Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Αντώνη Τέκκη Αληθώς


ΑΝΤΩΝΗ ΤΕΚΚΗ «ΑΛΗΘΩΣ» (ποιήματα) εκδόσεις Αιγαίον



Κυρίες και κύριοι,  

ο Σπύρος Κέττηρος στην εισαγωγή του

λέει πολλά και ενδιαφέροντα για τον κόσμο της Λύσης.

Ο ομιλών, στον πρόλογό μου στην ποιητική συλλογή που παρουσιάζω, γράφω:

«Ο Αντώνης Τέκκης είναι πολυτάλαντος, ευαίσθητος δέκτης μηνυμάτων,

ποιητής με ευρύτητα θεμάτων και ποικιλία ρυθμών και μέτρων,

με χαραγμένες μέσα του ιστορικές στιγμές του τόπου,

φύλακας θαυμαστών παλαιών λέξεων, συγκινητικός, γνήσιος άνθρωπος, με τις αξίες και τα ιδεώδη που γαλούχησαν γενεές γενεών.

Δύσκολο να τον περιορίσει κανείς σε περιγραφικά όρια,

αφού θα διαφεύγουν πτυχές λαμπρές του πηγαίου ταλέντου του,

που συγκλονίζουν τον αναγνώστη των ποιημάτων του.

Τον γνώρισα μέσα από τα σύγχρονα κοινωνικά τηλεδίχτυα

και θαύμασα τα ποιήματά του, που ολοφάνερα μαρτυρούσαν ένα ποιητικό μέγεθος μεγάλο, που επακριβώς εκφράζει τα δαιδαλώδη

που ζήσαμε και νιώσαμε σ’ αυτό τον τόπο, αυτή την πολυκύμαντη περίοδο, κάποτε λακωνικά και με βαθιά σοφία κάποτε με αρμονικές συμφωνίες ήχων και στίχων.

Δεν θα αναλύσω το έργο του, καταθέτω μόνο την πίστη μου στην αξία του, που θα διαπιστώσουν οι αναγνώστες και από μόνοι θα εκτιμήσουν.

Τον ευχαριστώ που μου εμπιστεύτηκε ποιήματά του

και παρακολούθησα την εξέλιξη της παρούσας έκδοσης,

που θεωρώ ψηφίδα ακριβή στην ποίηση της Κύπρου.»

-------------------

Θα αρχίσω την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Αντώνη Τέκκη ΑΛΗΘΩΣ και ανάλυση τώρα του έργου του με ένα σημαδιακό δικό του ποίημα

Μουσουπεκλίκκια μου

Πιάννω κρογιόν τζι έναν χαρτίν, αφ΄όν διώ ραχάττιν

Που κάθε λλίον ξαπολιούν κουβέντες που τ’ αδράχτιν.



Έρκουνται λέξεις ‘που αλλού, παλιές σαν ποραντίες

Στάσσουν στον νουν μου πιτσικλιές. πότε πολλές ή λλίες.

Πάππου – προπάππου που γενιές, που τέθκοια ελαλούσαν,

Τότες που συντυχάνασιν, είτε που τραουδούσαν.

Στόμαν στομάτου, έρκουνται τζιαι στο δικόν μου στόμαν,

Π’ άμαν τες πω, πλουμίζουσιν την συντυσιάν με χρώμαν.

Ξέρω πως άμαν ακουστούν, φέρνουσιν απορίαν/

Μα φέρνουν πάνω βαρετήν της Κύπρου ιστορίαν.

Μια λέξη μόνον, έφκαλεν τάτιν τζιαι την ουσία.

Γλέπω τζιαι σσιέπω τες, γιατί εν σγιον περιουσία.

Λέξη να λάλες μανιχά, ήταν κουβέντα μιάλη/

Θέλει πολλές τωρασινές το νόημαν να φκάλει.

Κρώννου την λέξην μανιχά, μπαίννει όπου ταιρκάζει/

Η μια αλαβρολάλητη τζι η άλλη να μπαρκάζει.

Άμαν θυμώσω πκιον να δεις: έρκουνται ποτραμύλιν.

Λλίοι τες συντυχάννουσιν, να μεν γινούν ρεζίλιν.

Μάγκου λαλώ τες, ξέρω τες, τζιαι ούτε αμπαλαθκιάζω

Που άλλην χώραν εν θέλω να είμαι ή να μοιάζω.

