Το λαμπρόν τζει που ππέφτει κρούζει.
Το ΄δαμε πολλές φορές
στα χρόνια και στον τόπο μας, έστω από το 1958, το 1963, ιδιαίτερα το 74, κι
ύστερα άρχισαν οι μετοχές, τα χρηματιστήρια, ο κόβιτ, πυρκαγιές και δυστυχήματα
στον αέρα με το αεροπορικό εκείνο, στη θάλασσα και στη στεριά, καθημερινά
δυστυχήματα στο δρόμο παρόλα τα φώτα της τροχαίας και τις κάμερες, φόνοι, βία
και ναρκωτικά, και το τελευταίο με τα χωριά στη Λεμεσό, ενώ προηγήθηκαν άλλες πυρκαγιές,
ο παθός δεν είναι μαθός, αφού δεν μαθαίνουμε, τι να μάθουμε, τόσα πάθαμε!
Κανένας, όση συμπάθεια
κι αν έχει, μοντέρνα «ενσυναίσθηση», δεν μπορεί να νιώσει το μέγεθος του πόνου,
την οργή, τη λύπη, γιατί δεν είδε τις φλόγες, δεν τον άγγιξαν, δεν είδε το
σπίτι του μπουρλότο, δεν χαροπάλεψε ούτε αγωνίστηκε να σώσει συνανθρώπους ή ζώα.
Τα τέτοια
περιστατικά είναι πάντα αντικείμενο κομματικής εκμετάλλευσης, κριτικής,
αντεγκλήσεων, ευτυχώς όμως υπάρχει και η ανθρωπιά, οι οργανωμένες υπηρεσίες, οι
εθελοντές, οι Άνθρωποι! Μπαίνουν μέσα στη φωτιά για να σώσουν άλλους. Και
μπράβο τους. Μειώνουν το κακό στον κόσμο.