΄Αννας Νεοφύτου, Λαϊκή
Λατρεία στην Παραδοσιακή Κοινωνία της Κύπρου
Του Στέλιου Παπαντωνίου
Το βιβλίο Λαϊκή Λατρεία στην Παραδοσιακή Κοινωνία της Κύπρου-
Οι γιορτές του Δωδεκαημέρου της Άννας Νεοφύτου στη σειρά των Δημοσιευμάτων του
Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών εκδόθηκε στη Λευκωσία το 2014 με επιμέλεια
έκδοσης της συγγραφέως. Είναι ένα ογκώδες βιβλίο 712 σελίδων, δεμένο, με
εξώφυλλο με φωτογραφία του Βασίλη της Πρωτοχρονιάς, κούκλας από ζυμάρι.
Το βιβλίο αρχίζει με Πρόλογο και Εισαγωγή και χωρίζεται σε
πέντε μέρη, Α. Το Δωδεκαήμερο και οι Καλικάντζαροι, Β. Τα Χριστούγεννα, Γ. Η Πρωτοχρονιά,
Δ. Τα Κάλαντα και τα Φώτα, Ε. Παιχνίδια του Δωδεκαημέρου. Το βιβλίο συμπληρώνει
Παράρτημα με χάρτη, Πίνακα καταγραφέων των μαρτυριών, Πίνακα πληροφορητών, Κατάλογο
φωτογραφιών, Γλωσσάριο, Βιβλιογραφία, Ευρετήριο χωριών και πόλεων και τέλος,
Θεματικό Ευρετήριο.
Το Α΄Μέρος, το Δωδεκαήμερο και οι Καλικάντζαροι περιλαμβάνει
δύο κεφάλαια, Γενικά για τις γιορτές του δωδεκαημέρου Η λαϊκή παράδοση και οι
καλικάντζαροι
Στα δύο αυτά κεφάλαια γίνεται λόγος για τη λαϊκή λατρεία του
δωδεκαημέρου και για το χειμερινό ηλιοστάσιο και τη γέννηση του Χριστού, ενώ το
κεφάλαιο για τη λαϊκή παράδοση αναφέρεται στον τόπο και χρόνο εισόδου και
εξόδου των καλικαντζάρων στον κόσμο μας, στον κουτσό Καλικάντζαρο, στις
ερμηνείες για την ύπαρξη των καλικαντζάρων, στις μεταμφιέσεις του δωδεκαημέρου
και στους καλικάντζαρους, πώς τους φαντάζονται οι άνθρωποι, πώς τους
αντιμετωπίζουν και τέλος ιστορίες με πρωταγωνιστές τους καλικαντζάρους.
Το Β’ μέρος, Τα Χριστούγεννα, περιλαμβάνει επτά κεφάλαια, Προετοιμασία για
τις γιορτές, Η σήκωση και η νηστεία των Χριστουγέννων, Η καθαριότητα του
σπιτιού, η γιορτινή διακόσμηση, Τα Ζυμώματα του Δωδεκαημέρου, Γενικά, ειδικά,
γεννόπιττες, είδη κουλουριών και άλλα ζυμωτά. Η παραμονή των Χριστουγέννων. Η
ελιά, το άγιο ευχέλαιος, Φως μέσα στη νύχτα, το τραπέζι για το Χριστό που
γεννιέται, Τα κάλαντα των Χριστουγέννων. Ανήμερα τα Χριστούγεννα. Η πρωινή
λειτουργία, Ο γιορτάρης των Χριστουγέννων, Μετά τη λειτουργία των
Χριστουγέννων. Η χοιρασφαγία με όλα τα σχετικά. Τα φαγητά και η διασκέδαση των Χριστουγέννων,
Η επομένη των Χριστουγέννων
Το Γ΄ μέρος για την πρωτοχρονιά περιλαμβάνει τα κεφάλαια Η
πρωτοχρονιά και οι άγιος Βασίλειος, Τα κόλλυβα της πρωτοχρονιάς, Η ελιά της
