Τετάρτη 23 Αυγούστου 2017

ΕΩΘΙΝΟΝ ΕΝΑΤΟΝ

ΕΩΘΙΝΟΝ ΕΝΑΤΟΝ

Αν θες να πηγαίνεις εκκλησιά κάθε Κυριακή, καλύτερη πρώτη είναι η του Θωμά, κι αυτός γύριζε στο δημαρχείο ή στο όρος των ελαιών, μέσα η Γιωργούλα, φώναζαν  τα γαλάζια μάτια «πού είσαι», στο τραπέζι πάντα ένα πιάτο μεγάλες μαύρες ελιές μαχαιρωμένες, με το λάδι και το ξίδι τους, ήρθαν οι δέκα, και ξαφνικά μπαίνει μέσα από την κλεισμένη πόρτα, την ελιά έξω την είχε κόψει ο τούρκος, δεν ήξερε, ξένο βιος ξένο μάλι ξένος στον τόπο άριζος να φυσήσει να τον πάρει όπως τον έφερε, στέκεται στη μέση του ηλιακού, γύρω πολυθρόνες, ειρήνη σας, λέει, να και τα χέρια και  την πλευρά, μάθετε την αγάπη, μάθετε την ανεξικακία, ο Θωμάς γύριζε και μετά την προσφυγιά στις ελιές του αποστόλου Αντρέα του Πλατέως, τον περιμέναμε, έρχεται, βρε Θωμά είχαμε επίσκεψη, και δεν πιστεύει.

Επιστήμονας των θετικών επιστημών, όλα τα’ θελε με το νι και με το σίγμα, και τον τύπο  και το γράμμα και τα μικροσκόπια και τη λευκή μπλούζα, έτσι καταλάβαινε την επιστήμη,  και μεγάλη εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του, γελούσαμε, και να σου Τον πάλι, μπαίνει, τα παιδιά την άλλη μέρα θα πήγαιναν σχολείο, δεν το χώνευαν, ο Σταύρος κι ο Αντρέας να ετοιμάζουν τις τσάντες, για έλα δω, φέρε το χέρι βάλε τα δακτυλικά σου αποτυπώματα να σου μείνει η ταυτότητα, όπως τότε επί αγγλοκρατίας, ένα κομμάτι άσπρο χαρτί, κι ο άλλος Θωμάς στο Μαραθόβουνο περίμενε το λείψανο, το συνοδεύαμε από τη Λευκωσία με λεωφορεία, ο Κώστας Λοϊζου στην τελευταία του κατοικία, κόσμος πολύς, το νεκροταφείο πλήρες, ελληνικές σημαίες, τραγούδια και ρίγη στον καμένο αγωνιστή, δεν είχε πληγή να βάλεις το δάχτυλο, δεν έμεινε πλευρά να αγγίξεις, και βάλε το χέρι στην πλευρά, που μου θελες να δεις για να πιστέψεις, Θωμάς όνομα και πράμα! Κατέβηκε και τον πήρε μαζί του στον Πατέρα, εμείς φτεροκοπούσαμε, δεν είδαμε αλλά πιστεύουμε. Έτσι τη ζούμε τη ζωή μας.


Παραστατικός ο φίλος Ιωάννης, κι είναι τόσα ακόμα που δεν έγραψε, λέει, κι όσα έγραψε για νόμπελ, να διαβάζουν τα παιδιά, να μαθαίνουν, εμείς τα ζήσαμε.