Στέλλας
Σπύρου, «Ἐν Κυρηνεία 1897-1974 Ηὐλογήθησαν τα μνῆστρα καλλίστου νέου μετά
σεμνοπρεποῦς χαριεστάτης δεσποσύνης»
Κυρίες και
κύριοι,
Η Στέλλα
Σπύρου γνωρίζει να τιμά διπλά και τριπλά πρώτον ζητώντας μου να της παρουσιάσω
το βιβλίο , «Ἐν Κυρηνεία 1897-1974 Ηὐλογήθησαν τα μνῆστρα καλλίστου νέου μετά
σεμνοπρεποῦς χαριεστάτης δεσποσύνης»
Δεύτερον Την
επομένη της γιορτής του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, πολιούχου της Κερύνειας
Και τρίτον
στο νάρθηκα της εκκλησίας του Αγίου Κασσιανού.
Τη Στέλλα
Σπύρου ξέρετε καλύτερα ίσως από μένα. Πριν καμιά δεκαριά χρόνια είχα και πάλι
την τιμή να παρουσιάσω το έργο της σε συνέδριο για τους λογοτέχνες της
Κερύνειας και έτσι είχα την ευλογία να εμβαθύνω σ’ αυτό, ποιητικό και πεζό μεστό Κερύνειας και να
θαυμάσω τον άνθρωπο που αφιέρωσε όλη τη ζωή στην πόλη του, ενεργός πολίτης,
καλή καγαθή, γνήσια Κερυνειώτισσα.
Η Στέλλα
έχει το χάρισμα της μνήμης. Χαράχτηκαν με κάθε λεπτομέρεια όλα τα κερυνειώτικα τόσο
βαθιά στην ψυχή της, ώστε οι χρόνοι κι οι καιροί να μη σβήνουν αλλά να χαράζουν
με το μόχθο της την κερυνειώτικη ζωή ανεξίτηλα και πυρίκαυστα.
Τοπία,
ομορφιές, εποχές του χρόνου, γιορτές και πανηγύρια, αθλητικοί αγώνες,
ανθεστήρια, εκθέσεις. Αστραφτερά προπάντων πρόσωπα με τα ευλογημένα από τη
βάφτιση ελληνικά χριστιανικά ονόματά τους. Φτωχοί πλούσιοι, με τα χαρακτηριστικά
τους, το άρωμα και την ανθρωπιά τους.
Δεν θα΄θελα
κατ’ουδένα λόγο να θεωρήσω τη Στέλλα καταγραφέα μιας ζωής που πέρασε και δεν θα
ξανάρθει. Η γραφή της δεν είναι σφραγίδα σε ληξιαρχική πράξη θανάτου. Αντίθετα, η διείσδυση στον
παρελθόντα παράδεισο από τον οποίο βίαια εκτοπιστήκαμε προοιωνίζει και την
επάνοδο σ’ αυτόν. Αυτό απαιτεί η κυκλική θεώρηση της Ιστορίας του ανθρώπου και αυτό
επιτάσσει η πίστη μας, ο ακλόνητος βράχος της ως τώρα επιβίωσης του ελληνισμού
στις πατρογονικές μας εστίες.
Πρώτα
λοιπόν, ο λόγος για τη Στέλλα, τον ακάματο εργάτη του πνεύματος, την
Κερυνειώτισσα, της πραγματικής και
ιδανικής Κερύνειας.
Δεύτερον,
του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, χτες, επί πτερύγων του οποίου ζούσε η Κερύνεια.
Αρχάγγελος
συμπαραστάτης στον ίδιο το Θεό με το «Στώμεν καλώς», πρόσταγμα και προς τους
αγγέλους του αλλά και προς εμάς τους κλυδωνιζομένους και κλονιζομένους.
Αρχάγγελος
του θανάτου, ως ο ψυχοπομπός Ερμής της
ομηρικής ποίησης. Σημάδια των θαυμάτων
και θαυμαστών του, από το θεμέλιωμά του στην άλλη τουρκοκρατία (1860) ως το
ανύψωμα του καμπαναριού του με τους ιστορικούς μαστόρους και ζωντανούς ακόμα
στην ιστορική μνήμη ιερείς του.
