Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023

προσπαθώ να καταλάβω

 Προσπαθώ να καταλάβω, και αυτό κι άλλα, αλλά δεν με βλέπω να πήγαινα μετά τα μεσάνυχτα στην Κερύνεια να διασκεδάσω, ούτε βέβαια και να κουβαλώ ρόπαλο στο αυτοκίνητο, εκτός αν ήμουν έτοιμος για καυγά ή περίμενα την επίθεση και θα έπρεπε να αμυνθώ.

Ήταν τότε, μετά το 74, που έξω από το σχολείο στην Ευρύχου, ήταν αντίσκηνα και έμεναν μαθητές πρόσφυγες και θα πληρώνουμε αυτό το 74 ακόμα 50 χρόνια, ίσως γυρίσει ο αιώνας, και βέβαια δεν μπορούσες να παίζεις φιλόλογο την ώρα που ο άλλος έμενε στο τσαντίρι, κι ήταν επαναστατημένα τα παιδιά και δεν καθόταν κανείς εύκολα στην τάξη και δεν ανεχόταν η ψυχή του το κακό, διωγμένος από το σπίτι του και μια εβδομάδα πρωινά τα μαθήματα την άλλη απογευματινά και δεν χωνεύεται.
Κι ύστερα στην Παλουριώτισσα μετά το ‘ 76, ήδη το σχολείο ήταν ένα φρούριο με γαιόσακους παντού, οι Τούρκοι απ’ έξω, πάνω από 1000 οι κόρες στο Παγκύπριον Γυμνάσιον Θηλέων Παλουριωτίσσης, τότε που έρχονταν τα εγκλωβισμένα παιδιά με δυο μάτια μεγάλα φοβισμένα να σε κοιτάζουν και να απορούν με τα ελληνικά σου, γιατί νόμιζες πως ήδη είχε γίνει επέμβαση και στη γλώσσα τους, και πρέπει βέβαια αυτά τα παιδιά να περάσουν στην άλλη τάξη και σιγά σιγά συνηθίσαμε την επιείκεια, γιατί έτσι έπρεπε να γίνει, αλλά δυστυχώς αυτή μετατράπηκε σε ανοχή, το μυρίστηκαν και μαθητές και γονιοί, κι όταν ύστερα από χρόνια ξαναπήγα στο ίδιο σχολείο, παρακολουθούσα την επιθετικότητα των μικρών παιδιών, να πηδούν ένα μέτρο πάνω από τη γη και να χτυπούν στο πρόσωπο με το πόδι το συμμαθητή τους. Είχαμε σταματήσει από καιρού εμείς να δίνουμε πάτσους, αυτά συνέβαιναν κάποτε τον καιρό της Λεμύθου 67- 69 και ύστερα απόκτησαν μεγάλη δύναμη οι γονιοί, μπαινόβγαιναν στο σχολείο, Σύνδεσμος Γονέων, Σύνδεσμος Γονέων, και νόμιζαν πως όλα τα ξέρουν καλύτερα και πως όλα έπρεπε να γίνουν όπως εκείνοι τα ήθελαν.
Μια μέρα στο γραφείο ένα ζευγάρι, «είμαστε σε θέση να βάλουμε στη δουλειά το παιδί μας, εργαζόμαστε σε τράπεζα, μόνο που πρέπει να έχει πάνω από 16, κανόνισε να πάρει την ανάλογη βαθμολογία» και εγώ να διερωτώμαι, γιατί εγώ να κανονίσω; το παιδί σας να κανονίσει και να πάρει 16, και δεν παίρνει και έρχονται διαμαρτυρόμενοι.
Εκεί, στην περιοχή των Κοκκινοχωριών, ήταν συνηθισμένοι οι μαθητές να μπαινοβγαίνουν στο σχολείο με τις παντούφλες κι όταν έκαμα επίθεση στον πρώτο, έτρεξαν οι συνάδελφοι νομίζοντας πως θα δεχόμουν επίθεση, αλλά τα παιδιά έπρεπε γύρω στον Μάρτιο να αρχίσουν να δουλεύουν στα ξενοδοχεία, και ήταν «υποχρέωσή» τους να αγοράσουν μοτόρα, κάθε μήνα είχαμε και ένα νεκρό από μοτόρα, ο άλλος θα πρέπει να αγοράσει το αυτοκίνητό του και όλα αυτά όχι μόνο με τις ευλογίες των γονιών αλλά και με την περηφάνια: τα παιδιά τους αποκτούσαν χρήματα, μοτόρα και αυτοκίνητο.
Ήταν τότε που και η Λάρνακα άρχισε να παίρνει τα πάνω της. σχολικά τα πρωτεία είχε η Λεμεσός στην παραβατικότητα, η Λάρνακα ακολουθούσε, έρχονταν με τις μοτόρες έξω από το σχολείο, πηδούσαν από τα κάγκελα να χτυπήσουν μαθητές, ευτυχώς είχα πάντα μαζί μου τους γυμναστές σωματοφύλακές μου και σωζόταν η κατάσταση, η αστυνομία, παρ’ όλα τα τηλεφωνήματα, ερχόταν πάντα γύρω στις 02:00 όταν είχε κλείσει το σχολείο.
Η επιείκεια, η ανοχή, το να μη μπορείς να ελέγξεις την κατάσταση, γίνονταν καινούργια πράγματα και το σχολείο ήταν απροετοίμαστο, ήταν μια περίοδος που ερχόντουσαν από την Ελλάδα, είχαν κάμει εκεί χρόνια σε ξερονήσια ως επί το πλείστον, ανεξέλεγκτοι, μόνοι διηύθυναν, μόνοι κανόνιζαν τις ώρες διδασκαλίας και όταν ήρθαν εδώ και προσπαθήσαμε να τους πείσουμε πως χρειάζεται και πρόγραμμα και προγραμματισμός μαθήματος , εντάξει, μας έλεγαν, περάστε πρώτα από το ελλαδικό φροντιστήριο της δημοκρατίας, του Παπανδρέου τότε, για να μάθουμε τι σημαίνει ελευθερία του διδάσκοντος, οπότε πηγαίναμε να παρακολουθήσουμε μάθημα Χριστούγεννα, ακούαμε διήγημα πασχαλινό, πηγαίναμε γύρω στο πάσχα, δίδασκε ο νεόφυτος ποίημα χριστουγεννιάτικο.
Και οι γονιοί, κι οι μαθητές κι οι δάσκαλοι έχουν το μερίδιο της ευθύνης τους, περισσότερο όμως απ’ όλους το 1974, ο μεγάλος αυτός σταθμός της ιστορίας μας, για τον οποίο θα έχουμε ακόμα να πληρώνουμε.