Ι Μ.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑ
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Α‘ Παγκόσμιος πόλεμος δίχασε την ελληνική
ηγεσία και κοινωνία.
Η θέση του Βενιζέλου Ο
πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, που θεωρούσε ότι οι Αγγλογάλλοι θα
επικρατούσαν, έκρινε ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να συμμαχήσει με την Αντάντ για να
διαφυλάξει τα κέρδη της από τους βαλκανικούς πολέμους αλλά και να διευρύνει τα
σύνορά της.
Η θέση του Κωνσταντίνου Ο
βασιλιάς Κωνσταντίνος ήθελε την Ελλάδα σύμμαχο των Κεντρικών Δυνάμεων. Επειδή,
όμως, η Οθωμανική αυτοκρατορία και η Βουλγαρία είχαν ήδη ταχθεί στο πλευρό της
Γερμανίας, ο βασιλιάς υποστήριζε, σε συνεννόηση με τον Γερμανό αυτοκράτορα, τη
«διαρκή ουδετερότητα» με το επιχείρημα ότι έτσι η Ελλάδα θα προστατευόταν από
τον πόλεμο.
Η σύγκρουση Βενιζέλου-Κωνσταντίνου
Όταν η Αντάντ επιχείρησε να καταλάβει τα Δαρδανέλια (Φεβρουάριος 1915), ο
Βενιζέλος έκρινε ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να πάρει μέρος στην προσπάθειά της. Η
άρνηση του Κωνσταντίνου οδήγησε τον πρωθυπουργό σε παραίτηση. Στις εκλογές που
ακολούθησαν (Μάιος 1915) ο Βενιζέλος αναδείχτηκε νικητής. Όταν, όμως, κήρυξε
την Ελλάδα σε επιστράτευση, ο βασιλιάς διαφώνησε και πάλι και τότε ο Βενιζέλος
παραιτήθηκε για δεύτερη φορά.
Ακολούθησαν νέες εκλογές (Δεκέμβριος 1915)
από τις οποίες οι Φιλελεύθεροι απείχαν. Έτσι, η νέα κυβέρνηση που προέκυψε ήταν
απολύτως πιστή στα Ανάκτορα.
Η
εμπλοκή της Ελλάδας στον Α‘ Παγκόσμιο πόλεμο Η Αντάντ,
για να αντιμετωπίσει τη συνεχώς ενισχυόμενη γερμανική επιρροή στα Βαλκάνια,
αποβίβασε στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη (Οκτώβριος 1915). Η Σερβία δέχτηκε και
βουλγαρική επίθεση, κατέρρευσε και τα σερβικά στρατεύματα μεταφέρθηκαν στη
Μακεδονία. Λίγο αργότερα, γερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα εισέβαλαν στην
Α. Μακεδονία (Μάιος 1916). Οι ελληνικές δυνάμεις δεν αντέδρασαν, καθώς
εφάρμοζαν τις εντολές του Κωνσταντίνου περί «ουδετερότητας». Έτσι, το Δ’ Σώμα
Στρατού διατάχτηκε να παραδοθεί δίχως να αντισταθεί, αιχμαλωτίστηκε και
μεταφέρθηκε στη Γερμανία.
Οι
Επίστρατοι και το κίνημα της Εθνικής Άμυνας
Μετά από
αυτά, η Αντάντ απαίτησε από τον βασιλιά (Ιούνιος 1916) τον αφοπλισμό των
ελληνικών ενόπλων δυνάμεων που ήταν υπό τις διαταγές του. Εκείνος αποδέχτηκε το
αίτημα, αλλά, συγχρόνως, έδωσε εντολή οι έφεδροι που απολύονταν να οργανώνονται
σε συνδέσμους. Έτσι δημιουργήθηκαν οι Επίστρατοι, μια φιλοβασιλική
παραστρατιωτική οργάνωση με περίπου 200.000 μέλη. Σχεδόν παράλληλα,
βενιζελικοί δημιούργησαν στη Μακεδονία μια οργάνωση, την Εθνική Άμυνα, και
πραγματοποίησαν κίνημα στη Θεσσαλονίκη (17 Αυγούστου 1916) ζητώντας τη
συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.
Η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης Μπροστά σε αυτές τις
εξελίξεις, ο Βενιζέλος εγκατέστησε Προσωρινή Κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη και
διέταξε επιστράτευση ώστε ελληνικά στρατεύματα να πολεμήσουν στο πλευρό της
Αντάντ.
Ο Εθνικός Διχασμός Έτσι, η πολιτική κρίση, που εκδηλώθηκε για
πρώτη φορά με ένταση τον Φεβρουάριο του 1915 με τη μορφή διαφωνίας ανάμεσα στον
πρωθυπουργό Βενιζέλο και τον βασιλιά Κωνσταντίνο, κλιμακωνόταν διαρκώς και είχε
ως αποτέλεσμα, το καλοκαίρι του 1916, να διαμορφωθούν στην Ελλάδα δύο αντίπαλα
κέντρα εξουσίας. Το φαινόμενο ονομάστηκε Εθνικός Διχασμός, αποτυπώθηκε
γεωγραφικά στη διάσπαση σε «κράτος των Αθηνών» υπό τον Κωνσταντίνο και «κράτος
της Θεσσαλονίκης» υπό τον Βενιζέλο και υπήρξε, ουσιαστικά, η πρώτη εμφύλια
σύγκρουση στην Ελλάδα του 20ού αιώνα. Η
δυναμική επέμβαση της Αντάντ και η έξωση του Κωνσταντίνου Σε αυτό το
πλαίσιο, η Αντάντ επιδίωξε να καταλάβει την Αθήνα, αλλά τα συμμαχικά
στρατεύματα που κινήθηκαν από τον Πειραιά προς την πρωτεύουσα αποκρούστηκαν από
δυνάμεις πιστές στον βασιλιά. Τον Νοέμβριο του 1916, το «κράτος των Αθηνών»
εξαπέλυσε διώξεις σε βάρος βενιζελικών με τουλάχιστον 35 νεκρούς (Νοεμβριανά).
