Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

κέφια


Κέφια

Οπότε, την ώρα που ακούει το όνομά του, πετάγεται κι αρπάζει από τα χέρια μου το απολυτήριό του, βαμμένος κόκκινα μαλλιά, ώσπου να προλάβουν οι καθηγητές να τον εμποδίσουν έγινε καπνός, είχαμε προηγουμένως ειδοποιήσει, τελευταία σας μέρα, μη μου κατεβείτε βαμμένοι κι αξούριστοι νέα παιδιά, τιμήστε μια φορά τη στολή σας, άλλου παπά ευαγγέλια, το θυμήθηκα που ψες παρακολουθούσα τα παιδιά του Γυμνασίου να αποφοιτούν, να επιβραβεύονται, η εγγονή ανάμεσα, οι γονιοί κι οι παππούδες κι οι γιαγιάδες αποδειχτήκαμε άτακτοι πολύ, δεν είμαστε λαός πειθαρχημένος, του σιορολόπ, κι εγώ μαζί παρακαλώ, δεν κατηγορώ, πρώτος νιώθω υπεύθυνος ως παιδαγωγός, την άλλη φορά, στην τεχνική Παραλιμνίου, μου μπαίνει με τα φλιπφλοπ στο σχολείο να παραλάβει το πτυχίο, πού πας ρε κύριε, μαντράχαλος και δαβιδάκος εγώ, έπρεπε όμως να έχω και θάρρος και ισχύ και είχα και την ένιωθα, φοβήθηκε, τράβηξε πίσω, άλλος στο Ευρυβιάδειο, να μου φέρουν δήθεν τις τηλεοράσεις, που ήθελα να βάλω ττερπιέ ένα παιδαρέλι που μου κατέβηκε από την ξένην, πρόσεχε δάσκαλε, αυτός είναι επικίνδυνος, μου ανεβαίνει μια μέρα στα κάγκελα του ορόφου, θα πέσω κάτω αν δεν… (δεν θυμάμαι τι απαιτήσεις είχε) το σχολείο συνάχτηκε κάτω από τον όροφο, τσίρκο και ιππόδρομος του Βυζαντίου, βοή και πανζουρλισμός, πέσε βρε αφού είσαι μάγκας, κατέβηκε ωραίος ωραίος, τι είναι να τα θυμάσαι τα ωραία του σχολείου, το πιο απρόβλεπτο επάγγελμα, του εκπαιδευτικού, δεν ξέρεις τι θα σου λάχει στη στιγμή. Καλημέρα σας.

Δυστυχώς


Δυστυχώς

Λέγαμε στα φυλλοκάρδια μας, «μη μιλάτε στα παιδάκια για λιοντάρια και λύκους, για ερπετά και θεριά, αφήστε το δράκο του νερού, φοβερός στην όψη, μην τα σκιάζετε, να τα καλοβυζάνετε, να μάθουν να καλοκρατούν, να συνεργάζονται, να διαλέγονται, δείξτε τον κόσμο στην καλή του», κι όμως, ένας οχτρός στον ουρανό, στη γη στη θάλασσα και κάτω, ο ίδιος παντού, σ’ όλη την ανατολική μεσόγειο, στο δικό μας αιγαίο το χιλιοτραγουδημένο, βρυχάται σαν λιοντάρι, δαγκώνει σαν λύκος, ουρλιάζει δρακοντοάν, τα παιδιά πρέπει να μάθουν από μικρά για τον οχτρό, να ετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν στη ζωή τους το σουλτάνο το βεζίρη τον ιμάμη, που ζητά να τα κατασπαράξει,  να φουσκώσει ως να σπάσει, και τα παραμύθια ας μείνουν για κείνους που ζουν στα όνειρά τους τη λυκοφιλία του. Δυστυχώς.