Άλλον να πεις «εσσιέττισα», τζι άλλον να πεις «κεντρίζω»

Τάτιν ηβρίσκω να «σφογγώ», θυμόν να «ξησκονίζω».

Όποιου τωρά του φανιστεί να ‘ρτει να νιελάσει

Πάνω σε μνήματα παλιών παππούων του θα γλιάσει!.

---------------------

Μια ανάλυσή του ποιήματος αναδεικνύει το αληθές της σκέψης του,

πως εκφράζεται μόνο με τη βαθύτερη πηγή της γλώσσας μας

που βρίσκεται στα ενδότερα της ψυχής του.



Το ποίημα το θεωρώ ομολογία πίστεως στην κυπριακή διάλεκτο.

Με άλλα λόγια, η μεγάλη σημασία της γλώσσας, της δικής μας διαλέκτου, της παράδοσης πάππου προς πάππου και προπάντων του σεβασμού της, οδηγεί τον άνθρωπο στην αυτογνωσία και την αυτάρκεια, άρα και την απελευθέρωση από την ξενομανία.



Η κάθε κυπριακή λέξη βγαίνει μέσα από την καρδιά,

φορτισμένη συναισθηματικά, ώστε ο άνθρωπος να νιώθει πως τότε μόνον εκφράζεται, όταν χρησιμοποιεί τις λέξεις που έμαθε από την παιδική του ηλικία , από τη γιαγιά και τον παππού,

έναν πραγματικό θησαυρό για τον οποίο νιώθει περηφάνια.

---------

Η συλλογή είναι πλούσια: αρχίζει από τα σεβαστά πρόσωπα, ανθρώπινα και θεία, και την πατρίδα με ορθές θέσεις και αρχές,

Δεύτερον, στην καρδιά της συλλογής συλλαμβάνουμε τη σημασία της γλώσσας και της νοητικής λειτουργίας,

Τρίτον προχωρεί σε αισθητικές παρατηρήσεις ομορφιάς του ουρανού με τον ήλιο και το φεγγάρι, μαζί με τα ερωτικά

και τέταρτο, πάλι της προσφυγιάς και του πόνου.



Λοιπόν, Από ιερών και οσίων άρχεσθαι.

Δρασκελούμε την εξώπορτα της συλλογής και συναντούμε πρώτον ένα συγκινητικό ποίημα αφιερωμένο στον πατέρα του, πεθαμένο στην προσφυγιά,  ύστερα από την πάλη με τον Χάροντα.

Θρύλοι, μύθοι, παραδόσεις, παρελθόν και παρόν, πόνος και αναστάσιμη ελπίδα πολυσήμαντη, ως λευτεριά, επιστροφή στη γενέθλια γη, και χριστιανική πίστη, αντρίκιο μοιρολόι, που κρύβει και φανερώνει  ο σεβασμό και την αγάπη στο ιερό πρόσωπο. Κι ύστερα

Ένα επίγραμμα στη μνήμη της Λύσης, σφραγίδα της κλωστής που δένει τον άνθρωπο με το χωριό, το διαπλαστικό περιβάλλον, στο οποίο οφείλει την προσωπικότητά του.

Ακολούθως ο φακός επικεντρώνεται στην Παναγία της Λύσης,                                         την Γρουσολυσιώτισσα, τη Μητέρα των Όλων.                              Κινηματογραφική σκηνή, συμβολική:

 «εποταβριστήκαμεν να σε πιάσουμεν» σε πρώτο πληθυντικό.

Δεν εκφράζει μόνο τον εαυτό του μα και το σύνολο,                                 και είναι πράγματι ο Αντώνης άξιος εκπρόσωπος των χωριανών,                      κι αυτοί περήφανοι για την ποιητάρισσα Λύση.

 Ένα τραγικό ποίημα, με την ανατροπή, την περιπέτεια, την μεταβολή των πραττομένων εις το εναντίον, με συναισθήματα συντρίβοντα                                                                                  κι ανοίγματα στα ξώθυρα της ελπίδας.

Ως έμπειρος γνώστης, συμβουλάτορας, παραδίνει προπάντων αξίες, εμβαθύνει στα θεμέλια του πολιτισμού μας, με σκληρές ζωντανές εικόνες, ήχους και μύρα.

