Των νεκροταφείων
Μην
ενοχλείτε τους νεκρούς μας, έτσι κι αλλιώς δεν είναι στα νεκροταφεία στα
Κατεχόμενα, τους φέραμε μαζί μας, στην καρδιά και στο νου μας. Έστω κι αν δεν κάμαμε
όπως τους Παργινούς τότε, που τους πούλησε ο εγγλέζος στον αλή πασά, Μεγάλη Παρασκεή
ήτονε, σκάψαν τους τάφους των γονιών τους, πήραν τα κόκκαλα, τα έβαλαν στην
πλατεία, τα έκαψαν και πήραν μαζί τους στη στάχτη, εκεί στα Εφτάνησα. Η Πάργα στάθηκε μοναδική. Εμείς είμαστε άλλη περίπτωση.
Κατεβαίνουμε σκαλοπάτια από καιρό.
Αφήστε
λοιπόν τους νεκρούς. Από τους ζωντανούς να φοβάστε, τους έποικους που
αριθμούνται σε αναρίθμητους, μέγα μυστικό ο ακριβής αριθμός τους, εργάτες είναι,
προσωρινοί είναι, ψέματα είναι, κι όμως έχουν λόγο στις ψηφοφορίες, που αφορούν
κι εμάς, γι’ αυτούς όμως δεν έγινε
καθόλου λόγος στις τελευταίες συνομιλίες, άτυπες ή τυποποιημένες, τυπικές ή
εγκάρδιες, κροκοδείλιες.
Οι έποικοι μάς
αντικαθιστούν στον τόπο μας, στα σπίτια, στα χωράφια και στις δουλειές, στα χωριά
και στις πόλεις μας, αυξάνονται και πληθύνονται, θα το κάνουμε της
Αλεξανδρέττας, είπαν οι Τούρκοι από το 1950, θα ρθει ώρα, ένα δημοψήφισμα κι
έξω, αυτοί θα νικήσουν ως πλειοψηφία, έχουν σχέδια, τα καταστρώνουν τα εισάγουν
εντέχνως, κι εμείς χάβουμε ως η αδύνατη πλευρά, αλλά τουλάχιστον να τα λέμε, να
φωνάξουμε να κραυγάσουμε να αρχίσουμε τους βρυχηθμούς, τα μουκανητά έστω.
Η γενιά μου
φεύγει και μαζί της όσοι έζησαν τα γεγονότα από το τέλος του β΄παγκοσμίου
πολέμου. Είδαμε την Αγγλία από προστάτιδα των ελευθέρων λαών να γίνεται προστάτιδα
μόνο των βάσεων και των συμφερόντων της, να αγκαλιάζει την Τουρκία, να διαιρεί
και να βασιλεύει, κατά δύναμη.
Η Κύπρος
διχοτομημένη από το 1974, μια τεράστια
πληγή, κουβεντιάζει μη μπορώντας να κάμει κάτι άλλο, κι οι προσποιούμενοι τους
ζωντανούς συζητούν για τα κατεχόμενα νεκροταφεία μας...