Τρίτη 25 Ιουνίου 2019

Στον κόσμο του


Στον κόσμο του

Ακούαμε τα βράδια την ξεψυχισμένη φωνή του μουεζίνη από το μιναρέ, δεν υπήρχαν τότε μαγνητόφωνα και μεγάφωνα, σήμερα ακούς το κλικ που κάνει η κασέτα σαν γυρνά, το φεγγάρι έπαιζε μεγάλο μεγάλο με τα δέντρα της τάπιας, κατέβαινε ένα αεράκι δροσερό  από την οδό αγίου Γεωργίου, περνούσε στο εκκλησάκι , άναβε κερί, παλιά του συνήθεια, κι ερχόταν εκεί στα σπίτια μας, εμείς καθόμασταν στο στενό δρομάκι, η μάνα μου κι οι άλλες γυναίκες της γειτονιάς έκοβαν φιδέ, άλλες κεντούσαν, ετοίμαζαν κάποτε φιλανθρωπικές γιορτές, κάπου εκεί στον Ορφέα και στον κήπο γίνονταν, ο πατέρας επέστρεφε από τη δουλειά με το ποδήλατο, ο παππούς από Ξενοφώντος, πάροδο Ερμού με τα πόδια, στρώναμε τραπεζάκι έξω, με τα δικά μας, την μπύρα, το κρασάκι, το ούζο, το κονιακάκι, ανάλογα, και τα εύτακτα, είχαμε πολλά να συζητήσουμε, για τα παιδιά στα σχολεία με το δάσκαλο Κωστάκη, για το κυπριακό, το αιώνιο θέμα, αφού η γειτονιά ήταν ο πρώτος δέκτης των μηνυμάτων, περνούσαν με τα αμάξι κι ο μαχαλεπάρης να πάει στο σπίτι, πλούσια η σοδειά όλη μέρα, κι ο αϊραντζιής, και το τουρκάκι με το γυαλιστερό μεταλλικό δοχείο σαν οινοχόη με την παγωμένη λεμονάδα, αν ήταν καιρός μπαϊραμιού ακούγαμε τις μπομπάρδες, καιρός για φαγητό καιρός για νηστεία, οι γειτόνισες τουρκάλες δεν έβγαιναν έξω τη μέρα, να μην πεινάσουν να μη διψάσουν να μην τις δει ο ήλιος, αφού δεν επιτρεπόταν ούτε να φαν ούτε να πιουν, τα παιδιά έπαιζαν ακόμα στους δρόμους, πέντε δέκα δεκαπέντε πτου όποιον βρίσκω φτύννω, κι ο περίβολος της εκκλησιάς, ο παιχνιδότοπος, καμιά μπάλα όλο και θα βρισκόταν, δώρο χριστουγεννιάτικο, τον καλοκρατούσαμε τον γείτονα, να μας αφήσει να παίξουμε κι εμείς με την μπάλα του, στο καφενείο τα Ελευθέρια κάθονταν έξω, μια καρέκλα στα πόδια για το δίσκο με τον καφέ, ύστερα ήρθαν οι οηέδες κι έπιναν το ουίσκι ολόσουπποι, με τα χοτντοκ και τα τηγανισμένα αυγά, πιο πέρα ο μεγάλος μάστρος του παστουρμά, ο Γιώργης από τη Μικρασία, κι οι μπακάληδες, ώρα να κλείσουν, ο Κυριάκος, ο Πλουτής, ο Βάσος, ο Αριστοτέλης, ύστερα ήρθαν άλλοι, έτσι είν’ ο κόσμος, κι αφού ο καθένας ζει στον κόσμο του, κι εγώ στο δικό μου.  