Με το στίχο του συγκλονίζει αισθήσεις, γεννά αισθήματα και συναισθήματα, προπάντων τον θαυμασμό μας για την τέχνη του.

Η ποιητική συλλογή γέμει του πάθους του νησιού μας,                                    χωρίς να διαφεύγει η αφορμή για την εισβολή, το πραξικόπημα.

Οι φρούδες ελπίδες, η ύβρις απέναντι στους συμπατριώτες μας,                           «οι αίτιοι τζι οι επέτειοι», όπως γράφει.                                                   

Γεμάτος οργή για τους πραξικοπηματίες, για τα λόγια και για τα έργα τους, καλεί τους συμπατριώτες μας να δουν πού οδηγεί                                            «του κούφου η συρμαθκιά».

Σκηνές, εικόνες σεισμικές δονήσεις:                                                                  «Τρέμει η γη τζιαι φκάλλει αύραν-                                                                    ππέφτουσιν τοίσιοι τζαι μπαίνει φως.»



Τα ποιήματα του Ττέκκη δεν αποτελούνται από λέξεις ωραίες,                   κενές περιεχομένου. Αντίθετα, νιώθεις κάθε λέξη πόσους και ποιους κραδασμούς μεταδίνει, βγαλμένους από τα κατάβαθα του είναι του.

Ευαίσθητος δέκτης των πολιτικών μηνυμάτων του εθνικού μας θέματος, των προσπαθειών να επιβληθεί λύση διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, να παρουσιάζεται το ανύπαρκτο «κυπριακό έθνος»                                             ως λύση του προβλήματος, την ώρα που η γη μας αποτελεί αναμφισβήτητο  μάρτυρα των βίαιων θανάτων συμπατριωτών μας.                                                                

Όλα αυτά κατευθύνουν τον ποιητή με συγκινητικές εικόνες και λόγο καλοβυζασμένο στην απαίτηση δικαιοσύνης.

Έχοντας επίγνωση αφ’ ενός της από αιώνων ελληνικότητας                             της ιστορίας και της ψυχής μας, αφ’ετέρου της προδοσίας των συνταγματαρχών της χούντας,  διακρίνει το ουσιώδες,                                                                                                       το απαραίτητο στην προσκόλληση στις ρίζες μας                                              αλλά και καταδικάζει το πραξικόπημα                                                                      που διέγραψε το προαιώνιο όνειρο των πατέρων μας και ημών                       για την ποθητή ένωση Κύπρου Ελλάδος.                                                                Με μια σειρά από ποιήματά του η μεγάλη μητέρα, η πατρίδα,                  δέχτηκε τον στιβαρό του ύμνο.

--------------------

(Παρενθετικά, στην απόδοση της γραπτής κυπριακής διαλέκτου                    δεν ακολουθήσαμε καμιά σχολή ή θεωρία.                                        Προσπαθήσαμε να αφήσουμε απλά γραμμένες τις λέξεις,                                     με διπλά σύμφωνα, όπου χρειαζόταν,                                                            και με τα εικοσιτέσσερα γράμματα του αλφαβήτου,                                         που είναι αρκετά για να αποδώσουν τον προφορικό ποιητικό λόγο.                 

Στο τέλος ένα γλωσσάρι βοηθά με τις κυριότερες λέξεις,                                 όλο και κάποιες θα έχουν διαφύγει,                                                                σήμερα κυκλοφορούν πολλά λεξικά, είναι και το διαδίχτυο.

Κάποτε, στο μέλλον, εύχομαι να εκδοθούν τα «Άπαντα Αντώνη Τέκκη», γιατί είναι πολυγραφότατος.

Εδώ ένα μικρό μόνο δείγμα της δουλειάς του παραδίνεται,                              για να πάρει από τη μια ο ποιητής το βάπτισμα του πυρός                             και από την άλλη οι φίλοι ένα μικρό δείγμα της ποιητικής του δύναμης.)

-----------------------

Επανέρχομαι στη συλλογή.

Η δεύτερη μεγάλη ενότητα και σημαντική αναφέρεται στη γλώσσα                και στο νοητικό σύστημά μας.                                                                                «Η γλώσσα σου να ΄ν στούππωμαν, τζιαι η καρκιά λαλλιά σου.»

