Εμείς που δεν κάνουμε δηλώσεις
του Στέλιου Παπαντωνίου
Εμείς που δεν κάνουμε δηλώσεις είμαστε οι απλοί πολίτες που δεν ανήκουμε σε κομματικές παρατάξεις, δεν μας σέρνουν ούτε από τη μύτη ούτε από τη γραβάτα, παρακολουθούμε όμως τις εξελίξεις, περιμένουμε εδώ και σαράντα σχεδόν χρόνια ν’ ακούσουμε καμιά καλή είδηση, να γίνει ένα βήμα προόδου στο κυπριακό, στις συνομιλίες, στις θέσεις που η κάθε πλευρά υποστηρίζει, κι αυτό που εισπράττουμε στέφεται με απογοήτευση και πικρία. Όνειρα δε βλέπουμε ούτε στον ύπνο, οι άσπρες μέρες συγνεφιάζουν, κι η απαραίτητη καθαρότητα στο νου, στο στόχο, στα μέσα επίτευξής του, στις ανακοινώσεις μας για τους στόχους όλο και γκριζαίνει.
Ξεχάσαμε το δεν ξεχνώ, το σβήνουμε κι από τους τοίχους, τα τελευταία απομεινάρια της μνήμης γέμισαν αγκάθια, πειράζουν τους κυβερνώντες, ούτε κι οι ίδιοι δε λένε τίποτε για Κερύνεια κι Αμμόχωστο, για επιστροφή προσφύγων, και διαλαλούν την πραμάτεια της διζωνικής δικοινοτικής, είναι από το 1977, λένε, που τη δεχτήκαμε, κι ύστερα από τόσα χρόνια, τόσα φυλλάδια κυβερνητικά που κυκλοφόρησαν να μας εξηγήσουν τι είναι αυτό, κι όλοι στο εξωτερικό το πιπιλίζουν, εμείς εδώ δεν το κατανοήσαμε, δεν το χωνέψαμε, είμαστε έτοιμοι να το απορρίψουμε και πάλι, γιατί μυρίζει προσωπείο διχοτόμησης, καταπάτηση των δικαιωμάτων μας, υποταγή με άλλα λόγια στους Τούρκους.
Πολλοί πολίτες επιβεβαιώνουν καθημερινά πως ορθά αρνήθηκαν τη λύση την επονομαζόμενη Ανάν, τώρα με την ΑΟΖ και τα αέρια, κι είναι ξεκαθαρισμένο μέσα τους πως χωρίς σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λύση αποδεκτή δε γίνεται.
Ένας λαός που βρίσκεται στην κατάστασή μας, διακυβεύεται δηλαδή η ίδια η ύπαρξή του, χρειάζεται να’ χει μυαλό καθαρό, καθαρούς στόχους, ξεκαθαρισμένα τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει, να συλλαμβάνουν οι ταγοί και να μεταδίνουν με κρυστάλλινο λόγο τα βήματα που πρέπει να γίνουν ή τις θυσίες που χρειάζεται να κάνουμε για να επιτύχουμε το καλύτερο, τη σωτηρία της πατρίδας, την ελευθερία των πολιτών της, την πνευματική τους ανάπτυξη και ευημερία.
Το καθαρό μυαλό όμως σήμερα σπανίζει, γιατί φρόντισαν οι κυβερνώντες μέσω της εκπαίδευσης ιδιαίτερα και μέσω των φερεφώνων τους να συγχύσουν τον κόσμο, με τα ιδεολογήματα και τις φρούδες ελπίδες τους πως θα τα’ βρισκαν ευκολότατα με τον Ταλάτ και τους τουρκοκύπριους αδελφούς τους. Η ιδέα της απελευθέρωσης, της επανατοποθέτησης στη σωστή βάση, του καθαρού στόχου, δέχτηκε τόσες συγχυστικές ασάφειες, που θόλωσε κι αυτή. Όσο για τα μέσα και τις διαδικασίες, ακόμα και στη προχτεσινή σύσκεψη φάνηκε πως αντί για τριμερή είχαμε αλλαγή σε εκ τους σύνεγγυς συνομιλίες, ζόφος και στη διαδικασία- κάτι τρέχει στα γύφτικα- μπορεί να πει κανείς.
Μεγάλα ζητήματα, για ποιο λαό γίνεται λόγος στις συνομιλίες, για ποιο έδαφος, για ποια κυβέρνηση, και προπάντων για ποια αποκατάσταση δικαιωμάτων των νόμιμων πολιτών γίνεται λόγος; Αυτά δεν τέθηκαν στο τραπέζι, τα αποφεύγει η άλλη πλευρά, κι ο κύριος Γενικός Γραμματέας παρακάθεται στο τραπέζι στο πρόγευμα, σ’ ένα γεύμα, σ΄ ένα δείπνο, ενώ ο εξ Αυστραλίας συνεχίζει να αλωνίζει και να ετοιμάζει το αγγελτήριο της κηδείας μας.
Αν οι κυβερνώντες είναι αναγκασμένοι να παίζουν το θεατρικό τους, εκείνη όλη η πληθώρα των πολιτών που είπε το μεγάλο Όχι, εκείνοι όλοι οι απογοητευμένοι, εξεγερμένοι, αγανακτισμένοι είναι καιρός να ξανανάψουν τη φωτιά, γιατί η παγωνιά έρχεται μέσα στο Γενάρη. Ως τότε ας ξαναδούν το πρόβλημα οι ιθύνοντες με καθαρό νου, ας ξεκαθαρίσουν το στόχο, τα διάφανα μέσα, κι ας μιλήσουν με κρυστάλλινο λόγο στο λαό, μην έρθουν όλα ανάποδα.