Η ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
του Στέλιου Παπαντωνίου
Το κείμενο αυτό σχετίζεται με την απορία στην οποία βρίσκομαι όταν συνειδητοποιώ συνεχώς πως δυνάμεις ανώτερες από το άτομο, όπως το κράτος, οι πολιτικοί, τα συμφέροντα άλλων, η κακία ή ανοησία των που εκφεύγει λογικών ερμηνειών, σχετίζεται άμεσα με το παρόν και το δικό μου και των συνανθρώπων μου αλλά και με το μέλλον των παιδιών κι εγγονιών μου. Θα προσπαθήσω λοιπόν να εξετάσω τη θέση του πολίτη μέσα σε μια πολιτεία, ένα θέμα αρχαιότατο αλλά και σύγχρονο, που πιέζει πολλές φορές ανθρώπους που νιώθουν το βάρος του κράτους ή και της κοινωνίας στη ζωή τους και προσπαθούν να καταλάβουν πώς πρέπει να ζήσουν, για να ευτυχήσουν.
Πόσο η σύγχρονη πολιτεία είναι κοντά ή μακριά στον ορισμό του Αριστοτέλη για την πολιτεία όπως έχει δοθεί στα Πολιτικά του θα φανεί αμέσως. Ο Αριστοτέλης λέει πως η πόλις- πολιτεία αποτελεί συμβιωτική κοινότητα γενών, οικογενειών και κωμών και υπάρχει χάριν της τέλειας και αυτάρκους ζωής. Και αυτή είναι η ευτυχισμένη και πολιτισμένη ζωή. Κοινόν αγαθόν κατά Αριστοτέλη είναι η ευδαιμονία του ατόμου. Σκοπός της πολιτείας είναι ο πολίτης, χάριν του οποίου συστάθηκε και υπάρχει η πολιτεία. Κατά Αριστοτέλη και Πλάτωνα η σχέση πολιτείας πολίτη είναι σχέση μέσου- σκοπού. Δηλαδή η πολιτεία θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα, για να ευδαιμονήσει ή τελειωθεί ο πολίτης. Κι αν ο Αριστοτέλης λέει ότι η πολιτεία προηγείται του πολίτη, είναι γιατί, αφού ο πολίτης είναι αποτέλεσμα, η πολιτεία είναι αιτία και πρέπει να προηγείται. Χωρίς όμως αρετή δεν υπάρχει ευδαιμονία, άρα οι πολιτικοί πρέπει να οδηγούν τους πολίτες στη δικαιοσύνη και στο σεβασμό των νόμων, απόδειξη πως η πολιτική με την ηθική στην αρχαιότητα ήταν στενά δεμένες. Ο Αριστοτέλης την ηθική την στηρίζει στο έθος - και στη συνήθεια αλλά και στον άγραφο νόμο, εκ του οποίου οι γραπτοί νόμοι , που αποτελούν τα θεμέλια της πολιτείας. Μια ακόμα απόδειξη συμπλοκής πολιτικής και ηθική είναι ο Πλάτων, με την αντιστοιχία των μερών της ψυχής του ανθρώπου προς τα μέρη της πόλεως. Όπως παρατηρήθηκε, τα βιβλία της Πολιτείας θα μπορούσαν να ονομασθούν τόσο Ηθική όσο και Πολιτική. Παρόλο που στον Αριστοτέλη ηθική και πολιτική είναι δυο χωριστές περιοχές της πρακτικής φιλοσοφίας, εντούτοις έχουν ενότητα , γιατί σκοπός τους είναι η ευδαιμονία του ανθρώπου.
Ευθύς εξαρχής λοιπόν καταλαβαίνουμε τη διαφορά των πραγματικών – όχι θεωρητικών- σύγχρονων κρατών από την αρχαιότητα. Τα περισσότερα κράτη σήμερα αποτελούν μίγμα λαών, γλωσσών, θρησκειών, χωρίς καμία σχέση γένους, εκτός αν θεωρήσουμε το γένος των ανθρώπων το μέγα γένος, οπότε οι ορίζοντες ανοίγονται και ζούμε την παγκοσμιοποιημένη κρατική οντότητα μέσα σε μικρότερες ενότητες. Η πολιτική, όπως την παρακολουθούμε, έχει πάρει διαζύγιο από την ηθική. Οι πολίτες καταφεύγουν σε άλλα για να τελειωθούν, στον πλούτο, στον αθλητισμό, στη φήμη. Ενώ στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία η ηθική είναι στενά δεμένη με την πολιτική, από Μακιαβάλι και εξής η πολιτική απεκόπη από την ηθική. Ίσως και η ετυμολογία των λέξεων μας βοηθά να καταλάβουμε τη διαφορά, γιατί ενώ οι αρχαίοι Έλληνες μιλούν για πολιτεία, σήμερα μιλούμε για κράτος, άρα δύναμη επιβολής.
