Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2021

δημήτρη λεβέντη, συνομιλίες του αιγαίου, διηγήματα

 

Δημήτρη Λεβέντη, Συνομιλίες του Αιγαίου, διηγήματα

Κυρίες και κύριοι

Ύστερα από τα όσα έχετε δει και ακούσει για το έργο και την προσωπικότητα του Δημήτρη Λεβέντη, παρακαλώ την προσοχή σας για δεκαπέντε λεπτά.

Παρουσιάζω τα Εικοσιτέσσερα διηγήματα, ως άλλες ραψωδίες, με γενικό τίτλο της συλλογής «Συνομιλίες του Αιγαίου»,  με αναφορές στα νησιά:  Σαλαμίνα, Κύθηρα, Σαντορίνη, ‘Υδρα, Αμοργό, Ρόδο, Κρήτη, Τήνο, Κίμωλο, Μύκονο, Σύρο, Κέα, Κουφονήσι, Μήλο, Αίγινα, Πόρο, Πάρο, Σπέτσες, Σκόπελο, Εύβοια, Αντίπαρο, Νάξο, Σκιάθο και Ελαφονήσι.

Κι άλλοι πήγαμε σ’ αυτά τα νησιά μα δεν γράψαμε διηγήματα.

Άρα δεν είναι μόνο η επίσκεψη, είναι και το τάλαντο. Η τέχνη είναι:  με απλά αφηγηματικά μέσα να ζωντανεύει κανείς μια σκηνή ή περισσότερες, να σέρνει στο χορό και τον αναγνώστη, να μετέχει κι αυτός, να βιώνει, να ανοίγονται  οι ορίζοντές του, να ζει όσα δεν έζησε. Να θέλει ο συγγραφέας  να μοιραστεί με τον αναγνώστη  τις εμπειρίες του, να τα πει ωραία, να ευχαριστηθεί και αυτός που διαβάζει ή ακούει, τις περιγραφές, την αφήγηση, τους διαλόγους, προπάντων την όλη δημιουργία του κλίματος με την συζευγμένη ευαισθησία.

Ο Δημήτρης Λεβέντης παρατηρεί και συγκινείται από τα μικρά, χωρίς να έχει ανάγκη τα μεγάλα και βροντερά. Νιώθει ωραία με την ομορφιά της φύσης, με τις μικροχαρές της ζωής, το κολύμπι, το ψάρεμα, το καλό φαγητό, τον καφέ, είναι όμως και φιλόλογος, με γνώσεις Ιστορίας και Αρχαιολογίας, προπάντων όμως λάτρης της ελληνικής γλώσσας

που του δίνει ευκαιρίες να παίξει με τις λέξεις, με το πολύσημο και με την ιστορία τους, κι έτσι να πλάσει έναν κόσμο με τις αξίες και τα ήθη και την ηθική του, τα συναισθήματα και την θρησκευτικότητά του, τον αγώνα της ζωής, κρατώντας όμως γερά από το χέρι τη νέα γενιά, που θα συνεχίσει τη ζωή            σ’  αυτό τον ελληνικό τόπο με αυτές τις ομορφιές και απολαύσεις.

Σ’ αυτά λοιπόν θα σταθώ, στην περιγραφή της φύσης, στις μικροχαρές της ζωής, στα φιλολογικο -λεξιλογικά, και στη νέα γενιά που παραλαμβάνει την σκυτάλη.

 

Και  πρώτον, ΤΟ ΤΟΠΙΟ

Σ’ ένα βιβλίο διηγημάτων με ταξίδια στο Αιγαίο η περιγραφή του τοπίου είναι εκ των ων ουκ άνευ. Αυτή θα είναι το κέντρο, εξακτινώνονται όμως συνειρμοί που οδηγούν σε περιγραφές άλλων τόπων, η μνήμη λειτουργεί και απαιτεί τα δικαιώματά της. Για παράδειγμα, οι φίλοι επισκέπτονται το Κύθηρα, θυμούνται όμως και την πατρίδα. Η Αμμόχωστος δεν λείπει από τα διηγήματα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, την ιστορία, την παράδοση, τα ήθη και έθιμα.  