Παράλληλα, η Αντάντ κατέλαβε τον Πειραιά, επιβάλλοντας αυστηρό αποκλεισμό στη
«βασιλική» Ελλάδα, και αξίωσε την απομάκρυνση του Κωνσταντίνου, ο οποίος
εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα (2/15 Ιουνίου 1917). Στον θρόνο άφησε τον
γιο του Αλέξανδρο, δίχως, ωστόσο, ο ίδιος να παραιτηθεί.
Η ανάληψη της εξουσίας από τον Βενιζέλο Ο Βενιζέλος ήρθε στην
Αθήνα, σχημάτισε νέα κυβέρνηση και κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις.
Ελληνικά στρατεύματα πήραν μέρος, στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ, στις
τελευταίες μάχες που έγιναν στη Μακεδονία (1918). Επιπλέον, ο Βενιζέλος
επανέφερε τη Βουλή που είχε εκλεγεί τον Μάιο του 1915, η οποία λόγω της
«νεκρανάστασής» της ονομάστηκε Βουλή των Λαζάρων. Παράλληλα, απολύθηκαν
χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι και στρατιωτικοί που θεωρήθηκαν φιλοβασιλικοί.
Κάποιοι άλλοι εκτοπίστηκαν και ανάμεσα σε αυτούς αρκετά στελέχη της βασιλικής
παράταξης που εξορίστηκαν σ’ ένα γαλλικό νησί, την Κορσική. Η συνθήκη των Σεβρών (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920) επιβλήθηκε στην Οθωμανική
αυτοκρατορία. Τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος και η Θράκη μέχρι τα πρόθυρα της
Κωνσταντινούπολης παραχωρούνταν στην Ελλάδα. Επίσης, ο σουλτάνος αναγνώριζε
επίσημα την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Β. και Α. Αιγαίου και η Ιταλία
παραχωρούσε στην Ελλάδα τα Δωδεκάνησα, εκτός από τη Ρόδο. Η Αντάντ ανέθετε στην
Ελλάδα τη διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια, οι
κάτοικοι της περιοχής θα αποφάσιζαν με δημοψήφισμα για την τύχη της. Τα Στενά
τέθηκαν υπό διεθνή έλεγχο. Έτσι, η Οθωμανική αυτοκρατορία διαλυόταν. Μετά τη
συνθηκολόγηση του σουλτάνου (Οκτώβριος 1918), δυνάμεις της Αντάντ κατέλαβαν
νευραλγικά σημεία στην Οθωμανική αυτοκρατορία θέτοντας τη χώρα υπό κατοχή. Ελληνικές
δυνάμεις συμμετείχαν στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, εκφράζοντας,
και με αυτό τον τρόπο, τις ελληνικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, ο Βενιζέλος
έστειλε στο συνέδριο του Παρισιού υπόμνημα (Δεκέμβριος 1918) με το οποίο
διεκδικούσε μια ευρύτατη ζώνη εδαφών στη δυτική Μικρά Ασία με κέντρο τη Σμύρνη,
την Α. Θράκη μέχρι τα πρόθυρα της Κωνσταντινούπολης και τα νησιά Ίμβρος και
Τένεδος στην είσοδο των Στενών. Επιπλέον, ο Βενιζέλος, θέλοντας να υποστηρίξει
τις παραπάνω διεκδικήσεις, έστειλε ελληνικό στρατό στην εκστρατεία της Αντάντ
εναντίον των μπολσεβίκων Στη συγκεκριμένη συγκυρία η
στρατιωτική παρουσία της Ελλάδας, χώρας που αποτελούσε στενό σύμμαχο της
Βρετανίας, στη Μικρά Ασία θα αναχαίτιζε τις ιταλικές επιδιώξεις στην περιοχή
και θα παρείχε στήριξη στις μικρές βρετανικές δυνάμεις που βρίσκονταν στα
Στενά. Έτσι, η Βρετανία υποστήριξε τα ελληνικά αιτήματα. Πράγματι, το συμβούλιο του
Παρισιού έδωσε εντολή στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 1919, να στείλει στρατεύματά
της στη Μικρά Ασία. Στις 2 Μαΐου 1919 Έλληνες στρατιώτες αποβιβάστηκαν στη
Σμύρνη και κατέλαβαν την πόλη και μια περιοχή περίπου 17.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων
γύρω από αυτή. Οι Έλληνες της Μικράς
Ασίας δέχτηκαν το γεγονός με ενθουσιασμό, ενώ οι Τούρκοι αντέδρασαν αρνητικά.
Με ευθύνη και των δύο πλευρών σημειώθηκαν από την πρώτη στιγμή επεισόδια με
νεκρούς και τραυματίες. Οι Ιταλοί, που είχαν καταλάβει εδάφη νότια της
ελληνικής ζώνης, δυσαρεστήθηκαν, καθώς διεκδικούσαν και εκείνοι τη Σμύρνη. Σε
αρκετές περιπτώσεις οι τουρκικές επιθέσεις εναντίον των ελληνικών δυνάμεων
προέρχονταν από περιοχές που ήταν υπό ιταλική διοίκηση.