Είναι κάποιος πολίτης μιας πολιτείας σήμερα σημαίνει πως ανήκει σ’ ένα οργανωμένο σύνολο με το οποίο τον δένουν μερικά κοινά, έστω και ελάχιστα τυπικά, προπάντων οι νόμοι του συγκεκριμένου κράτους. Είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα των πολιτών, τον σφραγίζει η ταυτότητα και το διαβατήριό του, οπουδήποτε κι αν πάει, κι αυτή είναι η διάκρισή του από τους άλλους , που όμως είναι πολίτες ενός άλλου κράτους. Υπακούει στους νόμους τους κράτους, φορολογείται, προσφέρει υπηρεσίες, έχει καθήκοντα και δικαιώματα. Το κράτος μέσω των υπηρεσιών του ενδιαφέρεται για τη διαβίωση, την εκπαίδευση, την υγεία, την οικονομική του ζωή, κάποτε την πνευματική του ανάπτυξη, ιδιαίτερα όταν είναι δεμένη με την οικονομική ανάπτυξη ατόμου και κράτους.
Ως πολίτης μπορεί να μετέχει στην πολιτική ζωή της χώρας του, περισσότερο ή λιγότερο, να είναι ενεργός πολίτης ή στην αντίθετη περίπτωση -κατά Θουκυδίδη- αχρείος, άχρηστος, οπότε ο ενεργός είναι χρήσιμος είτε για τη διαμόρφωση πολιτικών θέσεων, είτε στη λήψη αποφάσεων, είτε στην πραγμάτωσή τους.
Όταν λέμε ενεργός πολίτης μπορεί να εννοούμε αυτόν που παρακολουθεί την πολιτική ζωή, την εξέλιξη της κομματικής ζωής, τις σχέσεις του κράτους του με άλλα, ή παρακολουθεί τις προσπάθειες για λύσεις προβλημάτων γενικού ενδιαφέροντος. Πρώτο στάδιο άρα μετοχής στην πολιτική ζωή είναι η παρακολούθηση των γιγνομένων. Τούτο βέβαια δεν συνέβαινε πάντοτε. Από τον καιρό της αρχαίας Αθήνας και της άμεσης δημοκρατίας του καιρού εκείνου ως σήμερα η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά πέρασε από διάφορα στάδια ανάλογα και με το πολίτευμα, αλλά, όσο κι αν λέγονταν δημοκρατικά μερικά πολιτεύματα δε σημαίνει πως οι πολίτες είχαν την ευχέρεια που έχουν σήμερα με τα ΜΜΕ να παρακολουθούν την πολιτική ζωή, αφού είναι αμφίβολο αν ένας πολίτης των αρχών ακόμα του περασμένου αιώνα γνώριζε τα ονόματα των υπουργών της χώρας του, πόσω μάλλον να είχε ευκαιρία να συνομιλήσει μαζί τους έστω και τηλεφωνικά μέσω των ΜΜΕ, πράγμα που μπορεί να γίνει σήμερα.
Δεύτερο χαρακτηριστικό ενεργού πολίτη είναι η εμπλοκή στα πολιτικά πράγματα. Τούτο συμβαίνει πρώτα με τις εκλογές, οπότε καλείται ο πολίτης να εκφράσει γνώμη για τους θεωρουμένους ικανούς να τον εκπροσωπήσουν στη νομοθετική ή στην εκτελεστική εξουσία, ανάλογα με το πολίτευμα, ή καλείται σε δημοψήφισμα, αν είναι σοβαρό το θέμα, ή σε επιτροπές στη βουλή ή στα υπουργεία, ανάλογα με τη θέση του στη δημόσια ζωή.