Ο σε όλα τα διηγήματα ευρισκόμενος Διονύσης ενώ επισκέπτεται τα Κύθηρα, θυμάται ένα ορεινό χωριό με νερόμυλο, ενώ η Άννα μιλά για τα Λουτρά της Αφροδίτης στην Κύπρο.  Στα Κύθηρα πήγαν κατευθείαν στον Μυλοπόταμο, με τη σκιά των πλατάνων στο καφενείο του χωριού. Ύστερα σε μια όχθη του ποταμού 

«Κάθισαν σ’ έναν βράχο και κοίταγαν. Έπεφτε το νερό, και η λιμνούλα καλούσε το ζευγάρι να δροσιστεί, ενώ το ελαφρό αεράκι τούς μετέφερε τη μυρωδιά των πεσμένων και υγρών φύλλων των πλατανιών. Στα κλαριά τους κελαηδούσαν κοτσύφια.»

Εικόνες οπτικές, ακουστικές, κινητικές, ζωντανές και παραστατικές, που μεταδίνουν τη δροσιά και την ομορφιά του τόπου. Και στο τέλος του διηγήματος

 

«Ο τόπος μύρισε λυγαριές και μυρτιές. Τα κοτσύφια, που είχαν σταματήσει για λίγο, συνέχισαν πιο έντονα το μελωδικό ερωτικό τους κάλεσμα.»

Η φύση και ο έρως αλληλένδετα, η ομορφιά και η νεότητα, το κάθε ζωντανό μετέχει στη δημιουργία του κλίματος και ο συγγραφέας συλλαμβάνει και εκφράζει προσφέροντας και στους αναγνώστες τα δρώμενα και περιβάλλοντα.

Στη Σαντορίνη «Ξετρελάθηκαν με τη θέα από την απότομη καλντέρα στη γαλανή θάλασσα και την απέναντι Θηρασιά και ανάμεσα το μικρό νησάκι με το ηφαίστειο. Και τα σκάφη μικρά και μεγάλα να τη διασχίζουν, αφήνοντας πίσω τους  διακοσμητικές άσπρες πινελιές. […]   

Στο νότιο άκρο του νησιού είδαν την απότομη δύση του αρχαιότατου πολιτισμού. Στον αρχαίο οικισμό, που κείτεται σήμερα ως άλλη Πομπηία, θαύμασαν την αρχιτεκτονική και τη ζωγραφική, όπως θαύμασαν παλαιότερα τον παρόμοιο πολιτισμό της Κνωσού, που έδυσε κι εκείνος απότομα και ταυτόχρονα με την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης.[…]

Στο βόρειο άκρο του νησιού πήγαν αργά το απόγευμα, για να δουν τη δύση του ήλιου. Ο καιρός  άφησε τον ήλιο να δείξει όλο του το μεγαλείο κατά τη δύση του. Τον έβλεπαν φλεγόμενο να βάφει κατακόκκινη τη θάλασσα, και αργά αργά να βυθίζεται και να την αποχρωματίζει.»

Οι περιγραφές, αν έχουμε ζήσει κι εμείς στον τόπο, συντελούν στην αναδημιουργία της ατμόσφαιρας. Αν δεν ζήσαμε, παρακολουθούμε με παρθενικές τις αισθήσεις. Ο λόγος γίνεται τοπίο, κατά το «ο λόγος σαρξ εγένετο.»

Στην Τήνο «Είχαν διαβάσει για τους πελώριους,  στρογγυλεμένους, γρανιτένιους ογκόλιθους και με δέος τους είδαν σκορπισμένους στα χωράφια και στις πλαγιές. Σταμάτησαν να τους θαυμάσουν και να τους φωτογραφίσουν. Τεράστιοι και αμετακίνητοι. Διερωτήθηκαν. Είναι κομμάτια μετεωρίτη; Τους στρογγύλεψε ο άνεμος και η βροχή; Γιατί έχουν καμπυλωτά σχήματα, ακόμη και στη βάση τους; ‘Είναι έργο της κοσμικής, της θεϊκής δύναμης. Ας περπατήσουμε και λίγο να δούμε και τα φυτά και τα δέντρα΄, είπε ο Γιάννης.

