Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2019

μπορείτε να το επιβεβαιώσετε




Μπορείτε να το επιβεβαιώσετε

Στέλιου Παπαντωνίου

Οι απαιτήσεις των Τούρκων δεν έχουν τέλος και δεν θα έχουν, αφού βρίσκουν συνεχώς έδαφος υποχωρήσεων από την πλευρά μας, και αφού νιώθουν πως με τη δύναμη των όπλων και της διπλωματίας τους μπορούν να κερδίζουν συνεχώς ως τα έσχατα, την πλήρη υποταγή μας σ’ αυτούς. «Η συζήτηση με τους τουρκοκύπριους θα πρέπει να συνεχιστεί», λέμε, αλλά δεν διερωτόμαστε ποιοι είναι αυτοί οι τουρκοκύπριοι, πόσοι έμειναν, πόσοι έποικοι έχουν αλλάξει τον δημογραφικό χαρακτήρα της πρώην μειονότητας που έγινε κοινότητα και ύστερα λαός, αναβαθμίσεις όχι μόνο λεξιλογικές αλλά σημαντικές, για να απαιτούν τη δημιουργία κράτους. Και αυτοί μεν πιστεύουν πως έχουν ήδη «κράτος» και δεν ξεχνούν πως μόνο η Τουρκία το αναγνωρίζει, ελπίζουν όμως. Και δεν λησμονούν πως αυτό που ονομάζουν «κράτος» εδράζεται σε έδαφος που δεν είναι δικό τους αλλά είναι προϊόν εθνοκάθαρσης, εκδίωξης των κατοίκων της περιοχής, με ελάχιστη δική τους ιδιοκτησία, στην οποία δυστυχώς προσθέτουν δικοί μας ξεπουλητάδες. Ποιοι αποτελούν αυτό το δήθεν κράτος, πού εδράζεται, ποιος το δημιούργησε, ποιος το στηρίζει, για να βρίσκει συνεχώς δικαιολογίες για να επεμβαίνει κατά γην θάλασσα και αέρα στα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας; Και ποιος βρίσκεται πίσω από τις συνομιλίες, αν θα γίνουν και όταν γίνονταν; Ποιος καθοδηγεί όχι για το συμφέρον των τουρκοκυπρίων ή της Κύπρου γενικά αλλά για το δικό του και μόνο συμφέρον, τα δικά του οράματα για γαλάζιες θάλασσες και αναγέννηση της παλαιάς εκείνης οθωμανικής αυτοκρατορίας; Ποιος επιμένει ότι είναι απαραίτητες οι εγγυήσεις, ύστερα από την κατάντια μας από τις λεγόμενες εγγυήτριες δυνάμεις που καταπάτησαν κάθε έννοια σεβασμού της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οποίας την ύπαρξη είχαν εγγυηθεί; Η απάντηση βέβαια είναι γνωστή, αλλά φαίνεται εύκολα λησμονείται ή συγχυστικώ τω τρόπω αλλιώς εμφανίζονται τα πράγματα, οπότε εκείνοι μεν απαιτούν διαρκώς, εμείς όμως υποχωρούμε χωρίς φρένο και φρένα. Οδηγηθήκαμε στον γκρεμό με τις συνεχείς υποχωρήσεις, και αφέθηκε η παιδεία του τόπου και ο λαός να ασχολείται με άλλα, όχι όμως με το θεμελιώδες, την ίδια την ελεύθερή μας ύπαρξη και με το χρέος μας να διατηρήσουμε τον πολιτισμό μας στον τόπο των πατέρων μας.

Χειρότερη εν προκειμένω είναι η κατεύθυνση της παιδείας μας, που μάλλον άσχετη φαίνεται με το πραγματικό πρόβλημα του τόπου και του λαού, την εισβολή, την κατοχή, την ανάγκη ελευθερίας, για να υπάρξει ευημερία και ευδαιμονία. Η ενασχόληση με άσχετα με την ελευθερία μας θέματα, οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί έμφασης στα θέματα  της ξενοφοβίας, εθνικισμού, ρατσισμού και άλλων –ισμών που δεν μας απασχολούν ως λαό, γιατί δεν είναι από αυτά που κινδυνεύουμε αλλά από την τουρκική βουλιμία, όλες οι κατευθύνσεις έξω της επιθετικότητας της Τουρκίας, προκαλούν σύγχυση στα φρένα των παιδιών και των δασκάλων, τόσο που, αν ζητήσει οποιοσδήποτε να μάθει από τα σκολιαρόπαιδα ή τους δασκάλους τους ποιους κινδύνους αντιμετωπίζει σήμερα η Κύπρος, θα ακούσει τον ρατσισμό, τον εθνικισμό, την ξενοφοβία, αλλά ουδέν περί τουρκικής επιθετικότητας και απειλής της ίδιας της ύπαρξής μας. Ένα πείραμα θα πείσει πολλούς.

Δεν θέλουμε να πιστεύουμε πως χάσαμε το παιχνίδι, γιατί η παιδεία είναι το μέγα αγαθό μας και αυτήν πρέπει να ενδυναμώνουμε. Όταν όμως βλέπουμε τις ανάστροφες οδούς της, οφείλουμε να κρούουμε τον κώδωνα, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό.