Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2017

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΓΙΟΥ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ

Δημοτικό Σχολείο Αγίου Κασσιανού

Σε μερικούς δε λέει τίποτε, γιατί φοίτησαν σε άλλα δημοτικά. Φέρνει όμως στο νου το σχολείο τους, τα παιδικά τους χρόνια. Το Δημοτικό Σχολείο Αγίου Κασσιανού υπήρξε προπύργιο ενάντια στις επιθέσεις των Τούρκων στις ελληνικές γειτονιές της Λευκωσίας από το 1956. Πολλοί και πολλές από τον Ταχτακαλά, τον Άη Λουκά, τον Άη Κασσιανό, τη Χρυσαλινιώτισσα, το Χάντακα και την Παλουριώτισσα ίσως να φοίτησαν εκεί, στα παλιά εκείνα πετρόχτιστα δημοτικά σχολεία, θεμελιωμένα στη δεκαετία του 1920, να σφιχταγκαλιάζουν το εκκλησάκι τ’ άη Γιωρκού. Ίσως άλλοι να θήτεψαν εκεί ως μαθητές ή μαθήτριες του Παγκυπρίου Γυμνασίου τη δεκαετία του 1950 ή να διέμεναν στο οικοτροφείο, γειτονικό με τα δημοτικά.
Τα δημοτικά και το εκκλησάκι καταστράφηκαν από τους Τούρκους το 1974, και ξεχάστηκαν σιγά σιγά. Ούτε πως υπάρχουν, όπως δεν φαίνεται να υπάρχουν για πολλούς τα τουρκικά μπαϊράκια στον Πενταδάχτυλο. Κι όμως είναι και τα σχολεία αυτά ετοιμόρροπα μνημεία της τουρκικής θηριωδίας, του επεκτατισμού τους στην πρωτεύουσα και της καταστροφής κάθε πολιτισμικού μας στοιχείου.
Η πιο γνωστή περιπέτεια του ελληνισμού στα δημοτικά αυτά σχολεία ήταν όταν οι Γυναίκες της Κύπρου αποφάσισαν να προσευχηθούν στον Άη Γιώρκη, παρόντων και συλληφθέντων τότε από τους Τούρκους των νυν μητροπολιτών Κιτίου και Πάφου.
Κατάλοιπα τώρα γέρικα, ξεδοντιασμένα, με την πληγωμένη τους αξιοπρέπεια, διαμαρτύρονται σιωπηλά για την κατάντια των ανθρώπων, δικών και ξένων.
Η γειτονιά επιβιώνει, με πρωταγωνιστές τις εκκλησιές και το σχολείο, που μετακινήθηκε στον Ταχτακαλά, κοντά στο τζαμί, πίσω από το Παγκύπριο Γυμνάσιο. Λιγοστοί οι μαθητές από τη γειτονιά κι από άλλες περιοχές, που πίστεψαν πως θα βρίσκαν εκεί την κυβερνητική αρωγή - ακριτικό σχολείο - αποκούμπι των γονιών της περιοχής, να στέλλουν τα παιδιά τους και να’ ναι σίγουροι για τη μέριμνα του Υπουργείου.
Σε λίγες μέρες το σχολείο θα γιορτάζει τον άγιό του.
,……………………..,,,,,,,,,,,,,,,,…………….,,,,,,,,,,,,,,,,,,,