΄Να μια μικρή βελανιδιά με τα βελανίδια της. Κι αυτή έργο της κοσμικής δύναμης και την προτιμώ’, είπε η Άννα. ‘Δεν είναι βελανιδιά. Είναι πουρνάρι. Πεύκο, πουρνάρι, λεβεντιά. Αυτή είναι η Ελλάδα’, σχολίασε ο Διονύσης.»

 

Μια περιγραφή δεν είναι μόνο απλές λέξεις αναπαραστατικές του τοπίου, περιέχουν μέσα τους συναισθήματα, προβληματισμούς, την περηφάνια του Έλληνα. Στο ταξίδι και στην περιγραφή ο άνθρωπος είναι ολόκληρος, όπως σε πολλά άλλα της ζωής, γι’ αυτό δεν είναι και σωστή η απομόνωση. Γυμνή περιγραφή δεν υπάρχει, γιατί οι λέξεις είναι φορείς πολιτισμού, χιλιάδων χρόνων. «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας» είπε ο Σεφέρης.

Το ταξίδι συνεχίζεται με τον συγγραφέα να υποδεικνύει τι να δούμε, τι εξαίσιο ή παράξενο μας καλεί να αποτυπώσουμε στο νου και στη μνήμη, απολαμβάνοντας τα διηγήματα. Δεν λειτουργούν μόνο οι αισθήσεις στις περιγραφές, είναι και η μνήμη, η σύγκριση, το ταξίδι στον χρόνο και στους τόπους.

Στη Σύρο, μόνο και μόνο με το τραγούδι του Βαμβακάρη ταξιδεύουμε στον Φοίνικα, στην Ντελλαγκράτσια, στον Γαλησσά. Το τραγούδι από μόνο του δημιουργεί ρυθμό και εικόνες. Η μαγεία των λέξεων και η δύναμή τους.

 

 

 Ας έρθουμε στις ΜΙΚΡΟΧΑΡΕΣ

Ο άνθρωπος που ξέρει να ζει απολαμβάνει τις μικροχαρές της ζωής, το κολύμπι, το ψάρεμα, το καλό φαγητό με φίλους και το καφεδάκι!

Ταξιδεύουμε κι εμείς με τα διηγήματα, καθόμαστε κάτω από την καλύβα, δοκιμάζουμε ή θυμόμαστε τη φάβα τη σαντορινιά στο δικό μας εστιατόριο, «Η Αύρα της Κύπρου», τέρμα λεωφόρου Αλεξάνδρας. Α ρε Δημήτρη, πού μας πας μέσα στον χρόνο; Άλματα κάνουμε με τη φαντασία μας στο χώρο.

 

Στη Σαλαμίνα, «Εξοχική Ταβέρνα Το Κάρδαμον». Μόνο η λέξη ταβέρνα αμέσως δημιουργεί την ατμόσφαιρα και μάλιστα εξοχική. «Η ταβερνιάρισσα τούς εξήγησε ότι μετατρέπουν το σπίτι τους σε ταβέρνα κάθε χρόνο την Καθαρή Δευτέρα, αφού έρχεται πολύς κόσμος στην Κούλουρη.»

« Δεν άργησε να ανάψει το κέφι και τα νησιώτικα τραγούδια.»

 

 Όπου Αμμοχωστιανοί, εκεί και Αμμόχωστος, με τα δικά της έθιμα. Την Καθαρά Δευτέρα δεν τρώγανε σουπιές και καλαμάρια και χταπόδια, στο δάσος της Σαλαμίνας της Κύπρου, έξω από την Αμμόχωστο, όμως εδώ τα τιμούν δεόντως.

Ο θόρυβος, η παρέα, η μνήμη της Καθαρής Δευτέρας, «βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος».

 

 

Κάποτε θα πρέπει να γραφεί και ο ύμνος του καφέ, η συνενωτική των ανθρώπων δύναμή του, η συμβολή του στην κοινωνικοποίηση.

