Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

Λίλης Μιχαηλίδου ΑΡΕΝΑ


Λίλης Μιχαηλίδου ΑΡΕΝΑ
Μετάφραση στα αγγλικά από David Connolly
Προμετωπίδα: Έρωτας, ζωή και θάνατος στην ίδια αρένα παλεύουν για το κόκκινο κρασί κάποιοι το ονομάζουν «θεία κοινωνία» άλλοι μέθη…

Τρεις ουσιαστικές έννοιες, έρως ζωή θάνατος- ο έρως ως ο ζωοδότης που νικά και το θάνατο αφού συνεχίζει τη ζωή, δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν χωρίς την άνοδο στις σφαίρες του πνεύματος, είτε αυτές παίρνουν θρησκευτική μορφή είτε τη διονυσιακή, από αρχαιοτάτων ελληνικών χρόνων γνωστή, άλλη όψη του απολλώνιου πνεύματος.
Η συλλογή χωρίζεται στις ενότητες της νύχτας, μικρές παύσεις, διαχωριστική γραμμή, επί σκέψεις, της μέρας και τελειώνει με σημειώσεις – πραγματολογικές επεξηγήσεις.
Πρώτο ποίημα αφιερωμένο στο Μίλτο Σαχτούρη, περιγραφικό, ζωντανό μιας συνάντησης ίσως. Ο στενός συγκεκριμένος τόπος, το πρόσωπο, ο χρόνος και η γενικότερη θέα του περιβάλλοντος κόσμου, μνήμες, πρόσωπα, καταστάσεις και πράγματα σε μια σκηνή που παρακολουθούμε να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας μετέχοντας κι εμείς με τη φαντασία στη συντροφιά.
Ύστερα από τους  λεξιλογικούς συνδυασμούς και τις εκφραστικές αναζητήσεις των προηγουμένων δοκιμών γραφής, έχουμε τώρα μπροστά μας ένα μεστό απλωμένο ήρεμα και σταθερά λόγο. Βέβαιη πια η ποιήτρια για την αξία της, για τον εαυτό της, ανοίγεται στον αναγνώστη ελεύθερα, μ’ ένα συνεχή καθημερινό και άμεσο λόγο.  «Εκτίθεμαι στην κρίση σας» λέει στο ποίημα Απροσδόκητα ύστερα από σκέψεις και εικόνες.
Ποιήματα σε άμεση σχέση με την πραγματικότητα, πολιτική, οικονομική, κοινωνική, μια στροφή στην ποίησή της παρουσιάζει η συλλογή αυτή, δείγμα ωριμότητας και τοποθέτησης στα πάθη του τόπου και της ζωής. «Είναι Μάρτης και απροσδόκητα γύρισε ο χειμώνας. Όπως γύρισε και η ζωή μας ανάποδα κι αυτή.» Ποίημα με τίτλο Απροσδόκητα, με πρώτες λέξεις «Η κρίση χώρεσε παντού», και σημείωση στο τέλος, «Περίοδος σκληρής οικονομικής κρίσης που ανέτρεψε πολλές ζωές.»
Ανάμεσα στη σκληρή πραγματικότητα και στο όνειρο ή στον άλλο κόσμο της φαντασίας και των βιβλίων ζει και κινείται,  διανοίγοντας και στον ποιητικό εαυτό της  και στους αναγνώστες της καινούργιους κόσμους. «Όλοι αυτοί που αγοράζουν και πουλάνε ανθρώπους και πιστεύουν ότι όλοι αγοράζονται, αυτοί δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους εδώ… φωνάζει ο Τούμας Τράνστρεμερ» νομπελίστας Σουηδός ποιητής.
