Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

και όμως το τουρκικό πολεμικό ναυτικό αδυνατεί


Και όμως το τουρκικό πολεμικό ναυτικό αδυνατεί
του Στέλιου Παπαντωνίου

Κι η Τουρκία κι οι τουρκοκύπριοι διερωτώνται:  και  τι έχουν πια να δώσουν ως Κυπριακή Δημοκρατία,  την ώρα που η Τουρκία μόνη της αρπάζει, μόνη μοιράζει, ενώ οι Τουρκοκύπριοι χειροκροτούν ασυγκράτητοι και αμασκάρευτοι;  Έχουν αρπάξει τις περιουσίες μας στο βορρά, τώρα απαιτούν και τις θάλασσες του νότου. Μεγάλη υπόθεση να είναι κανείς άρπαγας και αχόρταγος και να εμφανίζεται ως ειρηνόφιλος. Και η μαγική λέξη  είναι το «γουίν γουίν». Κλέβουν, αλλά θα είμαστε κερδισμένοι και οι δύο αν μας αφήσουν τα μισά. Αρπάζουν, αλλά θα είμαστε κι εμείς κερδισμένοι αν υποτασσόμαστε στις ορέξεις τους. Η ισότητά τους  απαιτεί διαμοιρασμό εξίσου, αλλά η μειονότητα να κρατά τα… διπλάσια εδάφη από όσα της αντιστοιχούν, να εκμεταλλεύεται διπλάσιες και τετραπλάσιες ακρογιαλιές, να περάσει μέσω Τουρκίας ο τυχόν αγωγός αερίου, κι έτσι γουίν γουίν, όλοι χάππυ. Μεγάλη κανονιοφόρος πολιτική, από μια χώρα με έναν ηγέτη που ετοιμάζει τα κοριτσάκια να γίνουν μάρτυρες και υπόσχεται πως έχει σημαίες να σκεπάσει τα φέρετρά τους μετά θάνατον.
Η επιβολή του άδικου διά της βίας , το προσωπείο του ειρηνόφιλου, την ώρα που ανοίγει πολεμικά μέτωπα με στόχο να ανασυστήσει την οθωμανική αυτοκρατορία, το επικίνδυνο των ενεργειών και λόγων ηγετών και πιθηκιζόντων ακολούθων τους στην Κύπρο οδηγούν  και πάλι στο συμπέρασμα πως η λύση του κυπριακού δεν ήταν και δεν είναι εφικτή.  Τόσα χρόνια διαπραγματεύσεων απέδειξαν πως ο χρόνος γυρίζει στο κενό, αφού ο ισχυρός αναμένει τον αδύνατο να γονατίσει και να υποταχτεί. Αυτό είναι που η πλειονότητα των Ελλήνων του τόπου δεν επιτρέπει, την παράδοσή μας και την υπογραφή  συμφωνιών που θα καταδικάζουν τον ελληνισμό της Κύπρου σε εξαφάνιση. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, η ιστορία και η παράδοση των αγώνων των προγόνων μας δεν το επιτρέπουν.  Κι αυτοί ακόμα, οι τα αντίθετα πρεσβεύοντες, συνεχώς παροτρύνουν μεν σε συνομιλίες, αλλά προσθέτουν δίκην ουράς πως δεν θα αποδεχθούν την υποδούλωση του τόπου.
Τα τελευταία γεγονότα και πάλι μας αναστατώνουν: η επιθετικότητα της Τουρκίας, η χρήση της πολεμικής της μηχανής, οι βρυχηθμοί της, τα γαυγίσματα των συνοίκων, οι παράλογες απαιτήσεις των, το διαμοίρασμα του θαλάσσιου πλούτου του νησιού χωρίς τους νοικοκύρηδες, η υπέρβαση των ορίων, η ύβρις.
Και όμως η θαλάσσια τουρκική πειρατεία αδυνατεί. Μπορεί να στραφεί με τα πλοία της στα Ηνωμένα Έθνη και να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία; Μπορεί να κατευθύνει τα πολεμικά της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία; Αυτή την αδυναμία  προσπαθεί να ισοφαρίσει με τις επιθέσεις  στην κυπριακή ΑΟΖ και τις παράλογες απαιτήσεις των τουρκοκυπρίων που τριβικιάζονται να εξισώσουν το ψευδοκράτος τους με το νόμιμο, την Κυπριακή Δημοκρατία.
Αυτή όμως η Κυπριακή Δημοκρατία  πρέπει να το καταλάβουμε μια για πάντα πως είναι το μόνο μας στήριγμα, που καμιά κανονιοφόρος δεν μπορεί να καταλύσει, καμιά βεβιασμένη συμφωνία ενδιάμεση, κανένας βίαιος διαμοιρασμός του πλούτου του νησιού, καμιά ευγενική πίεση του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ή των εδώ αντιπροσώπων του, αν δεν κύψει ο ελληνικός κυπριακός λαός  τον αυχένα. 
Γι’ αυτό ήταν και είναι αναγκαία η ορθή διαφώτιση των εταίρων για τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας, η πρακτική καταφυγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση για λήψη μέτρων εναντίον του επιδρομέα που καταβροχθίζει ευρωπαϊκά εδάφη και θάλασσες, η ανάγκη για στέρεους συμμάχους και προ πάντων η  ανύψωση του ηθικού του λαού. Το έργο των κυβερνώντων είναι και δύσκολο και βαρύ. Από τους χειρισμούς τους εξαρτάται η ίδια η ύπαρξη του κράτους μας και η δική μας ως Ελλήνων της Κύπρου. Ας είναι όμως βέβαιοι πως οι περισσότεροι από μας ετοιμαζόμαστε για νέα άρνηση σε παράδοση του τόπου στη βαρβαρότητα του Ερντογάν και των συν αυτώ τουρκοκυπρίων. Κανένας δεν ανεβαίνει στη ράχη μας, αν δεν γονατίσουμε. Ό τι αδυνατεί να επιτύχει το τουρκικό πολεμικό ναυτικό ας μην το παραδώσουμε με τις συνομιλίες, την εξίσωση νομίμου και παράνομου. Κόρη οφθαλμού πολύτιμη η Κυπριακή Δημοκρατία.




Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

εις τον αυτόν ποταμόν

Στέλιος Παπαντωνίου
ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΥΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟΝ
Και
Είσαι βαθιά στον ποταμό
σε παρασέρνει ορμητικός
Χτυπάς τα μπράτσα στις ρουφήχτρες
Βγαίνεις καταπονεμένος
Στέκεσαι στα χαλίκια και παρακολουθείς
Στοχάζεσαι:
«Ποιο το λάθος;
Πώς βρέθηκα στα ορμητικά νερά;
Λάθος που έπεσα,
λάθος που κολύμπησα,
λάθος που απόφυγα τις ρουφήχτρες…»
Τώρα τα σκέφτομαι, από τα χαλίκια…
Ο ήλιος χαζεύει
με τ’ αγκάθια μαλλιά
Αγκαθωτές τις αχτίδες του…
Πόση ώρα στα χαλίκια;
Πόση ώρα κινηματογραφιστής
Ενός ποταμού;
Κι οι άλλοι;
Μ΄ ένα σάλτο και πάλι στα νερά
Χτυπιέμαι
τη μια  με τους άλλους
παρέκει στις πέτρες…
Στο τέλος,
λάθος γεννήθηκα
σ’ αυτό το ποτάμι;

Στη χαλικιά παρακολουθείς
φιλοσοφείς
κινηματογραφείς.
Ουδέν λάθος αναγνωρίζεται
Μετά την απομάκρυνσιν από το ταμείον.


και τώρα να

Και τώρα, να!
Όταν καμιά φορά ζητούσαν οι παππούδες μας την ένωση με την Ελλάδα από τους Άγγλους, αυτοί αρνούνταν, φέρνοντας δικαιολογία πως μας είχαν αγοράσει από την Οθωμανική αυτοκρατορία και πως θα έπρεπε να μας επιστρέψουν. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, έφερναν δικαιολογία τους οθωμανούς της Κύπρου, πως δεν ήταν δίκαιο να γίνει το θέλημα του 80% γιατί υπήρχε το 18%. Που ίσως τότε να’ ταν και λιγότερο. Αυτό υπογραμμίζει πως πάντα μας είχαν της αγοραπωλησίας, ποτέ δεν μας υπολόγισαν ως ανθρώπους, οι άγγλοι λέω, που χρησιμοποιούσαν τη μειονότητα για να εξυπηρετούν ανενόχλητοι τα συμφέροντά τους, γεωστρατηγικά, την ώρα που για την Τουρκία δεν υπήρχε θέμα μειονότητας, ήταν γι’ αυτήν ανύπαρκτη.

Τώρα και πάλιν η μειονότητα επί των επάλξεων, υπηρέτες της Τουρκίας από το 1950, από Κουτσιούκ, Ντεκτάς, Βολκάν, ΤΜΤ, από στρατιωτικούς που μπαινόβγαιναν και οργάνωναν εκπαιδεύοντας στα όπλα άνδρες και γυναίκες σε πόλεις και χωριά, εν γνώσει πολλών. Παραβλέποντας εμείς το ένα, κι ύστερα το άλλο, μη δίνοντας σημασία ή χαριζόμενοι ή ονειροβατούντες, οι άλλοι φωνάζοντας κάτω από το τείχος τότε στον Μακάριο, οι Τούρκοι της Κύπρου δεν είναι εχθροί μας οι Τούρκοι της Κύπρου είναι αδελφοί μας, ένας μύθος, ένα παραμύθι, μια ονειροφαντασιά, ίσως λίγο η ζιβάνα, λίγο οι φούσκες, καταντήσαμε να ντρεπόμαστε να ζητούμε το δίκιο μας, να μην καταγγέλλουμε την παράνομη εισβολή, την κατοχή, τον εποικισμό, τους κακοποιημένους μέχρι κτηνωδίας νεκρούς μας, τους έποικους που έχουν δικαιώματα περισσότερα από μας, τη λογοκρισία των βιβλίων στην Καρπασία, και τόσα άλλα ων ουκ έστιν αριθμός. Ζούσαμε σ’ ένα κόσμο ελληνοκυπριακών κυβερνητικών αερίων που μας φλόμωνε το νου, με δυσκολία κρατιόμασταν μακριά από τη σύγχυση, τόση θολούρα, τόσο μαύρο που μας το έδειχναν άσπρο, τόση αδιαντροπιά. Και τώρα, να!     

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

ο νοών νοείτω

Άντε του λέει, ν’ αγοράσω τον μπελά μου, να το μοιράσουμε το χτήμα κατ’ αναλογίαν, να πάμε και στο κτηματολόγιο, μη με φωνάζουν όποτε με βλέπουν, αν θες κανένα δικηγόρο έχουμε εδώ, πάρε την κάρτα του, έρευνες κάμαμε πολλές στην Κερύνεια στα χτήματά σου, ξέρουμε πού είναι το κάθε χτήμα του καθενός, πούλα μη σου τα φαν, κι εκείνος με το φέσι, βεβαίως, να κκοτσιανιάσουμε, και ποια η αναλογία, λέω, κατά πρόσωπα οικογένειας, κατά την κτήση, α, εδώ έχω πατρογονικά από Κουτσιούκ Μεχμέτ, κι η Αμμόχωστος γραμμένη πάνω μου κάμαμε έρευνες και η  Κερύνεια και η μισή Λευκωσία άσε τα του Εφκαφ, κι άσε τα χαλίτικα, μισά μισά βγαίνουν, τι λες ωρέ θεομπαίχτη, εσύ με δεκαοχτώ και χτήματα δώδεκα να με φας εμένα, και τα αλίπεδα μισά όχι μόνο το τρία που γειτονεύει με τη μάνα και όλα μισά μισά φωνάζει το Κολλητήρι, αν δε σ’ αρέσει, λέει,  αννέε ανννέεεε,  φωνάζει τη μάνα του, κατεβαίνει, ή όπως θέλει το μικρός ή όπως θέλω εγώ, λέει, μα εσύ και το μικρό ένα είστε, ή υπογράφετε ή τα παίρνουμε με τα αποβατικά και τις μαούνες και τα υποβρύχια και τα αεροπλάνα και τι πόμπες μας, πού εμείς, έβαλε τη φωνή ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος, μεγάλος παθός και ιταλός,  βρε λέει μη κάμνετε συμφωνίες με άπιστους, θα τις καταπατήσουν μόλις υπογράψετε, γεμάτο άχυρα το νεκρό του σώμα ανέμιζε στο μπαϊράκι, τότες είναι που πήγε κι ο Ερντογάν στον Παυλόπουλο, έκατσε κι εκείνος, δάσκαλος  πανεπιστημίου, να του κάμει κάνα μάθημα νομικής και διεθνούς δικαίου, μα οι διεθνείς συνθήκες…, τι Λοζάνη τι Κοζάνη, του λέει ο άλλος, τρώω τη μια τρώω και την άλλη.  Κι οι σύμμαχοι παρακολουθούσαν απαθείς κι εμείς παρακολουθούσαμε παθοί, άλλος λέει και αμαθείς, αλλά πες μου τι να μάθω; Να δίνετε στην τουρκιά ό τι σας ζητά γιατί αν δεν της τα δίνετε τα παίρνει κι από μόνη;  Ή κράτα εσύ και πολέμα όσο μπορείς, μην υποκύπτεις στους εκβιασμούς, ποδοπατάς την έννοια του ανθρώπου; Εγώ λέω γεννήθηκα για να είμαι ελεύθερος, σκλάβος δεν γίνομαι από μόνος μου κανενός, και ο νοών νοείτω.  

Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

μεθ' ημών ο Θεός- καλό στάδιο

ΜΕΘ΄ ΗΜΩΝ Ο ΘΕΟΣ – ΚΑΛΟ ΣΤΑΔΙΟ

Πρώτα πρώτα από το σπίτι παρέλαυνε όλο το συγγενολόι, παλιοί γειτόνοι, κι η μάνα ήταν έτοιμη, φούρνιζε το ψωμί της, δαχτυλιές, μυρωδάτα με μαστίχα και γλυκάνισο,  ταχίνη χτυπημένη από τα χέρια της, λεμόνι, σκόρδο,  μαϊντανό, ταραμά για τη γιαγιά όχι τους έτοιμους τους σημερινούς, πραγματικό κόκκινο αυγοτάραχο, ελιές τσακιστές και μαύρες, κάμποσα κρεμμυδάκια, ρόκα, μαρούλι, κάτι ταχυνόπιτες και κολοκωτές αργότερα μπήκαν στο λιτό τραπέζι, η πόρτα πάντα ανοιχτή, ήταν συνήθειο να προσκυνούν σε εφτά εκκλησιές της Λευκωσίας να βοηθήσει ο Θεός στο καλό στάδιο, και στον άγιο Κασσιανό, η σκούφια του αγίου, ο παπάς να διαβάζει τους πιστούς αν ήθελαν, ανοιχτές όλες οι εκκλησιές αυτή τη μέρα, κι εμείς με τα ποδήλατα κατά το μεσημέρι για την Αθαλάσσα, ένα τεράστιο χωράφι σπαρμένο  να χανόμαστε μέσα, πρώτα περνούσαμε από την εκκλησιά του άϊ Γιώργη, κι ύστερα κοντά στα ποταμάκια και τις λίμνες της περιοχής, όπου βρίσκαμε. Ήταν κι η περιοχή Κύκκου,  στη Λευκωσία και πάλι ο λόγος, ποταμάκια, χέλια, πεταλίνες, βατράχια, τεράστια δέντρα, ευκάλυπτοι οι περισσότεροι, τώρα δρόμοι και πολυκατοικίες, πού να φανταστεί κανείς τι ήταν οι εν Λευκωσία παράδεισοι, τέτοια μέρα, με τις άμαξες άλλοι, ντυμένοι ακόμα μασκαράδες, δεν τέλειωνε με την Κυριακή η μεταμφίεση, τραγούδια και καλή καρδιά  και τ’ απόγεμα στην εκκλησιά:  Κύριε των δυνάμεων, εκείνο το μεθ΄ ημών, γινόταν με θυμό και δεν ήταν και αφύσικο, τόσο συχνά που μας παρουσίαζαν το Θεό οργισμένο, ξεχνούσαν την αγάπη. Μεθ’ ημών ο Θεός. Καλό στάδιο.  

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

Η ΚΙΘΑΡΑ

Η ΚΙΘΑΡΑ
Επί των ποταμών Βαβυλώνος εκεί εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν, λέει το τραγούδι τους, θυμηθήκαμε την πόλη μας την αγαπημένη, σκλάβοι τώρα στα χέρια τους, κάτσαμε κοντά στον ποταμό, μας άφησαν λίγο να ξεκουραστούμε, κι ήρθε, πείτε μας κανένα τραγούδι της πατρίδας σας, λέει, σηκώνεται ο πιο γέρος, και πώς να σου τραγουδήσουμε μακριά από τα άγια χώματα, λέει, δεν μπορούμε, να ξεραθεί το χέρι μου ν’ αγγίξω κιθάρα, να κολληθεί η γλώσσα μου στο λάρυγγά μου πόλη γλυκιά μου, αν δε σε θυμηθώ, αν ποτέ σε ξεχάσω, κι εκείνοι κάθονταν στα κεντράκια στην παραλία, λίγο πιο κάτω το κάστρο, κατάτρωγαν κατάπιναν  ξηρά και θάλασσα, φόρεσαν τα ρούχα μας, μοιράστηκαν τα υπάρχοντά μας, και τώρα περιμένουν τα τραγούδια μας, αν παν στα καρναβάλια θα τ’ ακούσουν. Κι εκεί στα λατομεία στη Σικελία, που μας έριξαν αιχμάλωτους, ύστερα από το μεγάλο φονικό στον ποταμό, μπόχα και δυσωδία, νεκροί και ζωντανοί, τι γράφουμε, την ώρα που τα’ πε όλα αθάνατος ο Θουκυδίδης, κι όμως από τις εφτά χιλιάδες σώθηκαν μερικοί,  γιατί ήξεραν να τραγουδούν από τις τραγωδίες του Ευριπίδη χορικά , κι είχαν αποστηθίσει στίχους από τα έργα του, και τα’ λεγαν στους αφεντάδες τους, φτάνοντας στην Αθήνα τρέχουν στο θέατρο, πέφτουν στα πόδια του μεγάλου τραγωδού σωτήρα μας, κλάμα ο Ευριπίδης, μεγάλη δόξα. Κι ο Τομπόλης, του κλεψαν  τα πάντα εκεί στο λιμάνι, κάθισε περίλυπος σ’ ένα παγκάκι, και πώς να πάω τώρα στην πατρίδα, χωρίς λεφτά χωρίς διαβατήριο, με την κιθάρα στον ώμο, και τον βλέπει ένας καπετάνιος ιταλός, για έλα δω, ξέρεις και την χαϊδεύεις και την κελαδάς, ξέρεις και τραγούδια να σε πάρω στο καράβι, μαζί να ταξιδεύουμε, στην πατρίδα πάω, να σε πάρω, και μας τον φέρνει και να το λέει στην τάξη ένα καμάρι, μια νοσταλγία, ενώ τα καράβια τα τούρκικα γυροφέρνουν Αιγαίο και Κύπρο, αυτοί δεν ξέρουν από κιθάρα, τα όπλα θα τους φάνε. Αμήν.