Οι διωγμοί του μικρασιατικού ελληνισμού Η ενίσχυση του τουρκικού
εθνικισμού, ιδίως μετά την επικράτηση των Νεοτούρκων (1908), και η επιδίωξη
ισχυρών γερμανικών συμφερόντων να
κερδίσουν κυρίαρχη θέση στην οθωμανική οικονομία (εκτοπίζοντας τους Έλληνες, τους
Αρμένιους και τους Εβραίους) οδήγησαν σε συστηματικούς διωγμούς των
ελληνορθόδοξων πληθυσμών από το 1913. Έτσι, στα χρόνια των βαλκανικών πολέμων
και του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, με το επιχείρημα ότι η παρουσία ελληνικών
πληθυσμών θα έθετε σε κίνδυνο τις τουρκικές πόλεις αν δέχονταν ελληνική
επίθεση, εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα περίπου 150.000 Έλληνες. Παράλληλα, οργανώθηκαν τα
τάγματα εργασίας στα οποία κατατάσσονταν άνδρες πάνω από 45 ετών που οδηγούνταν
για αγγαρείες σε λατομεία και δημόσια έργα στο εσωτερικό της χώρας. Έτσι
εξοντώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Μικράς Ασίας και του Πόντου,
πράγμα που αποτέλεσε αληθινή τραγωδία για τον ελληνισμό. Ίδια τύχη είχαν και οι
Αρμένιοι
Η ήττα της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας και η παρουσία στρατευμάτων της Αντάντ σε διάφορες περιοχές της
χώρας γέννησαν αισθήματα ταπείνωσης στους μουσουλμανικούς-τουρκικούς πληθυσμούς
του οθωμανικού κράτους, οι οποίοι αντέδρασαν με διαδηλώσεις. Παράλληλα, αρκετοί
αξιωματικοί του σουλτανικού στρατού έδειχναν απροθυμία να παραδοθούν. Ένας από
αυτούς, ο Μουσταφά Κεμάλ (1881-1938), άρχισε, στην Ανατολή, σε περιοχές που δεν
ελέγχονταν από την Αντάντ, την οργάνωση κινήματος αντίστασης. Τον Ιούνιο του
1919, σε σύσκεψη στην Αμάσεια του Πόντου, ο Κεμάλ και οι συνεργάτες του έθεσαν
ως στόχο την οργάνωση ενός κινήματος με σκοπό όχι τη διατήρηση της πολυεθνικής
Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που αποτελούσε πια παρελθόν, αλλά τη δημιουργία ενός
νέου, τουρκικού εθνικού κράτους
Ο μικρασιατικός πόλεμος (1919-1922)
Η ελληνική διοίκηση της Μικράς Ασίας
Παράλληλα με την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, εγκαταστάθηκε στην
πόλη και η ελληνική διοίκηση. Επικεφαλής ορίστηκε ο ύπατος αρμοστής (γενικός
διοικητής) Αριστείδης Στεργιάδης, έμπιστος τόσο του Βενιζέλου όσο και των
Βρετανών, με εντολή να αντιμετωπίζει ισότιμα όλους τους κατοίκους. Ήταν μια
πολιτική που δεν γινόταν πολλές φορές αποδεκτή από την ελληνική στρατιωτική
ηγεσία, τον μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο και από ορισμένους Μικρασιάτες
Έλληνες, γεγονός που, σε συνδυασμό με τον αυταρχικό χαρακτήρα του Στεργιάδη,
έκανε τον ύπατο αρμοστή αντιπαθή σε αρκετούς Έλληνες. Πάντως, οι ελληνικές
αρχές επιτέλεσαν σημαντικό έργο στην οικονομία, στην εκπαίδευση, στην υγεία και
ιδίως στην επανεγκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων που είχαν διωχθεί παλαιότερα
από τις οθωμανικές αρχές και τώρα επέστρεφαν.
Οι επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού έως το καλοκαίρι
του 1920 Ο ελληνικός στρατός κατέλαβε αρχικά τα εδάφη της
Μικράς Ασίας για τα οποία είχε εντολή από την Αντάντ. Λίγο αργότερα, ο
Βενιζέλος έλαβε από το συνέδριο του Παρισιού άδεια επέκτασης της ελληνικής
ζώνης κατοχής. Έτσι, ο ελληνικός στρατός, αφού κατέλαβε, την άνοιξη του 1920,
την Α. Θράκη, προέλασε, το καλοκαίρι του 1920, σε βάθος 100-150 χλμ. καταλαμβάνοντας
μια ζώνη εδαφών στη Μ. Ασία κατά πολύ μεγαλύτερη από αυτή που όριζε η συνθήκη
των Σεβρών (είχε υπογραφεί λίγο νωρίτερα).
Η απόρριψη της συνθήκης των Σεβρών από το τουρκικό
κίνημα αντίστασης Οι ελληνικές επιτυχίες διευκόλυναν την
Αντάντ να επιβάλει στον σουλτάνο τη συνθήκη των Σεβρών (καλοκαίρι 1920). Όμως,
η απόλυτη απόρριψη της συνθήκης από τον Κεμάλ σε συνδυασμό με την ενίσχυση του
τουρκικού εθνικού κινήματος αντίστασης έκαναν τους συμμάχους επιφυλακτικούς
σχετικά με το κατά πόσο ο ελληνικός στρατός θα μπορούσε να επιβληθεί.
Οι εκλογές του 1920 και η επάνοδος του Κωνσταντίνου Λίγες
μέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών ο Βενιζέλος δέχτηκε στο Παρίσι
δολοφονική επίθεση από Έλληνες φιλοβασιλικούς, αλλά διασώθηκε. Λίγο μετά, στη
διάρκεια ταραχών που ξέσπασαν στην Αθήνα, δολοφονήθηκε από βενιζελικούς ο Ίων
Δραγούμης, γνωστός αντιβενιζελικός.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Βενιζέλος προκήρυξε
εκλογές, κρίνοντας ότι μετά την επιτυχία των Σεβρών η συγκυρία ήταν ευνοϊκή για
να τις κερδίσει. Yποτίμησε, όμως, το γεγονός ότι ένα σημαντικό τμήμα της
ελληνικής κοινωνίας είχε κουραστεί από την πολεμική προσπάθεια που είχε
ξεκινήσει χρόνια πριν με τους βαλκανικούς πολέμους. Σε αυτές τις συνθήκες
δημιουργήθηκε μια αντιβενιζελική συμμαχία, με ηγέτη τον Δημήτριο Γούναρη,
που υποσχόταν τον τερματισμό του πολέμου και την απαλλαγή από τη «βενιζελική
τυραννία», όπως χαρακτήριζε τη διακυβέρνηση Βενιζέλου. Καθώς το πολιτικό κλίμα
ήταν ήδη τεταμένο, ο αιφνίδιος θάνατος του Αλέξανδρου, που εκτελούσε χρέη
βασιλιά, μετέτρεψε τις εκλογές σε άτυπο δημοψήφισμα για την επιστροφή ή όχι του
εξόριστου Κωνσταντίνου στην Ελλάδα.
