Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ


ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ

Ο Χριστάκης λοιπόν της Αργυρής, από το Συριανοχώρι Μόρφου, ήταν ο φιλόλογός μας στην Τετάρτη και Πέμπτη τάξη Γυμνασίου, στα παραρτήματα, άγιο Κασσιανό και άγιο Ιωάννη, δεν τον βρίσκετε ούτε τον πρώτο ούτε τον δεύτερο, τον ένα τον έφαγαν οι Τούρκοι τον άλλο τον ισοπέδωσαν και τον έκαναν γκαράζ της αρχιεπισκοπής, κάθε που μας έκανε μάθημα θυμόταν και τις ιστορίες της ζωής του, προπάντων όμως με αναφορές σε βιβλία,  μας έγραφε συγγραφέα και τίτλο στον πίνακα, Μαξ Νορτάου, Τα κατά συνθήκην ψεύδη, να πούμε, κι εμείς το απογεματάκι στη βιβλιοθήκη τη Σεβέρειο, τότε γέμιζε μαθητές, ο Ρώσσος καθόταν στο έδρανό του κι η καλή Δέσποινα ανέβαινε κατέβαινε τις σκάλες να μας εξυπηρετήσει, κάποτε ερχόταν ο Σωκράτης ο Ευαγγελίδης, τι διαβάζεις εσύ, Τα μυστήρια στην αρχαία Ελλάδα, κύριε Ρώσσο είναι ηλικία τους να διαβάζουν αυτό το βιβλίο, ερχόταν εκείνος, το άρπαζε ωραία ωραία κι εμείς μέναμε με την αίσθηση του απαγορευμένου καρπού, ύστερα τα γλυκά μας στο Μπελβιού, για μας το καλύτερο ζαχαροπλαστείο, κοντά στον άη Αντώνη, τα ποδήλατα και τη βόλτα μας, τέλος του αγώνα, κι ύστερα στην Αθήνα, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη ως επί το πλείστον, ήταν και κοντά στους Αμπελοκήπους, και περπατητοί πηγαίναμε, ήταν εκεί ένα γερόντιο, έσερνε τα πόδια, πάντα με λαστιχένια παπούτσια, μόλις του ζητούσα βιβλίο κατέβαζε τα μούτρα, αλλά ο Ζώρας ήθελε να ξέρουμε όλα τα βιβλία απ’ έξω κι ανακατωτά, καλά να είναι ο άνθρωπος, έμαθα πολλά. Στη βιβλιοθήκη στο Γυμνάσιο Σολέας, αμέσως μετά το εβδομήντα τέσσερα, κατέβασα όλα τα βιβλία κάτω, τα ξανάβαλα στις θέσεις που έπρεπε, διάβασα εκεί Σαίξπηρ να χορτάσει η ψυχή μου, το περιοδικό Θέατρο, βιβλία και βιβλία, ήρθε ύστερα καιρός στο Γυμνάσιο Παλουριώτισσας, εκεί άλλο θαύμα, ο μακαρίτης ο Χατζηγεωργίου χάρισε τόμους τις εφημερίδες, Φιλελεύθερο ιδιαίτερα, πλούτος μοναδικός, κι ύστερα στο SUNY Albany,  βιβλιοθηκάρα, στάθηκα κάποτε και περίμενα τις βιβλιοθηκαρίους να τελειώσουν μια κουβέντα τους, συγγνώμη τους λέω, Παναγιά μου συγγνώμη εμείς, μου λεν, που κουβεντιάζαμε και δεν σας εξυπηρετήσαμε αμέσως, α ρε αμερικανάκια, όλα σε τάξη τα βάλατε, κι εγώ έμενα με την εντύπωση πως ενοχλούσα τους βιβλιοθηκαρίους, αυτή τη γνώμη μου σχημάτισαν, εμείς οι δουλοπάροικοι των υπαλλήλων, κι όταν ήρθα στο Παγκύπριο, η Σεβέρειος είχε φορτωθεί όλα τα βιβλία των βιβλιοθηκών των τάξεων, καταγραμμένα δεν ήταν, γιατί κάθε τμήμα είχε τα δικά του, παλιατζούρα, λέω να τα βάλουμε έξω να παίρνουν οι μαθητές δωρεάν, κι έπαθα σαν τον Καποδίστρια με τις πατάτες, βρε λέω δωρεάν πάρτε βιβλία στο σπίτι, τα διαβάζει ο πατέρας, η μάνα, ο παππούς, η γιαγιά, ατού αυτοί, δεν άγγιξαν! Κάτι ήξεραν. Πρόβλεπαν ίντερνετ. Μακάρι να ξέρουν να το χρησιμοποιούν.