Πρωτοχρονιάς, Η ευλογία των σπόρων του γεωργού, Η βασιλόπιτα, Το δείπνο του άϊ
Βασίλη, Η μέρα της πρωτοχρονιάς, Έθιμα για καλή τύχη στη νέα χρονιά, Τα δώρα
της πρωτοχρονιάς, Τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς
Το Δ΄ μέρος Τα Κάλαντα και τα Φώτα περιλαμβάνει 14 κεφάλαια,
Εισαγωγικά, Ο αγιασμός των υδάτων, Το δρόσος, Βάφτισμα στο αγιασμένο νερό, Η
μέρα των καλάντων, Τα Φώτα και το άγιο φως, Η χολλά από το άγιο φως, Τα
ξεροτήγανα, Τα κόλλυβα των Καλάντων και των Φώτων, Ο γιορτάρης τα Κάλαντα και
τα Φώτα, Το κόψιμο της πίττας-Η πουλουστρήνα, Παραδοσιακά
παρασκευάσματα των Καλάντων και των Φώτων, Αντιλήψεις –δεισιδαιμονίες-
συνήθειες, Το τέλος του Δωδεκαημέρου
Μέρος Ε΄ Τα παιχνίδια του Δωδεκαημέρου, Περιέχει δύο
κεφάλαια, Παιχνίδια αντρών και γυναικών
Τυχερά παιχνίδια, Το παιχνίδι της κούνιας-αιώρας Η σούσα, συμβολισμοί και τραγούδια.
Από ό, τι αντιλαμβανόμαστε από την παρουσίαση των
περιεχομένων πρόκειται για ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών ο οποίος έπρεπε να καταγραφεί, να
απομαγνητοφωνηθεί, και προπάντων να οργανωθεί λογικά και επιστημονικά, ώστε να
συμβάλει στη μελέτη του ελληνικού πολιτισμού σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης,
όπου υπάρχουν ‘Ελληνες που λαχταρούν να αναβιώσουν αυτά τα έθιμα και να τα δουν
να συνεχίζονται και στις επόμενες γενιές, όσο δύσκολο κι αν είναι τούτο.
Η κάθε γενιά θεωρεί τον εαυτό της διαφορετικό από τις άλλες,
αλλά αν ισχύει τούτο για τις άλλες, πολύ περισσότερο ταιριάζει στη δική μας,
στην Κύπρο μετά το 1974, γιατί τεράστια
ρωγμή υπέστη η ζωή των ανθρώπων, προσωπική, οικογενειακή, κοινωνική, ρήγμα μέγα
στο χώρο και στο χρόνο, με την προσφυγιά και την αναγκαστική αλλαγή περιβάλλοντος
ανθρώπινου και πολιτισμικού, χωρίς δεσμούς με τους άλλους χωριανούς, ο καθένας
να παλεύει να ξαναστήσει το σπιτικό του, φέρνοντας όμως μέσα του την ταυτότητά
του, μέρος τεράστιο της οποίας είναι και τα ήθη και έθιμα με τα οποία
ανατράφηκε.
Χωρίς ο άνθρωπος να συνειδητοποιεί τα στολίδια αυτά της
ψυχής του ή τον επιούσιο άρτο της, τα κράτησε βαθιά στα κρύφια της καρδιάς κι
όταν ήρθε η ώρα, τα ξανάφερε στο φως αμέσως από την πρώτη χρονιά της εισβολής,
όπως μαρτυρούν εικόνες, σκηνές ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές εκπομπές και γραπτά
κείμενα και προ πάντων η σοφή απόφαση να καταγραφούν όλα αυτά, το πνευματικό
σύμπαν του κυπριακού ελληνισμού.