Στις εκλογές που έγιναν τον Νοέμβριο του 1920 οι
Φιλελεύθεροι ηττήθηκαν. Αμέσως ο Βενιζέλος έφυγε από την Ελλάδα. Η νέα
φιλοβασιλική κυβέρνηση οργάνωσε δημοψήφισμα για την επιστροφή ή όχι του
Κωνσταντίνου. Το υπερβολικά υψηλό ποσοστό υπέρ του Κωνσταντίνου δημιούργησε
βάσιμες υποψίες για νοθεία. Τον Δεκέμβριο του 1920 ο Κωνσταντίνος επανήλθε.
Διπλωματικές επιτυχίες του τουρκικού κινήματος
αντίστασης Παράλληλα, οι Δυνάμεις της Αντάντ είχαν
αρχίσει να επανεξετάζουν τη στάση τους διαβλέποντας τη δυνατότητα του κεμαλικού
κινήματος να είναι ο νικητής της σύγκρουσης. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου,
πολέμιου της Αντάντ στα χρόνια του Α’ Παγκόσμιου πολέμου, λειτούργησε ως
πρόφαση για τις Δυνάμεις, ιδίως για τη Γαλλία και την Ιταλία, ώστε να
αναθεωρήσουν τη στάση τους απέναντι στην Ελλάδα. Έτσι, ο Κεμάλ, αφού υπέγραψε
συμφωνία συνεργασίας με τη Σοβιετική Ένωση (Μάρτιος 1921), προχώρησε στην
υπογραφή σειράς συμφωνιών με τη Γαλλία (Μάρτιος και Οκτώβριος 1921) και την
Ιταλία (Μάρτιος 1921) που προέβλεπαν την αποχώρηση των στρατευμάτων τους από τη
Μικρά Ασία με αντάλλαγμα την παραχώρηση προνομίων και διευκολύνσεων από την
κεμαλική Τουρκία. Μετά απ’ αυτά, οι ελληνικές προσπάθειες είχαν πλέον μόνο την
αγγλική στήριξη, και αυτή σε διπλωματικό, κυρίως, επίπεδο
Οι εξελίξεις έως τον Αύγουστο του 1922 Η
νέα φιλοβασιλική κυβέρνηση δεν τήρησε την προεκλογική της υπόσχεση για
τερματισμό του πολέμου. Ο Κωνσταντίνος και η νέα πολιτική ηγεσία πίστευαν ότι η
νίκη ήταν κοντά και γι’ αυτό αποφάσισαν να συνεχίσουν τον πόλεμο.
Μάλιστα, ο Κωνσταντίνος πήγε ο ίδιος στη Μικρά Ασία. Το καλοκαίρι του 1921, τα
ελληνικά στρατεύματα πραγματοποίησαν μεγάλη επίθεση, που κόστισε χιλιάδες
νεκρούς και τραυματίες, φτάνοντας μέχρι τον ποταμό Σαγγάριο, λίγα χιλιόμετρα
πριν την Άγκυρα. Συνάντησαν, ωστόσο, ισχυρή αντίσταση και υποχώρησαν στη
γραμμή που οριζόταν από τις πόλεις Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια-Αφιόν Καραχισάρ. Εκεί
παρέμεινε το μέτωπο τον επόμενο ένα χρόνο.
Όμως, οι
όροι του παιχνιδιού είχαν αντιστραφεί. Ο Κεμάλ,
ενισχυμένος οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά, εμφανιζόταν αδιάλλακτος.
Την ίδια στιγμή στην Αθήνα ενισχύονταν οι αντιπολιτευτικές φωνές (ο Αλ .
Παπαναστασίου και έξι συνεργάτες του δημοσίευσαν, τον Μάρτιο του 1922, το
Δημοκρατικό Μανιφέστο, στο οποίο ασκούσαν κριτική στις βασιλικές επιλογές) και
οξυνόταν η οικονομική κρίση. Σε αυτές τις συνθήκες, οι κυβερνήσεις της Αθήνας
αναζητούσαν στο εξωτερικό διπλωματική και οικονομική στήριξη, αλλά δίχως αποτέλεσμα.
Στις 13 Αυγούστου εκδηλώθηκε η τελική τουρκική
επίθεση. Λίγο μετά η ελληνική άμυνα κατέρρευσε και άρχισε η υποχώρηση. Στις 27
Αυγούστου οι κεμαλικοί μπήκαν στη Σμύρνη. Η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες, οι
Έλληνες και οι Αρμένιοι κάτοικοί της στη σφαγή. Η ήττα του ελληνικού στρατού
σήμανε και το τέλος του μικρασιατικού ελληνισμού. Όσοι Έλληνες σώθηκαν πήραν το
δρόμο για την προσφυγιά.