Για τον
Αρχάγγελο είχε γράψει η Στέλλα το ποίημα
Ολόλευκος στέκει σε βράχο οχυρό / Ο
Αρχάγγελος /Με καμπαναριό λυγερό,/ Την Εικόνα του από τη Σύμη φέρνει/ Καϊκι
φτερωτό,
Την προσκυνούν πουλιά, δελφίνια, θαλασσοπόροι,
Ευλογεί εωθινά, εσπερινούς, εορτές εθνικές,
Γάμους, μνημόσυνα,/ Το 74 η θάλασσα αφηνιάζει, ο ουρανός ραγίζει,
Την Κερύνεια σκεπάζει πάντα/ Γράφει με την άκρη των πτερύγων του,
Η Μνήμη, αυτή Μόνον,/Τη σιωπή της λησμονιάς καταλυεί,
Την αδικία συντρίβει,/Ελευθερία θα σημάνει η καμπάνα του,
Τη μέρα που εορτάζει,
8 Νοεμβρίου, στη σύναξη των Αρχαγγέλων.
Την προσκυνούν πουλιά, δελφίνια, θαλασσοπόροι,
Ευλογεί εωθινά, εσπερινούς, εορτές εθνικές,
Γάμους, μνημόσυνα,/ Το 74 η θάλασσα αφηνιάζει, ο ουρανός ραγίζει,
Την Κερύνεια σκεπάζει πάντα/ Γράφει με την άκρη των πτερύγων του,
Η Μνήμη, αυτή Μόνον,/Τη σιωπή της λησμονιάς καταλυεί,
Την αδικία συντρίβει,/Ελευθερία θα σημάνει η καμπάνα του,
Τη μέρα που εορτάζει,
8 Νοεμβρίου, στη σύναξη των Αρχαγγέλων.
Τρίτον, Σε ίση μοίρα για μένα τίθεται η
τιμητική επιλογή του νάρθηκα της εκκλησίας του αγίου Κασσιανού, μιας εκκλησιάς
χτισμένης το 1854, πέντε έξι χρόνια πριν από την εκκλησία σας, Κερυνειώτες.
Η ενορία, πρώτα, του αγίου Κασσιανού αποτελεί
μικρογραφία της Ιστορίας της Κύπρου από το 1955. Οι πρώτες επιθέσεις των
γειτόνων τουρκοκυπρίων εναντίον του αγίου Λουκά που απέχει γύρω στα τριακόσια μέτρα
από εδώ, το κάψιμο του ναού, το κάψιμο του σωματείου Ολυμπιακός Λευκωσίας,
καταστροφές περιουσιών, αδικοθανατώσεις κατά διαταγήν και σχέδιο της Τουρκίας,
οι γονιοί μας πολιτοφύλακες τότες κι ύστερα εμείς φρουροί στα κεραμίδια και
στις τρύπες των φυλακίων το ‘63 και τέλος το 1974.
Η σωτηρία έστω και αυτού του μικρού καλυκιού στο χάρτη
της Λευκωσίας αποτελεί το θαύμα του αγίου μας και των παιδιών της γειτονιάς που
αγωνίζονταν πράγματι για βωμούς και εστίες.
Εδώ ζούμε την τουρκική επεκτατική καταστροφική μανία,
το ξέφτισμα της παιδικής και εφηβικής μας ηλικίας, ένας πολυπληθής κόσμος, πολύβουο μελίσσι, τι σας τα λέω όμως
εσάς, ανθρώπων που ζήσατε και πάθατε!
Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί. Αλλά έπρεπε να
σας ιστορήσω λίγο τη γειτονιά μου, μα προπάντων την εκκλησιά μου, που υψώνεται
προπύργιο Ορθοδοξίας και Ελληνισμού και να σας χτυπήσω με όλη την ευγένεια την
πόρτα της μνήμης και της συγκριτικής σας δύναμης. Να μας έρχεστε στον άγιο
Κασσιανό. Κάνει σε όλους καλό. Ο μητροπολίτης Κερύνειας διετέλεσε ψάλτης εδώ
για χρόνια.