Δημοτικό Σχολείο Αγίου Κασσιανού
Δημοτικά Σχολεία αγίου Κασσιανού έχουμε δύο, το Αρρεναγωγείο, που βρίσκεται προς το τείχος και το Παρθεναγωγείο, που βρίσκεται παραπλεύρως, ανάμεσα στις οδούς αγίου Γεωργίου και Αυτοκρατείρας Θεοδώρας. Στο μεταξύ τους διάστημα βρίσκεται το εκκλησάκι του αγίου Γεωργίου. ‘Ολα είναι καμένα και καταστραμμένα από την τουρκική θηριωδία του 1974.
Όταν λέμε αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, καταλαβαίνετε πως γύρω στο 1950, για το οποίο μιλούμε, τα αγόρια φοιτούσαν χωριστά από τα κορίτσια, άρρενες- τα αγόρια, άρα στο αρρεναγωγείο μόνο τα αγόρια πήγαιναν, καθημερινά, και Σάββατο αλλά και απογεύματα για ένα διάστημα, αφού άρχιζαν τα μαθήματα στις 7.30 το πρωί και τέλειωναν με τις 12 το μεσημέρι, πηγαίναμε στο σπίτι και στις μιάμιση επιστρέφαμε, αφού βέβαια ακούαμε την καμπάνα του αγίου Γεωργίου που μας καλούσε.
Όπως η καμπάνα χτυπούσε και μας καλούσε έτσι και μια μεγάλη κουδούνα στα χέρια του διευθυντή, μας καλούσε να μπούμε στην τάξη και ν’ αρχίσουμε μάθημα ή να κάμουμε διάλειμμα.
Εγώ προσωπικά δεν φοίτησα στην πρώτη τάξη. Τότε μπορούσε ένας μαθητής που δεν είχε συμπληρώσει το έκτο έτος της ηλικίας του να πάει σε κάποιο νηπιαγωγείο και να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για το Δημοτικό. Αν ο διευθυντής που θα τον εξέταζε έκρινε πως μπορούσε ο μαθητής να παρακολουθήσει μαθήματα στη δευτέρα τάξη, τον έγραφε στη δευτέρα. Έτσι εγώ, στα 1949, πέντε χρόνων, ήταν η χρονιά που χιόνισε στη Λευκωσία κι έμεινε αξέχαστη, πήγα στη σημερινή οδό Λήδρας ήταν το σχολείο της Αθηνάς Ιωαννίδου, Ακαδημία Θηλέων ονομαζόταν, εκεί ακριβώς που είναι σήμερα τα Παγωτά Ηράκλη, ένα μεγάλο σχολείο, που είχε και μια μεγάλη τάξη Νηπιαγωγείου. Έκαμα εκεί ένα χρόνο και ήρθα στο Δημοτικό, πήγα στο γραφείο του διευθυντή, ήταν τότε ο κύριος Χαραλαμπίδης, έτσι τον λέγαμε, πήρε το βιβλίο της πρώτης δημοτικού, ήταν ένα ποίημα «Η μηλίτσα», εγώ το ’ξερα απ΄ έξω, Μηλίτσα που’ σαι στον γκρεμό τα  μήλα φορτωμένη, τα μήλα σου λιμπίζομαι μα τον γκρεμό φοβούμαι. Σαν τον φοβάσαι τον γκρεμό έλα απ΄το μονοπάτι να σε φιλέψω με γλυκά και μυρωδάτα μήλα.
Πέρασα αμέσως στη δευτέρα τάξη. Το διευθυντήριο ήταν στο κέντρο του σχολείου, από την αυλή έβλεπες ένα πολυγωνικό κατασκεύασμα με πουρόπετρα, και μέσα, ξύλινο δάπεδο, μεγάλα παράθυρα, όπως όλες οι τάξεις. Μεγάλα παράθυρα, μεγάλες πόρτες, ψηλοτάβανα, να μπαίνει αέρας να καθαρίζει η ατμόσφαιρα, και μια αυλή, στο δάπεδο πουρί, και στο μέρος προς το τείχος μια δοκός πάνω στην οποία την ώρα της γυμναστικής μαθαίναμε να περπατάμε κρατώντας την ισορροπία μας. Στα διαλείμματα έκαμναν τα παιδιά διάφορες ασκήσεις κατά φαντασία. Στο μπροστινό μέρος του σχολείου ο σχολικός κήπος, κάποτε διαμεριζόταν σε κάθε τάξη που ήταν υπεύθυνη για το τι θα φυτέψει, να τσαπίσει, να ποτίσει.
Στο κέντρο της αυλής έγινε μια μεγάλη τάφρος και στήθηκαν από πάνω ένα μεγάλο σιδερένιο Π στο κέντρο του οποίου κρεμόταν μια σχοινένια σκάλα, ένα μεγάλο σκοινί, για να μάθουμε να ανεβαίνουμε σε κινούμενα αντικείμενα. Επειδή όμως ήταν πολύ χοντρό και το σχοινί και η σκάλα επικίνδυνη δεν πολυχρησιμοποιήθηκαν, αντίθετα τα έδεσαν ψηλά να μην τα φτάνουμε, εννοείτε πως είχαμε και πτώσεις με σπάσιμο χεριού ή ποδιού.
‘Εξω, απέναντι από το σχολείο ήταν η τάπια, ένα μεγάλο πλάτωμα του τείχους, κι εκεί κάναμε τις επιδείξεις γυμναστικής στο τέλος του χρόνου ή συγκεντρωνόμασταν για καμιά γιορτή του δέντρου, χώρος πολύς.