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Θηρίον ανήμερον


Θηρίον ανήμερον

Στο τέλος το θηρίο, όταν εξαγριωθεί, φοβούνται οι πάντες να τ’ αγγίξουν. Κι αυτό υβριστικά σείει απειλητικά τη χαίτη, μπήγει τα νύχια του στα ξένα σώματα, κατασπαράζει με τα δόντια του κρέας ανθρώπινο και καταπίνει νερό θαλασσινό, στο βυθό μυρίζεται αέρια. Ένα 18% του πληθυσμού μιας χώρας, της όποιας χώρας, αυτοανακηρύσσεται δήθεν λαός και κράτος, κι η «προστάτιδα δύναμη» που θα ήταν δήθεν ασπίδα της ακεραιότητας της χώρας αναδεικνύεται ο διχοτόμος χαλαστής, περιμπαίχτης μικρών και μεγάλων. Στο βορρά την ξηρά εκτουρκίζει, στη θάλασσα του νότου βολτάρει ανενόχλητος και θριαμβολογεί, όπου πλούτος εκεί κι ο «προστάτης των μικρών, των πτωχών και των αδυνάτων τουρκοκυπρίων», τι άλλο έχουμε ν’ ακούσουμε ή όλα τ΄ακούσαμε! Με τις δικές μας σάρκες και το δικό μας αίμα παίζει, κι εμείς ακολουθούμε το γλειφιτζούρι, ανοιγοκλείνει το Βαρώσι, ρίχνει την τράπουλα στην τσόχα, πάντα κερδίζει, με κλεμμένα παίζει, άλλοι μόχθησαν άλλοι έκτισαν κι ας ήταν στην άμμο,  και τον Χριστό τον ξεχάσαμε θαμμένο στον Εξορινό, το άδικο δεν έχει όρια, το δίκαιο νόμος και όριο κι αυτό το τραβά πετσί τομάρι. Και παίζει και κορδώνει το θεριό, κι οι άλλοι παρακολουθούν, πρώτο τραπέζι πίστα,  ναι μεν αλλά …κι εμείς  με σκυφτό το κεφάλι, βοηθήστε τον αόμματο. Όσα ήξερες στην Ιστορία τα βλέπεις πραγματοποιημένα, εσύ τα βλέπεις, άλλοι ακόμα δεν, κι ελπίζουν και διακηρύσσουν, έτοιμοι για συνομιλίες. Φευ!!! Δείτε τα παιδευτές κι εκπαιδευτές κι ετοιμάστε τα νέα προγράμματα. Κινδυνεύει η ύπαρξη. Συνειδητοποιήστε.


Τετάρτη 19 Ιουνίου 2019

πατριωτισμός ρεαλισμός


Πατριωτισμός- ρεαλισμός

Αν δεν πουλάς πατριωτισμό, πουλάς ρεαλισμό κι ο ρεαλισμός λέει να υπακούς στον μεγάλο της περιοχής, που είναι η Τουρκία, να συμβάλλεις στην προώθηση και επιτυχία των σχεδίων της, ειδ’ άλλως θα έχεις να αντιμετωπίσεις την οργή της, μοίρασε λοιπόν όσα έχεις και δεν έχεις, όσα σου ζητά δίνε, γουίν γουίν δεν ακούς, καζάν καζάν, παίξε τη ζωή σου στο καζαντί και θα είσαι κερδισμένος, όσα σου αφήσει, γιατί είναι άξια να σε καταβροχθίσει, μην εναντιώνεσαι, ιδιαίτερα τώρα που βλέπεις τον άρκοντά της πώς συμπεριφέρεται, με την Ευρώπη τα βάζει, με την Αμερική, κλίνε αυχένα, κάμψε γόνυ, προσκύνα, να περάσουμε ως παρακάτω, αν μας αφήσει,  σου φτάνουν είκοσι στρατιωτάκια καλοντυμένα για κανένα «πάρουσιαστέ», κήρυξε ανοχύρωτη την χώρα σου, βρίσκε δικαιολογίες, «εγώ αγαπώ την ειρήνη, την καλή γειτονία, δεν ανέχομαι τον πόλεμο», ας τον Θουκυδίδη να λέει «το εύδαιμον το ελεύθερον το δε ελεύθερον το εύψυχον» και προπάντων διάγραψε και από το κείμενό του εκείνο το «μη περιοράσθε τους πολεμικούς κινδύνους» ποιος καταλαβαίνει τι λέει, φίλα χέρι κι ας είναι ξερό, ρίξε τα όλα σ’ αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί σου, αυτοί φταιν που δεν δέχτηκαν το σχέδιο Ανάν, αυτοί φταιν που μας τους έφεραν, αυτοί φταιν που δεν κατανοούν τη διεθνή πολιτική, το συμφέρον του ισχυροτέρου, αυτοί που νομίζουν πως είναι καιρός αιθεροβάμονος ελευθερίας και άλλων ηχηρών παρομοίων, αυτοί που δεν μας ακούν, αυτοί…. αυτοί…Δεν μας λαμβάνουν υπόψη και να τα χάλια μας… και  η πλειοψηφία κάνει λάθη, εμείς φταίμε που δεν κάνουμε την επανάστασή μας…. βάλε και κάνα ριχτάρι στην πολυθρόνα σε παρακαλώ…

Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος


ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Μια ιδιαίτερη αγάπη για το άγιον Πνεύμα, με χίλιες μορφές εμφανίζεται, ως περιστερά, ως….και δεν το βλέπεις, προσπαθείς κάποτε να συλλάβεις τη μορφή του Υιού, «μορφήν… ανθρωπίνην προσέλαβες», κι έτσι όποιον άνθρωπο βάλω στη θέση του νομίζω πως κάνει, Αυτός εξάλλου είπε, αν έκαμες το καλό σ΄έναν από τους αδελφούς μου τους ελάχιστους σε μένα το έκαμες, το Εσύ ο Χριστός, κι ο Πατήρ αγέννητος, ο Υιός γεννητός και το Πνεύμα το άγιον εκπορευτόν, παρά του Πατρός εκπορεύεται, μα αυτά πολλές φορές είναι σωστά θεολογικά αλλά παραμένουν λόγια, δεν αξιώθηκες να δεις, «είδομεν το φως το αληθινόν», και δεν το βλέπεις, ο Σωφρόνιος του Έσσεξ μας το είπε, δείτε τον Θεόν καθώς είναι και είναι Φως, «Φως ο Πατήρ Φως ο Λόγος Φως και το Άγιον Πνεύμα», κι εμείς δεν έχουμε μάτια, φανταζόμαστε, ίσως να απέχουμε πολύ από τον αγώνα, παρασάγγας μυρίους, ακόμα και στο Μωυσή είπε, δεν θα δεις παρά τα οπίσω μου, καλά τα έργα, τα κτίσματα, οι ενέργειες, αλλά εμείς, ανάξιοι, μένουμε στο σκότος, και στα λόγια.


Παρασκευή 14 Ιουνίου 2019

χαρά μου


Χαρά μου

Τώρα που βλέπω την εγγονή στο τέλος του Γυμνασίου, την άλλη στο παρά λίγο τέλος του Δημοτικού και βλέπω τον μόχθο στο διάβασμα κι αισθάνομαι το άγχος, την αγωνία των παιδιών στις εξετάσεις, και διαβάζω στις εφημερίδες και στα περιοδικά για τις πανελλαδικές, παιδιά που δακρύζουν βγαίνοντας, καλοτυχίζω τον εαυτό μου, δεν έκαμα μάθημα στις μισές τάξεις του γυμνασίου, στους δρόμους διαδηλώσεις, ήταν η περίοδος του αγώνα της εοκα, βόλτες τ’ απογέματα με τα ποδήλατα, και στη Σεβέρειο βέβαια αλλά και στο Μπελβί, το καλύτερο ζαχαροπλαστείο μας κοντά στο σχολείο, με τον κύριο Σταύρο να μας φέρνει εκείνα τα περίφημα κωκ, και τα παγωτά του τέτοιο καιρό, ευτυχώς δεν έκαμα μάθημα όπως κάνουν σήμερα, διαδήλωνα στους δρόμους, έριχνα φυλλάδια, ρουφούσα δακρυγόνες, καλύτερη ήταν τότε λέω η ζωή παρά των σημερινών μαθητών, δεν θα την άντεχα. Και μια δεύτερη μεγάλη χαρά, δεν υπήρξα ποτέ αριστούχος!


Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

ψυχοσάββατο


Ψυχοσάββατο

Ψυχοσάββατο αύριο, πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής και τη Δευτέρα του αγίου Πνεύματος, ένα πιάτο κόλλυβα, ένα ψωμάκι, ένα κερί, να θυμηθούμε και να φέρουμε μαζί μας στην εκκλησιά, στις ίδιες θέσεις, τον πατέρα και τη μητέρα, το μικρό αδελφό, τους παππούδες και τις γιαγιάδες στην πόλη και στο χωριό, τους θείους και τις θείες, τα ξαδέλφια που χάθηκαν νωρίς ποτίζοντας φαρμάκι, τους συγγενείς και φίλους, τους συμμαθητές, συναδέλφους, μαθητές, τους καλούς γειτόνους, ήταν καιροί που η εκκλησιά γέμιζε, πιάτα κόλλυβα  καταλάμβαναν τα σκαλοπάτια του σολέα, μια μεγάλη μπρούντζινη σανιά γεμάτη μνημονοχάρτια, άλλα κόλλες τετραδίου άλλα μικρά δεφτεράκια, κόσμος μπαινόβγαινε, και καμιά παρεξήγηση μέσα μέσα, «το πιάτο μου είναι αυτό- δεν είναι δικό σου- άς το κάτω», η γειτονιά ήταν πολύ μεγάλη, ως την Ερμού, ως τον Χάντακα, Καϊμακλί μεριά, άρχισαν να κατατρών τις σάρκες της οι Τούρκοι από το 56, κι ύστερα το 58 κι ύστερα το 63 κι ύστερα το 74, ένα καλύκι έχει μείνει, στο κέντρο η εκκλησιά, ο Κασσιανός μας, ας είναι όμως, τον κρατάμε με την αγάπη μας οι παλιοί γειτόνοι, και περιμένουμε και πάλι να τους δούμε τους δικούς μας, στους ίδιους σκάμνους, στην ίδια στάση, προσηλωμένους στα μνημόσυνα, να ξαναβρεθούμε ζώντες και κεκοιμημένοι, όπως πρέπει, να απλώνει τις αγκαλιές η ζωή, να πλαταίνει ο κόσμος μας.

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

Τριφύλλιος


Τριφύλλιος

Ευτυχώς που δεν παραξενεύεσαι, σοφός άγιος είσαι, τόσα ξένα είδες εν τω ουρανώ και εν τη γη, πλουσιόπαιδο, ψηλός γαλανομάτης ξανθομάλλης, έτσι λέει το συναξάρι, λίγο από τη Ρώμη λίγο από την Κωνσταντινούπολη, πέρασες κι από Βηρυτό, σπούδασες, εκείνος όμως ο αγράμματος Σπυρίδων σε σαγήνεψε, ένα κεραμίδι κι έκαμε δουλειά εκατόν χριστιανοφιλοσοφούντων, γιατί να σε νοιάξει που δεν έχεις κι εσύ ένα μεγαλοπρεπή ναό στο όνομά σου, πολιούχος της πρωτευούσης Χώρας ή Λευκωσίας ή Λευτεώνος, Λευκώνος, Λήδρου, Λήδρας, Λεδρών, Λευκούσας, Λευκουσίας, Λευκοσίας, λέει ο Σίμος Μενάρδος, κι άλλα ακόμα ονόματα, παλιά μπορεί να είχες τον καθεδρικό ναό της Λευκωσίας, κάπου εκεί στον τουρκομαχαλλά, περνούσαμε τα πρωινά για το παντοπουλείο, δεν ξέραμε, τι να σου κάμει ένα εκκλησάκι στο Ελένειο, εσύ όμως ευχαριστημένος, υπομονετικός, περιμένεις, σχεδιάζονται ναοί και ναοί, μεγαλοπρεπείς και μεγαφωνικοί, ίδωμεν, λες, ίσως να θυμηθούν κι εμάς, κι αν δεν…κακό του κεφαλιού τους, μα πάλι- σκέφτεσαι- λες να με παρεξηγούν πως είμαι ομονοιάτης και να αποφεύγουν το χτίσιμο; Όλα να τα περιμένεις στον μάταιο τούτο κόσμο, να ζεις, με την ευκαιρία της γιορτής σου τις ευχές μας, ίδωμεν!    