Μια νέα όψη της ποιητικής της, η είσοδος στην ποίηση των άλλων με αντηχήσεις  και φιλοξενία τους στα δικά της ποιήματα. Βασική τους επίδραση τα πολλά διαβάσματα και η άμεση επαφή τους με τη γύρω πραγματικότητα. «Διαβάζω Μπουκόφσκι κι ο Πενταδάχτυλος είναι χιονισμένος …Αδέσποτοι πολιτικοί, τραπεζίτες κοράκια δεσπόζουν στον ορίζοντα.»
Αυτή η επαφή έχει και τις γνήσια ανθρώπινες στιγμές της, την επιστροφή στη γενέθλια γη, στο δικό της σπίτι, στις ρίζες της, με τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, τις ομορφιές του  λαϊκού πολιτισμού.
Στην ενότητα μικρές παύσεις,  τοπία ζωγραφισμένα με την ποιητική της τέχνη, με την  απουσία αγαπημένων προσώπων, η φυγή, μέσα σε ονειρώδη σκηνοθεσία, αισθητικές μουσικές συγκινήσεις σύγκορμες, όλη η παρασημαντική του έρωτα στην πληρότητά του, με επάνοδο στη συνύφανση του έξω με τον μέσα κόσμο, αυτοπαρατηρούμενη και ταυτόχρονα εξωστρεφής, με ευγενική θλίψη μονολογεί: «τρέφομαι με όνειρα και ουρανό.»
Πολυταξιδεμένη, δεν αφήνει ευκαιρία να μην κοινωνήσει τους αναγνώστες της με τις εμπειρίες της, σε πεζό ή ποιητικό λόγο. Μια μεγάλη παρομοίωση των βορείων χωρών και νοτίων με ανθρώπινο σώμα, το κεφάλι ο βορράς να βλέπει το νότο, τα πόδια, με τον ήλιο και τις θάλασσές του, ζωγραφιές και ερωτικές αναπολήσεις.
Στην ενότητα διαχωριστική γραφή μεταφερόμαστε στη διχοτομημένη πατρίδα, με ποιήματα αναφερόμενα σε τουρκοκύπριους, που ζουν στον ίδιο τόπο,  με τη δική τους ανάγνωση της ιστορίας. Μια προσπάθεια συνένωσης των ανθρώπων γίνεται από τους λογοτέχνες, να επουλώσουν τις πληγές και να ειρηνέψει ο τόπος. Όμως η χρονιά της τουρκικής εισβολής είναι χαραγμένη για καλά στην ιστορία και στις ψυχές των ανθρώπων, σκεπάζει τη ζωή ανεξίτηλα, χωρίζει την πατρίδα. Το βέβαιο είναι πως η φύση δε γνωρίζει διαχωριστικές γραμμές, αφού ομίχλη και βροχή σκεπάζει όλο το νησί μας.
Σκηνές από την περιοχή στην οποία μεγάλωσε ή σ’ αυτήν όπου τώρα ζει η ποιήτρια, επισκέψεις και μνήμες,  ζωντανές περιγραφές, εικόνες και ήχοι μαρτυρούν τη βίαιη διαίρεση της πατρίδας.
Κι έρχεται ξαφνικά στη ζωή μας μια άλλη συγκλονιστική στιγμή, τοπίο θανάτου, τόσο κοντά ο θάνατος στη ζωή, η έκρηξη στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, που  συνταράζει την ποιήτρια. Εδώ εικόνες φρίκης, ακρωτηριασμού και θανάτου, ένα σκοτάδι σκεπάζει τα πάντα.
Στην ενότητα επί σκέψεις σε καθημερινό κεντητό λόγο, με ριπές υπαινιγμών για τους ανθρώπους και τους τόπους που επισκέπτεται και για τους οποίους σκέφτεται, καταθέτει ποιήματα σε ζωντανή γλώσσα. Κάποτε σε διάλογο, σε συνομιλία με τους ήρωές της,  συγγραφείς ή καλλιτέχνες. Ερμηνεύει έργα τέχνης τοποθετημένα σε μια επιτυχημένη σκηνογραφία κι εκπλήσσει με την άνεση στην κελαρύζουσα πια γραφή της.
Επισκέψεις στην Αίγινα, στο σπίτι όπου εζησε ο Καζαντζάκης, στην αρχαία Ολυμπία, εδώ στην Κύπρο στον Αμίαντο, στην Αρμενία και Γερμανία σε πάρκα και μουσεία, δίνουν έναυσμα για την ποιητική απόδοση των σκέψεων και συναισθημάτων της στα έργα αφανών ανθρώπων και διασήμων δημιουργών. Άνθρωπος, φύση και δημιουργήματα του ανθρώπου συνταιριασμένα αρμονικά αποτελούν τον κόσμο της ενότητας. Εδώ συναντούμε και το ποίημα «Στου χρόνου την αρένα», γραμμένο με την επίσκεψή της στην αρχαία Ολυμπία. Οι αρχαίοι θεοί, οι αγώνες στην παλαίστρα, ο γλύπτης Φειδίας, όλα αυτά μεταφέρουν χιλιάδες χρόνια πριν, «χιλιάδες διάλογοι φεγγαριών και ήλιων/ ιστορία μες στην ιστορία, ζωή  μέσα σε άλλες ζωές/ έξω από μας και μέσα μας./ Τα μάτια, τα χέρια, ο λόγος/ απορροφούν, αδράχνουν, ανοίγουν φτερά/και στροβιλίζονται στου χρόνου την αρένα.» Και στο τέλος «….Γεμίζω με χώμα το στόμα, τα μαλλιά./ Τυλίγομαι φύλλα δάφνης/ να με βρουν σ’ αυτή τη θέση χρόνια μετά.// Μια άγνωστη θα σημειώσουν, δίχως ταυτότητα.» Η συνύπαρξη με το τοπίο, η εισβολή στο χρόνο που τον γεμίζει με τα αντίστοιχα στον τόπο σημαδιακά γεγονότα, η μεταφορά εις εαυτήν, στην ψυχική της κατάσταση, αποτελούν μέρος της τέχνης και των ποιητικών χαρακτηριστικών της.
Το τελευταίο μέρος της συλλογής, της μέρας, ταξιδεύουμε μαζί της στην Ισπανία, περιεργαζόμαστε τα στοιχεία του πολιτισμού της χώρας, ενώ η ποιήτρια με ματιές στον έξω και μέσα της κόσμο, μας κρατά το χέρι καθοδηγώντας μ’ όλες της τις αισθήσεις και το λογισμό, σε σκηνές καθημερινές της ζωής, ανάμεσα σε άγνωστους ανθρώπους κι όμως με τις ίδιες κινήσεις αγάπης και  αναζήτησης. Την αρένα συναντούμε κι εδώ, στο ποίημα «Στην αρένα∙ χωρίς ταύρους, ταυρομαχίες και όλε όλεε. Η μάνητα της εποχής./ Στο χώρο της αρένας ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο…..Η αρένα είναι πάλι ενεργή.Μεταμορφώνομαι σε ταύρο που αρνείται να παλέψει./ Τα κοντάρια είναι ήδη καρφωμένα στο σώμα μου,/ το αίμα ρέει γράφοντας τον επίλογο∙/ κόκκινο πανί∙ εφιάλτης./ Μεταμορφώνομαι σε ταύρο/ που παλεύει με τον εαυτό του.»
Κάθε επίσκεψη και μια καταβύθιση στον εαυτό της, η ζώσα πραγματικότητα έναυσμα για αυτογνωσία, ζωντανή απόδοση του έξω κόσμου και συνύφανσή του με τις ψυχικές της διακυμάνσεις, προπάντων όμως αναζήτηση και διερεύνηση εαυτής.
Με την ποιητική συλλογή Αρένα της Λίλης Μιχαηλίδου παρακολουθήσαμε μια ανοδική ποιητική πορεία, απελευθέρωση στο στίχο και στο λόγο, ωριμότητα και αμεσότητα επικοινωνίας με τον αναγνώστη.