Στέλιος Παπαντωνίου
Της προσφυγιάς
Της προσφυγιάς
Πριν αρχίσουν τα πετούμενα
Πήρα το παιδί στο κάρικοτ
Το κρατούσα στο χέρι και φώναζα
«Μην ξεχάσουμε το παιδί».
Πήρα το παιδί στο κάρικοτ
Το κρατούσα στο χέρι και φώναζα
«Μην ξεχάσουμε το παιδί».
Η γυναίκα μου νόμιζε
μια μέρα είναι Θα περάσει
να μείνουμε σ’ ένα κεντράκι
Κάπου εκεί, Κακοπετριά
Κι η μυρουδιά των μήλων στη μύτη.
μια μέρα είναι Θα περάσει
να μείνουμε σ’ ένα κεντράκι
Κάπου εκεί, Κακοπετριά
Κι η μυρουδιά των μήλων στη μύτη.
‘Υστερα, είπαν, τα’βαλαν αριθμημένα τα σπίτια μας
σε μια τενέκα
Φόρεσαν τα ρούχα μας
και το κουβέντιαζαν στους καφενέδες.
σε μια τενέκα
Φόρεσαν τα ρούχα μας
και το κουβέντιαζαν στους καφενέδες.
Αν ξεχάστηκαν όλα δεν ξέρω.
Αλλά δεν γίνεται
Τόσοι και τόσοι θυμούνται
Και δεν ξεχνούν.
Αλλά δεν γίνεται
Τόσοι και τόσοι θυμούνται
Και δεν ξεχνούν.