Στις επιδείξεις γυμναστικής εμφανίζαμε όλο το σχολείο τις ίδιες ασκήσεις και ομάδα μεγάλων ακροβατούσε επιτυγχάνοντας  τις λεγόμενες πυραμίδες,  στη βάση καμιά δεκαριά γερά παιδιά και πάνω τους άλλοι και άλλοι ως που έμενε χώρος μόνο για έναν ευκίνητο και μικρόσωμο που θα ανέβαινε στο πιο ψηλό σημείο, για ν’ ανοίξει τα χέρια νικηφόρα.
Εκτός όμως από γυμναστικές ασκήσεις, το σχολείο μετείχε και σε διαγωνισμούς χορωδιών. Κάποτε θυμούμαι μας πήραν απέναντι από το παλιό ΓΣΠ ήταν κτίρια του ραδιοφώνου, εγκαταστάσεις για εγγραφή, κι εκεί τραγουδήσαμε για να μεταδοθεί από το ραδιόφωνο, μαζί με άλλα σχολεία.
Μια φορά τη βδομάδα στο σχολείο ερχόταν επισκέπτρια νοσοκόμος ή της σχολιατρικής υπηρεσίας, έπρεπε να έχουμε κομμένα τα νύχια και να έχουμε μαζί μας καθαρό μαντηλάκι, απλώναμε τις παλάμες στο θρανίο και δίπλα το μαντηλάκι, να περάσει ο δάσκαλος να εξετάσει αν είμαστε καθαροί. Υπήρχε μάλιστα και κύπελλο για την τάξη που θα είχε την καλύτερη εμφάνιση στην καθαριότητα μαθητών και αίθουσας. Υπεύθυνη για την υγεία ήταν η κυρία Τζίλντα, που γύριζε σε όλα τα σχολεία.
Κάποτε γίνονταν στο σχολείο οι εμβολιασμοί, όταν παρατηρούνταν καμιά μεταδοτική ασθένεια, έτσι όλο το σχολείο συγκεντρωνόταν στα σκαλιά της αυλής και περιμέναμε να περάσουμε από το γιατρό που θα μας έκανε το εμβόλιο. Δεν είναι πρωτότυπο να πω πως φοβόμουν και μου ανακουτρεβόταν το στομάχι.
Κάτω από το διευθυντήριο ήταν μια μικρή αποθηκούλα. Εκεί καθόταν η καθαρίστρια του σχολείου, επιστάτρια τη λέγαμε, ήταν η αγαπητή μας κυρία Βικτωρού, από τον άγιο Λουκά, αν δεν απατώμαι, μάλλον χήρα, εκτός που καθάριζε το σχολείο, είχε την έμπνευση να πουλά στο υπόγειο στραγάλια, κουαμέ, παλουζέ και κρέμα που κατασκεύαζε η ίδια. Νοστιμότατα.
Να μιλήσουμε όμως και για τους δασκάλους μας. Στην πρώτη τάξη ήταν ο κύριος Βάσος Αριστοδήμου, νέος άνθρωπος, αγαπητός, γιατί δίδασκε και στο  υπόλοιπο σχολείο τη γυμναστική. Ζει και βασιλεύει, έγινε αργότερα δικαστής. Έγραψε και ποιήματα.
Στη δευτέρα ήταν ο κύριος Πετρίδης, τελευταία πέθανε, κυκλοφορούσε με τη βέσπα του.
Τότε μας δίδασκε και μουσική σε όλο το σχολείο, γιατί ήταν πράγματι καλός βιολιστής, μετείχε σε ορχήστρες και εμφανιζόταν και από τηλεοράσεως με την ορχήστρα ρικ αν δεν απατώμαι. Τότε επιτρεπόταν το ξύλο, κι ο Πετρίδης με μια βίτσα χτυπούσε στο χέρι. Άνοιξε το χέρι σου. Μια δυο τρεις. Κάποτε στον κώλο. Τα νευράκια του τα’ χε. Για να μάθουμε την κλίμακα του ντο είχε ζωγραφίσει μια οικογένεια σε μια σκάλα με ανάλογα ονόματα, μας άρεσε η ιδέα, μια φορά την έφερε φτιάχνοντας ένα παραμύθι για το ντορεμι φασολα σιντο. Μας άρεσε, τον παρακαλούσαμε να την ξαναφέρει, δεν είχαμε την τύχη.
Στην τρίτη τάξη είχαμε τον κύριο Λυμπουρή, ένα πολύ αγαπητό δάσκαλο.
Στην τετάρτη τον κύριο Γρηγορόπουλο, αγαπούσε τα αγροτικά, μας μάθαινε ζωολογία, ακόμα θυμάμαι τα μαθήματα για τα κουνέλια, έγραφε το μάθημα στον πίνακα, το ανέπτυσσε, γράφαμε στο τετράδιο, μέθοδο που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιούν στα σχολεία. Ή με ερωτήσεις και απαντήσεις, ήταν καλός δάσκαλος.
Στην πέμπτη τάξη είχαμε τον κύριο Μικρομμάτη, τον πιο αγαπητό γιατί ήταν ο καλόκαρδος δάσκαλος και καλός δάσκαλος. Έκαμνε πως σε χτυπά κι έστρεφε αλλού τη βέργα ή τη βίτσα όπως τη λέγαμε, κι έσπαζε  έτσι ο πάγος. Για να ξεχωρίσουμε στην ορθογραφία το τείχος από τον τοίχο είχε γράψει με μεγάλα γράμματα πάνω στον τοίχο της τάξης ΤΟΙΧΟΣ. Για να μάθουμε τη λέξη.
Αυτά κι άλλα όταν θυμηθώ
.
ΑΡΡΕΝΑΓΩΓΕΙΟ