Ελλάδα: Το κίνημα του 1922 Στις
αρχές Σεπτεμβρίου του 1922 ξέσπασε κίνημα στη Χίο και στη Μυτιλήνη, όπου
βρίσκονταν μονάδες του ελληνικού στρατού που επέστρεφαν από τη Μικρά Ασία. Όσοι
συμμετείχαν σε αυτό αξίωναν την παραίτηση του βασιλιά Κωνσταντίνου, τη διάλυση
της Βουλής (στην οποία τα φιλοβασιλικά κόμματα διέθεταν πλειοψηφία), το
σχηματισμό νέας κυβέρνησης που θα είχε την εμπιστοσύνη της Αντάντ, καθώς και
την ενίσχυση του μετώπου στη Θράκη, ώστε η Ελλάδα να αποφύγει και άλλες
εδαφικές απώλειες. Με επικεφαλής τους συνταγματάρχες Νικόλαο Πλαστήρα και
Στυλιανό Γονατά, περίπου 12.000 αξιωματικοί και στρατιώτες, αποβιβάστηκαν, λίγο
αργότερα, στο Λαύριο, στο νοτιότερο άκρο της Αττικής, και άρχισαν να βαδίζουν
προς την Αθήνα. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, βλέποντας ότι δεν είχε καμία δυνατότητα
αντίστασης, εγκατέλειψε τη χώρα. Βασιλιάς έγινε ο γιος του Γεώργιος Β‘.
Φτάνοντας στην Αθήνα, οι κινηματίες εγκατέστησαν επαναστατική κυβέρνηση.
Η ανακωχή των Μουδανιών
Μετά την ήττα στη Μικρά Ασία, φαινόταν πλέον εξαιρετικά δύσκολο για την Ελλάδα
να διατηρήσει την Α. Θράκη. Αρχικά, η επαναστατική κυβέρνηση δεν φάνηκε πρόθυμη
να υποχωρήσει. Μάλιστα, για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη νέα τουρκική επίθεση,
αναδιοργάνωσε ταχύτατα τον ελληνικό στρατό στη Θράκη. Τελικά, όμως, υπό το
βάρος των κεμαλικών απειλών για νέο πόλεμο και των αφόρητων πιέσεων της Αγγλίας
η Ελλάδα αποδέχτηκε την ανακωχή των Μουδανιών (Οκτώβριος 1922) με την οποία η
Α. Θράκη ενσωματωνόταν στην Τουρκία. Η εκκένωση της περιοχής από τον ελληνικό
στρατό και τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό ολοκληρώθηκε στα μέσα Νοεμβρίου 1922.
Ελλάδα: Η «δίκη των έξι» Η
επαναστατική κυβέρνηση σύστησε έκτακτο στρατοδικείο προκειμένου να
καταλογιστούν ευθύνες για την ήττα στη Μικρά Ασία. Σε αυτό παραπέμφθηκαν οκτώ
κορυφαία στελέχη (πρωθυπουργοί,
υπουργοί, στρατιωτικοί ηγέτες) της βασιλικής παράταξης: Δ. Γούναρης, Ν.
Στράτος, Π. Πρωτοπαπαδάκης, Γ. Μπαλτατζής, Ν. Θεοτόκης, Γ. Χατζανέστης, Μ.
Γούδας και Ξ. Στρατηγός. Τον Νοέμβριο του 1922 καταδικάστηκαν σε θάνατο και
εκτελέστηκαν οι έξι πρώτοι˙ αυτή ήταν η «δίκη των έξι».
Η συνθήκη της Λοζάνης (1923)
Παράλληλα, άρχισαν στη Λοζάνη της Ελβετίας διαβουλεύσεις για την υπογραφή μιας
νέας συνθήκης ειρήνης. Εκπρόσωπος της Ελλάδας σε αυτές ορίστηκε, από την
επαναστατική κυβέρνηση, ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Μετά από πολύμηνες συζητήσεις
υπογράφτηκε, στις 24 Ιουλίου 1923, η συνθήκη της Λοζάνης, με την οποία
επισημοποιήθηκε η τουρκική κυριαρχία στη Μικρά Ασία και στην Α. Θράκη, ενώ
παραχωρήθηκαν στην Τουρκία και η Ίμβρος με την Τένεδο. Επίσης, στη συνθήκη της
Λοζάνης ενσωματώθηκε ελληνοτουρκική σύμβαση ανταλλαγής πληθυσμών (Ιανουάριος
1923), σύμφωνα με την οποία όλοι οι
ορθόδοξοι χριστιανοί της Τουρκίας έπρεπε να μετοικήσουν στην Ελλάδα και όλοι οι
μουσουλμάνοι της Ελλάδας να ακολουθήσουν τον αντίστροφο δρόμο. Εξαιρέθηκαν το
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου
και της Τενέδου (125.000 τότε), καθώς και οι μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης
(118.000 τότε).
Κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα Η
ελληνική επαναστατική κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει επείγοντα και σοβαρά
προβλήματα. Η ραγδαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, η κατακόρυφη πτώση
των μισθών και η επείγουσα ανάγκη αποκατάστασης των παλαιών πολεμιστών (πολλοί
από αυτούς είχαν πολεμήσει 10-12 χρόνια) και των προσφύγων έκαναν επιτακτική τη
λήψη μέτρων. Η επαναστατική κυβέρνηση,
αφού αντιμετώπισε με επιτυχία μια προσπάθεια ανατροπής της (Οκτώβριος 1923),
αποφάσισε να παραδώσει την εξουσία. Στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1923 τα φιλοβασιλικά
κόμματα απείχαν. Έτσι, στη Βουλή εκπροσωπήθηκαν μόνο το κόμμα των Φιλελευθέρων
του Ελ. Βενιζέλου (250 βουλευτές) και η Δημοκρατική Ένωση του Αλ. Παπαναστασίου
(120 βουλευτές). Ο Γεώργιος Β‘ εξαναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό. Προσωρινός
αντιβασιλέας ορίστηκε ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης.
ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Αθήνα γύρω στα 1918 ένα παιδί καλό και
φτωχό, μελετηρό, ο Άγγελος είχε ένα φίλο πλούσιο, πολύ καλόκαρδο, το Νίκο
Στέργη. Επειδή ήταν ο καιρός που ο Νίτσε γέμιζε τα μυαλά των μικρών και
αδυνάτων, (αφού κήρυττε τον υπεράνθρωπο) νόμισε πως κι ο Άγγελος, το καλό
παιδί, θα γινόταν κακός, γι’ αυτό ήθελε να σκοτώσει τον φίλο του τον πλούσιο
που ονειρευόταν Παρίσια, τον Νίκο. Ο ‘Αγγελος είχε μια μάνα θλιβερή ύστερα από
το χαμό και της κόρης της, έχασε δυο μικρά παιδιά, αρρώστιες την εποχή εκείνη,
φθίση. Ο πατέρας του άνεργος, φτωχός και οικονόμος, δύσκολα να τα βγάλουν πέρα. Μια νύχτα που περίμενε στο
σπίτι το φίλο του τον Νίκο, ο Άγγελος άφησε ένα σκαλοπάτι ξεκάρφωτο, για να δώσει κάτω να σκοτωθεί ο Νίκος. Αλλά μόλις
πλησίασε ο Νίκος, ο Άγγελος έτρεξε να
τον ειδοποιήσει να μην προχωρήσει, μην
πάθει κακό. Ο Άγγελος διαβάζει να περάσει τις εξετάσεις, ο Νίκος Στέργης
το γλεντά, και όλο έβρισκε δικαιολογία τους δήθεν πονοκεφάλους. Η Δάφνη, ο
όμορφη κοπέλα, η γυναίκα, ο έρωτας, την ποθεί ο Άγγελος αλλά την έχει ο Στέργης
και ζηλεύει ο Άγγελος.
Πατέρας του Νίκου είναι ο Λύσαντρος
Στέργης, έμπορος σιδήρου, πλούσιος, η μάνα του Νίκου πέθανε, μένει με τον
πατέρα, μια περήφανη άμυαλη αδελφή, και τη γιαγιά, κάποτε λαμπρή γυναικάρα.
Το εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής,
όλο φλυαρίες.
ΙΙ
Ευαισθησία του Άγγελου από την παιδική
ηλικία. Αναδρομή στο παρελθόν. Ο Άγγελος στα δώδεκά του χρόνια καθόταν έξω από
την Αθήνα, περπατούσε καμιά ώρα για να πάει σχολείο, κάπου εκεί στη Πλάκα, με
καμιά φέτα ψωμί στην τσέπη. Μια μέρα τους είπαν να ετοιμαστούν για να πάνε στο
στάδιο να δουν τον βασιλέα, κι η μαμά κάθισε όλη νύχτα να αναπαλαιώσει τα
παλιοφορέματα του γιου της, αλλά όταν στάθηκαν στη γραμμή, ο δάσκαλος τον
έβγαλε έξω, δεν ήταν καλοντυμένο. ‘Υστερα άρχισαν τα αδέλφια να πεθαίνουν,
πρώτο ένα σερνικό, κατάλαβαν πως η φτώχια κάνει κακό, ερχόταν ο γιατρός στο
σπίτι, έπαιρνε τη βίζιτα, άσε να δούμε, κι ύστερα η αδελφή, στο νοσοκομείο, κι
ο πατέρας θεοφοβούμενος, όλους τους μακαρισμούς έλεγε, μακάριοι οι φτωχοί τω
πνεύματι! Και ο φτωχός μας Άγγελος είχε γίνει το κοιμητήριο των αδελφιών του!
Ο χριστιανισμός ενάντια στον Νίτσε.
Έρημη χώρα, Νίτσε πέραν του καλού και του κακού, και ο Υπεράνθρωπος, έργα του
που επέδρασαν στους συγχρόνους του. Ξεκινούν με όνειρα και ελπίδες αλλά στο
τέλος ακολουθεί η διάψευση, Κάπως έτσι η εποχή κι οι άνθρωποι, μια αβέβαιη
αστροφεγγιά, ανάμεσα στη νύχτα και στο φέγγος, παγκόσμιος πόλεμος και ύστερα
νίκες στη Μικρασία και τέλος καταστροφή.
Κεφάλαιο ΙΙΙ
1918 η Ελλάδα με τα στρατεύματά της
στην Πόλη, ο κόσμος χαίρεται, η γρίπη θερίζει, ο Παστέρ την καταπολεμεί, ο
Άγγελος, το στερημένο παιδί του καιρού του. Ο Άγγελος ερωτευμένος με τη Δάφνη
που θέλει τον Νίκο. Αποφασίζει η ομάδα να πάνε στο σπίτι του Νίκου, το
αρχοντικό των Στέργηδων. Γνωρίζουμε τον πατέρα Λύσαντρο, τη γιαγιά Αριάδνη, την
αδελφή του Νίκου Τζένη, το πλουσιοκόριτσο, που σκέφτεται πως το τέλος του
πολέμου μπορεί να μη συμφέρει στην οικογένεια, και πώς θα πάει βόλτα στο
Παρίσι; Κρασοκατάνυξη, ο Άγγελος γυρνά αργά στο σπίτι μεθυσμένος.
