Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019

Μετά βαίων


7. ΕΙΚΟΝΕΣ -ΜΕΤΑ ΒΑϊΩΝ

Μετά βαΐων και κλάδων, η συγκλονιστική είσοδος, ήταν εξόριστος κάμποσο καιρό στις Σεϋχέλλες, τότε όλοι τον λάτρευαν, άλλοι τώρα δεν θέλουν να ακούσουν το όνομά του, άλλοι ακόμα τον προσκυνούν, άλλοι ανέβαιναν πάνω στα δέντρα να τον δουν, σαν τον Ζακχαίο, μικρός τη ηλικία, τι να κάμει, κατέβα κάτω μικρέ, αλλά εκείνη τη μέρα συγκεντρώθηκαν έξω από το Παγκύπριο όλοι οι μαθητές, θα κρατούσαμε δήθεν την τάξη, τι τάξη, μάλλον στην Πέμπτη ήμασταν, άλλοι με τα περιβραχιόνια, άλλοι με τις σάλπιγγες και τα τύμπανα, ένα μεγάλο καινούριο αυτοκίνητο αμερικάνικη Κάντιλακ, ο επί πώλου όνου καθεσθείς,  καλώς ήλθατε, απλός άνθρωπος, ήξερε ότι ερχόταν προς το πάθος, νενικήκαμεν, τώρα άρχιζαν τα δύσκολα, στην Ιερουσαλήμ, έτσι περνά η δόξα των ανθρώπων, η δόξα που σου δίνουν οι άνθρωποι, τη μια του έστρωναν τα ιμάτια στο δρόμο και ωσαννά, την άλλη σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν, ασύγκριτα τα μεγέθη, αλλά να που επαναλαμβάνονται στην Ιστορία των ανθρώπων, άλλη του Θεού.

Εκείνος έπρεπε να πιει το ποτήριον, έστω κι αν στην ανθρώπινη στιγμή είπε το απελθέτω, δεν είναι εύκολα πράγματα, να προκαλείς το θάνατό σου, και μπράβο τους που έφτασαν σ’ αυτό το σημείο, δεν λέω για Κείνον, λέω για το γιο του Σωφρονίσκου, τον φίλτατο Σωκράτη, άπελθε Κρίτων, λέω για τον αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, σ’ ευχαριστώ φίλε μου αλλά δεν φεύγω, παρά το γαίμαν τους πολλούς εν κάλλιον του πισκόπου, και τα παιδάκια εκείνα στην αγχόνη, παιδάκια ήταν αν το σκεφτείς, νέοι άνθρωποι με παιδική ψυχή,  μαλαματένια, κι ανέβηκαν στα πιο ψηλά σκαλοπάτια και μας διδάσκουν,  όσοι διδάσκονται.

Αυτή η εικόνα είναι από τις παλιές εκείνες μικρές, μάλλον του φίλου μου του Ηρακλείδη, κυπριακή ζωγραφική του μοναστηριού, είναι όμως ακόμα μια άλλη, νεότερης τεχνοτροπίας, ερχόμενος ο Κύριος, ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και πράγματι μόνο όποιος ανέβηκε, με πούλμαν βέβαια σήμερα, θα καταλάβει το αναβαίνομεν, και με πόση μαεστρία οι ψαλτάδες ψάλλουν το κομμάτι, αναβαίνοντας τη μουσική κλίμακα.

Κι εγώ, κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ, τόση ανάβαση δεν ήταν παρά για την τόσο απότομη κατάβαση, για την πτώση, όπως η ψυχή της Πολιτείας κατεβαίνει και κατεβαίνει στο χειρότερο σκαλί, ο θάνατος με ολάνοιχτο στόμα, η σαρκοβόρα τουρκιά με ολάνοιχτο στόμα, κι εμείς εκεί, έτοιμοι να μας καταβροχθίσει το κήτος!

 Ιωνά Ιωνά, εσύ μας απέμεινες πίστη στερεά, κι Εκείνος, που πάτησε το θάνατο, κατέβηκε στα τάρταρα κι όμως ανέστη. Δεύτε ουν και ημείς, κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν!