Στέλιου Παπαντωνίου
ΜΟΝΑΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ (ΑΝΘΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ)
Η ΠΟΙΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΜΕΡΟΣ Α΄ ΚΥΠΡΙΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΓΡΑΦΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
ΜΕΡΟΣ Β΄ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΑ ΣΕ ΠΟΙΗΤΕΣ
Εκδόσεις ΠΕΝ Κύπρου Λευκωσία 2012
Κυρίες και κύριοι,
Μια ανθολογία για την ποίηση μοιάζει με την πομπή των παναθηναίων, με τη γιορτή της κοίμησης της Θεοτόκου. Όλες οι ευαίσθητες ψυχές να έχουν υφάνει στον αργαλειό το πέπλο κι όλοι οι απόστολοι της ποίησης να προσέρχονται εκ περάτων για να παραστούν στην πανήγυρη.
Ο ποιητής όταν γράφει για την ποίηση ξεϋφαίνει την ψυχή του, για να συλλάβει έστω κι έναν ιστό της αράχνης της ποίησης και να τον προσκομίσει στην τέχνη.
Όταν ο ποιητής αναζητεί την ταυτότητά του καταφεύγει στα ένδον του θυσιαστηρίου, και αφήνεται στη θέα, στο όραμα. Γράφοντας ο ποιητής για την ποίηση γράφει για το βαθύτερο που τον ενώνει με τους άλλους ποιητές και δοξολογεί τη θεά του.
Μια ανθολόγηση των ποιημάτων για την ποίηση είναι Ανθολογία των Ανθολογιών. Ό,τι ωραίο και ύψιστο για την ποίηση περιέχεται σ’ αυτήν.
Στην ανθολογία που παρουσιάζουμε, 99 ποιητές σε 631 ποιήματα γράφουν για την Ποίηση και για ομοτέχνους τους. Η Ανθολογία χωρίζεται σε δυο μέρη, στο πρώτο περιέχονται τα ποιήματα για την ποίηση γενικά και στο δεύτερο τα ποιήματα τα αφιερωμένα από ποιητές σε άλλους ποιητές και στην ποίησή τους.
Ήδη στον πρόλογο η πρωτεργάτις του έργου Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου έχει διαχωρίσει τα ποιήματα σε κατηγορίες, και η εισαγωγή της είναι μικρό δείγμα της επιμέλειας με την οποία μελέτησε τα πάντα και της τάξης και της φιλολογικής της επάρκειας. Γι’ αυτό και θεωρώ πως ήταν ιδιαίτερη τιμή για μένα να προταθώ να παρουσιάσω την ανθολογία αυτή και για τούτο ευχαριστώ τους προτείναντες.
Το βιβλίο μας φέρνει σε επαφή με πολλούς ποιητές. Ο αναγνώστης γεύεται, έστω και δι’ ολίγων, τον κόσμο τους, τις θεματικές, ακούει τη φωνή τους. Προπάντων συνειδητοποιεί και παρηγοριέται πως η ποίηση στον τόπο μας έχει νέους συνεχιστές, που με συγκίνηση, τρυφερότητα και ειλικρίνεια την οδηγούν παραπέρα.
Μια παρουσίαση του βιβλίου είναι μια περιδιάβαση σ’ αυτό, δευτέρα συλλογή των ανθέων, καταγραφή των αντιδράσεων του περιπατητή στο λειμώνα, το θαυμάζειν και απορείν για τους ποιητές και το έργο τους.
Για να παρουσιάσω το πρώτο μέρος του βιβλίου - στο δεύτερο δε θα αναφερθώ λόγω χρόνου- χρειάζομαι αχνάρια, και πρώτα κι ολοφάνερα οι θεματικές ενότητες.
Η Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου αναφέρεται στα πλέγματα 1. Μνήμη- λήθη, 2. Αλήθεια –φενάκη, 3. Θλίψη –οργή 4. Αυτοαναίρεση – κατάφαση, ανάλυση των οποίων μπορείτε να βρείτε στον πρόλογο του έργου.
