Δι’ελέου
και φόβου περαίνουσα, τα δυστυχήματα κι οι θάνατοι ανθρώπων συγκλονίζουν
γνωστούς κι αγνώστους, γιατί ο καθένας μας σκέφτεται και φοβάται, μη μου κτυπήσουν
την πόρτα για τα κακά μαντάτα, άκρα συμπάθεια στα αδικημένα θύματα, μπαίνει ο
καθένας στη θέση των δικών τους, γονιών, αδελφών, παιδιών, μεγαλύτερος πόνος
από το να θάβει γονιός το παιδί δεν υπάρχει, μια ανείπωτη θλίψη, κι ένα μαύρο
φαράγγι να ανοίγεται μπροστά τους, οδύνη, λύπη, στεναγμός, η ώρα απρόβλεπτη, η
τύχη αόρατη, ποιος φταίει, οι μεγάλες ταχύτητες που αναπτύσσουν τα σημερινά
αυτοκίνητα, οι μοτόρες, σκιάς όναρ άνθρωπος, η ζωή κι ο θάνατος τόσο
αγκαλιασμένοι.
Όλα τα πλάσματα που πάσχουν είναι δικά μας, γι’
αυτό κι έχουμε όλοι μερίδιο στο πένθος και στην ευθύνη.