Μακρά τα προλογικά, μα επιβεβλημένα. Ας έρθω τώρα στον
τίτλο του βιβλίου και στον όρο μνήστρα και αρραβών.
Ο όρος «μνῆστρον» (το) και στον πληθυντικό «τά μνῆστρα» στην εκκλησιαστική
και λειτουργική γλώσσα είναι συνώνυμος του όρου αρραβών. Σημαίνουν και οι δυο
την αμοιβαία υπόσχεση συνάψεως γάμου και τα δώρα που ανταλλάσουν μεταξύ τους οι
μνηστευόμενοι και ιδίως τους δακτύλιους αρραβώνες, τα δαχτυλίδια.
Τα δαχτυλίδια δίνονται και φοριούνται από το μνηστήρα και τη μνηστή σαν
σημείο και απόδειξη της υπόσχεσης που έδωσαν για την τέλεση του μελλοντικού
γάμου τους. Η λέξη μνήστρον έχει αρχαιοελληνική προέλευση· προέρχεται από το
ρήμα «μνάομαι» που σημαίνει μνηστεύομαι. Η λέξη αρραβών έχει ληφθεί από τις
σημιτικές γλώσσες και σημαίνει κυρίως προκαταβολή ή εγγύηση για εξασφάλιση
συμφωνίας. Λίγα λεξιλογικά.
Έρχομαι στο βιβλίο. Αποτελείται από τρία μέρη,
τον πρόλογο,
τις αγγελίες - περίπου 200 σελίδες- και
τις φωτογραφίες άλλες 120 σελίδες.
Το γράψιμο
της Στέλλας διακρίνεται. Λυρικό, προσωπικό και λογικότατο. Στον Πρόλογο, σε ένα
συνδυασμό λυρικού και επιστημονικού λόγου αρχίζει με το ποίημά της
Της
Κερύνειας οι νύμφες/Αγκαλιές γιασεμιά κρατούν,
Μοσχοβολούν
οι εκκλησιές,/Οι ψαλμωδίες, οι ευχές ,
Όταν όλα
ευλογούνται,/Της κυρά θάλασσας οι νύμφες
Αναδύονται,/Και
χορεύουν στην ακτή
Ντυμένες
γιασεμιά.
Ο Πρόλογος
περιλαμβάνει σε κύρια σημεία τα εξής
τη ρήση πως
η περιπλάνηση στις ωχρές σελίδες των εφημερίδων αποτελεί μια μυσταγωγία
πως αναβλύζουν
από τον κλειδωμένο χρόνο ανθηρές ειδήσεις
κι ο
ερευνητής ανασύρει τα πέπλα, ψηλαφεί ίχνη στο χρόνο
Το ταξίδι
αυτού του βιβλίου διατρέχει τις ευ-αγγελίες, αγγελίες των μνήστρων και των
γάμων των παλαιών γηγενών, Κερυνειωτών και Κερυνειωτισσών, των γεννηθέντων
αμφοτέρων εν Κυρηνεία, των παρεπιδημούντων , των νεήλυδων, των αποδήμων, των
επαναπατρισθέντων και των νεοτέρων
Παρατηρεί
πως η λογία γλώσσα ήταν πλήρης μουσικότητας
Καταγράφει
τα επίθετα και επαγγέλματα που προηγούνται των ονομάτων
Επίσης τα
συνηθέστερα προσδιοριστικά των νέων, «κάλλιστος, άριστος, φιλοπρόοδος,
φιλόπονος, φιλομαθής» ενώ
των νεανίδων «περίσεμνος, χαριεστάτη,
ενάρετος, πολύφερνος, (η προικισμένη) καλλιπάρειος (με ωραίες παρειές) » (από
Ομήρου)
Φιλόλογος
ούσα παρατηρεί πως το ύφος και η γλώσσα των αγγελιών απλοποιείται μετά τον
β΄παγκόσμιο πόλεμο με το σύνηθες «έδωσαν αμοιβαίαν υπὀσχεσιν γάμου»
Απαραίτητη η
παράθεση των εφημερίδων από τις οποίες άντλησε τις πληροφορίες της για τις
αγγελίες γάμων στην Κερύνεια. Συνολικά ερευνήθηκαν 21 εφημερίδες. ΄Αξιος ο
μισθός της.
