπουλος κι ο Στέργης στο θέατρο, πήραν μαζί τους τη Δάφνη, το θέατρο ξεπουλιέται, ο Αλέξης φεύγει. Ο Άγγελος με την Έρση. Περνούν τις εξετάσεις της Νομικής επιεικώς ο Στέργης και ο Πετρόπουλος. Το διασκεδάζουν. Η  Έρση βρίσκει δουλειά σε συμβολαιογραφείο στον Άγγελο, να κάμνει αντιγραφές. Ο Άγγελος παίρνει πτυχίο φιλολογίας, ο Αλέξης σε περιοδεύοντα θίασο.
ΧΙΙΙ
1924, ο μικρότερος αδελφός του Άγγελου άρρωστος. Πηγαίνει η οικογένεια στην Αίγινα, ο Άγγελος μένει Αθήνα με τον πατέρα, ο Στέργης στο Παρίσι για σπουδές, ο Άγγελος με την Έρση στην Αίγινα, η Δάφνη μόνη, ο Πετρόπουλος της ρίχνεται. Η Δάφνη εκμυστηρεύεται στον Άγγελο πως τον είχαν του πεταμάτου και τον λυπόνταν. Η μητέρα στην Αίγινα του προξενεύει την Αριάδνη. Η Δάφνη βγαίνει με τον Πετρόπουλο. Ο Άγγελος τον χτυπά, συλλαμβάνεται από την αστυνομία, τον αφήνουν ελεύθερο, ο Πετρόπουλος δεν θέλει ποινική δίωξή του.
ΧΙV  τελευταίο
Ο Άγγελος δουλεύει, είναι άρρωστος, μια διαδήλωση φθισικών, η Έρση η μόνη φίλη. Ο Αλέξης παράτησε το θεατρικό μπουλούκι, αγαπά την Έρση, έτσι ο Άγγελος έχασε τη Δάφνη, τον έρωτα, την Έρση, τη φιλία. Τον διώχνουν από τη δουλειά για να βρει τη γιατρειά του. Μπαίνει σ΄ένα εστιατόριο κι ύστερα πάει θέατρο. Παίρνει ένα τσαντήρι και πάει με τη μάνα στη Λυκόβρυση σ΄ένα χτήμα, καθαρός αέρας. Τον επισκέπτονται η Έρση κι ο Αλέξης. Ο Αργύρης επιστρέφει από τα ταξίδια και τον επισκέπτεται με την αδελφή του Δάφνη. Το μυθιστόρημα τελειώνει με το «Κοιμήθηκε το παιδί» συλλογίστηκε η μητέρα.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