Όπως είναι φυσικό, άλλοι ποιητές ασχολήθηκαν περισσότερο με το θέμα της ποίησης και της προβληματικής της κι άλλοι λιγότερο, οπότε η ανθολόγηση σε μεγαλύτερο πλάτος δεν σημαίνει και μεγαλύτερη αξία του αναφερομένου. Απλά έγραψε περισσότερα για το θέμα ή προβληματίστηκε περισσότερο σ’ αυτό.
Εξάλλου, η παρουσίαση του βιβλίου Η Ποίηση για την Ποίηση δεν σχετίζεται με κριτική των κειμένων ή με αξιολόγηση των ανθολογουμένων ποιητών.
Πρώτα λοιπόν οι θεματικές ενότητες.
Ύστερα από αρκετή μελέτη του έργου συμπεραίνω πως οι ποιητές στη συλλογή αυτή ασχολήθηκαν ειδικότερα με τα εξής: Στην καρδιά των ανθολογουμένων ποιημάτων ο καθορισμός του όρου. Τι είναι ποίηση; Κι όπως προχωρούν, επιβεβαιώνουν πως αυτή είναι απαιτητική, ζητά το αίμα του ποιητή ή της ποιήτριας, είναι ό, τι πολυτιμότερο έχει ο ποιητής, είναι συνώνυμη της ελευθερίας, της αποκτημένης με θυσίες, ιδιαίτερα στον τόπο μας.
Η ποίηση είναι λύτρωση, προσευχή, είναι το ιερό, στο οποίο καταφεύγει ο λειτουργός της μετά τις περιπλανήσεις, γιατί είναι το μόνο ασφαλές καταφύγιο. Κάποτε μερικοί έχουν την εντύπωση πως χάθηκαν, αυτοί ή η ποίηση, στο βάθος πάντα όμως η βεβαιότητα: Θα υπάρχει κάπου ποίηση, γιατί αυτή είναι η ίδια η πάλη με το θάνατο, και χωρίς αυτήν τα πάντα γυμνά και νεκρά. Ποιος χωρίς αυτήν θα παρηγορεί τον άνθρωπο;
Πλην του ορισμού και των γνωρισμάτων της ποίησης οι ομότεχνοι μνημονεύουν με δέος τους προπάτορες. Τους οφείλουν, τους επικαλούνται βοηθούς στο έργο από Ομήρου και Σαπφούς ως τους νεότερους νεοέλληνες και Έλληνες κυπρίους.
Η κριτική ικανότητα των ποιητών είναι επίσης κατατεθειμένη. Πρώτα η διάκριση, τι είναι ποίηση και τι δεν είναι, ποιος είναι ο ποιητής και ποιος δεν είναι, ποια τα χαρακτηριστικά του γνήσιου ποιητή; Γι’ αυτό και οι συμβουλές προς ποιητές, νέους ή ψευδο-τεχνίτες κάποτε με αγάπη, κάποτε με οργή.
Όπως είναι λογικό, η ποίηση και το έργο της συλλαμβάνονται ανάλογα με το χώρο και τον χρόνο στον οποίο οι ποιητές εμπνέονται και δημιουργούν. Ζώντας στην Κύπρο σε μια περίοδο αγώνων και θυσιών, ο ποιητής αγωνίζεται και θυσιάζεται, εμβαπτίζεται στην Ιστορία του τόπου, αφού είναι ο εκλεκτός της Μοίρας.
Μερικοί νιώθουν την ανάγκη να απαντήσουν στο ερώτημα γιατί γράφουν. Για να υπερασπιστούν τον άνθρωπο ή για να αποτυπώσουν τα μύχια.
Μα όλα αυτά δεν επιτυγχάνονται στις οχληρές συναναστροφές. Ο ποιητής αρέσκεται στην ερημία, στη μοναξιά, κι εκεί συλλαμβάνει τον εαυτό του ως εκπρόσωπο του τόπου του, αφού πλην του πνεύματος, της καρδιάς, των ψυχικών του δυνάμεων, προσφέρεται ολόκληρος. Όλο το σώμα του γίνεται το σώμα της ποίησής του, συμπάσχει με τους πάσχοντες.
