Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019

γεροντικόν

Ἀποδημίας δὲ οὐκ ἐδεήθη, καθάπερ οἱ πλείους, πλὴν εἰ μὴ στρατεύεσθαι ἔδει», λέει ο Διογένης ο Λαέρτιος για τον Σωκράτη, δεν βγήκε ποτέ από την πόλη του, ούτε είχε ανάγκη, όπως οι περισσότεροι, εκτός εάν υπήρχε πόλεμος, κι έπρεπε να εκστρατεύσει μαζί με τους λοιπούς Αθηναίους, δεν είναι βέβαια το ίδιο, ο λόγος το φέρνει, έρχεται όμως κάποτε ώρα και λες, σε προσκαλούν, συγγενείς, φίλοι και γνωστοί, απόψε βραβεύομαι, απόψε παρουσιάζεται το έργο μου, απόψε εκθέτω τα έργα μου, σε περιμένω, και λες, είναι καιρός πια, ευχαριστώ, δεν βγαίνω, γιατί καταλαβαίνεις πως δεν κυκλοφορείς πια ελεύθερα, με το σκοτάδι ή με τα φώτα των δρόμων στην πόλη, γίνεται δύσκολη η ζωή του οδηγού, καλύτερα λες στο σπιτάκι μου πια, δεν βγαίνω, κι ας μην μοιάζεις με Σωκράτη, τα πάντα εν σοφία εποίησεν, άκου κι εσύ το πρόσταγμα, κατά φύσιν ζην, σύναξε εαυτόν όπου τον έχεις, τα μισά σου ρούχα.