Στέλιος Παπαντωνίου

Τρίτη 13 Φεβρουαρίου 2018

ΘΑ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΣΤΕΙ

Τι «μη μου λυπάσαι παιδί μου και μη μου λυπάσαι» ποιος σου ΄πε πως λυπάμαι ρε μάνα, δεν σας έβγαλε κανείς και φταίχτες, το βρήκατε κληρονομικό το οικόπεδο, χτίσατε ζήσατε τη ζωή σας κι εσείς κι εμείς, φτωχογειτονιά στην αρχή, κι ύστερα που άρχιζε να παίρνει τα ‘πάνω της, πού να ξέρατε κι εσείς, καλός φαινόταν ο γείτονας, ήσυχος με τα αρνιά του και τα χαλούμ  του στο παντοπουλείο της Ερμού, με το ναργιλέ του και τη χανούμη του, αννέ αννέ όλη μέρα εκείνες οι χοντροκώλες οι κόρες του, κι ύστερα καλός καλός ο χοίρος μας και βγήκε χαλαζιάρης, και χοίρο έτρωγε και λουκάνικα και παστουρμάδες, όλα στο κρυφό έλεγε, μη με πάρει χαμπάρι η χανούμη, μπαϊράμι έρχεται, κι εμείς κάναμε, χάζι μια τα πρωινά που μας έφερνε το γάλα, μια το χριστουγεννιάτικο αρνί και το πασχαλινό, και δεν του φαινόταν αχόρταγος ένα πράμα, χουζουρλής και χαμηλών τόνων που λεν, κι ύστερα άρχισε να βάζει φωτιές στη γειτονιά, ρε λέμε πυρομανής είναι ο άνθρωπος, κι ύστερα μας έφαγε το μισό σπίτι μια μπουκιά, κι άντε τρέχα να βρεις το δίκιο σου στην Ευρώπη και στον οηέ, τάιζε και οηέδες και ευρωπαίους, όλοι τον έβλεπαν δεν μιλούσαν, ρε τον Αλή που μας βγήκε και κατακτητής και δώστου τούρκικα μπαϊράκια και δώστου μιναρέδες και μεγάφωνα, να μη μας αφήνει στην ησυχία, ακριβώς την ώρα του νυν απολύοις, καιρό έχουμε να το ακούσουμε στην εκκλησιά, εκείνη την ώρα βάζει το μουεζίνη στη διαπασών, άντε λέμε εδώ στη Λευκωσία τα κάνει στην ξηρά, κι ύστερα στην Κερύνεια και στην Αμμόχωστο,  και σου τραβά μια μέρα με πλοιαράτσες παρακαλώ κατά Λεμεσό μεριά, οι Λεμεσιανοί ακουστά τους είχαν τι μοβόροι ήταν, λίγους που είχαν τους μάντρισαν, κι οι Παφίτες κι οι Λαρνακείς, και τώρα μας σουλατσάρει στα λεμεσιανά νερά, διψά λέει, κι έχει συνηθίσει να καταπίνει  ό τι βρει, μέχρι πετρέλαιο.

Γι’ αυτό σου λέω ρε μάνα, υπομονή κάνουμε, περιμένουμε να δούμε, όλοι περιμένουν να δουν, και τον αφήνουν ανενόχλητο, μη μου στενοχωριέσαι εκεί πάνω που είσαι, φτάνει που είδες την καταστροφή της γειτονιάς, προσεύχου να μην έχουμε άλλα, κάμε καμιά μεσιτεία αφού είσαι κοντά στο Μεγάλο και Παντοδύναμο. Θα μας χρειαστεί.

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

ΚΩΣΤΑ ΜΟΝΤΗ, ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ, Θ

ΚΩΣΤΑ ΜΟΝΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ, Θ

Ο ποιητής Κώστας Μόντης γεννήθηκε στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο στις 18 Φεβρουαρίου το 1914 και πέθανε στη Λευκωσία την 1η Μαρτίου το 2004.
«Γράμματα στη μητέρα»
Τα
«Γράμματα στη μητέρα» είναι τρία σημαντικά έργα του
Η «μητέρα», στην οποία απευθύνεται ο ποιητής, είναι ή η μητέρα του, ή η Ελλάδα ή το πρόσωπο στο οποίο καταφεύγουμε για να πούμε τα παράπονά μας. .
Το «
Πρώτο γράμμα στη μητέρα»  εκδόθηκε το 1965 μετά τον αγώνα του 1955-59 που κατέληξε αντί στην ένωση στις συμφωνίες για ίδρυση Κυπριακού κράτους, κάτι που φόβιζε τον ποιητή που διέβλεπε διάσπαση του ψυχικού κόσμου των Κυπρίων και κινδύνους.
Το «Δεύτερο γράμμα στη μητέρα» ( 1972)  περιγράφει την προσπάθεια του νέου κράτους να επιβληθεί ως ιδέα αντικαταστάτης της ένωσης, μέσα όμως στη σύγχυση, και την ανησυχία για το νησί. Άνθρωποι που γεννήθηκαν αγωνίστηκαν για ένωση δεν δέχονται εύκολα οτιδήποτε άλλο ως αντίδοτο, ενώ από την άλλη γίνεται προσπάθεια να πεισθεί ο λαός ότι δεν υπήρχε άλλη διέξοδος και να προσαρμοστεί στη νέα κατάσταση.
Το «Τρίτο γράμμα στη μητέρα» γράφεται το 1980, μετά την τουρκική εισβολή και την επαλήθευση των προφητικών λόγων του ποιητή, που παραπονιέται και για την απουσία της Ελλάδας στις φοβερές εκείνες στιγμές της οδύνης. .
------------------------------------------------------------------------------
Το γράμμα εκφράζει τον αποστολέα του, άρα την ψυχική του κατάσταση. Μιλώντας για το γράμμα ο ποιητής εννοεί τον εαυτό του, πώς νιώθει. Βασικά στο θ  ζει τη σύγχυση, από τη μια θέλει ως ποιητής να εκφράσει τον εαυτό του, από την άλλη τους άλλους. Μεταξύ τους όμως υπάρχει σύγκρουση, γιατί οι περισσότεροι αποδέχτηκαν τη λύση του Κυπριακού όπως δόθηκε με τις συμφωνίες Ζυρίχης Λονδίνου,  ο ίδιος όμως συνέχισε να οραματίζεται την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, γι’ αυτό η σύγχυση, η ασυνέπεια, η αταξία. Όσον καιρό αγωνίζονταν για την ένωση, ήταν όλοι ενωμένοι, όταν όμως δόθηκε η λύση, έσπασε «η παρέλαση», ο καθένας τράβηξε το δρόμο του, άρχισαν οι αμφισβητήσεις και του αγώνα και της λύσης, ο καθένας νομίζει πως έχει δίκαιο, ζητά από τον ποιητή να τον δικαιώσει, αλλά ο ποιητής δεν θα τα καταφέρει να συνενώσει όλα τα αντίθετα, να εκφράζει και τον εαυτό του και τους άλλους, διχάζεται, παθαίνει όπως το κλαδί της λυγαριάς που λυγίζει μια εδώ και μια εκεί ενώ τα πουλιά – οι άλλοι μια τον επευφημούν μια τον κατηγορούν, ή όπως το πουλί, που ξεκόβει, πάει μόνο του, που μοιάζει με τον ποιητή που  έχει τις δικές του αντιλήψεις, και μπράβο του, αλλά κλονίζεται μόνος, τρέχει να επανέλθει στη μεγάλη ομάδα των λοιπών, αλλά στο τέλος δεν είναι βέβαιος αν έπρεπε να εκφραστεί αντίθετα με τους άλλους ή να τους ακολουθήσει, κι αν  κάτι βγήκε από την απόπειρά του να πορευτεί μόνος και να εκφράζει τον εαυτό του. Το πρόβλημά του όμως είναι να εκφράζει την αλλοπρόσαλλη  εποχή του, την έλλειψη συνέπειας, την επέμβαση των άλλων για να τους δικαιώσει, τη γενικότερη σύγχυση της εποχής. 1960-70.