Η λέξη ποιητής αλλά και η έννοια του ποιητή μεταθέτει στην έννοια του Θεού δημιουργού. Ο ποιητής είναι πλάστης ενός κόσμου. Ταυτόχρονα όμως διερωτάται: είναι και ο δικαιοκρίτης, ο κριτής πρώτα του έργου του;
Τι είναι όμως ποιητής; Οι ορισμοί και οι προβληματισμοί δικαιολογούνται ως προσπάθεια αυτογνωσίας. Γνωρίσματα, η επαναστατικότητα και η ανανεωτική πνοή.
Κάποτε όμως ο ποιητής δέχεται τις επιθέσεις, γιατί δεν ήταν παρών, αλλά μεταποιούσε τα γεγονότα σε λογοτεχνία. Στο κάτω κάτω όμως, αυτός ο ρόλος του. ‘Αλλοι είναι μέσα στη φωτιά άλλοι θεωρούν, ο ποιητής ποιεί.
Τους ποιητές μας απασχολούν επίσης τα βιώματα της διαδικασίας της συγγραφής.
Η όλη ποιητική δημιουργία αρχίζει, βάσει των ανθολογουμένων ποιημάτων, από το ερέθισμα, άλλοι ψάχνουν για το θέμα, σταματούν ιδιαίτερα στη στιγμή της έμπνευσης, την οποία αθανατίζουν, προχωρούν στις δυσκολίες της τεχνικής, στον πρώτο εκείνο στίχο ή στη λέξη που τυραννεί. Γνωστό πως «τον πρώτο στίχο μόνο μας δίνουν οι Θεοί.»
Συμφωνία υπάρχει και σε ποιητές και σε ποιήτριες στην παρομοίωση της δημιουργίας ενός ποιήματος με ερωτική πράξη, με τη σύλληψη και κύηση, γιατί η ποίηση είναι έρως, έμπνευση, πόνος, το σύνολο πρόσωπο ως τέκνο της Πενίας και του Πλούτου, κατά το Πλατωνικό.
Μια ενότητα στίχων περικυκλούν την επεξεργασία του ποιήματος. Το ποίημα είναι ένα απόσταγμα, άρτος, που μεταρσιώνει και χορταίνει πεντακισχίλιους. Μερικοί μάλιστα καταθέτουν με τις οδηγίες τους και την ποιητική τους. Προσπαθούν να διεισδύσουν στη γραφή, στα συμβαίνοντα κατά την ώρα της γραφής, στις κινητήριες δυνάμεις. Υπάρχει η Μούσα, ποιος ο ρόλος της, αλλά και ποιος ο προορισμός του ίδιου του ποιητή στη ζωή.
Ο ποιητής εκφράζει και τον εαυτό του και το όλον. Είναι ο σπορεύς της παραβολής.
Υπάρχει όμως κάποτε και η εκτροπή μερικών, γι’ αυτό και η ανάγκη να τους επαναφέρουν οι ομότεχνοι στη θέση τους. Ο ποιητικός λόγος γίνεται τότε τιμωρός των ψευδομαρτύρων.
Δεν υπάρχει όμως μόνο η ποίηση και ο ποιητής, αλλά και ο αναγνώστης. Χωρίς αυτόν η επικοινωνία μονόδρομη και ο ποιητής η φωνή του βοώντος εν τη ερήμω.
Μεγάλο μέρος των ποιημάτων αναφέρεται στην κριτική, κάποτε απαξιωτικά, κάποτε αιχμηρά. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στους εξ Ελλάδος κριτικούς και στο ρόλο που έπαιξαν ή και παίζουν στην όλη προβολή των σύγχρονων κυπρίων ποιητών. ‘Ετσι, η ανάγκη να λεχθεί η αλήθεια, οδηγεί σε ομολογίες εκ βαθέων, επαναστατικές και τολμηρές.
