Μακάριος
Και εγένετο εν αυτοίς ανήρ μέγας, Μακάριος ανήρ, ο φοβούμενος
τον Κύριον, είναι η μέρα του θανάτου του, με πολλούς φανατικούς οπαδούς,
θαυμαστές, έπιναν νερό στο όνομά του, αλλά και με πολλούς εχθρούς άχρι θανάτου
του, με πολλές εναντίον του επιθέσεις, απόπειρες δολοφονίας, να τον ξεκάμουν,
να φεύγει από τη μέση ο δόλιος, ο εγωπαθής, ο αμαρτωλός, κατακρήμνισε την
ένωση, μεγάλα καράβια μεγάλες φουρτούνες μεγάλες δόξες μεγάλα μίση, αυτός μας οδηγούσε,
έτσι κι αλλιώς μ’ αυτόν μεγαλώσαμε, εδώ δεν χωρεί ναι μεν αλλά, πάτησε στην
Ιστορία από τη δεκαετία του πενήντα, ως το θάνατό του, γερά, με όλο του το
βάρος, το φορτίο, τους αγώνες, τα λάθη, ευτυχώς δεν είμαι επιστήμονας, δεν
ζυγίζω, δηλώνω μάλλον σωκρατικός, δεν γνωρίζω, ξέρω τα αντιφατικά,
επιφυλάσσομαι, όμως θαυμάζω τον άνθρωπο που αφιερώθηκε στον τόπο, στην υπόθεσή
του, στον αγώνα του, ανήλθεν εκ των κατωτάτων, ένα βοσκαρέτι, ξέρω το σπίτι
του, ένα καλογεράκι ήτονε, ερχόταν στην εκκλησιά, πριν γίνουν όλα αυτά, μερικοί
τον περίμεναν έξω στο νάρθηκα, άρχιζαν εν χορώ, Μα- κά- ρι- ος –μα- κα –ρι- ος,
αυτός χαμογελούσε, έμπαινε μεγαλοπρεπής στον εσπερινό, την άλλη μέρα,
πρωτοχρονιά για λίγα χρόνια στην εκκλησιά μου, ήτονε προνόμιο εδώ να λειτουργεί,
ύστερα μας έφαγε το προεδριλίκι, καταπατήθηκε το προνόμιο, του άρεζε να τον ντύνουν μπροστά στο θρόνο το
δεσποτικό, με το ιερείς εξέλθετε, άρχιζε ιεροτελεστία, οι ιερείς σου Κύριε
ενδύσονται δικαιοσύνην, και στο τέλος τα τρικέρια, ούτω λαμψάτω το φως ημών
έμπροσθεν των ανθρώπων, εις πολλά έτη δέσποτα, κανένα λάθος δεν επιτρεπόταν
γιατί δεν έκανε λάθος δεν είχε λάθος, δεν έκανε παρατηρήσεις, άψογη λειτουργία,
τα πάντα λειτουργούσαν στην εντέλεια, λίγο παράφωνος, καλά έλεγε ο διάκονός του πως την
κατάσταση της υγείας του καταλάβαινε από τη φωνή του, ήξερε τάξη και προπάντων
μεγαλοπρέπεια, κι ύστερα άρχισε τους αγώνες, είτε το θέλαμε είτε όχι, δεν μας ρωτούσε
κανείς, δεν ξέραμε να λέμε και όχι, ήταν φυσικός αρχηγός, οδηγούσε, κατηύθυνε,
η ενός ανδρός αρχή, αποστολές εδώ κι εκεί στον κόσμο, στο εξωτερικό, διαφώτιση
στο εσωτερικό, συνέπαιρνε με το λόγο του, χιλιάδες ο κόσμος τον ακολουθούσε,
χειροκροτούσε, τον παρακαλούσε ακόμα και για τα πιο μικρά της ζωής, για τα
χωράφια και τα ζώα τους, όλους λένε τους δεχόταν, δεν του μίλησα, δεν μου
μίλησε, όταν ήμαστε στην τετάρτη δημοτικού, ήρθε στο δημοτικό αγίου Κασσιανού ο
Ανδρέας Νεοφύτου, γιος της αδελφής του Μαρίας, καπνίζει όμως τρία πακέτα την
ημέρα, είχε πει στον Γρηγορόπουλο, δάσκαλό μας, ο πατέρας του κηροπώλης,
αγοράζαμε από αυτόν κερί για την εκκλησιά, πάροδος παράλληλης της Ερμού, μικρό
καταστηματάκι, μικρόσωμος άνθρωπος, δεν γνώριζε την έπαρση, ούτε ο Αντρέας, κι
ύστερα του άνοιξε δρόμους, παρά το πλευρό του πρώτος, σωματοφύλακας, οδηγός σε ελικόπτερο, τρέχαμε
στον άι Γιάννη να τον ακούσουμε, στη Φανερωμένη, στο αρχιεπισκοπικό μέγαρο,
όταν ήρθε από της Σεϋχέλλες όλοι οι μαθητές παραταχτήκαμε έξω από το Παγκύπριο,
τέτοια κοσμοσυρροή, κι όταν ξανάρθε ύστερα από το πραξικόπημα και την εισβολή,
ο κόσμος τον εμπιστευόταν, στήριγμα και οδηγό του, πολλά γράφτηκαν και
γράφονται, ένας μεγάλος της Ιστορίας έχει και τα θετικά και τα αρνητικά του,
αναμφισβήτητα όμως ήταν μεγάλος. Ανάπαυσον, Κύριε.
Σήμερα οι άλλες απόψεις ας σιωπήσουν, ιστορικοί υπάρχουν,
και λογοτέχνες και ποιητές, άλλοι δοξολόγησαν, άλλοι κατακρήμνισαν, αιωνία η
μνήμη αυτού.