`


Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

Και τούτο ποιείν κακείνο μη αφιέναι

Και τούτο ποιείν κακείνο μη αφιέναι
Στέλιου Παπαντωνίου

Τώρα που παρακολουθούμε τα τουρκικά πολεμικά στη νότια του νησιού μας θάλασσα να περικυκλώνουν την ΑΟΖ μας και να εμποδίζουν την εξόρυξη των φυσικών  αερίων, από πού να αρχίσουμε τις συνομιλίες με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, που είναι λιγότερη από τους έποικους, ποιες συνομιλίες να διεξαγάγουμε και για ποιο σκοπό, αν δεν είναι για την ελευθερία μας και την ασφαλή παραμονή μας στο νησί μας ολόκληρο;
Ο τρομοκράτης της περιοχής ανδρώθηκε από το 1974 με την ανοχή των μεγάλων δυνάμεων και της Ευρώπης, και ένεκα των αδυναμιών του γενικότερου ελληνισμού. Ιδιαίτερα με την άνοδο Ερντογάν στην εξουσία οι επεκτατικές βλέψεις στους σχεδιασμούς της Τουρκίας, το απρόβλεπτο του ανθρώπου, η δικτατορική του διοίκηση στο εσωτερικό, η αυθάδειά του στο εξωτερικό, καθιστούν τα πράγματα  για όλους τους σχετιζόμενους με τη γειτονική χώρα και τον άρχοντά της δυσκολότερα παρά ποτέ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση περίμενε και δεν λάμβανε θέση και μέτρα, ανεχόταν όπως και η Αμερική και η Ρωσία, γιατί καθεμιά με τα δικά της συμφέροντα υπολόγιζε την Τουρκία, γι’ αυτό ήταν αρκετή η μικρή Κύπρος να υφίσταται τις πιέσεις και οι μεγάλοι να νίβουν τα χέρια ή να προτρέπουν σε συνομιλίες των δύο κοινοτήτων, με τη δικαιολογία πως χωρίς αυτές δεν λύνεται το Κυπριακό, αλλά δεν ενδιαφέρονται πώς θα λυθεί, με βάση ποιες αρχές, γιατί αρχές δικαίου δεν βλέπουμε να ισχύουν, παρά μόνο το δίκαιο του ισχυροτέρου που κι εκείνοι γνωρίζουν, άρα την αδικία κατά του μικρού.
Κι ο ισχυρότερος, η Τουρκία, αφού πέτυχε την πλήρη ποδηγέτηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας, ανέβασε το 18% του πληθυσμού της Κύπρου σε λαό, για τα συμφέροντα του οποίου μάλιστα προβάλλεται πως μάχεται στην περιοχή, κατά γην, θάλασσαν και αέρα. Αφού κατέλαβε το βόρειο μέρος του νησιού και το εκτουρκίζει, έχει απλώσει τα δίχτυα των συμφερόντων της στη νότια θάλασσα, βορρά ξηρά, νότο θάλασσα, προσπαθεί να χαράξει δική της ΑΟΖ εις βάρος της Κύπρου, ως ανύπαρκτης Κυπριακής Δημοκρατίας, και επεξηγεί πως το κυπριακό δεν λύεται, γιατί δήθεν οι ελληνοκύπριοι δεν αναγνωρίζουν ισότιμους συνεταίρους τους τουρκοκυπρίους. Γι’ αυτό και αναλαμβάνει την εφαρμογή του δικαίου κατά τη δική της άποψη με πολεμικά πλοία, με επισκέψεις και επεμβάσεις του ίδιου του προέδρου της χώρας σε ξένες χώρες, για να εγκαταλείψουν τη συνεργασία τους με την Κυπριακή Δημοκρατία, με νάβτεξ και άλλους τρόπους παρεμπόδισης της εφαρμογής των ενεργειακών σχεδιασμών της Κυπριακής Δημοκρατίας, την οποίαν συνεχώς επαναλαμβάνει πως δεν αναγνωρίζει. Φτάσαμε στο σημείο η Τουρκία να χρησιμοποιεί το ψευδοκράτος ως προσωπείο δύναμης της περιοχής με δικαιώματα στις θάλασσες και στην ΑΟΖ, για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της και η Κυπριακή Δημοκρατία να υποβιβάζεται συνεχώς.
Ελπίζουμε πως οι κατάλληλες ενέργειες γίνονται από το Υπουργείο Εξωτερικών ή και Ενέργειας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν είμαστε ειδικοί  να συμβουλεύουμε τους ειδήμονες. Αυτό στο οποίο επιμένουμε όμως είναι η προσπάθεια της Τουρκίας να υποβιβάζει την Κυπριακή Δημοκρατία σε διοίκηση και να ανυψώνει το παράνομο καρκίνωμα στα κατακτημένα εδάφη μας σε κράτος, πράγματα που υποβλέπουν την όλη μας ύπαρξη, γιατί δώσαμε λανθασμένες ερμηνείες στη λύση του κυπριακού ή δεν λαμβάνουμε υπόψη τους σχεδιασμούς της Τουρκίας στην περιοχή, που είναι καθαρά επεκτατικοί.   
Η ορθή τοποθέτηση του κυπριακού ως θέματος εισβολής και κατοχής, (για πολλούς οι λέξεις αυτές γίνονται αντικείμενο ειρωνικής θεώρησης, για να συνειδητοποιήσουμε πού έχουμε καταντήσει!) η ετοιμασία του κόσμου μας να προασπίζεται τα συμφέροντά του, να ετοιμάζεται για τα χειρότερα, να διδάσκεται τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας, να μην επαναπαύεται στις συμμαχίες με άλλες χώρες ή στη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η ενδυνάμωση της θέλησης του λαού μας να παραμείνει στις πατρογονικές του εστίες χρειάζεται άλλους σχεδιασμούς και άλλη παιδεία, πολύ μακριά από την ως τώρα συγχυστική και γλυκανάλατη.
Γιατί οι περιπλανήσεις και τα πανηγύρια γύρω από το θέμα της ειρηνικής συμβίωσης, την οποία επιθυμούμε αλλά μέσα στα πλαίσια της ασφάλειας και της βεβαιότητας διατήρησης του ελληνισμού στις πατρογονικές του εστίες, θόλωσαν την πραγματική εικόνα της επικίνδυνης κατάστασης μέσα στην οποία ζούμε, εν γνώσει των κυβερνώντων παλαιών και νέων, στην προσπάθειά τους να επιβάλουν λύση, την οποία όμως βλέπουμε αδύνατη με τους όρους της Τουρκίας και τις επεμβάσεις της. Άρα η συνεχής υπόμνηση των κινδύνων μέσα στους οποίους βρισκόμαστε και θα ζούμε, για να μείνουμε ελεύθεροι στον τόπο μας σημαίνει να ξαναδεί ο κόσμος μας την πραγματική κατάσταση και να παύσει να ζει στις ψευδαισθήσεις της επίλυσης του Κυπριακού, ως της μόνης οδού που θα μας επιτρέψει να παραμείνουμε στη γη των προγόνων μας και να συνεχίζουμε τη ζωή μας.
Λύση του κυπριακού με τουρκικές προδιαγραφές απλώς οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εξαφάνισή μας από την Κύπρο, οπότε η τρομακτική αλήθεια του κινδύνου μέσα στον οποίο ζούμε και με τον οποίο πρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε και για τον οποίο πρέπει να προετοιμαζόμαστε είναι προτιμότερη από τις ψευδαισθήσεις, τα μπαλόνια και τις ζιβανίες στο μακρύδρομο.
Συνομιλίες από τη μια για ειρηνική συμβίωση και επιβίωση αλλά και επίγνωση των κινδύνων που διατρέχουμε και ετοιμασία αντιμετώπισής τους.

