Στέλιος Παπαντωνίου
Ίνα πάντες έν εσμεν
Καταβάλλουσιν όντως μεγάλες προσπάθειες, φίλε,
Για να μας πείσουν πως «πήραμε τη ζωή μας λάθος»,
Κι εμείς κατανοούμε πως δεν είναι πια καιρός ν’ αλλάξουμε
Ούτε τα εσώρουχα ούτε τις πουκαμίσες μας ούτε τα χαμόγελα ούτε τα δάκρυα
Περιβεβλημένοι τη στολή μας όπως την υφάναμε χρόνια στον αργαλειό
Δεν έχουμε ανάγκη ούτε την Πηνελόπη να την ξεϋφάνει
Ούτε το Νέσσο να στείλει το χιτώνα μας στους αδελφούς μας και να τους φλογίσει
Ο καθένας καίεται στο δικό του χιτώνα
Σκοτώνει τα μικρόβια
Τις κακίες του και τα σκουλήκια του
Ίσως πίσω από όλα αυτά φανερωθεί εκείνη η ψυχή,
Η πεταλούδα της ομορφιάς, της αγιότητας, της ειρήνης και της χαράς
Η πάντα νουν υπερέχουσα
Η ενοποιός δύναμις του σταυρού και του κόσμου
Ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός
Στο βάθος της καρδιάς μας
Να μας καλεί να γίνουμε ένα
Ίνα πάντες έν εσμεν
Εγώ, εσύ, αυτοί, όλοι γύρω μας, έξω και μέσα μας.
Γνώθι σαυτόν
Κανένας δε μίλησε για τους άλλους
Σε σένα προσωπικά απευθύνει το λόγο
Γνώθι σαυτόν
Άρα μπορείς να μάθεις,
Το πρώτο σκέλος της προσταγής αποκαλύφθηκε,
Αφού μπορείς να μάθεις
Είσαι γνωστικό υποκείμενο, κατά τους πρεσβυτέρους,
Και μπορείς να αντιτάξεις σαυτόν ως αντικείμενο.
Εκείνο το Σε, το εν Δελφοίς «Ε», Συ,
Ο ίδιος ο Θεός, ο αδελφός, ο άλλος, ο κατενώπιον,
Επανέρχεται πάλι ο λόγος Του,
«Κι αν δεν δώσατε φαγητό στον πεινασμένο αδελφό
Ούτε σε μένα δώσατε
Κι αν δεν δώσατε να πιει ο διψασμένος αδελφός
Ούτε σε μένα δώσατε»
Κι έτσι εσύ ο αδελφός γίνεσαι ο Θεός μου,
Το εν Δελφοίς «Ε».