Άλλο θέμα είναι η υστεροφημία του ποιητή, η αθανασία του ποιήματος ή του ποιητή, και το αντίθετο βέβαια, το φθαρτό των πραγμάτων, ανάλογα με την ιδεολογία και την οπτική του ποιούντος.
Οι περισσότεροι συνέλαβαν το μεγαλείο της γλώσσας, των λέξεων, φωνηέντων και συμφώνων, μ’ ένα σίγμα τελικό τα σαρώνω, ακόμα και των συμβόλων της στίξης.
Με πολλή αγάπη γράφουν μερικοί για το ποίημα που δε γράφτηκε. Είναι το άπιαστο όνειρο, το παιδί που δεν γεννήθηκε και όμως υπάρχει στα βάθη του ποιητικού σπηλαίου ανώλεθρο ως αγέννητο.
Άλλοι βλέπουν με ιδιαίτερη αγάπη το τελευταίο ποίημα, το τέλος με την ποίηση, το τέλος του χρόνου, γι’ αυτό και νιώθουν την ανάγκη να δώσουν τη σκυτάλη στους νεότερους. Δεν παραλείπονται, τέλος, αναφορές στις αναλύσεις των ποιημάτων στο σχολείο, στην Παγκόσμια ημέρα ποίησης και στις ποιητικές βραδιές, στον κοινωνικό ρόλο της ποίησης και στην πολιτιστική ζωή.
Αυτά γενικά για τα θέματα.
Μια πλούσια σοδειά από διάφορες οπτικές γωνίες, ένα θησαυροφυλάκιο για εργαστηριακή μελέτη, γνώση και απόλαυση, μια σφαίρα πληρότητας και ευφορίας.
Μπορώ να πω πως το βιβλίο Η Ποίηση για την Ποίηση αποτελεί ένα εγχειρίδιο για την ποίηση και τον ποιητή, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και την τέχνη του γενικά.
Υποστηρίζω πως η Ανθολογία αυτή μπορεί να αποτελέσει κιβωτό των ανεξιχνίαστων μυστικών των ποιητών, εξομολογήσεις εκ βαθέων, με χαραγμένα τα στάδια από την ανυπαρξία ως την σύλληψη, γέννηση, ύπαρξη, αντίκτυπο των ποιημάτων, κριτική.
Αυτά γενικά.
Έρχομαι τώρα στην αναλυτικότερη και πλεχτή από στίχους παρουσίαση ενός μόνο μέρους των πιο πάνω, της προσπάθειας σύλληψης της έννοιας της ποίησης. Ονομαστική αναφορά σε ποιητές δε γίνεται, αντίθετα μια προσπάθεια σύζευξης πολλών φωνών, εξ ου και η πυκνότητα της ραψωδίας που ακολουθεί.
Τι είναι ποίηση; Ο ποιητής ψάχνει και θα ψάχνει αιωνίως, ρωτώντας Πού ήσουνα; Σε έψαχνα, σε γύρευα αιώνες πριν σε γωνιές απουσίας.
Η απάντηση δεν είναι εύκολη, δεν ξέρει από ποιους ουρανούς κρατά, πόθεν η σκούφια της. Στις λευκές νύκτες τ’ ουρανού και στις μαύρες μέρες του χρόνου, έπεσα μαζί με τις πρώτες ψιχάλες και δεν σε βρήκα. Μην ήσουνα κρυμμένη πάλι ανάμεσα στα παιγνίδια των παιδιών και έφτιαχνες ήλιους; Η ποίηση είναι το άληπτο εκείνο, το ακριβό και ασύλληπτο.