 ……..Μιλήσαμε για τον κήπο μας, μπροστά στην αυλή του σχολείου, και για την τάπια, στην οποία κάναμε στο τέλος του χρόνου τις λεγόμενες επιδείξεις με τους γονιούς να παρακολουθούν τα παιδιά τους και να περηφανεύονται. Εκδρομές δεν θυμάμαι ως μαθητές του δημοτικού να κάναμε. Ίσως κανένα περίπατο λίγο έξω από τη Λευκωσία, πάνω από το σημερινό παντοπωλείο του αγίου Αντωνίου. Πρώτη φορά είδαμε κόννο και τον πλάθαμε για να φτιάξουμε μικρά αγαλματάκια αν θυμάμαι καλά.
Όλα τα παιδιά της εποχής ήταν φτωχά, από τον άγιο Λουκά, τον άγιο Κασσιανό, με καθαρά όμως ρούχα, έστω και κομματιασμένα με ξεφτισμένα τρικά και τρία τέταρτα παντελόνι, ίσως του μεγαλύτερου αδελφού. Είχαμε τη στολή της γυμναστικής και τα άσπρα πάνινα παπούτσια, φτηνοπράματα τότε που δεν ξέραμε από μάρκες. Κρατούσαμε δεν κρατούσαμε κανένα γρόσι για ν’ αγοράσουμε την κρέμα της θειας Βικτωρούς.
Σχέσεις με τα κορίτσια δεν είχαμε, αφού αυτές φοιτούσαν στο Παρθεναγωγείο. Ένας ψηλός τοίχος χώριζε τα δυο σχολεία, όλο όμως και κάποια μικρή δίοδο βρίσκαμε όχι για να τις επισκεφτούμε αλλά για να δούμε καμμιά. Ευκαιρία είχαμε να δούμε τα κορίτσια στις γιορτές τους των χριστουγέννων με τα θεατράκια, εμείς δεν κάναμε, καμιά επίδειξη γυμναστικής, μην είμαστε και απαιτητικοί για την εποχή μας. Τότε.
 Οι σχέσεις όλων των συμμαθητών μάλλον φιλικές ήταν, δεν υπήρχε τίποτε να ανταγωνιστούμε, ή καμιά φορά στο ποδόσφαιρο ή σε διαγωνισμούς ως τάξεις να τσακωθούμε. Με ξένο σχολείο, ναι, τα σπάζαμε, δεν χωνευόμασταν οι ξένοι μεταξύ μας εν Λευκωσία!!! Καμιά φορά τ’ απογέματα βρίσκονταν μερικοί να ετοιμάσουν εξωσχολικές δραστηριότητες, μια αξέχαστη ήταν ένας ποδοσφαιρικός αγώνας στην τάπια, πάνω από το νυν γήπεδο του Ορφέα, αγώνας ανάμεσα σε τουρκάκια και σε μας, ένας αγώνα που έληξε με πετροπόλεμο. Ήταν ένα πράγματι ατίθασο παιδί, ο γιος του οδοντογιατρού Σιεφκέτ, ενός καλότατου ανθρώπου, σ’ αυτόν πηγαίναμε οι περισσότεροι, παρ΄όλο που είχαμε κοντά και το Ζεμενίδη, συνεχώς ν’ αναζητά ευκαιρίες για τσακωμούς. Στο ποδόσφαιρο δεν μπορούσε να γίνει και διαφορετικά, κάπου βρεθήκαμε αντί να παίζουμε μπάλα να πετροβολιόμαστε. Κατά τα’ άλλα δεν είχαμε σχέσεις, παρόλο που βρίσκονταν και πίσω ακόμα από το σχολείο, οδός αγίου Σπυρίδωνος. Στα κέντρα όμως πηγαίναμε, στου Τσακλαγιάν, παρακολουθούσαμε σουνέτι όταν γινόταν στη γειτονιά, ο ντελάλης για το σινεμά ήταν Έλληνας, ο πατέρας του συμμαθητή μου Αντώνη (μηχανικός αργότερα, έπεσε το αυτοκίνητο που έφτιαχνε πάνω του και τον σκότωσε) με το ποδήλατο γύριζε τους δρόμους και φώναζε Κρυστάλ σινεμά σιντα πούαξια.