Τέταρτον ΙV
Είναι ένας Παπαδήμας, που περνά να
αφήσει βοήθεια στην οικογένεια και πάντα προκαλεί τα νεύρα του Άγγελου, γιατί
είναι ένας φαρισαίος. Τέλειωσε ο α΄ παγκόσμιος πόλεμος, ο φίλος Πετρόπουλος από
την επαρχία, με θείο πολιτευτή, δικηγόρο, ονειρεύεται μεγαλεία και πολιτική. Με
ένα ναπολεόνι που κρατά θα πάει σε κορίτσι. Τι θα σπουδάσουν; Ο νους του
Άγγελου στη Δάφνη. Πάμε να γνωρίσουμε τη γειτονιά, το κλίμα της εποχής. Γειτόνισσα
μια ξένη δασκάλα μπεκρού, παραπάνω ένα κορίτσι πλέκει δαντέλες, αρρωστημένο,
αντίκρυ μια χήρα, ο Πασπάτης, νεαρός φτωχός, θα πεθάνει αργότερα με φθίσι, ονειρεύεται να πάει στη Σχολή Ευελπίδων,
αντιγράφει βιβλία για μεροκάματο. Κοντά εκεί μια νέα φθισική, προς το βράδυ
περνούν τα παιδιά, βγαίνουν περίπατο. Η Λένα αρρώστησε, μια της παρέας, ο
Άγγελος τους αφήνει, πάει στον Πασπάτη, ζητά να τον βοηθήσει στις αντιγραφές.
V
Καλοκαίρι 1919, τελειώνουν το
Γυμνάσιο/Λύκειο. Ο πατέρας του Άγγελου άνεργος, νηστικοί, ο Άγγελος ζητά
δανεικά από τον Νίκο Στέργη. Τον Μάη ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη, χαρές,
όνειρα, που θα γκρεμιστούν σε δυο τρία χρόνια. Ο Στέργης τους πήρε στο χτήμα του
κοντά στη θάλασσα, τα ερωτικά σκιρτήματα και ερωτήματα των αγοριών. Ο Άγγελος
βγαίνει τη νύχτα, κατασκοτώνεται μέσα στα άγνωστα περβόλια, τον περιμαζεύει ο
περιβολάρης. Η μοναξιά των δεκαοχτάχρονων. Έστω τα χρόνια της εφηβείας μιας
γενιάς των αρχών του 20 αιώνα.
VI
Θλίψη βαριά, κολυμπούμε σε μια
ανεξήγητη θλίψη, κάποια ελπίδα με το απολυτήριο, ποια μέσα να χρησιμοποιήσουν
για να βρει ο Άγγελος δουλειά. Ελληνικό σύστημα, τα μέσα, απογοητεύσεις. Πάει στο Στέργη, του δίνει
δουλειά στην εταιρεία, γραφέας, ο πόνος της αγάπης, της εποχής, της φτώχειας. Ο
Πασπάτης άρρωστος με αιμοπτύσεις και ποιος θα κάνει τις αντιγραφές, ο ‘Αγγελος
του αφήνει κάτι δραχμές. Η αγάπη του στη Δάφνη κι η ζήλεια για τον Νίκο. Δίπλα
στον Άγγελο στη δουλειά, ένας γερασμένος γραφιάς, ο γέρος.
VII
Φθινόπωρο, ο Πετρόπουλος πιάνει δουλειά
σε Υπουργείο, τα χάλια τους έχουν. Πάει στην εταιρεία Στέργη, βρίσκονται τα
παιδιά. Εγγραφή στο πανεπιστήμιο, τι
τραβούσαν τότε, ξενύχτι στο ταμείο, να πληρώσουν εξέταστρα. Ο Άγγελος πάει για
φιλολογία, γράφει ποιήματα, δουλεύει, σπουδάζει, οι άλλοι δυο Πετρόπουλος Νίκος
στη Νομική. Σκηνές στο πανεπιστήμιο, τριτοκοσμικές, χαμένος χρόνος, διάφοροι
τύποι φοιτητών, βάσανο και βασανιστήριο, το πανεπιστήμιο, μάτσο χάλια,
αιωνόβιοι φοιτητές, καφενεδάκια, οι καλλιτέχνες, γνωριμίες. Η Έρση είναι το πνευματικό κορίτσι με τις
ανησυχίες τις πνευματικές, η άλλη γυναίκα στη ζωή του Άγγελου. Πετρόπουλος ο
σαλίγκαρος, γλύφτης, εγωιστής. Ο Άγγελος γράφει ποίημα για τη γυναίκα (την
οποιαδήποτε) όντας ανάμεσα στη Δάφνη και στην Έρση.
VIII
Ένας θαυμαστής του Ντοστογιέφσκι, ο
Ρασκόλνικωφ (όνομα από ήρωα του Ντοστογιέφσκι «Έγκλημα και τιμωρία» )
επισκέπτεται τον Άγγελο στο γραφείο. Ο μισθός του Άγγελου όσο μια γραβάτα του
Νίκου. Γνωρίζουμε ένα γείτονα του
΄Αγγελου, τον κυρ Νικολάκη, άρρωστο. Ο ΄Αγγελος θέλει να τον βοηθήσει ενώ αυτός
φοβάται πως θα τον ληστέψει. Βλέπει τη Δάφνη, πόθος φυγής. Έρχονται
χριστούγεννα, η παλιά παρέα ξανασμίγει στο χτήμα, χαρτοπαίζουν, κερδίζει ο ΄Αγγελος.
Γίνεται λόγος για την Έρση, φίλη του Άγγελου και ποιητικά, η άλλη γυναίκα, ο
Άγγελος φέρεται ως ο παράξενος στοχαστής. Ο ποιητής θεωρείται κατάρα για την
οικογένεια του Άγγελου, κι όμως ο γιος τους γράφει ποιήματα. Ο Βενιζέλος έφυγε,
ο βασιλιάς ήρθε από την εξορία, ο Πετρόπουλος περιμένει το θείο να γίνει
υπουργός.
IX
Ο θείος του Αργύρη και της Δάφνης
έρχεται από το εξωτερικό, πείθεται να πάρει στα ταξίδια μαζί του τον Αργύρη, η
Δάφνη ελευθερώνεται από την παρουσία του αδελφού της. Φορτώνουν στρατό για τη
Μικρασία.
