ΕΩΘΙΝΟΝ Η΄
Να σ΄έβλεπα
κι εγώ
Βγαλμένη από
τη θάλασσα
Καθάρια από
τα αίματα
Λάμπουσα καλλονή
Ένα φέγγος
ολόκληρο
Στο μέτωπο,
στα χέρια, στους μηρούς
Κι ας μου ΄λεγες
Μη μ’
αγγίζεις
Δεν πήγα
ακόμα στη μητέρα
Να της φιλήσω
το χέρι
Δεν άναψα τα
καντήλια
Στους τάφους
πατέρων κι αδελφών
Δεν χάιδεψα
τα κόκκαλα
Των κεκοιμημένων
Δεν μέτρησα
με βια όλη τη γη μας
Ελιές και
τερατσιές
Μη μ’
αγγίζεις
Περίμενε.