Εδώ πρέπει να γίνει η διάκριση ανάμεσα σε εξουσία που δίνεται από τους πολίτες στους πολιτικούς, για να εφαρμόσουν την πολιτική τους για το καλό του κοινωνικού συνόλου και κρατικής οντότητας που είναι οργανωμένο σύστημα άσκησης της πολιτικής. Γι’ αυτό χρησιμοποιείται το ρήμα διακυβέρνηση του Α ή του Β επειδή τα πρόσωπα που διαχειρίζονται το κράτος αλλάζουν, ανάλογα με τα αποτελέσματα των εκλογών των πολιτών.
Μια μεγάλη σελίδα αρχίζει με την ανάμιξη στην κομματική ζωή που έχει τις διαβαθμίσεις της, από την απλή εγγραφή στο κόμμα και τον εφοδιασμό με ταυτότητα του κόμματος μέχρι την περίληψη στην ηγεσία του κόμματος και στα ανώτατά του κλιμάκια. Η κομματική ζωή θεωρείται σε μια δημοκρατία το προζύμι της εν γένει πολιτικής ζωής. Βεβαίως υπάρχουν και άλλοι παραπλήσιοι τρόποι, λίγο κοινωνικοί ίσως, όπως συμμετοχή σε οργανώσεις και σωματεία, ο συνδικαλισμός, μέσα στα οποία εκδηλώνεται η συμμετοχή. Είτε η συμμετοχή εκφράζεται σε θεωρητικό επίπεδο με τη δημοσιοποίηση απόψεων. Η πρώτη δηλαδή απόδειξη του ενεργού πολίτη είναι η συμμετοχή του μαζί με άλλους σε κάποιο οργανωμένο σύνολο, που μπορεί να είναι πολιτικό αλλά και εν μέρει κοινωνικό ή δημοτικό, που αποτελεί πολλές τον προθάλαμο του πολιτικού.
Το ερώτημα όμως και πάλι: «Δεν μπορεί ένας πολίτης να είναι ενεργός χωρίς να συσπειρωθεί κάπου;» Ήδη η λέξη πολίτης μάλλον αποκλείει την περίπτωση του μονήρους. Ως πολίτης απαιτείται να βρεθεί με τον συμπολίτη του για να συζητήσουν, να εκφραστούν, να δράσουν. Ας το διερευνήσουμε όμως καλύτερα.
Η πρώτη περίπτωση, να είναι μέλος οργανώσεων ήδη αποδεικνύει τη συμμετοχή του και πάλι τούτο εξαρτάται από το βαθμό συμμετοχής και μάλιστα ενεργού δράσης.
Ας εξετάσουμε όμως τη δεύτερη περίπτωση, ενός ανθρώπου ο οποίος θα ήθελε να είναι ενεργός, χωρίς όμως τη συμμετοχή του σε σύνολα. Βρίσκεται έξω από τα σύνολα, ασχολείται μόνος. Με τι; Σκέφτεται, γράφει, μιλά, εμφανίζεται στα ΜΜΕ, δημοσιεύει τις απόψεις του. Μπορεί έτσι να εκφράζεται και να εκφράζει μέρος των πολιτών που έχουν τις ίδιες απόψεις μαζί του. Πρακτικά όμως και άμεσα δεν παράγει απτό αποτέλεσμα. Ίσως αυτή να είναι η στάση των μελών της τέταρτης εξουσίας, που εκφράζουν απόψεις με τα άρθρα των και μπορούν να μην ανήκουν σε κόμματα.
Υπάρχει όμως πιθανότητα ο μονήρης να αναλάβει εκστρατεία όχι μόνο διαφώτισης αλλά και έμπρακτη, με απεργία, σιωπηλή ή φανταχτερή διαμαρτυρία ή άλλη εκδήλωση, αν τοποθετηθεί σε προβλήματα του τόπου εκφράζοντας την αντίθεσή του στην ακολουθούμενη τακτική. Μπορεί να προβεί σε τέτοιες πράξεις που να προκαλέσει το σύνολο των πολιτικών, οπότε θα εξεταστεί η περίπτωση και οι ιδέες του, χωρίς όμως τούτο να σημαίνει πάλι πως θα αλλάξει κάτι στην πολιτική ζωή ριζικά.