Με τους δασκάλους δεν είχαμε σχέσεις, μεγάλοι οι περισσότεροι στην ηλικία, και πάντα απομακρυσμένοι παρ΄όλη την αγάπη τους, θυμάμαι άλλους που δεν είχα δασκάλους αλλά υπηρέτησαν εκεί, τον Λεωνίδα, τον Χατζηαντωνά, το διευθυντή Ζάρκο, κι αργότερα το Σταύρο Παντελίδη και τον Κωστάκη Γεωργιάδη, της γειτονιάς μας οι δυο τελευταίοι, τότε που ήμουν εγώ στο σχολείο αυτοί ήταν σε χωριά. Στο παρθεναγωγείο δίδασκαν δασκάλες, θυμάμαι τη δεσποσύνη Θεοδώρα, της Χρυσαλινιώτισσας και την κυρία Ρίτα, μάλλον ακουστές, άμεση σχέση δεν είχαμε.
Το Φεβράρη του 1952 έγινε η στέψη της βασίλισσας Ελισάβετ, λίγο πριν είχε πεθάνει ο πατέρας της Γεώργιος ΣΤ, στη στέψη οι εγγλέζοι ήθελαν να δώσουν πανηγυρικό χαρακτήρα, μοίραζαν φλιτζάνια με το στέμμα και μετάλλια στους μαθητές που διακρίνονταν, τα φλιτζάνια έγιναν κομμάτια, τα ρίχναμε και τα σπάζαμε, ήταν εγγλέζικα, δεν ήταν ελληνικά. Γιορτές και πανηγύρια έγιναν από τους εγγλέζους πολλά κάτω στην τάφρο κοντά στην Πύλη Πάφου. Στο  σχολείο μαθαίναμε να τραγουδούμε τον αγγλικό εθνικό ύμνο μεταφρασμένο στα ελληνικά, «Θεέ την άνασσαν κοινήν μητέρα μας σώσον Θεέ, δος δόξης στέφανον …» ως εδώ. Οι δάσκαλοι δεν έλεγαν τίποτε. Υπάλληλοι ήταν οι άνθρωποι.
Στα μαθήματα είχαμε βιβλία που έρχονταν από την Ελλάδα ή άλλα που γράφονταν στην Κύπρο για την Ιστορία και Γεωγραφία της, του Λάππα επιθεωρητή θυμάμαι κάποια, δεν είχαμε βέβαια καμιά τεχνολογία, παρά μόνο τον πίνακα σε τριπόδι, κάποτε δυο κάποτε ένα, κιμωλία μαυροπίνακας ή πράσινος, ξύλινος, καμιά εικόνα, τετράδια, μολύβια που μας έδιναν στην αρχή του χρόνου, ένα μόνο δίσκο του Νεύτωνα με τα κύρια χρώματα θυμάμαι στο γραφείο του διευθυντή μαζί με μια προθήκη με κύπελλα από γυμναστικούς ή άλλους αγώνες. Ίσως να τον είδαμε μια φορά το δίσκο να στριφογυρίζει για να καταλάβουμε πώς βγαίνει το λευκό χρώμα ή και πώς αναλύεται στα συστατικά του, αν τα λέω καλά.
Κάθε Σάββατο στην Πέμπτη τάξη είχαμε μια ώρα να διαβάσουμε το ευαγγέλιο της Κυριακής κι έτσι από το δημοτικό ερχόμαστε σ’ επαφή με τη  γλώσσα του ευαγγελίου, το μεταφράζαμε και αποδίδαμε με λόγια δικά μας. Στα Θρησκευτικά βασική ήταν και η γνώση απολυτικίων των αγίων. Γεωγραφία αποστηθίζαμε διαδρομές, για να πας στο Βαρώσι θα περάσεις από τα τάδε χωριά κοκ. Πέμπτη έκτη είχαμε και τα πρώτα μαθήματα αγγλικής γλώσσας. Ζωγραφική κάναμε με νερομπογιές, ήταν κάτι μικρά μπουκαλάκια με σκόνη σε διάφορα χρώματα, αναμιγνύαμε με νερό σε παλέτες ζωγραφικής με θήκες σαν φόρμες για μικρά κέικ, και με ένα μεγάλο πινέλο ζωγραφίζαμε σε χοντρές λευκές κόλλες α3 τοπία, σκηνές από τη ζωή, ό τι αγαπούσαμε! Στο τέλος του χρόνου γινόταν έκθεση των έργων ζωγραφικής στο λιακωτό του σχολείου ή σε αίθουσες διδασκαλίας.

