Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Τιπούκειτος


Τιπούκειτος
Είναι μερικές φορές που οι θέσεις ετοιμάζονται για τον άνθρωπο, τον συγκεκριμένο: Να φορεί βράκα με σαράντα δύο και μισό πήχες δίμιτο, πουκάμισο μπλου μπλακ, δερμάτινη ζώνη εκατόν είκοσι, μόνο τα αρχικά του ονόματος δεν βάζουν, κάποτε θα γίνει κι αυτό. Είναι όμως μερικές φορές που συμβαίνει το αντίθετο: Ετοιμάζεται ο άνθρωπος για τη θέση, βάφει τα μαλλιά ανάλογα με το χρώμα της παράταξης, κι αν πρόκειται για θέση σε πολυεθνική εταιρεία ή ευρωπαϊκό οργανισμό, η πολυχρωμία είναι πάντα στη μόδα, από τον καιρό της γύφτισσας με τη φούστα την κλαρωτή και το γαρύφαλλο σ’ αφτί.
Τα κυπαρίσσια σκεβρώνουν. Ούτε πουλί καταδέχεται να κάτσει στο λευκασμένα του μαλλιά ούτε τζιτζίκι να ερωτευτεί στα κλαριά του. Μια ζωή περνούσε ο μαραγκός κατά τακτά χρονικά διαστήματα από το σπίτι του, έπαιρνε τα μέτρα, να του φτιάξει την ανάλογη καρέκλα, τριπόδι, πολτρόνα, ας είναι και σκαμνάκι, ή ξύλινο κάθισμα λεκάνης, πάντα με το όνομά του στην πλακέτα, όπου τον έγραφε τίτλους πολλούς κι ονόματα.
Τώρα, όπως την ξύλινη καρότσα, χαλασμένος ο τροχός, ή το αλακάτι, το μάγγανο στο μαγγανοπήγαδο, σαραβαλιασμένο από το χρόνο, να βγάζει μόνο γλυφό νερό από το λάκκο, κι όμως να κοιτά πίσω, τον ακολουθούν ή δεν τον ακολουθούν οι εβδομήντα πέντε οργανώσεις, εμείς είδαμε τρεις τέσσερις νεκροκεφαλές, των πειρατικών εκείνων σημαιών στα κινηματογραφικά έργα,  «τα τα τα ταααα. Κκάμ ον παιδίιιιι».
Κρίμα λες ο άνθρωπος, κρίμα οι άνθρωποι, η Κυριακή του τυφλού πέρασε, γιατρειά δεν είδαν, πολύ ανεκτικοί καταντήσαμε οι άνθρωποι στον τόπο μας, εκεί που έπρεπε να περιμένουμε τους Σπαρτιάτες να βγαίνουν από τη θάλασσα στον Άι Επίκτητο, ύστερα από την πρωινή άσκηση, να χτενίζονται στον ήλιο. Πάει να πει «οίους επ’ άνδρας, Μαρδόνιε», και βουλώνει το στόμα στο «οίους»….