Εδώ μάλλον πρέπει να παραδεχτούμε πως δεν είναι εύκολο να μετρήσει κανείς την επίδραση που μπορεί να έχει μια εκδήλωση, εκτός αν είναι συνεχής και συνεπής, με χρονική διάρκεια και να οδηγεί τον άνθρωπο που εκδηλώνεται με τον τρόπο του στα όριά του. Θα πρέπει δηλαδή πάντα να έχουμε κατά νου τις υπόγειες διαδρομές οι οποίες επενεργούν, είναι όμως αφανή τα άμεσα αποτελέσματά τους. Ίσως όμως να αφεθεί στον χρόνο να θεραπεύσει το πρόβλημα, τη νέα θέση, την αντίδραση, και αφού τα μέσα μαζικής επικοινωνίας παύσουν να ασχολούνται με το θέμα και με το συγκεκριμένο πρόσωπο, τούτο αποσιωπάται και θεωρείται λήξαν, χωρίς να λυθεί, πράγμα που υπενθυμίζει και πάλι τη μεγάλη δύναμη των ΜΜΕ αλλά και του ρόλου του χρόνου στην επίλυση, αποσιώπηση ή διαιώνιση προβλημάτων. Αφού η πολιτική ζωή διέπεται από τους κανόνες της, τότε δεν μπορεί ο μονήρης ούτε στη νομοθετική εξουσία να επέμβει ούτε και στην εκτελεστική, για να σπάσει παραδεδομένα και παγιωμένες αντιλήψεις, καταστάσεις, νομοθετημένες ή συνήθεις πρακτικές, το λεγόμενο σύστημα ή το κατεστημένο. Ο μόνος είναι καταδικασμένος, στην πρακτική του έκφραση, περισσότερο από τον θεωρητικό, που διατυπώνει απόψεις με τις οποίες συμφωνεί μια μερίδα πολιτών, κι έτσι είναι εκφραστής και ίσως -χωρίς να το αντιλαμβάνεται- και διαμορφωτής θέσεων. Σ’ αυτή την περίπτωση, τουλάχιστο υποδορίως, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη από τους κυβερνώντες η στάση του και η πιθανή αντίδραση των συμφωνούντων με αυτόν. Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη, ο οποίος, μεταξύ πρακτικής και θεωρητικής ζωής προκρίνει στο κεφάλαιο 7 των Ηθικών του Νικομαχείων το θεωρητικό βίο, τη σοφία ως την τελειότερη αρετή του ανθρώπου, γιατί τα αντικείμενα του νου είναι τα πιο σπουδαία, η ενέργειά τους έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια, αυτάρκεια, ηδονή, αποτελεί αυτοσκοπό και συνιστά την ουσία της τελειότερης ευδαιμονίας. Γι’ αυτό ο λόγος πολλές φορές αποδεικνύεται πιο δυνατός από άλλα όπλα.
2. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ Με την πολιτική ζωή είναι συνδυασμένη και η κοινωνική. Μπορεί βέβαια να διακριθεί η μία από την άλλη, κάποτε όμως τα όρια είναι τόσο δυσδιάκριτα, αφού η πολιτική επεμβαίνει σε όλες τις πτυχές της ζωής, για παράδειγμα η πολιτική θέση στο θέμα των αιτητών πολιτικού ασύλου επηρεάζει και τις κοινωνικές σχέσεις εντοπίων και ξένων, για να μη λησμονούμε και το πολιτικοποιημένο ποδόσφαιρο.
Έτσι , κατά τον ίδιο λόγο προβληματική καθίσταται η σχέση ανθρώπου- κοινωνίας, του ενός προς το σύνολο. Γίνονται πολλά από σύνολα, που επεμβαίνουν στη ζωή του ατόμου, και όμως το άτομο είναι ανίκανο να κατανοήσει, να αντιδράσει ή καλύτερα δεν ήταν της δικής του επιλογής τα συμβαίνοντα, όπως οι οχλαγωγίες σε ποδοσφαιρικούς αγώνες. Ομάδες επεμβαίνουν στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του ατόμου, χωρίς το ίδιο να μπορεί να τις εξηγήσει, να τις έχει εγκρίνει ή να τις αποδέχεται αλλά υφίσταται τις αρνητικές επιπτώσεις από τις εκδηλώσεις τους στη ζωή του, στην ψυχική γαλήνη του, ή υφίσταται φθορές στην περιουσία του.
