Στέλιος
Παπαντωνίου
Πενήντα χρόνια
σκλαβιάς
Ό τι κι αν
προσπαθήσουμε να γράψουμε, δεν θα είναι παρά ένα λυπητερό τραγούδι, ένα παράπονο
και μια πίκρα, γιατί ο τόπος μας υπέστη μια βάρβαρη επίθεση, ύστερα από μια
μεγάλη προδοσία. Αξέχαστα τα λόγια των στρατιωτών του 1974, “Πολεμήσαμε μα δεν
ηττηθήκαμε. Προδοθήκαμε.” Κι αυτή η προδοσία έφερε την ανατροπή της ελληνικής Ιστορίας
της Κύπρου δίνοντας δικαίωμα στον κατακτητή να αυτοεπαινείται και να φουσκώνει,
περισσότερο υπερφίαλος και υβριστής.
Κατακτήθηκε
διά των όπλων ένα μεγάλο μέρος του εδάφους του νησιού μας, τα δύο τρίτα των
ακτών ελέγχονται από την μειονότητα που έδιωξε από τα σπίτια της 200000 ανθρώπους,
ένας ανθηρός ελληνικός και χριστιανικός πολιτισμός καθημερινά ισοπεδώνεται,
παραποιείται, υποτιμάται ασεβώς, ενώ στη θέση του φυτρώνουν τζαμιά και
μιναρέδες, να μπορούσε το χώμα θα τους σώριαζε στη γη και θα τους εξαφάνιζε
στον αέρα μη αντέχοντας τη βία και την παραποίηση.
Πενήντα χρόνια
από την κατάμαυρη χρονιά του ’74 και ο απολογισμός για την ελληνική κοινότητα
της Κύπρου είναι θλιβερός, η μια αποτυχία πίσω από την άλλη, αφού δεν έγινε
ευθύς εξαρχής αποδεκτή η μεγάλη αλήθεια: Το πρόβλημά μας είναι εισβολής και
κατοχής εδαφών μας από την Τουρκία, καταπάτησης όλων ανεξαίρετα των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων. Κι αφού δεν έγινε τείχος ακαταμάχητο του αγώνα μας η αλήθεια αυτή,
αρχίσαμε να διολισθαίνουμε, να παραπατούμε, να πέφτουμε από παγίδα σε παγίδα
της τουρκικής προπαγάνδας, μέχρι σημείου να μεταβάλλεται το θύμα σε θύτη και να
επιζητείται η εξίσωση του παράνομου με το νόμιμο.
Καθημερινές
είναι οι προσπάθειες της τουρκοκυπριακής πλευράς με την καθοδήγηση της Τουρκίας
να επιζητείται αναγνώριση του ψευδοκράτους, να δοθούν δικαιώματα στην παγκόσμια
πολιτική σκηνή, στον αέρα και στη θάλασσα, να αποδεχτούμε την εκμετάλλευση των
περιουσιών μας και την κερδοφόρα τουριστική βιομηχανία να την υποτάξουμε στις
ορέξεις του κατακτητή, ο οποίος εκνευρίζεται αν χαρακτηριστεί με το πραγματικό
του γνώρισμα του κατακτητή, καταπατητή περιουσιών, εκμεταλλευτή και
κλεπταποδόχου των περιουσιών μας οι οποίες γίνονται παίγνιο αγοραπωλησιών
ανάμεσα σε εποίκους και ξένους πάσης
χώρας.
Και όταν
έρθει ώρα να λάβουμε τα νόμιμα μέτρα και κυνηγήσουμε τους πάσης φύσεως
παράνομους άρπαγες, τότε ακούονται από την άλλη πλευρά επικλήσεις ανθρωπίνων
δικαιωμάτων, ελευθεριών διακίνησης και ελεύθερης οικονομίας. Ούτε λόγος για
κλοπή και αρπαγή των περιουσιών των Ελλήνων της Κύπρου.
Κάποτε
έλεγαν οι παλιοί “ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται.” Δυστυχώς
πενήντα χρόνια εκμεταλλεύονται και καρπούνται ξένα εδάφη και περιουσίες,
κακοποιούν πολιτισμό αιώνων και μόλις τελευταία άρχισε να γίνεται λόγος για
δίωξη των παρανόμων,
Αλλά
δυστυχώς παρανομούντες είναι και αρκετοί δικοί μας, ελληνόφωνοι, αναξιοπρεπείς,
που επικαλούνται την φτώχεια ως δικαιολογητικό της αγοράς προϊόντων από τα
Κατεχόμενα εδάφη μας.
Η παιδεία έχει αρκετά να διδάξει θεωρητικά και
πρακτικά, η ενδυνάμωση του φρονήματος των νέων μας είναι αναγκαία, γιατί χωρίς
παιδεία και αρχές, εγκαταλείπουμε πατρίδα και θρησκεία.