Τα επιγραμματικά του δίστιχα αποδεικνύουν τη δύναμή του                     να συμπυκνώνει νοήματα.                                                                                       Με τον γνωμικό χαρακτήρα τους δίνουν τη δυνατότητα στον αναγνώστη να αναλύει και να αποκαλύπτει  διά μακρών τα βαθιά του νοήματα.

Όπως πιο πάνω λέει, να ξέρεις πότε να μιλάς, συγκράτα τη γλώσσα,                                                                                                    ό τι πεις όμως να βγαίνει μέσα από την καρδιά, «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί».  Ειλικρίνεια περισσότερο χρειάζεται παρά συναισθηματικός φόρτος.

Στο ίδιο μοτίβο, συμβουλές για το μέτρο στη σκέψη,                                           στο λόγο, στη σιωπή.                                                                                  Επανερχόμενες αιώνιες αλήθειες με εικόνες εμπνευσμένες από την αγροτική ζωή και ζωντανές σκηνές της καθημερινότητας.



 Δεν είναι όμως μόνο η φιλοσοφική σύλληψη της γλώσσας                               και της αξίας της, αλλά και οι αισθητικές του παρατηρήσεις, η τρίτη ενότητα, οι ζωγραφικοί πίνακες της φύσης, ο θαυμασμός του ανθρώπου μπροστά στην ομορφιά, στο ωραίο, το «δόξασμαν της ομορκιάς» στο ποίημα «Βούττημαν νήλιου».

Από αυτή την άποψη μπορούμε να μιλούμε για τον πανάρχαιο πρόγονό μας  που στάθηκε με θαυμασμό μπροστά στον ήλιο που θεοποίησε και ύμνησε, και στη σελήνη που λυρικά τραγούδησε.

 Ίσως λοιπόν ο αισθητικός θαυμασμός, να γέννησε τον φιλοσοφικό και κατ’ επέκταση την επιστήμη. Σημασία έχει πως εδώ στην ποίηση του Τέκκη  ξαναβρίσκουμε τον πανάρχαιο άνθρωπο με τα προγονικά ρίγη.

Το ίδιο και οι αλήθειες οι πανάρχαιες, οι μεγάλες αλήθειες που βρίσκονται μπροστά μας.  Το ίδιο και οι επιθυμίες, οι φιλοδοξίες, τα σχέδια, το άπλωμα του χεριού ως εκεί που φτάνει, ρήσεις που θυμίζουν τους στωικούς φιλοσόφους με τα πρακτικά τους διδάγματα.

Η εσωστρέφεια, το ένδον σκάπτειν, η διερεύνηση                                            όχι μόνον εαυτού αλλά και της λειτουργίας του νου                                            και η προσπάθεια με ποιητικές εικόνες να περιγραφεί η λειτουργία του, μας φανερώνει άνθρωπο ενδοσκοπούμενο                                                         και αναλυτικό των εσωτερικών του διεργασιών.

Εν ολίγοις, επειδή γράφει στην κυπριακή διάλεκτο,                                              δεν σημαίνει καθόλου κατώτερη σκέψη ή απλοϊκή.                                   Αντίθετα θαυμάζουμε έναν υψηλού νοητικού επιπέδου άνθρωπο.

Μια σειρά από αλήθειες, φως, θαυμασμό στη γλώσσα,                                εικόνες του γενέθλιου τόπου                                                                           και του ρόλου που έπαιξε στην ανάπτυξη του ανθρώπου,                 μεγαλυνάρια του τόπου που τον γέννησε κι επιθυμία τελευταία,                 εκεί να τον θάψουν.                                                                                           Για να κλείσει ανθρώπινα ο κύκλος και όχι απάνθρωπα                               όπως άλλοι το σχεδίασαν.



Ένα από τα πιο βαθιά, φιλοσοφικά ποιήματα,                                      πολυεπίπεδο, πολύπτυχο,                                                                           αισθητικής ομορφιάς και ανάγκης του ανθρώπου                                        να ενωθεί με το σύμπαν, έν το παν,                                                                    για να βρει τον εαυτό του στην ησυχία του,                                                       ένα ποίημα με το πλατωνικό σπήλαιο και την εικόνα του                               αλλά και τον πόθο της γνησιότητας είναι                                                       «Το μουρμουρκόν της σιωπής». Άριστον.



Κάτω από την αγάπη στη φύση                                                                           με τις πρωινές της παραδείσιες μυρουδιές                                               κρύβονται αισθήσεις υπερευαίσθητες                                                                  που συλλαμβάνουν αόρατες ομορφιές                                                                    και τις αποδίδουν με οσφρητικές εικόνες.

Όσα και να πούμε είναι λίγα.

Η επιλογή των ποιημάτων από τον ίδιο ήταν αριστοτεχνική,                         γιατί έδωσε λίγα μα δυνατά ποιήματα,                                                    γλωσσικά, μετρικά,                                                                                                     με τους ηχητικούς τους συνδυασμούς να θυμίζουν                                παρηχήσεις Ομηρικές                                                                                               και εικόνες από τις πιο δυνατές της ποίησής μας.





Στις αντιθέσεις, ώριμες, σοφές ρήσεις έμπειρου της ζωής:

ο ήλιος και το φεγγάρι, ο νους και η καρδιά.                                                         Μα, αυτά λέω είναι τα θεμελιώδη- εκ των ων ουκ άνευ-                                              με τα οποία ασχολείται,                                                                        αποδεικνύοντας πως όχι μόνο δεν έχασε την ουσία                                           αλλά εμμένει σ’ αυτήν,                                                                                        γιατί βίωσε βαθιά τη σημασία τους, τη αξία τους.

Ακριβώς η διαφορά από τους άλλους είναι πως                                                 δεν παίζει με τις λέξεις στο κενό,                                                                          αλλά καταλαβαίνει ο αναγνώστης πως οι λέξεις                                               βγαίνουν από τα κατάβαθα του είναι του,                                                       γιατί ο ίδιος αισθάνεται τα πρώτα μαύρα ρίγη, κατά Ελύτη,                                                               είτε από τα αισθήματα είτε από τα συναισθήματά του.

Μπορεί η ευαισθησία του να είναι υπέρμετρη,                                                    γι‘ αυτό και η τέχνη του να εκφραστεί αποτελεί κατόρθωμα.

Δεν θα ήθελα να κάμω αναφορά σε άλλους μεγάλους της ποίησής μας.  Όποιος όμως μετέχει της ποίησής τους στην κυπριακή διάλεκτο,                    θα τοποθετήσει τον Αντώνη Τέκκη σε μια θέση ισάξιά τους.

Διαβάζοντας μερικά ποιήματά του                                                                        θα φέρει στο νου τους παλαιούς μεγάλους εκείνους,                                       και θα χαρεί τον νέο πραγματικό Κύπριο ποιητή.

Με τον Αντώνη Τέκκη ξαναβυθιζόμαστε στις πηγές                                          του συναισθήματος και του αισθήματος,                                                            στην αξία της φύσης ως αισθητικού φαινομένου,                                               στις εικόνες της ως την πρώτη ύλη                                                                           για να εκφράσει ο γνήσιος άνθρωπος τον θαυμασμό του                                στην ομορφιά της αγαπημένης του,                                                                       τον έρωτά του,                                                                                                                     σ΄ ό τι πιο γνήσιο και αληθινό νιώθει ο ερωτευμένος άνθρωπος.



Ό τι ως τώρα διά πολλών είπαμε,                                                                            ο ποιητής με ένα μόνο τετράστροφο ποίημά του για την Ποίηση                         μας το λέει,                                                                                                          τελευταίο τοποθετημένο στο πρώτο μέρος μπορούμε να πούμε                    της συλλογής. Ένα ποίημα στην Ποίηση.

Είναι εδώ που λες, κι αν είναι να διαλέξω για ανάγνωση, ποιο να προτείνω; Και τα χάνεις. Διαβάστε τα όλα.

Στα ποιήματα που ακολουθούν, προς το τέλος της συλλογής, η τετάρτη ενότητα,  γεμάτα από τη ζωή της προσφυγιάς                                                                      από  τον πόνο του διωγμένου από τα χώματά του παιδιού,                                δεν αναφέρθηκα γιατί η συγκίνηση υπερχειλίζει.

Μια γεύση θα πάρετε από την ανάγνωση που ακολουθεί.

Η προτροπή μου όμως είναι: Διαβάστε τα όλα.

Ποιητής ετέχθη ημίν. Αληθώς ετέχθη: ο Τέκκης.

Ευχαριστώ