Όσοι προσπάθησαν να απαντήσουν την παρομοίωσαν με τον φυτικό ή ζωικό κόσμο, ως αέναη ανθοφορία της καρδιάς, αέναη φύτρα, αμάραντο ρόδο, ν’ αρμέγει γύρη από τα άνθη της πέτρας και τα αείζωα άγρια άνθη των αγρών, δρόσο από φύλλωμα βαλσάμου στην ερημιά της δάφνης, Δένδρον υψηλόν, αειθαλές, οξύκορφο με βλαστούς σπάνιους περικαλλείς. Βρισκόμαστε δηλαδή στηγη, στο χώμα, στη ζωή με τους χυμούς πολυποίκιλους και ανθό το ποίημα.
Από το ζωικό κόσμο, με την έννοια της ωρίμανσης της ιδέας, της καθόδου και ανόδου, την παρουσιάζουν να εκκολάπτει της ομορφιάς την πρώτη φτερούγα στις χωμάτινες στοές.
Πρωτεύουσα η ερωτική σχέση του ποιητή μ’ αυτήν. Ερωτας, επειδή η ποίηση είναι έρωτας, που διολισθαίνει στα αδήριτα, αντιφατικά παιγνιδια της ζωής ή που τρυγά αβασάνιστα έρωτα με τη φαντασία, εκπρόθεσμο ερωτικό σκάνδαλο που νομιμοποιείται, έρωτας που αρχίζει και τελειώνει, ή ακόμα γάμου στέφανο για τώρα και για πάντα.
Ο ποιητής νιώθει ο εκλεκτός. Διάλεξεν εμένανε για ένα φιλί μεγάλο που’ ναι δροσιά, φιλί γλυκό σαν μέλι, φιλί φωτιά, φιλί που βρίσκεις πεταξούμενο στο μονοπάτι σου, χλωρό ακόμα νοτισμένο.
Αλλά και δάκρυ της Αλήθειας που ξεγλύστρησε, δάκρυ, και πρέπει αντίστοιχα να βρεις τα μάτια, το στόμα, το χέρι, το βλέφαρο. Δάκρυα της ψυχής όταν πονάει, ψυχής το καντήλι που ποτέ δεν σβήνει.
Προ πάντων όμως η άνοδος στους ουρανούς και οι ανοιχτοί ορίζοντες σαν τη θάλασσα. Η ποίηση θηρεύει αόρατα έμψυχα μουσικά όργανα πάνω στα ουράνια τόξα, όνειρα, πέτρες, θάλασσες. Μαζί της πλαταίνει η καρδιά σαν τη θάλασσα. Ιππεύει τα φλισβίζοντα κύματα των υπερπόντων ανέμων, καθαρή, πιο καυτή κι από τη μήτρα του Ήλιου. Ζεσταίνει τα σύννεφα στο γαλάζιο ουρανό, να γεννήσει βροχή, να δροσίσει τη γη, να ομορφύνει τη θάλασσα. Ρίχνει φως στο σκοτάδι της ψυχής, θαρρείς πως άνοιξε παράθυρο και μπήκαν οι ουρανοί μ’ ένα δεμάτι αγγέλους. Γιατί είναι κομμάτι ουρανός , θαυματουργή, που, όταν κάνει το θαύμα, εμείς τραβιόμαστε στα παρασκήνια, αφού αυτή οδηγεί, κατευθύνει την παράσταση. Συμπερασματικά από τους στίχους, η ένωση των επουρανίων και επιγείων, του φωτός και του σκότους, προπάντων η εμπιστοσύνη σ’ αυτήν.
Η Ποίηση ως κόρη είναι η αιθέρια ύπαρξη. Στέκομαι μετέωρος πυριφλεγής στις σχισμές των βράχων, κόρη, ιέρεια- Θεά, εδίψησέ σε η ψυχή μου, περιστέρι και άνθος της θάλασσας. Παρουσιάζεται άλλοτε με τη φαρδιά τη φούστα της, με το ηχερό της ντέφι, τα κόκκινά της μάγουλα και την παχιά πλεξούδα. Άλλοτε όμως ψηλαφεί τα λοφία των λευκών ερωδιών ως παιδίσκη αφροδιάζουσα ή μικρή ερμαφρόδιτη θεά. Άλλοτε ως μετάξι από ρίγος στα στήθη, άγνωστη πλευρά της ευτυχίας. Και πάλι ο έρως, η δίψα, η παρθενική ματιά και ωραιότης.
