Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Κύριε Πρόεδρε


Κύριε Πρόεδρέ μου, ελπίζω να του πεις, τώρα που θα ‘ρθει με τα γαλανά του κύματα πως το καράβι μας ξεκίνησε από καιρό για το λιμάνι και δεν έφτασε στον προορισμό του, δεν ήταν τα κύματα, δεν ήταν η φορά των ανέμων, ήταν σχέδια και σχοινιά καμωμένα από ανθρώπους που τραβούσαν το καράβι μακριά από το λιμάνι, κι η λιμενάρχης σπάνια συμφωνούσε με την πορεία του καραβιού, κι όλο φώναζε για τους πνεύμονές της, που δεν μπορούσε να αναπνεύσει, όχι πως τώρα το μπορεί καλύτερα, οι νταβατζήδες στο λιμάνι, οι αχθοφόροι πλήθαιναν, έβριζαν Χριστό και Παναγιά, κι η χανούμη στην άλλη άκρη καθόταν με τα μεγάλα της βυζιά και περίμενε να ρθει η ώρα και της την έφερε την ώρα,  σερβιρισμένη σε πιάτο πορσελάνης ένας συνταγματάρχης, με την επίσημή του στολή, των παρελάσεων, και στο λιμάνι γιόρταζαν, κάθονταν κι έπλεκαν τρικά σαν πολυτεχνίτες που ήταν, πώς να τα βγάλουν πέρα με τόση ακρίβεια η ζωή, αλήθεια, ήταν και τα παλικάρια που πήραν το μαχαίρι να σφαγούν στην ποδιά του καραβιού, μα η χανούμη τα κατάφερε, ήξερε πως η Τρούμπα ήταν γεμάτη αμερικανάκια που έβγαιναν στη στεριά για τα καμπαρέ, ήξερε πως η αρκούδα θα γυρνούσε στους δρόμους και θα επεδείκνυε τον κόκκινο πισινό της για να εισπράττει ο αρκουδιάρης γυρίζοντας το τενεκεδάκι, κι έτσι πάνω στο καράβι άρχισε το μακελειό, οι πειρατές με τα σιδερένια χέρια τους γάντζους, με τα μπουρλότα, άρχισαν να διαγουμίζουν, να σφάζουν και να λεηλατούν, ο πολιτισμένος κόσμος -που λεν στην τηλεόραση- παρακολουθούσε, άλλοι έστελλαν καμιά πατανία για βοήθεια, άλλοι είχαν ήδη  -ξένοι και δικοί- τα σχέδια να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις ξένες περιουσίες, το καράβι δεν βυθιζόταν, έχανε συνεχώς τον προσανατολισμό, πάλι άνθρωποι τα κατάφερναν, ενώ άλλοι  έσφιγγαν τα χείλη και μάτωναν, φώναζαν όχι, όχι, μη, αυτούς τους τραβούσαν αιώνες κληρονομιάς στα βάθη της γης και στα βάθη του χρόνου, κι αυτοί διασώζουν ό τι είναι να σωθεί. Το καράβι το έστρεψαν μακριά από το λιμάνι, το καράβι βυθίζεται, το καράβι κινδυνεύει, η χανούμη διάταξε και τους μπογιατζήδες να ετοιμάζουν τις βούρτσες, να το βάψει θέλει κατακόκκινο, πολύ της αρέσει, είναι και δάσκαλοι και νομικοί και μεγάλα ονόματα που κρατούν από καιρό τις ίδιες βούρσες, στα ίδια χρώματα με τη χανούμη, αυτά τα καταλαβαίνεις κύριε Πρόεδρε, αυτά θα τα πεις στον φιλοξενούμενό σου, στον φιλοξενούμενό μας, στο γιο της μάνας μας;