Με αφορμή τον Ψηφιακό Ηρόδοτο


Με αφορμή τον Ψηφιακό Ηρόδοτο

Στέλιος Παπαντωνίου

Χάρη στον Ψηφιακό Ηρόδοτο έχουμε την ευκαιρία να διαβάσουμε εφημερίδες παλιές της Κύπρου και της Δωδεκανήσου. Εφημερίδα με το όνομα ΠΡΟΣΦΥΞ εκδίδεται στη Μυτιλήνη, εβδομαδιαίο όργανο των απανταχού προσφύγων. Έχω μπροστά μου των πρώτων ημερών του Αυγούστου του 1914, περίοδο άγριας εκδίωξης των Ελλήνων της περιοχής της Φωκαίας. Ως γνωστόν με την ίδια αγριότητα ακολούθησαν άλλες ως το 1922 με την πλήρη καταστροφή του μικρασιατικού ελληνισμού.

Παρεμπιπτόντως αυτές τις μέρες στην Κύπρο μνημονεύουμε τα θύματα της βρετανικής και τουρκικής δόλιας συμπαιγνίας με το φονικό των Κοντεμενιωτών στο Κιόνελι. Κοινά χαρακτηριστικά, η τουρκική θηριωδία, ο επεκτατισμός, καμιά οπισθοχώρηση, όσο κι αν προσπάθησαν μερικοί και προσπαθούν σήμερα να υποδείξουν στην Τουρκία το συμφέρον της, για κλάματα είμαστε!

Στην εφημερίδα λοιπόν Ο Πρόσφυξ. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο εκείνες τις μέρες αγωνιζόταν να διασώσει τους διωκόμενους ελληνικούς πληθυσμούς. Ζητεί αποζημιώσεις, επικαλείται το διεθνές δίκαιο, προστασία και παρέμβαση των Δυνάμεων, επικαλείται τα προνόμια, τις συνθήκες Παρισίων, Λονδίνου, Βερολίνου, πόσο θυμίζουν τα δικά μας! Τέλος, ο αρθρογράφος σκέφτεται πως πρέπει να υπενθυμίσει στους Νεότουρκους τα συμφέροντά τους: είναι αδύνατον  οι έκφρονες Νεότουρκοι να μη συναισθανθώσιν το ασύμφορον των ενεργειών τους. Σείουν τα θεμέλια της πολιτικής και οικονομικής των υπόστασης, γιατί οι Έλληνες εκεί είναι το πιο εργατικό και αποδοτικό κομμάτι της κοινωνίας και οικονομικά αλλά και πνευματικά. Τέλος πιστεύει πως μια Μεγάλη Δύναμη, έστω η ορθόδοξη Ρωσία, θα ακούσει τις φωνές των αδικουμένων.

Σε άλλες στήλες καταγράφονται οι τουρκικές επιθέσεις εναντίον των ελληνικών πληθυσμών, με όλο το κόκκινο και μαύρο που γνωρίσαμε κι εμείς, από το 1956 και όμως μυαλό δεν βάλαμε, ή εθελοτυφλούμε, ή ζούμε στο παραμύθι της ειρηνικής επίλυσης του κυπριακού, της επιστροφής στα σπίτια μας  με αποζημιώσεις και άλλα. Η Ιστορία του Κυπριακού είναι γεμάτη από αποδείξεις για την τουρκική επεκτατικότητα, και όμως προσπαθούμε να βρούμε άλλες διεξόδους, άλλες δικαιολογίες, «φταίμε εμείς, όλο το βάρος σε μας, δεν λύεται το πρόβλημά μας γιατί δεν δεχτήκαμε το σχέδιο Ανάν, όσο καθυστερούμε παγιώνεται η τουρκική κατοχή και η δημογραφική αλλαγή των κατεχομένων….»