Η ποίηση, κατ’ άλλους, είναι ιδέα διάφανη, ανάμνηση κάθε ιδέας, αντίδοτο της λησμοσύνης, απέραντη γυμνή βεβαιότητα, αποθέωση της μοναξιάς. Δυσπρόσιτη στην κοινή αντίληψη,το απροσδιόριστο, αύρα καλωσύνης, η παράβαση της ενδεκάτης εντολής, που μπορεί να ερμηνέψει ψυχικά πάθη, να ονομάσει μεγάλα νοήματα, οπότε και καταλήγουμε στο αρχαίο σημαίνειν του δελφικού Απόλλωνα και στο μαντικό Ερμή.
‘Η ακόμα η ποίηση είναι επαναστατική, μαχητική, λέξεις μ’ αφαιρεμένη περόνη, σπαθί και ντουφέκι, ιαχή στη μάχη. Συνώνυμη της ελευθερίας, της αποκτημένης με θυσίες, ελευθερία υπέρτατη,: Σ’ είδα να περπατάς αγριεμένη τ’ ανέμου αντίθετα. Σε γνώρισα. Μαχητική, τα ποιήματα δένονται στο στήθος χιαστί σε σφαιροθήκες. Γι’ αυτό ο ποιητής κερδίζει τη λευτεριά. Γι’ αυτό Συνέλληνες, Γράφετε ποιήματα για να ελευθερώσουμε την πατρίδα μας. Η ποίηση είναι τόπος ανοιχτός σαν την ελευθερία. Αρκεί μονάχα να βρεθεί η σωστή λέξη.
Αλλά η ποίηση είναι και λυρική, ένα μικρό ιδιωτικό παράθυρο, μικρό καταφύγιο που κρατά την ποιήτρια με ζήλο στην αυλή της, μνήμη-φωνή, ξηφκάλλει σε.
Η ποίηση είναι παρουσία και απουσία, η πεμπτουσία της λέξης, ένα πέταγμαν οπού αρχίζει, πηγή πεντάρφανη κι αιώνια με τις κρυφές λαχτάρες που αγγίζουν την ώρα που απελπισμένος έρημος ψάχνει ο ποιητής το φίλο να κρατηθεί, κι όταν τον βρει, πορπίζει σε, πουκουππίζει σε. Σειρήνα αεικίνητη που σεριανά αβασάνιστα στα κράσπεδα του Όντος και του Μη, σήραγγα σκοτεινή. (Ο ποιητής δεν είναι φιλόσοφος, αλλά ακολουθώντας την Καλή του φτεροκοπά συν όλη τη ψυχή.)
Η ποίηση είναι σπίτι που χωράει όλο τον κόσμο, συμπαντική αρμονία, συνειρμός αντιθέτων, ο τελευταίος στίχος από ποίημα που αποσκίρτησε, της ιστορίας η πρώτη αδελφή, του φωτός η πρώτη θυγατέρα. Με μακροπρόθεσμη προοπτική. Τρόπος να κινδυνεύει και να σώζεται ο ποιητής, που υφαίνει παραμύθια από άγριες φράουλες. Παίζει την ψυχή του και τη χάνει ή την κερδίζει. Δηλαδή; Το ελεύθερον το εύψυχον ως εμφαίνεται εις το κινδυνεύειν.
Συνώνυμη της φωτιάς, φλόγα που καίει τη θλίψη, φλόγα που ταξιδεύει τη σκέψη, φλόγα της στιγμής, φως οπού άστραψε, χάδι, ένα χαμόγελο, ένα φως, όραμα του παραδείσου, αρχαία φωνή. Γνώση που ανεβαίνει στο σώμα και τη δέχεται αγγελικά ο δέχτης, με πόνο χαράς και την ορμή του αθώου. Κάποτε όμως συγγένεια έχει με τη λύπη την εσωτερική αυλή. Φλόγα, φως, όραμα.
