Δευτέρα 9 Μαρτίου 2020

να ενώσουμε την πατρίδα μας


Να ενώσουμε την πατρίδα μας

Στέλιος Παπαντωνίου

Πατρίδα είναι για μένα ο τόπος που γεννήθηκα, μεγάλωσα, έζησα, όλα δεμένα με τόπο, χρόνο, ανθρώπους, συμβάντα και συναισθήματα. Μικρή μου πατρίδα η γειτονιά μου, που άρχισε να δέχεται τις επιθέσεις των τουρκοκυπρίων από το 1956. Κομμάτι κομμάτι την κατέτρωγαν, ως το 1974 που της απέμεινε ένα μικρό αδιέξοδο, η εκκλησιά του αγίου Κασσιανού και καμιά δεκαριά σπίτια. Το θαύμα. Όταν αναπολώ την γειτονιά, αναπολώ τη ζωή μου. Δεν είναι μόνο τόπο που κατέφαγαν οι οχτροί μου αλλά και χρόνο και προπάντων ζωή, τη ζωή μου και των γειτόνων μου.

               Ευρύτερη πατρίδα μου είναι όλη η Κύπρος, που υπέστη τον μεγάλο βιασμό το 1974. Η μισή σχεδόν καταλήφθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα, μεταφέρθηκαν οι τουρκοκύπριοι που τόσα χρόνια αυτό είχαν διαταγή να κάμουν, να συγκεντρωθούν είτε σε μικρούς θύλακες είτε σε μεγαλύτερους από τη δεκαετία του ΄50, τα σχέδια ήταν από τότε αν όχι και πιο πριν. Την είπαν ανταλλαγή πληθυσμών αλλά όλοι το ξέρουν πως έγινε βίαιη μετακίνηση πληθυσμών. Οι του βορρά διωγμένοι κατέληξαν στο νότο και οι του νότου κατά διαταγήν και με την απειλή πολέμου και με τη συνέργεια των Άγγλων κακών δαιμόνων του νησιού βρέθηκαν στα σπίτια μας.

               Κι έτσι έγιναν κατά παράβαση κάθε ηθικού νόμου δυο μέρη στην Κύπρο, το ένα καταληφθέν από την Τουρκία, τουρκοποιήθηκε, άλλαξαν τα πάντα, ονομασίες, χρήση κτιρίων, καταστροφή εκκλησιών, νεκροταφείων κάθε τι του ελληνικού και κουβαλήθηκαν επιπρόσθετα από την Τουρκία έποικοι με χίλια ονόματα ονομαζόμενο αλλά το ένα που διεθνώς αναγνωρίζεται είναι πως αποτελούν έγκλημα πολέμου.

               Και οργανώθηκαν οι εκεί, μέσα στα σπίτια και στις περιουσίες μας, και κλειδώθηκαν για καμμιά τριανταριά χρόνια εκεί μέσα, μόνο ο Ντεκτάς ήξερε τι γίνεται, τι κάνει, τι σχεδιάζουν και αυτός εκτελεί, κι ήρθε μέρα άνοιξαν τα συρματοπλέγματα, έτρεξε ο κόσμος να δει τα ποθούμενα, σπίτια και περιουσίες, τέθηκε όμως ο όρος, το διαβατήριό σου, να χωνέψεις πως μπαίνεις σε άλλο κράτος. Εμείς το λέμε και είναι ψευδοκράτος.

              Να όμως που πολλοί δεν χώνεψαν πως η μισή Κύπρος είναι κατειλημμένη, δεν βλέπουν τα στρατόπεδα, δεν βλέπουν στρατιώτες, νομίζουν πως είναι ακόμα εκείνη η πατρίδα που ήξεραν ή -το χειρότερο- το παίζουν ανώτεροι, «δεν κοιτάμε πίσω, κοιτάμε μόνο μπροστά, να ενώσουμε την πατρίδα μας», μα ποια πατρίδα; Είναι πατρίδα με την προϋπόθεση πως θα επιστρέψουμε στα σπίτια μας, θα ξαναζήσουμε τη ζωή μας με τους γείτονές μας, με τους ανθρώπους μας, με τον πολιτισμό μας, πολλά έχουμε να ξαναφτιάξουμε που καταπάτησε η βαρβαρότητα, αν είναι έτσι, μάλιστα, να ενώσουμε την πατρίδα μας, γιατί ενώνουμε και πάλι τα νήματα της ζωής μας, ενώνουμε τον ένα και ενιαίο τόπο μας, ξαναπατούμε τα χώματά μας, τα δικά μας χώματα, αλλά όχι με άλλους στο σπίτι μου, κι εγώ να περνώ απ’ έξω σαν το σκυλί που δεν έχει στον ήλιο μοίρα γιατί άλλο σκυλί του πήρε το σπίτι!!!

               Αν δεν είναι έτσι τα πράγματα, δεν επιστρέψουμε στα σπίτια και στις περιουσίες και στον πολιτισμό μας, τότε η έννοια « επανένωση» είναι άλλη μεγάλη ψευτιά, κάλπικες λέξεις χωρίς περιεχόμενο. Σ’ αυτή την περίπτωση επανένωση σημαίνει αναγνώριση των τετελεσμένων της εισβολής, εκείνοι στα δικά μας κι εμείς σε όσα μας άφησαν, εκείνοι να διαφεντεύουν τους τόπους μας κι εμείς βλακώδεις επισκέπτες τους να ανεχόμαστε τον κάθε έποικο εξ ανατολίας και τον κάθε τουρκοκύπριο στο σπίτι και την πατρίδα μας, τη γειτονιά, το χωριό και την  πόλη μας.

              Αν έχουν δικά τους, ας παν στα δικά τους, σ’ αυτά που δικαιούνται ως πολίτες αυτού του τόπου. Δικαίωμά τους. Ειδ’ άλλως, μη μου μιλάτε για επανένωση της πατρίδας και να εννοείτε αναγνώριση των τετελεσμένων της εισβολής! Έλεος πλέον. Έλεος!!!