Πώς ένα σύνολο, έστω μια ποδοσφαιρική ομάδα κατάντησε από ομάδα φιλάθλων να γίνει αφορμή τόσων και σε τέτοια έκταση εκτρόπων εντός ή εκτός γηπέδων; Το κυνήγι της νίκης που σημαίνει εν προκειμένω χρήματα για την ομάδα και τους παίκτες της, η ανάμιξη της πολιτικής και του κομματικού φανατισμού, η εκμετάλλευση της νεανικής τρέλας, οι έκκεντρες εκδηλώσεις μερίδας νέων, κατέστησαν το ποδόσφαιρο εστία κοινωνικών αναταραχών και αφορμή αντικοινωνικών εκδηλώσεων. Για την πραγματικότητα, προσπαθεί κανείς να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους ομάδες ανθρώπων συμπεριφέρονται καταστροφικά για τη ίδια την κοινωνία τους ή ακόμα, πώς ένας άνθρωπος- μέλος τέτοιων ομάδων, ενεργεί κατά της κοινωνίας οδηγούμενος από τα ένστικτα περισσότερο παρά από τη λογική, η οποία εν προκειμένω απουσιάζει πλήρως. Ποια είναι τα αίτια της τέτοιας συμπεριφοράς; Η υγιής κοινωνία των πολιτών ζητά να βρει τα αίτια, για να μπορέσει να θεραπεύσει τις τέτοιες εκδηλώσεις, να τις προλάβει, να διασώσει την κοινωνία. Πώς το παράλογο της συμπεριφοράς μπορεί να ερμηνευτεί με λογικούς κανόνες;
Ένας πολίτης αμέτοχος ομάδων πώς μπορεί να θεωρείται ελεύθερος και προπάντων ασφαλής σε μια χώρα όπου οργανωμένα σύνολα μπορούν να παίξουν ακόμα και με την ίδια τη ζωή του, στην τύχη; Έστωσαν ομάδες κακοποιών που αφαιρούν τη ζωή συνανθρώπων μας αθώων, ομάδες εργαζομένων που μπορούν να εμποδίσουν την οικονομική ζωή του κέντρου μεγαλουπόλεως με τις διαδηλώσεις τους, ομάδες ξένων αιτητών ασύλου ή ομάδες μεταναστών που μπορούν με νόμιμα ή παράνομα μέσα να επεμβαίνουν στη ζωή του ατόμου.
Μπορούν όμως κοινωνικές ομάδες να ζητήσουν να τεθούν τα πράγματα σε άλλη βάση. Τα σύνολα μπορούν να αναταράξουν, να ανατρέψουν καθεστώτα, ή μπορούν μόνο να γίνουν ανεκτά και η ζωή να συνεχιστεί χωρίς καμιά αλλαγή. Σε τέτοιες δυναμικές περιπτώσεις δεν είναι δυνατό ο πολίτης μόνος να μένει στο σπίτι και να λέει πως είναι ενεργός πολίτης, γιατί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν το επιτρέπει. Άρα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα έχει το λόγο της και μάλιστα μεγάλο. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα όμως σημαίνει ολόψυχη συμμετοχή του λαού στα δρώμενα, στα οποία και αν ακόμα ο μονήρης δεν μετέσχε στη λήψη αποφάσεων για την εκδήλωσή τους, αντιλαμβάνεται ότι τον εκφράζουν και πρόθυμα συμμετέχει σ’ αυτές.
3.Επανερχόμαστε όμως στην κομματική ζωή. Μερικοί γίνονται μέλη κόμματος γιατί πιστεύουν σε ιδέες, στις ικανότητες του αρχηγού, θέλουν να προσφέρουν στα κοινά, τα κόμματα τούς εκφράζουν και με αυτά εκφράζονται, άλλοι για την προβολή, άλλοι για το οικονομικό συμφέρον, άλλοι για να προαχθούν σε θέσεις, αφού η κομματική ταυτότητα είναι ένα μέσο αναρρίχησης- σε χώρες όπου ισχύει το μέσον. Μέσα στην κομματική ζωή υπάρχει η ιεραρχία, η αρχαιότητα, η δύναμη του πλούτου, τον οποίο απαραίτητα χρειάζεται το κόμμα για να ζήσει, εκτός αν ήδη έχει την περιουσία του, τις επιχειρήσεις του, αλλά και πάλι απομυζά από τα μέλη και τα στελέχη του. Εκεί άλλος ανταγωνισμός, ποιος θα εκλεγεί, ποιος θα προτιμηθεί, ποιος θα ανέλθει. Άλλες συμμαχίες. Υπάρχουν οι οικογενειακές σχέσεις, «ο βασιλεύς απέθανε, ζήτω ο βασιλεύς», η κληρονομική αρχή στη δημοκρατία, με πολλά δυστυχώς παραδείγματα, με τα οποία ακόμα και ο ενεργός πράγματι πολίτης πρέπει να αντιπαλέψει. Συμμαχίες μέσα στο κόμμα, συμμαχίες με άλλα κόμματα, ζυμώσεις, σκοτεινές σελίδες, θεωρητικά για το καλό του τόπου, πραγματικά όμως για το καλό των προσώπων. Όπου το σύνολο εξυπηρετεί το άτομο και το άτομο εκμεταλλεύεται το σύνολο.