Το ανεξήγητο όμως της ποίησης παραμένει. Γιορτές και γραφές με αποσιωπητικά, κύτταρα απρόθυμα και μια μετέωρη σιγή. Όταν η ώρα της ποίησης έρθει, γίνονται αλήθειες τα πιο απατηλά του κόσμου. Ακόμα η ποίηση είναι η δίδυμη αδελφή της αιωνιότητας, που αναιρεί αέναα την υπόθεση του θανάτου. Μ’ αυτό το μαύρο πουλί πρέπει να τα βγάλουμε πέρα, το χαρτί γεμίζοντας με μανία. Η αιώνια πάλη των αντιθέτων. Της ζωής και του θανάτου.
Η ποίηση είναι απαιτητική, άγρυπνη, τρώει τα σωθικά. Ο ποιητής προορισμό έχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να θυσιαστεί, αφού ενδόμυχα γνωρίζει πως η τάξη των πραγμάτων αυτό ορίζει. Κι ας μην υποψιάστηκε ποτέ κανείς τη στενή πύλη. Αφού είναι ό, τι πολυτιμότερο για τον ποιητή, αυτός με πείσμα αποποιείται καθετί που θα το πλήρωνε με αντίτιμο την ποίηση. Από μια άλλη άποψη, το άλογο της ποίησης δεν έχει ηνία ουδέ ωράριο. Οι οπλές του ματώνουν τη σκέψη.
Η ποίηση είναι λυτρωτική. Μέσα από όλων των ειδών τις καταστροφές ο ποιητής θέλει να την αγκαλιάσει, τρομαγμένο φεγγάρι καθώς θα επελαύνουν τα δρεπανηφόρα άρματα και να αναληφθούμε μαζί τυλιγμένοι τα ανεμίζοντα πέπλα και τους εφτά ουρανούς. Τόσα χρόνια παλεύοντας μες στις σπηλιές Κανένα από τα όνειρά μου δεν μ’ εγκαταλείπει. Λίγο ακόμα- λέω και ξαναλέω- με το σκάφαντρο των στίχων θ’ ανεβώ ν’ αποτινάξω το πένθος της ψυχής μου. Η θαλπωρή της Τέχνης ας μου χαϊδέψει το φλογισμένο μέτωπο, αχ τι λύτρωση φέρνει στην καρδιά με τους σταλαχτίτες.
Η ποίηση είναι ό, τι ιερότερο έχει ο ποιητής, άχραντη δέηση, χερουβικά πελάη, μυστικό ωσαννά. Εκστατική η ψυχή προσεύχεται. Η ποίηση ανεβαίνει εν πομπή με κεριά και λαμπάδες Κατεβαίνει στον πόνο μοναχή και λάμπουσα με ένδυμα νυμφώνος , γιατί αποτελεί ιαματικό αγίασμα, ιερή μανία με τον εσωτερικό της τρόπο. «Η ποίηση είναι μνήμη, μνήμα, μνημείο» γονυκλισία ατέλειωτη που καταργεί το τέλος. Να τώρα μαζεύει τα ρούχα της και κλείνεται στην ερημιά με πείσμα.
Σ’ αυτό το ιερό καταφεύγει ο ποιητής μετά τις περιπλανήσεις στους δαιδαλώδεις δρόμους της ζωής. Κι ύστερα σε σένα πάλι ξαναγυρνώ, ω ποίηση. Η ποίηση μου δίνει τη σπηλιά του πρωτόγονου, όταν με κατατρέχουν τα στοιχεία της ζωής. Η ποίηση μου αλλάζει το κατάπλασμα στο φαγωμένο πρόσωπο του μόχθου- Κάθε βράδυ η ποίηση μου δίνει το φως.