Και τούτο ποιείν κακείνο μη αφιέναι.

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

τσικνοπέμπτη

Τσικνοπέμπτη. Τα τελευταία χρόνια εφευρέθηκε από πολλούς άλλη μια μέρα διασκέδασης και φαγοποτιού που δεν μας έλειψε ούτε θα μας λείψει και με την περίοδο των νηστειών. Αυτοί που ξέρουν, μαγειρεύουν νηστήσιμα πιο νόστιμα κι από τα κρέατα και όλων των ειδών τους μεζέδες. Κι οι μάσκες έτοιμες κι οι σούβλες έτοιμες και τα τραγούδια. Παλιά, την τσικνοπέμπτη τηγάνιζε η γιαγιά κανένα χοιρινό, να τσικνώσει το σπίτι, αφέλια, ζαλατίνα και μούγκρα, καιρός της ήταν, κάμποσο σινάπι να αψίζει να πιπιρίζει, δεν ξέραμε το κραμπί για μούγκρα, κουνουπίδι μόνο, πατάτες αντιναχτές, πουμπάρι, κάτι σαν λουκάνικο γεμιστό με ρύζι, παντζάρια με λαδάκι και σκόρδο, ελερμάσι αν έβρισκαν, χάθηκαν αυτά, εφευρέθηκε η σούβλα που λύνει όλα τα προβλήματα, κρασάκι, άσπρο κονιάκι των φτωχών από το μπακάλικο του Κυριάκου, ψωμί φρέσκο από το φούρνο του Πιτζιολή,  αναμμένα τα κάρβουνα στο μαγκάλι, καπήρα κι ελιές οφτές, κανένα χαλλούμι, Θεέ και Κύριε, πλούσια τα ελέη Σου, καλή καρδιά, από άγχος αγνοούσαμε και τη λέξη, ήρεμα αργά και σταθερά που κυλούσε η ζωή, και την επαύριον τα κόλλυβα, πιάτα και πιάτα πολλά πολλά στην εκκλησιά, τα χύνανε σε μια μεγάλη σινιά,  για να μνημονέψει ο παπάΚωστας των ψυχών, Ψυχοσάββατο ερχόταν, ονόματα κι ονόματα ακούαμε, εικόνες γνωστών κι αγνώστων παρέλαυναν μπροστά μας, και σήμερα ακόμα, στο τραπέζι με τους δικούς και τους φίλους μνημονεύουμε, νεκρόδειπνα τα περισσότερα όσο μεγαλώνουμε κι εκείνοι μαζί μας, όσο κρατά η μνήμη μας τους μνημονεύουμε, ζουν μαζί μας.

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018

αναμονή

Αυτή τη φορά ήμουν σίγουρος τόσο σίγουρος μου είπαν πάρε πρώτα ταυτότητα του κόμματος κι ύστερα περίμενε διορισμό αυτό έκαμα και διορίστηκα το ίδιο επαναλήφθηκε με την προαγωγή κι ύστερα μου λεν μόνο με δοκτοράτα γίνονται υπουργοί λέω δεν είναι δύσκολο τόσα ιδιωτικά στην Κύπρο και στο δημόσιο ακόμα ένα δοκτοράτο πόσα να μου πάρει χρήματα χρόνο και το πήρα ένα μάτσο χαρτιά τα έδεσα καλά έβαλα και κάμποση βιβλιογραφία υποσημειώσεις ευχαριστήρια χαρτάκια είπα τι είπε ο ένας τι είπε ο άλλος εγώ δεν ήταν ανάγκη να πω τίποτε τα έλεγαν οι άλλοι φαίνεται στις άριστες υποσημειώσεις μου το πήρα τώρα περιμένω ακράτητος πού θα μου πάει νέα κυβέρνηση νέους υπουργούς τώρα που διαβάζω τις συντάξεις τους τα εφάπαξ τους γιατί οι άλλοι ήταν καλύτεροι περιμένω εναγωνίως να χτυπήσει η πόρτα άκου την.
Τρία νοίκια μου χρωστάς ανεπρόκοπε. Κατέβαζέ τα ή σε βγάζω έξω.

