Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

πάλι καλά

 

Στέλιος Παπαντωνίου

Πάλι καλά

Το 2004 έγινε το δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν, με αποτέλεσμα να το απορρίψει η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού κυπριακού λαού, και το 2005 η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Λευκωσία απέστειλε στο στέιτ ντιμπάρτμεντ τηλεγράφημα με το οποίο αξιολογούσε τη στάση των νέων στο δημοψήφισμα  και αποφαινόταν πως το 90% ψήφισε όχι. Οι αμερικάνοι ερεύνησαν το θέμα και απέδωσαν το αποτέλεσμα στο ότι οι νέοι επηρεάζονται από την οικογένεια, την εκπαίδευση, τη θητεία τους στο στρατό, την Εκκλησία.

Μακάρι να ήταν και να συνεχίσουν να είναι έτσι τα πράγματα, να επηρεάζει τους νέους η οικογένεια, γιατί εκεί μέσα τίθενται τα θεμέλια της ζωής τους, των αξιών και αρχών την όλης πορείας και δράσης τους μέσα στην κοινωνία, ένα βασικό πρόβλημα της οποίας είναι η εθνική αποκατάσταση των δικαίων του ελληνισμού του τόπου. Οι πρόσφυγες συνέχισαν να νιώθουν πρόσφυγες και συνεχίζουν εφ΄όρου ζωής έτσι να νιώθουν,  εφόσον δεν αξιώνονται να επανεγκατασταθούν στα σπίτια και στις περιουσίες τους, να συνεχίσουν τη ζωή στα χωριά και στις πόλεις τους, δεμένοι με το ίδιο το χώμα της περιοχής τους, ποτισμένο με τον ιδρώτα τους και των δικών τους. Γεννημένο ένα παιδί σε προσφυγική οικογένεια είναι βέβαιον πως θα ανάπνεε τον αέρα της εξορίας από τον παράδεισο, θα άκουε τους γονείς συνεχώς να μιλούν για το χωριό ή την πόλη, θα ζούσε τα ήθη και έθιμα, θα συναναστρεφόταν με τους συγγενείς και συγχωριανούς. Δεν είναι δυνατόν οι δεσμοί αυτοί να κοπούν με μια σπαθιά.

Η παιδεία του τόπου, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια μετά την εισβολή ήταν εμποτισμένη  κάθε μέρα με τα μηνύματα της αδικίας και της ανάγκης αποκατάστασης της δικαιοσύνης. Η εθνική συνείδηση και το φιλότιμο είχαν τρωθεί βαριά και ο λόγος του δασκάλου, τα κείμενα των ποιητών και πεζογράφων εξέφραζαν αυτό τον πόνο του χαμού και τον πόθο της επιστροφής. Το πρόβλημα των προσφύγων, των νεκρών του πολέμου, των αγνοουμένων, των εγκλωβισμένων επικαθόταν σ’ όλη την κοινωνία και το βίωνε ο κάθε κάτοικος του νησιού, που έζησε την εισβολή. Κι ο Πενταδάχτυλος με τα εχθρικά μπαϊράκια προκλητικότατος μέρα και νύχτα.

Στο στρατό γινόταν σωστή δουλειά εφόσον υπενθύμιζαν συνεχώς το καθήκον της άμυνας και της απελευθέρωσης των σκλαβωμένων εδαφών. Η υπηρεσία σε γειτνιάζουσες στη νεκρή ζώνη περιοχές έδινε στους νέους φαντάρους ολοζώντανη τη δυστυχία της πατρίδας, έστω κι αν προέρχονταν από άλλες πόλεις, μακριά από τις κατεχόμενες περιοχές.

Η Εκκλησία με τον λόγο της, τα κηρύγματα, τις εγκυκλίους θύμιζε το καθήκον και καλούσε σε αγώνα απελευθέρωσης, έστω και με τις διαμαρτυρίες άλλων ή πολιτικών, που δεν ήθελαν την ανάμειξη της Εκκλησίας στο εθνικό θέμα, πράγμα όμως αδύνατον, αφού πρώτη η Εκκλησία πρωτοστατούσε πάντα σε εθνικούς αγώνες.

Η αμερικάνικη πρεσβεία μάλλον άλλα θα ήθελε, να σκέφτονται όλοι όπως εκείνοι σκέφτονται, να λησμονήσουμε για πάντα τα πάντα, να αφήσουμε τους Τούρκους ανενόχλητους και τους δήθεν  μεσάζοντες και σωτήρες μας να  εφαρμόζουν τα εχθρικά προς εμάς ανίερα σχέδιά τους.

Το σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε, γιατί ήταν διχοτομικό, ομολογημένα παρέδιδε την Κύπρο στους Τούρκους, και το κράτος μας μετατρεπόταν σε συνιστών κρατίδιο. Ευτυχώς την περίοδο εκείνη είχαμε Πρόεδρο Δημοκρατίας άνδρα συνετό, γνώστη του θέματος, μελετημένο, που ζύγισε τα υπέρ και τα κατά και διαφώτισε για το περιεχόμενο του Σχεδίου, πολλοί των υποστηρικτών του οποίου δεν το είχαν διαβάσει καν. Αφού το απορρίψαμε, οτιδήποτε γίνεται στην Κατεχόμενη περιοχή είναι παράνομο, γιατί η παρανομία δεν έχει όρια, ενώ ο νόμος είναι περιορισμός και όριο. Διαφυλάξαμε την πατρίδα και τη νομιμότητα του κράτους μας.

Κι όλα αυτά επιτύχαμε ευτυχώς με τη συνδρομή της οικογένειας, του σχολείου, του στρατού, της Εκκλησίας. Από το ποιόν των ανθρώπων που υπηρετούν τους θεσμούς αυτούς εξαρτάται και η αποκατάσταση του δικαίου στον τόπο μας.

Στα κατεχόμενα εδάφη μας συνεχίζονται τα παράνομα τουρκικά έργα. Αν ψηφίζαμε ναι στο δημοψήφισμα, τα έργα των Τούρκων θα είχαν την σφραγίδα της νομιμότητας.