Ο Έλληνας της Κύπρου μπορεί να μη συνδέει τα ήθη και έθιμά
του με τα αρχαία ελληνικά, μπορεί να μην τον ενδιαφέρει ή να μη συλλαμβάνει τη
σημασία της ιστορικής συνέχειας της ζωής των Ελλήνων στα μαρτυρικά χρόνια της
ιστορίας του. Αλλά είναι ο ζωντανός σκυταλοδρόμος όλων αυτών των ζωτικών
στοιχείων που αποτελούν το άλας της ζωής, και εάν το άλας μωρανθεί, εν τίνι
αλισθήσεται, γι’αυτό και δεν τα απέρριπτε, αλλά και δεν προβληματιζόταν για την
αρχαιότητα ή τη σημασία τους, γιατί γι’ αυτόν
ήταν η ίδια η ζωή του, στον αργαλειό της μικρής του κοινότητας υφασμένος κι
αυτός, όπως κι οι πρόγονοι του, γι’ αυτό
και θεωρούσε πως ντρόπιαζε τους παππούδες και τις γιαγιάδες αν τα έλεγχε
λογικά. Απλά τα συνέχιζε με θρησκευτική ευλάβεια ως μέρος της όλης ζωής του,
που τον διέκρινε από τους άλλους.
Η Άννα Νεοφύτου σέβεται και τον άνθρωπο και την επιστήμη,
νιώθει τον ίδιο τον εαυτό της στην Κερύνεια όταν ακούει από τους άλλους να της
αφηγούνται ή να περιγράφουν αλησμόνητες στιγμές της ζωής, ιδιαίτερα αυτή την
περίοδο που εξετάζει. Δώδεκα μέρες πλήρεις παραδόσεων. Συνταιριασμένες, η
αρχαιότητα, ο ειδωλολατρικός κόσμος με τον χριστιανισμό, το Βυζάντιο με τη Δύση
και τη Φραγκοκρατία, η φύση με τα μάγια
και τις ομορφιές της, μια φύση με την
οποία αδιάσπαστα δεμένος ο άνθρωπος τη νιώθει με όλες τις δυνάμεις του και τις
αισθήσεις, προπάντων όμως με τη ζωντανή φαντασία, την μορφοποιό του άγνωστου
κόσμου που μας περιβάλλει και μέσα στον οποίο κινείται και είναι.
Δώδεκα μέρες γεμάτες για τη νοικοκυρά που θα αναλάβει το
φορτίο της καθαριότητας, της προετοιμασίας με την δέουσα τάξη των απαραίτητων
για το γιορτασμό των μεγάλων αυτών σταθμών της θρησκείας, που είναι τα Χριστούγεννα,
η Πρωτοχρονιά και η Βάφτιση του Χριστού.
Αλλά να εισέλθουμε στο πνεύμα των ημερών, των τόπων και των
χρόνων εκείνων, που παρήλθαν ανεπιστρεπτί, αλλά που πολλοί ζήσαμε. Χωρίς τον
καταστροφέα της νυχτερινής φαντασίας, τον ηλεκτρισμό, μέσα στα σκοτάδια του
χωριού, των καντουνιών, του πλακόστρωτου, μέσα στους θορύβους της νυχτός που
πολλαπλασίαζαν τα οπτικά νεύρα και πρόβαλλαν μπροστά στο φοβισμένο ή με δέος
παρακολουθούντα τα φαινόμενα άνθρωπο.
Η Άννα Νεοφύτου κατορθώνει και επιστημονικά και βιωματικά να
μας αναβαφτίσει στον κόσμο εκείνο, με τις μυρουδιές του φούρνου, τα χρώματα των
κουλουριών, τις δεισιδαιμονίες και τους φόβους, με το τρέμουλο στην καρδιά και
στη φωνή, αλλά και με τη θρησκευτική εκείνη γαλήνη των ανθρώπων που πιστοί στη
γέννηση του Θεανθρώπου ανάμεναν το θαύμα, την είσοδο της θεότητας στη ζωή μας,
και την έλευση του Αϊ Βασίλη, του δικού μας Αϊ Βασίλη, που ερχόταν να κάτσει να
φάει να πιεί μιτά μας και να προσκομίσει τα δώρα για τα παιδιά και τους
μεγάλους μέσα στη θαλπωρή της νηστιάς ή και στην καπνίλα των ξύλων.
