Δευτέρα 1 Ιουλίου 2019

Το Βουνό

Το Βουνό
Κι έτσι βγήκε από τη ναφθαλίνη το Βουνό, «εις το βουνό ψηλά εκεί είν’ εκκλησιά ερημική το σήμαντρό της δεν χτυπά δεν έχει ψάλτη ούτε παπά», και παπά είχε, τον παππού Παπάντωνη, και ψάλτες, τον Τζιόρτζη, τον Γιαννακό, τον Κώστα της Αλεξάντρας τον Κώστα και τον Αλέκο της Ξενούς, εγγόνια του παππού, ξαδέλφια, και καμπάνα εύκολα που την έπαιζαν τα παιδιά, πάνω ψηλά το σπίτι του παπά και της παπαδιάς με το φούρνο και τις καμάρες, όλα τώρα ισοπεδωμένα, και της Ξενούς και της Αλεξάντρας το σπίτι, να μην βλέπουν και λυπούνται, έφεραν λέει τούρκους από ένα χωριό, είχαν πάθει κι αυτοί πολλά από εγκληματίες που σκότωσαν αθώα πλάσματα, τόσον καιρό κι έμειναν τα εγκλήματα ατιμώρητα, πολιτική βουλήσει, και πέφτει ο πύραυλος, ξεκίνησε από Συρία μεριά, λίγο πιο πάνω τα τουρκικά μπαϊράκια να τα βλέπουμε μα δεν βγάζουν πια τα μάτια μας, συνηθίσαμε την κατοχή, τη ληστεία, τον εξευτελισμό, βγάζουμε μόνοι τα μάτια μας, και στο βουνό ψηλά εκεί, θαμμένα τα παιδικά μας χρόνια, τέτοιες μέρες έκλεινε το σχολείο εκεί θα πηγαίναμε, ήταν και το πανηγύρι του αγίου Χρυσοστόμου, όλα σεμνά και άγια, αγαθοσύνη, απλότητα, καλή καρδιά, θαμμένα μαζί με τους παππούδες και τις γιαγιάδες, ζήσαμε μια άλλη ζωή εμείς, τετέλεσται, άξιοι που θα την ξαναζήσουν.