Η Ατλαντίδα ξαναβυθίζεται
του Στέλιου Παπαντωνίου
Η Ατλαντίδα, ένα νησί καλάσνικοφ ριγμένο στο πέλαγο, βυθίστηκε πριν δώδεκα χιλιάδες χρόνια, όπως αναφέρει ο Πλάτων, στηριγμένος σε Αιγύπτιους ιερείς και σε σημάδια αφημένα στις ρωγμές της παγκόσμιας μνήμης.
Ύστερα από έναν απελευθερωτικό αγώνα, που ανέλαβαν με όλη την ψυχή και τους ρόζους των τίμιων χεριών τους οι άνθρωποι, τα δέντρα και οι σπηλιές της, τα κρησφύγετα κι οι βουνοκορφές με τα αντάρτικα ξεσκλίδια τους, παρατηρήθηκαν οι πρώτες καρκινογόνες ουσίες στην επιφάνειά της κι ύστερα στις αναλύσεις αίματός της. Οι γιατροί διέβλεπαν σήψη σταδιακή. Οι αντιθέσεις, αντιφάσεις κι αντίρροπες δυνάμεις μέσα στις οποίες πάλευε, τη ζήμωναν και διέπλαθαν από τη μια κι από την άλλη την έφθειραν και τη διέφθειραν.
Σαράντα περίπου χρόνια πριν τη μεγάλη έκρηξη που την βύθισε στη θάλασσα, δέχτηκε επίθεση από γειτονική της χώρα, που παρουσιαζόταν προστάτης μέρους των πολιτών της. Τα επεκτατικά σχέδια της αρπακτικής γείτονος, η κομματική ασυμφωνία, η χρωματική αβλεψία, ο αλληλοσπαραγμός, σφράγισαν και την ιστορική της μοίρα. Μόνη παρηγοριά ήταν η εργατικότητα των πολιτών της κι η θέλησή τους να ζήσουν ελεύθεροι και αξιοπρεπείς, απαλλαγμένοι από χλευασμούς και βαρίδια γειτόνων και ξένων, με ομόνοια και ειρήνη με τους γηγενείς αλλοεθνείς, όχι με τους εισηγμένους, ύστερα από τα χτυπήματα βαριά της Ιστορίας.
Παρόλες τις προσπάθειες των πολιτών της, η Ατλαντίδα δυστυχώς ατύχησε σε ηγέτες. Λίγο καιρό πριν από την τελική βύθιση, ο Γύγης, ένας βοσκός του βασιλιά της Λιδύας, βρήκε ένα δαχτυλίδι με το οποίο μπορούσε κανείς να κάμει την αδικία χωρίς να φαίνεται, μένοντας ατιμώρητος. Έτσι, αναρριχήθηκε στα τείχη και κατέλαβε την πρωτεύουσα με μια ομάδα πληρωμένων σκληροπυρηνικών της δυσπλαστικής παράταξης, θεωρητικά στρεβλωμένων και φανατικά προσκολλημένων σε αποτυχημένες φαντασιακές παραστάσεις παρελθουσών δεκαετιών, που οδήγησαν σε διάλυση τις χώρες, όπου εφαρμόστηκαν.
Έρμαιο των μεγάλων, μικρή αυτή, καίτοι «Ατλαντίς», παρασυρμένη από την απρονοησία και την άγνοια των κυβερνητών της, παρωπιδοφορούσα, παρασύρθηκε να δεχτεί για φιλοξενία τόνους εκρηκτικών. Ο δούρειος ίππος με όλη την εγκελαδική και κατακλυσμιαία δύναμή του αναδύθηκε από την καταγεγραμμένη σοφία, πήρε σάρκα και οστά, για να επαναλάβει το μακάβριο έργο του. Ελάχιστες μέρες πριν την τελική βύθιση, διεξάγονταν άγονες συνομιλίες με τους ενδογενείς, για να λυθούν διαβολικά και τριβολικά προβλήματα που προκάλεσε η βάρβαρη επέμβαση της γείτονος. Ο Προμηθέας και πάλι εμφανίστηκε, ζήτησε ενισχύσεις, διέβλεψε τους κινδύνους, στάθηκε κυβερνήτης του σκάφους ακλόνητος, οιακοστρόφος τραγικός, ενώ προέβλεπε τη βύθιση. Μαζί του ηρωικά παιδιά, λευκές ψυχές αθώων του καθήκοντος. Ο Επιμηθέας όμως και πάλι καταπλάκωσε τις προμηθεϊκές εκκλήσεις, η αναλγησία των μεγάλων και η εσωτερική αδυναμία των καταληστευσάντων την εξουσία οδήγησαν σε μεγάλη έκρηξη και σε καταβύθιση την Ατλαντίδα.
Δώδεκα χιλιάδες χρόνια μετά, η διδασκαλία του μύθου της στα σχολεία δεν πέτυχε τίποτε, γιατί τα πάντα είχαν αλωθεί κομματικά. Ο μύθος της Ατλαντίδας επαναλαμβάνεται, εκτός αν οι πολίτες αναλάβουν ο καθένας την ευθύνη και αποτινάξουν το νυσταγμό και τη νάρκωση. Μόνη ελπίδα απέμεινε το ξύπνημα των πολιτών. Η νέα Ατλαντίδα, λίγο πριν την τελική πτώση, κουρνιάζει στην αγωνία. Οι Προμηθείς δεν πρέπει να μείνουν και πάλι μόνοι. Το δακτυλίδι του Γύγη πρέπει διαπαντός να ταφεί.