Με την εκκλησία δε θυμάμαι να μας έπαιρναν με το σχολείο κοινό εκκλησιασμό, ήταν τόσες εκκλησιές γύρω μας, δίπλα ο άγιος Γεώργιος, ο άγιος Κασσιανός, η Χρυσαλινιώτισσα, ο άγιος Ιάκωβος, ο άγιος Λουκάς. Κάθε δέκα οικογένειες είχαν και μια εκκλησιά δίπλα τους, άλλα τα εικονίσματα που ήταν σε σπίτια κι οι γυναίκες της γειτονιάς πήγαιναν να τα προσκυνήσουν.    Αυτά συν Θεώ. 

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Του αρραβώνα
Στέλιος Παπαντωνίου

‘Εστω ότι βρίσκεσαι σε περίοδο αρραβώνα. Ο αρραβωνιαστικός σου συμπεριφέρεται ακκιντζίδικα. ‘Αλλον σου εδείξαν. Σιγά σιγά όμως τ’ αφτιά του άκουσαν τι λέει το στόμα του. Κατάλαβες εσύ. Παρ’ όλο τον πόθο σου, παρ’ όλα τα ψάρια που δεν έφαγες στο Βόσπορο αλλά σου ψήνονται στα χείλη, παρά τους καφέδες και τα μπαλόνια στη Λήδρας, παρά τις ζιβανίες και τους σιουτζιούκκους, εσύ τι κάνεις; Σπεύδεις να τον πάρεις; Τούρκος να’ ναι κι ό τι να’ ναι; Άντρα θέλω, τώρα τονε θέλω; Κι ας είν ξύλινος; Κι ας είναι αυτό που τώρα βλέπεις; (αν βλέπεις!)