Μορφίτες νομίζουν πως βρίσκονται στη λύση κοντά αλλά φταίει η κυβέρνηση που δεν δίνει λύση, Αμμοχωστιανοί νομίζουν πως βρίσκονται έξω από την πόλη τους έτοιμοι να επανεγκατασταθούν και όμως φταίει η δική μας πλευρά, που τους κρατά διά της βίας στην προσφυγιά, το ΑΚΕΛ ωθεί παρωθεί βιάζει και βιάζεται για συνομιλίες πιστεύοντας πως εγγύτερον η λύση ή ό τι επιστεύσαμεν, και δε το παίρνουμε απόφαση: έχουμε να κάμουμε με ένα άτεγκτο εχθρό, επιθετικό και μόνο, φαταούλα και κλέφτη, πονηρό κι άτσαλο, τα εδώ τουρκοκυπριακά κουκλοθεατρικά κινούνται από την Τουρκία, χωρίς να έχουν καμιά δύναμη, και το μόνο που εξυπηρετούν είναι τα συμφέροντα της Τουρκίας.

Ας πάψουμε να αλληθωρίζουμε,  ας δούμε ξεκάθαρα την πραγματικότητα κι ας ετοιμαζόμαστε με τις συμμαχίες άλλων χωρών που επιτυγχάνει η κυβέρνηση να οδεύσουμε την ευθεία. Ζητούμε την απελευθέρωση των εδαφών μας από την τουρκική κατοχή, την απομάκρυνση των ξένων στρατευμάτων και των εποίκων, την ειρήνη και δημοκρατία στη Κυπριακή Δημοκρατία. Τίποτε περισσότερο από όσα έχει το κάθε ευνομούμενο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάντως ραγιάδες με την υπογραφή μας δεν γινόμαστε.

Όσο για την Παιδεία, καιρός να εγκαταλείψει την μαλάκυνση των εγκεφάλων των παιδιών μας και να τους ανοίξει τα μάτια: Τέκνα, έχετε έναν επικίνδυνο αντίπαλο, ετοιμάζεστε να επιβιώσετε στο εχθρικό παρόν κλίμα και να διασώσετε Ιστορία και Πατρίδα. Ο δρόμος σας δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα.

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019

Βαρνάβας


Δεν ήταν και εύκολο πράμα να πείσεις τους ανθρώπους να αλλάξουν πίστη, και μάλιστα που είχαν το Δία και τον Απόλλωνα και προπάντων στην Πάφο την Αφροδιτούλα τους με όλα τα λουκουμοειδή, και να σου κατεβαίνει ο Σαλαμίνιος Βαρνάβας, μια με τον Παύλο, μια με τον Μάρκο, και να κηρύττουν τον λόγο του Θεού και τον σωτήρα Ιησού Χριστό, εδώ δεν μπορείς να τους πείσεις να μην πίνουν κόκα κόλα ή να αλλάξουν μάρκα παπούτσια και ρούχα, οι κατανάλω, κι όμως το μπόρεσε ο Υιός της Παρακλήσεως, βέβαια δεν ήταν εύκολο να τα βάλεις και με έναν Παύλο, ο ίδιος ο Χριστός τον κάλεσε, βρε, με ποιον τα βάζεις και με διώκεις Σαούλ Σαούλ, κι αν δεν ήταν η δύναμη του Υψίστου, η Πίστη και μόνη σ’ Αυτήν την ομοούσιο Τριάδα, χριστιανισμό δεν θα βλέπαμε, αγάπη στην παρούσα ζωή, λύση όλων των προβλημάτων πάσης φύσεως πολιτικοοικονομικοκοινωνικής και πίστη στην μετά θάνατον ζωή, στην Ανάσταση. Χριστιανισμός στην Κύπρο δυο χιλιάδων χρόνων και ελληνισμός τριών και χιλιάδων, άντε να τα ξεριζώσετε!!!