 Στη Σαντορίνη άλλες απολαύσεις. «΄Κοπιάστε΄, του είπανε. ΄ Έχουμε καφέ.΄ Κάθισε ο Διονύσης, ήπιε τον καφέ του και απόλαυσε μαζί τους την ανατολή του ήλιου, καθώς και τα καράβια και τις ψαρόβαρκες ν’ αρμενίζουν στο αστραφτερό πέλαγο.» «’Να φέρετε και τους φίλους σας. Έχουμε σπουδαίο δικό μας κρασί και δικιά μας φάβα. Βλέπετε, από τη μια μεριά είναι ο αμπελώνας με το ασύρτικο. Το έχετε ακούσει; Όχι; Από την άλλη μεριά είναι η φάβα.’» 

 

Και μόνο τα ονόματα των φαγητών και κρασιών μυρίζουν Ελλάδα.

Οι γνώστες διακρίνουν τα ψάρια, κι αν ο εστιάτορας στην Κίμωλο είναι τίμιος, συμβουλεύει και υποδεικνύει:

«΄Δεν είναι μπαρμπούνια αυτά κύριε. Είναι κουτσομούρες... Δεν είναι καλαμάρια αυτά κύριε. Είναι θράψαλα.΄»

Εμάς που δεν τα ξεχωρίζουμε μας ταΐζουν αναλόγως.

 Ή,  αν βρεθείς στη Μήλο θα φας «Ηφαιστειακό ψητό αρνί και λαβράκι», προπάντων όμως θα κολυμπήσεις ανάμεσα σε «κιτρινισμένα βότσαλα. Ακόμα και ψάρια.  Σίγουρα από θειάφι. Γι’ αυτό λέγανε ότι τα μπάνια σε κάποια μέρη στη Μήλο είναι ιαματικά.»

Και θα πιεις στην Αντίπαρο «Καφέ ελληνικό διπλό σε κείνο το μεγάλο φλυντζάνι με τη βαρκούλα, παρακαλώ», να θυμάσαι τη «Μανταλένα».

 

Προτελευταία τα ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΑ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ

Ο Δημήτρης Λεβέντης στη βάση του είναι φιλόλογος. Μεγάλη ευλογία. Πολλές γνώσεις. Ο κάθε τόπος, το κάθε νησί με την Ιστορία, τη Μυθολογία, τα ήθη και έθιμα. Και πάντα να ανασύρει από τη μνήμη την Αμμόχωστο με τα δικά της. Στις  συγκρίσεις, περισσότερες οι ομοιότητες παρά  οι διαφορές. Αν κάμεις παρέα με Αμμοχωστιανούς, θ’ ακούσεις για τις κουρκούνες ή προσφυγούλες, ψάρια λεγόμενα στην Αμοργό γερμανούς, ψάρια που απορρίπτουν, στην Κύπρο όμως, από τη μικρασιατική καταστροφή όταν περίπου εμφανίστηκαν, είναι αγαπητός μεζές. Αλλά οι Γερμανοί είναι και τουρίστες. Το παιχνίδι των λέξεων.

Η πολυσημία των λέξεων βοηθά τον συγγραφέα να παίζει με τις ονομασίες ψαριών και λαών, όπως προηγουμένως με τους Γερμανούς. Στα φοιτητικά μας χρόνια περνούσαμε με το καράβι συχνά από τη Ρόδο, κατεβαίναμε στην πόλη, στα στενά δρομάκια, στο κάστρο των ιπποτών, αλλά ιππότης και ιπποτική συμπεριφορά σημαίνει πια σήμερα την ευγενική, με τα λουλούδια του ή χωρίς αυτά, σε μια πόλη με τις βουκεμβίλιες και τους ιβίσκους και τα γαρύφαλλα. ‘Ενας μικρός τραυματισμός δίνει λαβή για πρώτες βοήθειες, μνήμη του τάγματος του αγίου Ιωάννου, των Ιωαννιτών ιπποτών, με την κουμανταρία τους στην Κύπρο και τις ευγενικές χειρονομίες.

 

Σε κάθε ταξίδι οι γνώσει είναι απαραίτητες. Πηγαίνοντας στη Σαλαμίνα ήταν φυσικό να μιλήσουν για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, για τον Τελαμώνα, τον Αίαντα, τον Τεύκρο, τον προπαππού μας. «Ο Τεύκρος πήγε στην Κύπρο και έκτισε την ξακουστή πόλη Σαλαμίνα, που τη διαδέχτηκε η Αμμόχωστος».