Κι η μάνα κι ο πατέρας του να σου ζητούν προικιά που δεν έχεις να δώσεις, οικόπεδα, θαλασσόπεδα, στρατόπεδα, Πύργους και πορτοκάλια; Εσύ εκεί; Ε, παρ’ τον να ησυχάσεις! Αμ δε! Αρχίζει τα ζόρια: Μιλούσες για τα μαθητικά σου χρόνια, άρπαξε  μια λέξη τ’ αφτί του, κάποιος από το περιβάλλον σου την είπε. Ζήτα συγγνώμη! Να πάρει το λόν του πίσω! Κι αυτό δεν πάει πολύ; Δεν σου δειξε η κωλοσυρμή της κουφής; Από το νύχι δεν κατάλαβες το λιοντάρι; (εξάλλου σε κατέφαγε: το ξέχασες!)
Κρίμα στις σπουδές σου, στα μαστορλίκια και στα δοκτοράτα σου, κρίμα.

Αλλ’ ημείς οι πτωχοί δεν κατέουμε πράμα από πολτιτζιή. Πάλι κρίμα!

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

οι διαψεύσεις

Τώρα που διαψεύσαμε κι όλα εκείνα τα άρθρα
Πως ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος
Και πως τα δικαιώματά του τα κατοχυρώνουν
Οργανισμοί και διακηρύξεις
Τώρα που φτάνουμε να ψηλαφούμε την σκλαβιά
Και να μην την αναγνωρίζουμε
Να νομίζουμε πως είναι η γιατρειά μας
-Αν είναι δυνατόν-
Ύστερα, λέει, από την ύβρη
Έρχεται ή Άτη:
Χαντακώνει το νου,
Σαλεύει τα φρένα,
Τα μάτια δε βλέπουν το φως,
Συνηθισμένα στη μπόχα.
Νομίζουν πως αναπνέουν οξυγόνο.
Κι εγώ που δεν θέλω τίποτε άλλο
Παρά να ζω ελεύθερος
Στον τόπο που γεννήθηκα,
Χωρίς τσακάλια, χωρίς λιοντάρια
Να κυκλοφορούν στους δρόμους,
Να γρυλλίζουν, να οπλοφορούν
Να με σκέπουν σαν το λύκο…
Κι οι συνομιλίες συνεχίζονται
Τα τραπέζια στρώνονται
Πάλι και πάλι
Κι η Ηρωδιάδα βγάζει ένα ένα τα πέπλα
Και ζητεί την κεφαλήν Ιωάννη επί πίνακι.


Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

επίκαιρα

Πρέπει να προσέξεις
Και τα μικρά ρυάκια να ξεβουρλίσεις
Κοίτα πόσα μικρά ζωάκια με τα περιττώματά τους
Γέμισαν τις διόδους
Τις ατραπούς των υδάτων
Τους σταλαγμίτες στα μεγάλα σπήλαια

Και ν’ αρχίσεις όσο πιο γρήγορα τη δουλειά
Γιατί το σκοτάδι έρχεται
Άρχισε ήδη να επικάθεται
Μοιάζει κάποτε με τα μαύρα
Που σκεπάζουμε μεγαλοβδομαδιάτικα
Τους αγίους.
bbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbb

……………………..
Πέρασαν τρεις χιλιάδες χρόνια
Στεκόσουν εδώ
Μπαινόβγαιναν χωρίς να χτυπούν την πόρτα
Στάθηκες υπέροχη
Όχι εσύ
Τα παιδιά σου.
Αυτά είναι και σήμερα το πρόβλημα

bbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbbb
Άρατε πύλας οι απλοί πολίτες
Οι σημαδεμένοι στο μέτωπο
Οι φεγγαρόλουστοι τα βράδια
Σημαιοφόροι των παλαιών ημερών.

Κανένας δε θέλει να βαδίζει
Μόνος στην έρημο
Μη ξέροντας πού είναι
Τα φυλάκια, τα κρησφύγετα, τα μοναστήρια.

Να βρούμε πρώτα τα σκολειά
Να μπούμε μέσα
Να γεμίσουν τα ποτήρια των παιδιών.


Επίγραμμα


ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ

Μια στέρφα πορεία
τη φορούν στραβά σαν φέσι
αυτοχειροκροτούμενοι
κι εσύ αγανακτισμένη
με τους γονυπετείς ηγετίσκους
αποστρέφεις το πρόσωπο

Στέλιος Παπαντωνίου