Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

περικυκλωμένος


Περικυκλωμένος

Μέσα σ΄ένα κενό χρόνου, επί Αυγούστου, ξεκίνησε ο Ιωσήφ, ένα παλιοσαραβαλάκι Μόρρις Μάινορ, πράσινο, πήρε τη Μαρία, εκείνη κατάβαρη, στο χωριό, να βγάλουν ταυτότητα, στην εκκλησιά εκεί την ερημική, με καμπάνα κρεμασμένη στην ελιά, να μπορούν εύκολα να την χτυπούν τα παιδιά το πρωί για το σχολείο, το μεσημέρι για τους βοσκούς, το απογεματάκι πάλι για σχολείο, πιο πάνω το σπίτι του παππού παπά και της γιαγιάς, ένας αστυνομικός στην είσοδο, είχε έρθει από τις Μάντρες, γειτονικό χωριό, ανέβηκαν με κόπο τα σκαλοπάτια, άλλα ραγισμένα άλλα χορταριασμένα, ένας δάσκαλος καθόταν σ΄ένα τραπέζι τριζόνι, μελανοδοχείο, πέννα από τις παλιές, στράτσιο, όνομα επίθετο παρακαλώ, ημερομηνία γέννησης, αν δεν ξέρετε να βάλετε υπογραφή δώστε μου τον αντίχειρα, μάλιστα, το βουτούμε λίγο στο μελάνι, σιγά, προσεκτικά, εδώ το αποτύπωμα, μπράααβο, ευχαριστώ, φέρατε και φωτογραφία βλέπω αλλά πολύ μαυριδερή κύριε, διαλέξατε φωτογράφο!!! Του είπατε πως είναι για ταυτότητα; Ας είναι, μάλιστα, την κολλώ εδώ, αν σας συλλάβουν όμως γιατί δεν μοιάζετε με τη φωτογραφία, εγώ δεν φταίω, οι εγγλέζοι είχαν αρχίσει τότε συλλήψεις μελών της εοκα.

Ιωσήφ, γρήγορα σε παρακαλώ, οι πόνοι, ευτυχώς ήταν πιο πάνω ο στάβλος, λίγο πριν τα κύρια δωμάτια του παππού, Να ’μουν του στάβλου εν’ άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι, την ώρα π’ άνοιγε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι! Να ιδώ την πρώτη του ματιά και το χαμόγελο του το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπο του,  η γιαγιά είχε πυρώσει το φούρνο, το αχερωνάρι γεμάτο, έφτιαξαν ένα ωραίο κρεβατάκι σε μια γωνιά, σε μια φάτνη, αυτά έχουμε μ’ αυτά θα περάσουμε, το εύτακτα, ο παππούς έπρεπε να πάει στην εκκλησιά, άρχισε να ψέλνει, άστρον ήδη ανατέταλκε, η υπόθεση όμως ήταν προδομένη, ήταν κι η νύχτα λαμπερή, άστρο λαμπρό τους οδηγεί, οι εγγλέζοι περικύκλωσαν το σπίτι, παραδοθείτε, ο Ιωσήφ βάζει τη Μαρία στο γαϊδουράκι, και ξεκίνησε για το Δίκωμο.