προεδρική δημοκρατία

ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

κι εκεί που νόμιζε
πως ήταν ο κυρίαρχος λαός
η φωνή του Θεού
ο παντοδύναμος της Δημοκρατίας
την άλλη μέρα
 τον χώσανε στο χώμα
χωρίς νερό, χωρίς αέρα
κι ανέβηκε ο ένας στην κορφή
να διαφεντεύει τις τύχες τους.

ΛΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΑΝΔΡΩΝ...ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ


ΛΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ
ΑΝΔΡΩΝ… Διηγήματα. Μετάφραση  David Connolly, Μελάνι
Η ποιήτρια ό τι και να γράψει παραμένει ποιήτρια.
Τη συλλογή των διηγημάτων της  Ανδρών  η Λίλη Μιχαηλίδου εισάγει με προλογικό σημείωμα για να γνωρίζουμε το έναυσμα για τη συγγραφή και τη χρονολογική ταξινόμησή τους.
Στη συλλογή περιλαμβάνονται τα διηγήματα: Το χαμόγελό του, Μυστηριακό μεθύσι, Έντονη μυρωδιά κολόνιας, Παρατεταμένο λυκόφως, Γυάλινος δίσκος, Κληματίδες μέχρι το χώμα, Εκείνος, Είδα στα μάτια του…, Όψη αποδημητικού πουλιού, Αναπάντεχο ξύπνημα, Αποκατάσταση, Με προορισμό την ουτοπία, «Τούτο εστί το σώμα μου», Κεραυνοβόλα, Μολυβένια σκιά, Ερωτηματικό, Η κατάθεση.
Το αναλυτικό προλογικό σημείωμα φανερώνει πως κάθε διήγημα είχε την αφόρμησή του από ένα ανδρικό πρόσωπο, συγγενικό, φιλικό ή και άγνωστο, που όμως συγκίνησε και χαράχτηκε στη μνήμη, για να αποδοθεί σε λογοτεχνική φόρμα, μέσα από τους διαρκείς πειραματισμούς της συγγραφέως, από την κλασική ως τη σουρρεαλιστική γραφή.
 Παραστατικότατη στην εξωτερική περιγραφή των προσώπων της,  διεισδυτική στην ψυχή των ηρώων της, με ακροάματα και θεάματα, εικόνες οπτικές, ακουστικές, οσφρητικές προπάντων, με ερμηνευτικά σχόλια των πραγμάτων και προσώπων, μεταφέρει είτε στην Κύπρο των παλαιών ημερών, του ήθους των ανθρώπων, με τις αγροτικές εργασίες και τη γυμνή τους συνάφεια με τη φύση και το σύμπαν, με την πραότητα και αγαθότητα που εξέπεμπαν, τον πόθο της χαμένης πατρίδας,   είτε στον έξω κόσμο, μια διαρκής ταξιδιώτης, στη γνωριμία της με άλλους, λογοτέχνες, άγνωστους ανθρώπους στο εξωτερικό ή πρόσφυγες από το εξωτερικό. Προσπαθώντας να διεισδύσει στην ψυχολογία των άλλων αποκαλύπτει τον ίδιο τον εαυτό της, πάντα συγκρατημένη και επιφυλακτική.
Στο διήγημα Το Χαμόγελό του ζωγραφίζει με περισσή αγάπη τον παππού με το μικρό και μεγάλο του σύμπαν,  την αυτάρκεια και σοφία των ανθρώπων, στο Μυστηριακό μεθύσι τον άνθρωπο του χωριού με τα πάθη, τις κακουχίες, μια γραφή με συγκίνηση, κατανόηση, διείσδυση στο εσωτερικό των ανθρώπων, στο Έντονη μυρωδιά κολόνιας την τελετουργία στο λουτρό ενός ξεριζωμένου, με έντονη την οσφρητική δύναμη της συγγραφέως στο διήγημα.
Μέτοχος του κόσμου που παριστάνει ή αντανακλά, δίνει στο Παρατεταμένο λυκόφως τη γνωριμία της με μεγάλους ομότεχνους, με ένα λόγο στρωτό, ευγενισμένο, ποιητικό. Στο Γυάλινο δίσκο παρακολουθεί ένα ερωτύλο βιβλιοπώλη, πάντα με συμπάθεια στον άνθρωπο, με καταγραφή σημαδιακών στιγμών της ζωής. Στο διήγημα Κληματίδες μέχρι το χώμα και μόνο από τον τίτλο αναπλάθουμε το τοπίο, τον πόθο ενός πρόσφυγα να δει το σπίτι του στην τουρκοκρατούμενη γη μας, ένα επεισοδιακό έργο, ενώ με το Εκείνος, με πολλή τέχνη στη επανάληψη του «εκείνος κοιμάται» αντιτίθενται η ολοήμερη εργασία της σύγχρονης γυναίκας σε αντίθεση με τον άντρα, ένα έργο μεταξύ ποίησης, σκέψεων και ψυχογραφίας μιας ζωής ανάμεσα στο όνειρο, τα σχέδια και την πραγματικότητα.
Στο Είδα στα μάτια του, σε ένα ταξίδι μέσα στα μάτια ενός ανδρός, βλέπει το χρόνο και τον τόπο, πρόσωπα και πράγματα, διεισδύει στην ψυχή των ανθρώπων, ανιχνεύει, αναλύει, κατονομάζει εσωτερικές καταστάσεις ως άλλος ανατόμος, όχι της επιστήμης αλλά της ευαισθησίας,  και καλλιεπώς εκφράζει τα ευρήματα ή διαισθήματα.
Σε όλα τα διηγήματα προηγείται μότο, εισαγωγικό στο πνεύμα και στο κλίμα του διηγήματος, μια διαδρομή από τον έξω κόσμο στο εσωτερικό των ηρώων και της συγγραφέως.
Σύγχρονα προβλήματα του τόπου και των ανθρώπων μας, καθημερινές σκηνές, η έννοια του αμαρτήματος που παρακολουθεί υποδορίως τη δημιουργό, σενάρια απλά αλλά ποιητικά δοσμένα, με το υπερφυσικό στοιχείο, τη φαντασία, τη γνώση.
Από το κλασικό ευγενικό γράψιμο ως το μεθυσμένο σουρρεαλιστικό, για να αποδοθούν πρόσωπα και καταστάσεις ανάλογες, όλα αυτά που οδηγούν πάντα στο αναπάντητο ερώτημα «ποια είναι αυτή η δύναμη της ψυχής που ωθεί στη συγγραφή και την καθοδηγεί ως το τέλος;»
Η σύγχρονη αφηγηματολογία παρέχει αρκετά όπλα για να χρησιμοποιηθούν από τους αναλυτές αφηγημάτων, διακρίσεις και ονοματολογίες, κανένα όμως από αυτά δεν χρησιμοποίησα θεωρώντας τα ψυχρά νυστέρια, ατελέσφορα.
Η ποιήτρια και πεζογράφος Λίλη Μιχαηλίδου συνεχίζει το καρποφόρο έργο της.


Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

μετεκλογικά

μετεκλογικά

Κι ύστερα άρχισαν οι αναλυτές και είπαν και θα πουν ακόμα και θα γράψουν, για ένα αποτέλεσμα που ήταν δεδομένο για πολλούς, γιατί ο λεγόμενος κεντρώος χώρος ή ενδιάμεσος είχε κομματιαστεί, ήταν κομματιασμένος κομματισμένος δεν μπόρεσε να συνενώσει δυνάμεις, κι ακόμα την εσχάτη αποδεικνύονται πριμοδοτήσεις προικοδοτήσεις απόρων, γιατί άπορος στάθηκε και η αριστερά, τόσα χρόνια οργανωμένη καλύτερα από όλους και να μη βρίσκει ένα δικό της άνθρωπο να εμφανιστεί εκπρόσωπός της, βρήκαν ένα ήταν επιχειρηματίας, ο κόσμος δεν τον ήξερε, βρήκαν άλλο, πέντε χρόνια στο μουλωχτό, καλός άνθρωπος ήταν μα δεν ζητούσαμε ως Διογένηδες καλό άνθρωπο, αλλαγή φώναζε ο κόσμος, αυτοί νόμισαν πως έφερναν αλλαγή, ο κόσμος αλλιώς τη νοούσε, που και πάλι αλλαγή δεν ήταν αφού ο μέσος δεν είχε την τόλμη να πει, «εγώ δεν είμαι της διζωνικής», άλλοι έλεγαν είναι δημοψήφισμα, όσους σύμφερε, νόμισαν πως ήρθε η ώρα να διαγράψουν το ΟΧΙ του 2004, βάφτιζαν δημοψήφισμα την εκλογή ενός προέδρου, (στο δεύτερο γύρο τόσοι και τόσοι έβαλαν τα λευκά τους, για να στείλουν μήνυμα- δεν ξέρω αν πήρε κανένας κανένα) θυμήθηκαν τον Ακκιντζί, περιμένει, τον γενικό γραμματέα, και τι θα γίνει τώρα που περιμένει ο γενικός, μερικοί μας είπαν, αυτή την Τουρκία έχουμε, με αυτήν θα κάνουμε διαπραγματεύσεις, να ελευθερώσουμε την πατρίδα,  άλλοι ξανάβαλαν τη φουστανέλα, πήραν την ελληνική σημαία, άλλοι φώναζαν και μια κυπριακή βρε παιδιά, η ζωή συνεχίζεται και κατά επιλογήν και ύστερα από την εκλογική διαδικασία η ίδια, άντε ν’ αλλάξει κανένα πρόσωπο ή να μετακινηθεί, το κέντρο στο κέντρο θα συνεχίσει τις προσπάθειες να ενωθεί, η αριστερά θα βρει τις επίσημες δικαιολογίες της, η δεξιά ευλόγως θα πανηγυρίζει, με μισό πνεύμονα, ένα νεφρό, μισή καρδιά, τεμαχισμένο στο διεθνές σφαγείο το σώμα της κυράς μας, από το 74,  κι εμείς στο δε να δεις, άκου ν’ ακούσεις, τόσο πλαδαρή κι ανούσια που έγινε η πολιτική ζωή του τόπου!!! Μπορείς να κάμεις τίποτε; Κράτα γερά, μου λέει.

εκλογές


Κάποτε δεν είχε εξέδρες, καμιά καρέκλα στον καφενέ ήταν αρκετή, να ανεβάσουν τον υποψήφιο, ή σε κανένα πεζούλι αν ήταν καλοκαίρι και στέκονταν έξω οι γείτονες, κάποτε έλεγαν ανέβασαν τον υποψήφιο στην καρέκλα, έπεσε, ψέματα αλήθεια ο κόσμο έκανε χάζι, κάποτε ήταν και φανατικοί μερικοί, κι η κυβέρνηση απαγόρευε τα οινοπνευματώδη ημέρα των εκλογών και την προηγούμενη, μεθούσαν στα χωριά και στις γειτονιές , και τα ΄καναν γυαλιά καρφιά, κάθονταν οι εκπρόσωποι έξω από το εκλογικό κέντρο με τα τραπεζάκια, να παραλάβουν τους ψηφοφόρους να τους τεμπισιάσουν, ως τελευταία ακόμα τα τραπεζάκια ήταν έξω, τα κοπέλια των κομμάτων με τις κονκάρδες, εκτελούσαν μεταφορές γερόντων, κάποτε μάλιστα μοιράζονταν και στα γηροκομεία ή στα μοναχικά άτομα σώβρακα και φανέλες, μέρες φαρισαϊσμού και ψευδοφιλανθρωπίας, για εξαγορά των ψήφων, το πανηγύρι της δημοκρατίας έγραφαν οι εφημερίδες, μίλησε ο λαός, (και τι είπε το παιδί;) ή η τενέκα, ή το μαύρισέ τους, μαύρο άσπρο τα κατά και τα υπέρ, ήταν κι η κουρτουνιά, μια φορά τουλάχιστον στη ζωή μου την είδα περασμένη από το μάνταλο του σπιτιού ενός γείτονα, εμείς θυμόμαστε λίγο Δέρβη στα δημαρχιακά και πολύ Μακάριο στις προεδρικές, ακόμα και μετά το θάνατό του γριούλες πήγαιναν με τη βεβαιότητα πως ήξεραν ποιον να ψηφίσουν. Ήταν τα κεκτημένα μιας εποχής, τα χρώματα μιας εποχής, τα ονόματα μιας εποχής.