Στη Σαλαμίνα ο Ευριπίδη, σ’ ένα σπήλαιο «αναπνοήν έχον προς την θάλασσαν», έγραφε τις τραγωδίες του.

Θα μου πείτε, κι αν δεν ήταν φιλόλογος κι αν δεν τα ήξερε όλα αυτά, το ίδιο ταξίδι δεν θα έκανε; Όπως ο χρόνος για τον ιστορικό είναι γεμάτος με γεγονότα, έτσι και για τον φιλόλογο ο τόπος κεντρίζει τη μνήμη

να αναθυμηθεί μεγάλους του πνεύματος. Τα πάντα πλήρη όχι μόνο θεών αλλά και ανθρώπων και των έργων τους.

Στα Κύθηρα θα γίνει λόγος για την Αφροδίτη, τους μύθους και τα έργα τέχνης, ως η Αφροδίτη του Μποτιτσέλι. Όπου και να ταξιδέψει κανείς στην Ελλάδα τον ακολουθεί ο πανάρχαιος, ο βυζαντινός και ο νεοελληνικός πολιτισμός, τον οποίον οι νεοέλληνες θεωρούν καθήκον να προστατεύουν.

Τρία άλλα σημεία, ιστορικοφιλολογικά:

«Είναι συγκλονιστικό το άδοξο τέλος της Μπουμπουλίνας, πυροβολημένης από Σπετσιώτη σε συνθήκες οικονομικής κατάπτωσης. Το τέλος μιας θαρραλέας Ελληνίδας που διέθεσε και κυβέρνησε τα καράβια της για την ελευθερία του έθνους!»

 

Δεν λείπει και η νεότερη ελληνική κυπριακή ιστορία, που ζήσαμε το 1964 οι φοιτητές τότε, στο στρατόπεδο στη Χαλκίδα, έτοιμοι να έρθουμε να στελεχώσουμε τον ανύπαρκτο κυπριακό στρατό. Συγκινητικές στιγμές.

 

 Ένας νέος φιλόλογος δεν μπορεί να μην πάει στη Σκίαθο. «Διονύσης. Φιλόλογος. Πάω στη Σκιάθο να δω το αρχοντικό του Παπαδιαμάντη. Το έχω δει βέβαια σε φωτογραφία.» «Όχι και αρχοντικό!»

 

 

Τέλος, Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ

Ο Δημήτρης Λεβέντης, γονιός, παππούς, δάσκαλος, δεν μπορεί παρά να βλέπει τη συνέχεια του ελληνισμού και να ελπίζει στη νέα γενιά, ιδιαίτερα με τις νέες εφαρμογές, της τεχνολογίας. Ίσως μια τέτοια ηλεκτρονική εφαρμογή να μπορεί να φέρνει σε επαφή αγάλματα, έστωσαν τα δυο αδέλφια, Άρτεμις και Απόλλων, που θα μπορούν να συνομιλούν, η μια από το μουσείο και ο άλλος από μια πλαγιά στη Νάξο.

Η όλη συλλογή τελειώνει με το διήγημα «Τα Σχήματα στο Ελαφονήσι»

«Πριν να μπουν στην αμμουδερή λωρίδα για τον γυρισμό, πρόσεχαν να μη χαλάσουν τα κτίσματα με την άμμο που έφτειαχναν κάποια παιδάκια. Βλέποντάς τους λίγο παραπέρα ένα  παιδάκι άπλωσε τα χέρια του για να προφυλάξει τα σχήματα που χάραζε στην άμμο.»

Θάλασσα, κύματα, ουρανός, ελληνικά χρώματα, της σημαίας και της καρδιάς μας.

 

Διαβάστε το βιβλίο.  ‘Αλλο να σου μιλούν γι’ αυτό κι άλλο να το διαβάζεις και να το απολαμβάνεις ταξιδεύοντας στο Αιγαίο. Ούριον άνεμον! Καλοτάξιδο.

 

Ευχαριστώ σας