Ο Αργύρης έτοιμος να μπαρκάρει. Ο ηθοποιός Αλέξης μαζί με την Έρση
ανεβάζουν έργο του Σέξπηρ, διακόπτεται η παράσταση, αποτυγχάνει, ο κόσμος ακόμα
είναι αμόρφωτος. Ο Αργύρης στέλλει γράμμα ενθουσιώδες για τα ταξίδια του. Ο
Άγγελος χαρτοπαίζει. Ο Πασπάτης χειροτερεύει, φθίση. Ο Πετρόπουλος ενοικιάζει
ερωτική φωλιά (γκαρσονιέρα/ το ασκηταριό του το λέει) ο Στέργης προχωρεί στις
σχέσεις του με τη Δάφνη, της ρίχνεται ο Πετρόπουλος, μαλλώνουν με τον Στέργη,
τα ξαναβρίσκουν. Ο Στέργης σε δικό του ασκηταριό με τη Δάφνη.
Ο πόλεμος απαιτεί επιστράτευση, όλοι
στο στρατό, σκόρπισαν εδώ κι εκεί, και τα κορίτσια. Η Μικρασιατική καταστροφή έρχεται
άδοξα ύστερα από τόσες δόξες και νίκες. Στο τέλος περιγραφή της καταστροφής.
X
Στη Μ Ασία, Μπαλούκεσερ, στρατιώτες
στη σκηνή, χωρίς φαγητό, αιμοπτύσεις ο ‘Αγγελος, ύστερα στο νοσοκομείο Σμύρνης,
επιστρέφει πριν την καταστροφή. Στο μεταξύ πέθανε ο κυρ Νικολάκης και ο
Πασπάτης. Ο Άγγελος ξαναμπαίνει στη ρουτίνα του γραφείου, μαθαίνει ότι η Δάφνη
είχε συζήσει με τον Πετρόπουλο ένα εξάμηνο, είναι ο Έρωτας η Δάφνη. Αρχίζει η
μικρασιατική καταστροφή που περιγράφεται σε δυο τρεις σελίδες, προπάντων ο
τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι πρόσφυγες. Ο Πετρόπουλος -λόγω θείου-
μοιράζει λεφτά στους πρόσφυγες και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί προσφυγούλες. (οι
κυριότερες σελίδες 156-166)
ΤΟ ΚΥΡΙΟΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΜΕ ΥΛΙΚΟ-σύγκριση με Οι νεκροί περιμένουν Διδώς Σωτηρίου.
ΧΙ
Η δίκη των έξι, μνήμες και ελπίδες
προσφύγων. Ο Λύσαντρος Στέργης πολλαπλασιάζει τη γη του για οικοδομική
εκμετάλλευση. Συνάντηση ΄Αγγελου και Δάφνης, παλιές αγάπες.
Η Έρση με το θεατρίνο ανεβάζουν Έμπορο
της Βενετίας του Σέξπηρ, παίζει και η Δάφνη, την συνοδεύουν ο Άγγελος και η
Ερση στο σπίτι της, στέκια καλλιτεχνών της εποχής. Ο Άγγελος επιτίθεται στο
Στέργη γιατί του κακολόγησε τη Δάφνη. Παραιτείται από την δουλειά του Στέργη,
πάει στης Δάφνης, χάδια και φιλιά. Ο Στέργης δεν δέχεται την παραίτηση. (μεταξύ
μας είναι το καλύτερο παιδί του μυθιστορήματος)
ΧΙΙ
Ο Πετρόπουλος κι ο Στέργης στο θέατρο,
πήραν μαζί τους τη Δάφνη, το θέατρο ξεπουλιέται, ο Αλέξης φεύγει. Ο Άγγελος με
την Έρση. Περνούν τις εξετάσεις της Νομικής επιεικώς ο Στέργης και ο
Πετρόπουλος. Το διασκεδάζουν. Η Έρση
βρίσκει δουλειά σε συμβολαιογραφείο στον Άγγελο, να κάμνει αντιγραφές. Ο
Άγγελος παίρνει πτυχίο φιλολογίας, ο Αλέξης σε περιοδεύοντα θίασο.
ΧΙΙΙ
1924, ο μικρότερος αδελφός του Άγγελου
άρρωστος. Πηγαίνει η οικογένεια στην Αίγινα, ο Άγγελος μένει Αθήνα με τον
πατέρα, ο Στέργης στο Παρίσι για σπουδές, ο Άγγελος με την Έρση στην Αίγινα, η
Δάφνη μόνη, ο Πετρόπουλος της ρίχνεται. Η Δάφνη εκμυστηρεύεται στον Άγγελο πως
τον είχαν του πεταμάτου και τον λυπόνταν. Η μητέρα στην Αίγινα του προξενεύει
την Αριάδνη. Η Δάφνη βγαίνει με τον Πετρόπουλο. Ο Άγγελος τον χτυπά,
συλλαμβάνεται από την αστυνομία, τον αφήνουν ελεύθερο, ο Πετρόπουλος δεν θέλει ποινική
δίωξή του.
ΧΙV
τελευταίο
Ο Άγγελος δουλεύει, είναι άρρωστος, μια
διαδήλωση φθισικών, η Έρση η μόνη φίλη. Ο Αλέξης παράτησε το θεατρικό
μπουλούκι, αγαπά την Έρση, έτσι ο Άγγελος έχασε τη Δάφνη, τον έρωτα, την Έρση,
τη φιλία. Τον διώχνουν από τη δουλειά για να βρει τη γιατρειά του. Μπαίνει
σ΄ένα εστιατόριο κι ύστερα πάει θέατρο. Παίρνει ένα τσαντήρι και πάει με τη
μάνα στη Λυκόβρυση σ΄ένα χτήμα, καθαρός αέρας. Τον επισκέπτονται η Έρση κι ο
Αλέξης. Ο Αργύρης επιστρέφει από τα ταξίδια και τον επισκέπτεται με την αδελφή
του Δάφνη. Το μυθιστόρημα τελειώνει με το «Κοιμήθηκε το παιδί» συλλογίστηκε η
μητέρα.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