Τα κόμματα είναι το αναγκαίο κακό στην ύπαρξη και λειτουργία της δημοκρατίας, αφού εκφράζουν διάφορες τάσεις και απόψεις των πολιτών. Υπάρχουν όμως πάντα οι ανένταχτοι πολίτες, που αποτελούν το πρόβλημα. Πώς αυτοί μετέχουν στην πολιτική ζωή, πώς μετέχουν στα κοινά, πώς δεν αδικούνται; Αλλά μήπως κι οι ίδιοι αδικούν το σύνολο- αν είναι ταλαντούχοι και προσοντούχοι- μη εντασσόμενοι σε κόμμα;
Μέσα στο κόμμα, ανάλογα με τη δημοκρατικότητα στη λειτουργία του, λαμβάνονται αποφάσεις, σημασία όμως έχει πόσο μετά τη λήψη των αποφάσεων ένα μέλος μπορεί να διατηρεί τις απόψεις του ή μήπως είναι αναγκασμένο να ακολουθήσει τη ληφθείσα απόφαση, οπότε η δημοκρατία εν προκειμένω γίνεται επιβεβλημένη και διατεταγμένη υπηρεσία, πράγμα που άλλοι ευνοούν, άλλοι όμως επαναστατούν με τη σκέψη της υποταγής στην πλειοψηφία. Και όμως, χωρίς αυτή την υποταγή, κόμμα και κομματική γραμμή δεν μπορεί να υπάρχει, εκτός αν είναι ένα κόμμα τόσο φιλελεύθερο, ώστε να ακολουθούν την αποφασισθείσα γραμμή όσοι την πρότειναν και την προέκριναν, κάτι που δεν συμβαίνει, ή , όταν συμβαίνει, στέλλει έξω αντιφατικά μηνύματα.
Το ερώτημα λοιπόν είναι , χωρίς μετοχή στην κομματική ζωή, ο πολίτης δεν μπορεί να θεωρηθεί πως μετέχει ενεργά στην πολιτική ζωή του τόπου του; Αλλά η μετοχή στην κομματική ζωή σημαίνει και διατήρηση της ελευθερίας του ατόμου ή είναι σκλαβιά και υποταγή. Οπότε είτε ανένταχτος είτε ενταγμένος, ο πολίτης βρίσκεται στον ίδιο παρονομαστή!
Στην περίπτωση της καθόλου μη συμμετοχής, ο πολίτης-έρμαιο του κράτους του και της μηχανής του- υποτάσσεται και εκτελεί εντολές. Άλλοι αποφασίζουν γι’ αυτόν για πολλά της ζωής του, ενώ αυτός νιώθει να είναι η μαριονέτα. Στην περίπτωση της συμμετοχής σε κομματική ζωή, εξαρτάται από το βαθμό που και αυτός θεληματικά μετέχει και οι άλλοι του επιτρέπουν.
Γενικά όμως, για να μη νιώθει ο πολίτης πως η ζωή του βρίσκεται στα χέρια άλλων, πρέπει να προσπαθήσει να μετέχει όσο δυνατόν περισσότερο στη διαμόρφωση απόψεων, στη λήψη αποφάσεων, για να αναλαμβάνει και τις ευθύνες. Έτσι, κατά την άποψή μου, λύεται εν μέρει ο γόρδιος δεσμός πολίτη- πολιτείας. Οπότε επανερχόμαστε στον τρόπο συμμετοχής, που δεν είναι στρωμένος παρά με αγκάθια. Και ο κύκλος συνεχίζεται.