γεροντικόν

Ἀποδημίας δὲ οὐκ ἐδεήθη, καθάπερ οἱ πλείους, πλὴν εἰ μὴ στρατεύεσθαι ἔδει», λέει ο Διογένης ο Λαέρτιος για τον Σωκράτη, δεν βγήκε ποτέ από την πόλη του, ούτε είχε ανάγκη, όπως οι περισσότεροι, εκτός εάν υπήρχε πόλεμος, κι έπρεπε να εκστρατεύσει μαζί με τους λοιπούς Αθηναίους, δεν είναι βέβαια το ίδιο, ο λόγος το φέρνει, έρχεται όμως κάποτε ώρα και λες, σε προσκαλούν, συγγενείς, φίλοι και γνωστοί, απόψε βραβεύομαι, απόψε παρουσιάζεται το έργο μου, απόψε εκθέτω τα έργα μου, σε περιμένω, και λες, είναι καιρός πια, ευχαριστώ, δεν βγαίνω, γιατί καταλαβαίνεις πως δεν κυκλοφορείς πια ελεύθερα, με το σκοτάδι ή με τα φώτα των δρόμων στην πόλη, γίνεται δύσκολη η ζωή του οδηγού, καλύτερα λες στο σπιτάκι μου πια, δεν βγαίνω, κι ας μην μοιάζεις με Σωκράτη, τα πάντα εν σοφία εποίησεν, άκου κι εσύ το πρόσταγμα, κατά φύσιν ζην, σύναξε εαυτόν όπου τον έχεις, τα μισά σου ρούχα.

Σάββατο 8 Ιουνίου 2019

ποιμενικά


Ποιμενικά ειδύλλια, Ο πατριάρχης

Παππού, πάψε να πίνεις άλλο, φτάνει σε, τώρα σας βρήκα ταιριαστούς, θ’ αρχίσω να σας λέω, κι εσείς ακούτε, τουρκοκρατία ήτονε, κι εγώ στην Πάφο στο χωριό με απέραντο  κουπάδι, ερωτεμένος σφόδρα, που λέτε οι γραμματικοί, την έβλεπα και καίγονταν τα σπαρτά και τα πρόβατα, μαλλί να γνέθει, να φροντίζει, τον άντρα, τα παιδιά της, να κλώθει και να κλώθεται, για τρικά, χοντρές φστάνες και βράκες, κι εγώ διψώ τον πόθο της, μια μέρα πήρε τ’ αρνιά της στη βοσκή, ξωπίσω εγώ με τα δικά μου, την πρόλαβα πάνω στην κορφή, να σε κλέψω θέλω, της λέω, άφης΄ τα όλα,  κλούθα μου, πήγαινε συ ομπρός κι εγώ ξωπίσω, κι έτσι οργώσαμε ούλο το νησί, από τη μια στην άλλη άκρη, στον Πενταδάχτυλο, ψηλά εκεί, στο μοναστήρι του Χρυσόστομου, νηστεμένοι καλογέροι στα χωράφια, πού πάτε ξένοι, ελάτε, φάτε πιείτε μιτά μας, και να μας ευλογήσετε τους αρραβώνες και τους γάμους, λέμε, δέχτηκαν, κι έτσι βρέθηκα με την καλή μου στο βουνό, να χτίζω πάνω στην κορφή μικρό μικρό σπιτάκι, κάτω μεγάλη πολιτεία μα δεν ήξερα, ύστερα έμαθα, η Χώρα, κι έγινα πατριάρχης και γενάρχης του χωριού, ώρα καλή σας τέκνα μου και τέκνα των παιδιών μου.