Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

 

ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Του πατέρα του πατέρα μου, του πατέρα της μάνας μου, κι εγώ πατέρας εδώ και χρόνια, μέσα στην οικογένεια ένα στήριγμα, έτσι λέει ο κόσμος, ίσως έτσι να είναι, η πείρα, η γνώση, ο χαρακτήρας, ένα χέρι γερό που του έχουν εμπιστοσύνη τα παιδιά, οι γυναίκες της οικογένειας, κάποτε μπορεί να μην είναι έτσι τα πράγματα, αργά γρήγορα φαίνεται η αξία του, οι γυναίκες πάντα θα ήθελαν να έχουν τα πρωτεία, τα έχουν και το ξέρουν, πιο δυναμικές σε όλα, ο πατέρας όμως είναι θεωρητικά, οφθαλμοφανώς, ο πατέρας.

Του πατέρα ο πατέρας παπάς, ιερέας στο χωριό Βουνό, ένας ισχνός άνθρωπος της θρησκείας, καλοκάγαθος, καλλίφωνος, μια αγάπη ξεχείλιζε, πέθανε είναι καιρός, δεν τον ξεχνούν όσοι τον γνώρισαν, ο Παπάντωνης ήταν καλός άνθρωπος, με πολλά παιδιά, ζωντανά τώρα ένα στη Λευκωσία, ένα στη Λεμεσό, ένα στην Αυστραλία, ο δικός μας πέθανε εδώ και καιρό, υπάλληλος στην Τράπεζα, εκ των κατωτάτων, αλλά ήταν περήφανος άνθρωπος, μάλλον τραπεζίτης έπρεπε να γίνει παρά τραπεζικός υπάλληλος, όπως λέγαμε όταν μας ρωτούσαν στο σχολείο, ήξερε από χρήμα, δάνειζε τους ανώτερούς του, και έπαιρνε βέβαια τόκο, καλά να πάθουν, μας είχε μεγάλη αδυναμία μα δεν το έδειχνε, οι πατεράδες παλιά ήταν της αυστηρότητας, του πάτσου και της αγριοφωνάρας, δεν χάλασε ο κόσμος επειδή έτσι ήταν τα πράγματα, έμπαινε τάξη στην αταξία.

Της μάνας μου παπουτσής, άλλος καλοκάγαθος παππούς, Ξενοφώντος, πάροδος Ερμού, μάθαινα κοντά του την τέχνη, γλυκύτατος με το κονιάκι του την οντζιαρού τα βράδια, τον μεζέ, μεζετζού πρώτη η γιαγιά.

Πατέρας φαίνεται πως χρειάζεται κάποιον καιρό να το συνειδητοποιήσεις πως είσαι, τουλάχιστον αυτό κατάλαβα με τον πόλεμο, της πρωταπριλιάς η πρώτη μου κόρη, γύρω στις 15 Αυγούστου αρχίζει η δεύτερη εισβολή, φεύγουμε από Μόρφου, «μην ξεχάσουμε το παιδί», είπα, ενώ το κρατούσα στο χέρι, δεν ήμουν μόνος, το είδα αργότερα και σε κινηματογραφική ταινία, «ο βιολιστής στη στέγη», ο πατέρας φωνάζει μην ξεχάσουν το παιδί, κάθε τι θέλει τον χρόνο του.

Κι ύστερα η δεύτερη κόρη, μα πολύ το πλήρωσε τότε που πήγα για μεταπτυχιακό, έλειψα έναν χρόνο, όταν ήρθα δεν ξεκολλούσε από πάνω μου, έτσι είναι οι κόρες, άλλο που μόλις έβλεπαν έγκυο τη γυναίκα μου στο πρώτο όλοι έλεγαν «αγόρι θα γεννήσεις», έτσι κι εγώ τους έλεγα, «η κόρη μου πριν γεννηθεί ήταν γιος».

Μεγάλο χρέος ένιωθα πως τους χρωστούσα, το επάγγελμα ήταν καταθλιπτικό για τα παιδιά, εμείς να πρέπει να διαβάζουμε τα απογεύματα, προετοιμασία σου λέει και διορθώματα με τις ώρες ακόμα και τις Κυριακές, νόμιζα πως θα κατέτασσαν το δασκαλλίκκι στα χειρότερα επαγγέλματα, να όμως που δεν ήταν έτσι, άλλο φαίνεται να λέει το DNA τους.

Καλά να είναι τα κορίτσια μου, πολλά τώρα, η δεύτερη μου έφερε άλλα δυο, σύνολο τέσσερα, δυο κόρες δυο εγγονές, ο πατέρας το δείγμα του ανδρικού στην οικογένεια, να ζήσουν οι πατεράδες, λίγα λόγια και καλά. Και μην ξεχνάμε, είμαστε πατεράδες επειδή έχουμε παιδιά. Από τη στιγμή που γεννιούνται, τα πάντα γι’ αυτά.