αγριόφατσες
Μόλις είδε τις αγριόφατσες εκείνες στην τηλεόραση η κυρά
Παναγιώτα τον φώναξε τον Χρίστο της, ρε γιε μου ρε καλέ μου, ακούω πως κάνεις
παρέα με τέτοιους, εγώ μόνο που τους βλέπω τρέμω, χλομιάζω σβήνω, κι εσύ, να
βγει τ’ όνομα, καλύτερα το μάτι σου, ένα παιδί του κατηχητικού, από τη μια στην
εκκλησιά κι από την άλλη με τους πορνοβοσκούς της Χώρας, γιατί καλύτερα της Πάφου
ή της Λεμεσού; και γι’ αυτούς ποιος θα
μεριμνήσει, δάσκαλοι δεν μπήκαν απάνω τους, παπάδες και γονιοί και φίλοι,
καταστράφηκαν τα παιδιά, και καταστρέφουν κι άλλους, εγώ γι’ αυτούς ήρθα στον
κόσμο, η μόνη που μπορούσε κάτι να προσφέρει στο δίσκο, ένα γλυκό του κουταλιού
λίγο δροσερό νερό, η τεχνολογία, η τηλεόραση να πούμε, κι αυτή χειρότερη,
χοιροβόσκει και διαφημίζει μανταλάκια μαντιλάκια, πεταμένος χρόνος πεταμένα
λεφτά, μασκαραλίκια πράματα, γι’ αυτό σου λέω, όσο το μπορώ, μαζί τους θα
γυροφέρνω, κι αν σωθεί κανένας σώθηκε, δεν σώθηκε κανένας, οι γιοι της απώλειας.
Έχουμε ευθύνη, έχουμε ευθύνη, μια χαμένη γενιά, σε μια χαμένη χώρα, από τότε,
πολλή παρεξήγηση η δημοκρατία, κάνε ό τι θέλεις παιδί μου, να είσαι ελεύθερος,
διάλεξε μόνος παιδί μου ν ‘ αποκτήσεις ευθύνη, μην εμποδίζετε τα παιδιά, αφήστε
τα να εκφραστούν, μη βάζετε όρια, τα ψυχολογικά, τα ψυχολογικά να προσέχετε,
μην πάθει το παιδί, και μη σηκώσεις χέρι, σου το’ κοψα, ποιος δάσκαλος σου
σήκωσε φωνή, στο Υπουργείο, να δω εγώ, πολυφωνία, πολυλογία, πολυακαταστασία,
πολυθεσίτες, πολυάσχολοι, παντογνώστες ημιγνώστες, τι κάνεις παιδί μου,
λεξιλογικές ασκήσεις, α ρε συ, ξέχασες το με καλό γάλα βυζασμένος. Ένα σύστημα που παρακολουθεί τα άλλα, δεν ξεψαχνίζει
τις ανάγκες τις δικές του, στις τσέπες του, στις γωνιές των δρόμων και των
σπιτιών, ακούει με ξένα αυτιά βλέπει με
ξένα μάτια, η Ευρώπη πολύ μεγάλη, κι εμείς πολύ μικροί, εκείνοι ξέρουν
καλύτερα, ας ήταν ένας να βάλει φωνή, κι αυτός πνίγηκε.
Πάλι κοντά σου, Χρίστο παιδί μου, δώσε ένα χέρι, τον
παραδέχτηκε η κυρά Παναγιώτα.