Αυτή τη ζωή ζήσαμε παιδιά, κι αυτός είναι για μας ο
παράδεισος, όπως κι αν εξηγείται το φαινόμενο. Και για τον τόπο μας, αυτή η
μακάρια και παραδείσια ζωή υπήρξε και την ξαναζούμε στο βιβλίο αυτό. Χαιρόμαστε
τη μελέτη τέτοιων συγγραμμάτων, επιστημονικών αλλά και βιωματικών, αφού φτερουγίζουν
στις σελίδες τους τόσες ψυχές που μνημονεύουν μια ζωή ανυψωμένη πια στο
πνευματικό στερέωμα, ωραιοποιημένη αλλά και στιβαρή, μέσα στον υγιή κοινωνικό ιστό. Είναι και
θαυμασμός για τη γνώση, την έρευνα, την πληροφορία που μας διέφευγε και
αποκτούμε, για τον προβληματισμό που μας γεννά αλλά και για την αρμονία ενός
κόσμου που ύφαινε τη ζωή του μέσα στο χωριό του, και ήξερε να ρυθμίζει τον
χρόνο, και να ακολουθεί τα χνάρια των προγόνων του αποδεχόμενος τη σοφία τους.
Και πρώτα πρώτα η τάξη που θέτει με τις γιορτές ο άνθρωπος
στο χρόνο, τάξη συνδυασμένη με τη φύση και τα φυσικά φαινόμενα, το φως, το
εικοσιτετράωρο και τη διαίρεσή του σε μέρα και νύχτα, παγανιστικά κατάλοιπα που κοιμούνται στο βάθος
της λαϊκής ψυχής και προβάλλουν τις ανάλογες μέρες και ώρες, ένας κόσμος με τη
δική του λογική και τη λογική εξήγηση, όχι μόνο τη λογική της φαντασίας και του
συναισθήματος αλλά και της ιεραρχίας των όντων. Υπερτάτη πάντων η θεότης, οπότε
τα πάντα εξ αυτής και για τη δοξολογία της. Από Θεού άρχεσθαι.
Ανάλογος έπρεπε να είναι και ο κόσμος του βιβλίου,
οργανωμένος έτσι που να φανερώνει το κρυμμένο μυστήριο των ηθών και εθίμων μας.
Μπορούμε να φανταστούμε την επίμονη και επίπονη όλη οργάνωση της εργασίας, το
υπομονετικό έργο της εύρεσης των πληροφοριοδοτών, της προετοιμασίας τους, για
ν’ ανοίξουν τις κασέλες της ψυχής, με πόνο πολλές φορές, με παράπονο. Ο καθένας
και τον καημό του, γι’ αυτά που έχασε, γι’ αυτά που έφυγαν και ίσως να μην
ξαναγυρίσουν. Πἀντα όμως η ελπίδα, η πίστη πως η ζωή γινάμενη λόγος
διαιωνίζεται, ο κόσμος της Κύπρου δεν χάνεται, παρά μόνο βασιλεύει ως λόγος.
Και ο λόγος δεν εκφράζει μόνο τα εσώτερα μυστικά των ανθρώπων αλλά και συντηρεί
τη μνήμη και τους μνημονεύοντας, ζωντανεύει, αναπαριστά. Και όπως εν αρχή ην ο λόγος έτσι και εν τέλει αυτός
διασώζει. Αλλά και επιβάλλει τάξη στο χάος.
Κι ένα πραγματικό χάος είναι οι πληροφορίες, τήδε κακείσε
ερριμμένες, ωσότου ο νους έρχεται και διακοσμεί και κατατάσσει και λογικά
ταξινομεί το υλικό, που υπακούει πια στους νόμους της λογικής και της
επιστημοσύνης, χωρίς όμως να χάνει τη ζωντάνια του και την αναπαραστατική του
δύναμη. Αυτό το θαύμα ξαναζούμε στο βιβλίο για τη Λαϊκή Λατρεία στην
Παραδοσιακή Κοινωνία της Κύπρου- Οι γιορτές του Δωδεκαημέρου.