Ακολουθούν οι
εκκλησίες στις οποίες τελούνταν το μυστήριο του γάμου, οι αρχιεπίσκοποι,
μητροπολίτες, και άλλοι ιερωμένοι που τους τέλεσαν.
Υπενθυμίζει
πως τις νύμφες συνόδευαν καθ’ οδόν προς
την εκκλησίαν ο μουσικός Αλέξανδρος Γεωργιάδης, βιολί, Γεώργιος Κιάμηλος,
βιολί, Ξενής Λιονταρής, λαούτο. Το βιβλίο σημειώνω πως αφιερώνεται στη μνήμη
των γονέων της και στους μουσικούς που έδεσαν τις νότες της μουσικής τους με
τους γάμους της εποχής.
Τελειώνει με
τους τόπους στους οποίους δέχονταν τα
συγχαρητήρια, τις ράπτριες που έραβαν τα νυφικά, τις κομμώτριες, τις
κατασκευάστριες στεφάνων, τους φωτογράφους και την αφιέρωση του βιβλίου στην
οποία προαναφερθήκαμε.
Είναι
πράγματι ένας πλούσιος Πρόλογος που αποτυπώνει ακριβώς και γλαφυρά το
περιεχόμενο του βιβλίου.
Το δεύτερο
μέρος, το κύριο σώμα του βιβλίου, περιλαμβάνει φωτογραφίες και τα προσκλητήρια ή
ανακοινώσεις στις εφημερίδες. Η Στέλλα κρίνει αισθητικά φωτογραφίες , πρόσωπα
που έρχονται από έναν άλλο κόσμο, μέσα από το σύννεφο του χρόνου, στέκονται
μπροστά μας. Η ζωή κι ο θάνατος αντάμα, αφού πολλοί ήδη ανήκουν στον άλλο
κόσμο, ή και στην ίδια τη ζωή η συνύπαρξη ζωής και θανάτου στις ανακοινώσεις:
«Λυπούμενοι ότι, ένεκεν πένθους, δεν δύνανται να δεχθώσιν τώρα επισκέψεις.»
Περιγραφές
προσώπων, στιγμών, ενδυμάτων, κι οι ευχές:
« Όλβιον συζυγικόν βίον, όλβιον
και εν ευτεκνία, τα συγχαρητήριά μας στον ανταλλάξαντα δακτύλιον αρραβώνα,
ημείφθησαν οι αρραβώνες, τα άνθη του υμεναίου ευχόμεθα να στέψωσι ταχέως τας
κεφαλάς σας. (όλβιος =ο ευτυχής, υμέναιος =ο γάμος λέξεις της γλώσσας μας της
μίας και αδιαίρετης.)
Ευφρόσυνοι
οι γάμοι μετά της ευ ηγμένης της γνωστής πατριαρχικής οικογενείας
Οι νεόνυμφοι
ανεχώρησαν εις τον εξοχικώτατον Καραβάν.»
Όλα βαλμένα
με χρονολογική σειρά, αρραβώνες και γάμοι με αναφορά της εφημερίδας από την οποία
η Στέλλα άντλησε την είδηση.
Στις σελίδες
του βιβλίου οι ζωές των ζευγαριών, των οικογενειών τους, στις ευτυχέστερές τους
στιγμές.