Ως το μόνο ασφαλές καταφύγιο, η ποίηση γίνεται κιβωτός τις ώρες του κατακλυσμού. Όταν αφήναμε πια τα εφηβικά ιδανικά εσύ πού ήσουν; Γλίστρησα στην ποίηση. Στο δύσβατο και μακρινό ταξίδι θωράκιζε την ψυχή μου η ποίηση. Ναυαγοί στη θάλασσα της απόγνωσης Θεέ μεγαλοδύναμε , σε Σένα μονάχα ακουμπάμε. Απόψε θέλω να αποσιωπήσω κάτι φωνές, να κατευνάσω σκιές αχαλίνωτες, οργισμένες. Πώς γίνονται οι μνήμες φαντάσματα κυνηγοί; Ας πάρω το πιο γλυκό τουφέκι να σημαδεύσω μάτια που βγάζουν φωτιά.
Η προσπάθεια να περιελιχθεί το νήμα στον κορμό της τεράστια. Οι στίχοι πολλοί, μια σύνθεση επιδιώχθηκε, που κατεβάζει ως τα τρίσβαθα και ανεβάζει ως το άπειρο, με πάντοτε παρόν το άληπτο εκείνο.
***
Πολλά κι ωραία θα λέγαμε ακόμα, αν είχαμε χρόνο, για την ιερή μνήμη των προπατόρων, το πολυφωνικό πίσω από κάθε στίχο το πραγματικού ποιητή, για το σώμα ως πατρίδα και τον ιστορικό χρόνο και το ρόλο του στη συγγραφή, την ευλογία να έχουν ζήσει σ’ αυτό τον τόπο, αυτή την εποχή οι ποιητές μας και να βιώσουν και αποτυπώσουν διασωστικά τα γεγονότα, τον πόνο, την ελπίδα, τη ματαίωση. Τη βεβαιότητα πως χωρίς ποίηση ο κόσμος απανθρωπίζεται, κάτι που αντιλαμβάνονται όσοι διακρίνουν την ποίηση από τη νόθη στιχοποιία, μίμηση, παραποίηση. Το ίδιο σημαντική είναι η προσπάθεια να οριστεί ο ποιητής, τι και ποιος είναι, πόθεν έρχει, ο πλάστης κι ερημικός, που σκαλίζει το όνειρο στο βράχο. Ο άνθρωπος που βιώνει την έμπνευση. Το ποίημα κατεβαίνει τις σκάλες του μυαλού μου τρίζοντας. Μα πίστεψε, τους στίχους μου μονάχη μου δεν γράφω. Τους ψιθυρίζει στ’ αφτί μου από το σύμπαν μια φωνή.
Κι ενώ ο ποιητής ετοιμάζεται για τον επόμενο στίχο, ο ομιλητής ετοιμάζεται να σας ευχαριστήσει για την υπομονή.
***
Πολλά αποκομίζει ο αναγνώστης του βιβλίου για τις δυσκολίες στη συγγραφή, την κυοφορία των στίχων, τον ίλιγγο, όταν καραδοκεί το ποίημα, την επεξεργασία του, το στίλβωμά του, την κριτική, τη γλώσσα, τις λέξεις, τις εκδηλώσεις για την ποίηση, εκείνο το άληπτο της ποιήσεως , που μόνο μελετώντας κανείς το βιβλίο Η Ποίηση για την ποίηση θα απολαύσει σε όλες τις πτυχές και διαστάσεις του.
Στο τέλος, όπως κι εσείς το ξέρετε καλά, ο λόγος των ποιητών είναι πολύ πιο δυνατός από αυτόν οποιουδήποτε παρουσιαστή των. Εννοείται πως έμειναν πολλά που δεν ειπώθηκαν, πολλά που υπάρχουν και δεν ανιχνεύτηκαν, ένας πλούτος τεράστιος η συλλογή ποιημάτων για την ποίηση και τους ποιητές. Ευχαριστήρια τώρα μόνο στη Μόνα Σαββίδου Θεοδούλου, στο Πεν, στην Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών και σ’ εσάς που είχατε το ενδιαφέρον, την καλοσύνη, την υπομονή.
Ευχαριστώ σας