Στέλιος Παπαντωνίου
Ο παππούς
Ο παππούς
Δε θάφτηκε
στα χώματά του
Ξέφυγε το
βαρκάρη
Κι αναζητά
μια καρότσα
Να κουβαλήσει
το στάρι
Να το
μοιράσει στ’ αγγόνια του.
Πρέπει κι εσείς
να σπείρετε,
Λέει, στα δικά
μας χώματα.
Δεν
ξεπουλάμε!
Στέλιος
Παπαντωνίου
Κεκραμένος
οίνος
Πόσο νερό να
βάλεις στο κρασί σου;
Άχρουν,
άοσμο, άγευστο!
Ούτε για
γιορτές ούτε για κηδείες
Παρά μόνο να
το χύνεις στη γη
Να μαραζώνουν
τα δέντρα
Με την
κατάντια σου!
Στέλιος
Παπαντωνίου
Μα
γιατί τόσο βιάζεσαι
Μα γιατί
τόσο βιάζεσαι
Να ξεπουλήσεις
Έν’ αλώνι
που δεν είναι δικό σου
Χιλιάδες χρόνια
κουβαλούσαν τις μνήμες τους
Τ΄αγγεία, τις
κολόνες, τις εκκλησιές, τα μετερίζια
Κι έρχεσαι
με μια μονοκοντυλιά
Γιατί νομίζεις
πως ήταν του παππού σου
Και δεν
ξέρεις πως κι αυτός είχε παππού
Κι αυτός παππού
Κι αυτός παππού
Ως τον
αγαπητό μου Ονήσιλο
Τον Ευαγόρα
Το φίλο μου
Τεύκρο
Αδελφό του
Αίαντα!
Πάρε
παράδειγμα τον Αίαντα
Κάρφωσε το
σπαθί σου στη γη
Και πέσε
απάνω του
Να’ χεις
τουλάχιστον έναν έντιμο θάνατο
Παρά να
ξεπουλάς τ’ αλώνι!