Η Κερύνεια
έσφυζε από ζωή. Οι άνθρωποί της σέβονταν
τα ήθη και έθιμα, κλειστή κοινωνία, αρραβώνες,
γάμοι, πρόσωπα πολλά και διάφορα σε διαφορετικές ημερομηνίες, στην ίδια όμως
κατάσταση: πρωταγωνιστές για μια μέρα ή περισσότερες, τις αλησμόνητες της ζωής
τους, με τη σωματική και ψυχική ευφορία
και κούραση, τα χτυποκάρδια και τα όνειρα, κι ύστερα επιστροφή στην
καθημερινότητα, κάθοδος στα γήινα.
Στο τρίτο
μέρος, εισαγωγή κάνει μια ζωγραφιά με κάρβουνο της Στέλλας Σεκκίδου
Παπαδημητρίου, μιας ταλαντούχου ζωγράφου. Μικρά σχέδιά της με μερρέχες,
πετσετάκια, λουλούδια, δίσκους, αρραβώνες, βιολιά, στέφανα, ανθοδέσμες, και
ωραιότατες ζωγραφιές εκκλησιών μέσα σε περίτεχνα πλαίσια κοσμούν το βιβλίο. Αποτυπώνονται
στη μνήμη οι εικόνες με την Παναγία τη Χρυσοπολίτισσα, σε απλή, καθαρή γραμμή. Υποβλητική η εκκλησιά
του Κερυνειώτη Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Ο Άγιος Γεώργιος της Πάνω Κερύνειας σε
διάφορους τόνους του μαύρου και γκρι σε πυκνό φύλλωμα δέντρων με λεπτουργική
διάθεση.
Το τρίτο
μέρος, λοιπόν, εισάγει ζωγραφιά της με ναό δεξιά και απρόσωπο ζεύγος νεονύμφων.
Ένα πέπλο ξεκινά από το κεφάλι της νύφης
και απλώνεται ολόκληρο πίσω από τον γαμπρό ως τη μισή εκκλησιά. Η νύμφη
σκεπάζει το γαμπρό: η αφανής προστασία.
Το ερώτημα,
γιατί η Στέλλα προβαίνει σ’ αυτή την έκδοση; Τι είναι τούτο το σαράκι που την
κατατρώει και θέλει να διασώσει τις στιγμές της ζωής τόσων ζευγαριών;
Φυλλομετρώντας
για άλλους λόγους τις εφημερίδες, μπορούμε να φανταστούμε πως είδε,
εμπνεύστηκε, συνέλαβε τον στόχο και αποφάσισε την πραγματοποίησή του. Για μένα
που δεν ξέρω τις οικογένειες της Κερύνειας πολλά ονόματα μπορεί να είναι κενά
περιεχομένου. Για τη Στέλλα όμως και για σας, που θα έχετε το βιβλίο μαζί σας
και θα ανατρέχετε στις σελίδες του, ολόκληρη
η ζωή στην Κερύνεια θα ξαναρχίζει από την αρχή. Μπορεί να μην έχετε ανάγκη από
εικόνες και βιβλία για να θυμάστε. Το βιβλίο όμως είναι κτήμα εσαεί. Θα το
πάρουν τα παιδιά, τα παιδιά των παιδιών σας, των παιδιών μας, και η Κερύνεια θα
ζει στον αιώνα, στα σπίτια και στις καρδιές μας.
Το βιβλίο
της Στέλλας Σπύρου «Ἐν Κυρηνεία 1897-1974 Ηὐλογήθησαν τα μνῆστρα καλλίστου νέου
μετά σεμνοπρεποῦς χαριεστάτης δεσποσύνης» θα θυμίζει την ευτυχία της ζωής που
χρωστούμε όλοι στους εαυτούς μας, να μην τη λησμονήσουμε και να την απαιτούμε. Δεν είμαστε
άνθρωποι μόνο για να πονάμε. Το δίκαιο απαιτεί τη μοίρα της χαράς και της
ευτυχίας για όλους. Κι η Κερύνεια απαιτεί να συνεχίσει να ζει ελληνικά, έστω κι
αν προς το παρόν ζει συμβολικά μέσα στα βιβλία της Στέλλας Σπύρου.
Ευχαριστώ