Η σύγχρονη εικονολατρία
Κυριακή της Ορθοδοξίας η Εκκλησία μας εορτάζει την αναστήλωση των εικόνων, την τοποθέτησή τους στις θέσεις τους, αλλά και υπενθυμίζει την ορθή στάση απέναντι σ’ αυτές. Δε λατρεύουμε είδωλα, αλλά « η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει» ως λέγει ο Μέγας Βασίλειος. Τιμούμε το εικονιζόμενο πρόσωπο και σ’ αυτό μεταφέρεται η τιμή.
Σήμερα όμως ο λόγος για μια άλλη εικονολατρία, αυτήν που έχει ανέλθει κατακόρυφα με τα νέα τεχνολογικά μέσα, την τηλεόραση, το βίντεο, τα σι ντι, τα ντι βι ντί, ή ελληνιστί ψηφιακός δίσκος, δίσκος συμπτυγμένης αποθήκευσης, την ασύρματη ή διαδικτυακή λήψη εικόνων μέσω χίλιων δυο καναλιών και ακόμα μέσω του κινητού τηλεφώνου. Η εικόνα θριαμβεύει, μια εικόνα χίλιες λέξεις, ένα μήνυμα μέσω εικόνας ελκύει, προβληματίζει, εντυπώνεται στη μνήμη, αντικαθιστά βιβλία, διηγήσεις, παραμύθια της γιαγιάς. Δυστυχώς.
Η τηλεόραση έχει τις ζώνες της, για μικρά παιδιά, για όσους και όσες μένουν στο σπίτι τα πρωινά, να τους κρατούν συντροφιά, να μάθουν να μαγειρεύουν, να βλέπουν τους άλλους να διασκεδάζουν, εκπομπές για τους ώριμους, τους προβληματισμένους, κι άλλες για να κρατούν τους πολίτες πάντα ανώριμους. Τι βλέπουμε και τι ακούμε κάθε μέρα δε λέγεται, κι η βιομηχανία του θεάματος ανθίζει και θεριεύει. Ο λόγος κακοποιείται από ανελλήνιστους εκφωνητές, παρουσιαστές και παρουσιάστριες, παντογνώστες των παραθύρων, που γίνονται είδωλα της νεότητας, πρότυπα συμπεριφοράς, ομιλίας, εμφάνισης. Δυστυχώς.
Το πρόγραμμα της μέρας μιας οικογένειας κάποτε διαμορφώνεται ανάλογα με την τηλεοπτική σειρά, δεν μπορώ αυτή την ώρα, θα δω το έργο μου, κι αν τύχει κι επισκεφτείς κάποιο σπίτι την ώρα που παρακολουθεί το έργο της η οικογένεια, ή κάθε μέλος στο δωμάτιό του τη δική του σειρά – άλλο μεγάλο κακό- θα παρακολουθήσεις κι εσύ διά της βίας το έργο, άχρουν, άοσμον και άγευστον.
Οι πολιτικοί έμαθαν να χρησιμοποιούν την εικόνα, πότε και πώς να παρουσιάζονται, πήραν συμβουλές, παρακολούθησαν σεμινάρια, κάλεσαν εμπειρογνώμονες, ίμεϊτζ μέικερ, λέει, επικοινωνιολόγους, να ξέρεις τι να προβάλεις στον κόσμο, τι χρώμα γραβάτα να φορέσεις, ποιο ύφος να πάρεις.
Η διαφήμιση έγινε επιστήμη πλύσης εγκεφάλου, ο άνθρωπος μελετήθηκε στις λεπτομέρειές του, μετρήθηκε με μετρήσιμα κριτήρια, με μονάδες, με ερωτηματολόγια, με στατιστικές. Σε ποια μηνύματα αντιδρά ο καταναλωτής θετικά, τι να του προβάλω για να τον πείσω να αγοράσει το προϊόν μου, πώς να τον πείσω να θεωρήσει το άχρηστο χρήσιμο, πώς θα πειστεί πως χωρίς το προϊόν μου η ζωή του είναι μάταιη; Αυτά κι άλλα πολλά τα ερωτήματα στα οποία απαντούν οι ειδήμονες, οι ψυχολόγοι της αγοράς, οι μετρητές της ακροαματικότητας, της θεαματικότητας, της ποσότητας και όχι της ποιότητας.
Και στο σχολείο αυτή η πίστη στα μέσα, βάλε μια ταινία, να δουν τα παιδιά, θα μάθουν καλύτερα, θα «βιώσουν», έστω κι αν δε μαθαίνουν ανάγνωση, το απαιτούν οι καιροί κι οι μοντέρνοι τρόποι διδασκαλίας. Χρήση οπτικοακουστικών μέσων.
Όλα καλά. Εκείνο το μέτρο πότε θα βρεθεί, για να μην ξενυχτά το παιδί στην τηλεόραση, να μην είναι δέσμιο της σειράς, να μην τα περιμένει όλα έτοιμα στην οθόνη, να ανοίξει και κανένα βιβλίο; Πότε θα αποκτήσουν οι γονιοί τη δύναμη να πουν στα παιδιά τους ώρα για διάβασμα, η τηλεόραση δεν σου αφήνει τίποτε, όλα έρχονται και φεύγουν τόσο γρήγορα που ούτε να σκεφτείς μπορείς ούτε να κρίνεις;
Η σύγχρονη εικονολατρία ίσως να είναι χειρότερη. Σήμερα μιλούμε για είδωλα της οθόνης που θεοποιούνται και θεωρούνται πρότυπα. Η σύγχρονη εικονολατρία ή ειδωλολατρία χρειάζεται και την παιδεία και την κρίση και το μέτρο. Ας μην τα αναθέσουμε κι αυτά στους δασκάλους και μόνο.