Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019

6. εικονες- της Μεταμορφώσεως


6. Εικόνες – της Μεταμορφώσεως

Πώς μεταμορφωνόταν ο κόσμος από τη μια πλευρά του βουνού στην άλλη, από το Βουνό ξεκινήσαμε με τα ξαδέλφια, πέτρες και δέντρα, και φτάσαμε στην άλλη, στον άη Επίκτητο, στη θεία στο θείο και στα ξαδέλφια, έτσι κι ο Παπάντωνης, όταν είχε πεθάνει ο Παπάκωστης και πριν κάμουν τον Παπαδάμο, με το γαϊδουράκι του πήγαινε και λειτουργούσε στο χωριό, να βλέπει θάλασσα, κι όχι μόνο τα βράδια τη Χώρα με τα φωτάκια της, κι από τον Πολύστυπο με τον μικρό και το φίλο Γιώργο ζωγράφο καβαλήσαμε το βουνό και βρεθήκαμε στον Αγρό, στη βρύση του Καούρου, μια μεταμόρφωση η πλάση.

Θα ’ταν καλή η μέρα, έλα λέει στον Πέτρο και στον Ιάκωβο και στον Ιωάννη, πάμε πάνω στο βουνό, μια ωραία εκδρομή νόμισαν, γιατί όχι; Πρέπει να ‘ναι κανείς δυνατός ζωγράφος, εκρηκτικός και λαμπρός να κατορθώσει να δώσει την σκηνή, πρόσωπο σαν ήλιος, ιμάτια λευκά ως το φως, και πώς να αποδώσεις τη φωνή του Ηλία και του Μωυσή συλλαλούντων κι ύστερα τη φωνή από το νέφος  που επιβεβαιώνει πως είναι ο Υιός ο αγαπητός;

Έπεσαν κατά πρόσωπον της γης, αυτό γίνεται, εκφράζεται, κι ο Πέτρος ο καημένος, τι ωραία λέει, να κάμουμε τρεις σκηνές, μια για σένα μια για τον Ηλία μια για το Μωσή και να μείνουμε δω πάνω, νόμιζε πως η αιωνιότητα είναι διάρκεια στο χρόνο, δεν είχε συλλάβει ακόμα το άχρονο. Άντε σηκωθείτε, τους λέει, κι είδαν μόνον Εκείνον, τέτοια θαυμαστά, και νομίζουν πως σήμερα με τους προβολείς και τα πολύχρωμα, τα νέφη και τους καπνούς θα μεταμορφώσουν το είδωλο τον τραγουδιστή τους, δώσε ρεύμα και θόρυβο να βγεις από τον κόσμο σου, αλίμονο!  

Μόνο κάτι γερόντια του αγίου Όρους ή άλλων μονών το κατορθώνουν, το βλέπεις στο πρόσωπο, τη λάμψη, τη γαλήνη την αγιότητα, «φως το χέρι φως το πόδι κι όλα γύρω σου είναι φως», το είδε κι ο Σολωμός κι οι μεγάλοι μύστες του Λόγου και της Τέχνης, καθώς ηδύναντο. Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς.