Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

Χάρη Ν. Σπανού Διηγήματα

Χάρη Ν. Σπανού, Η Συνεδρία 1
Η Χάρη Σπανού στο αφήγημα Η Συνεδρία 1 αποκαλύπτει τα ενδότερα ενδιαφέροντα και προβλήματα όχι μόνο του εαυτού της αλλά και μιας σειράς ανθρώπων της Κύπρου της γενιάς της. Βιολογικά επικρατεί περισσότερο η σωματική ακινησία, δείγμα της εσωστρέφειας και της ενδοσκοπικής φύσης του έργου, ενώ στο τέλος η κίνηση της ηρωίδας στο δρόμο την επαναφέρει στη ζωή με την οποία καθαρμένη επανασυνδέεται.
Οικονομική πτυχή στο διήγημα δεν υπάρχει, αφού τα πρακτικά της ζωής έχουν διαγραφεί και απομένει το κύριο, η ψυχή του ανθρώπου. Τι ωφελήσει άνθρωπον εάν απωλέσει την ψυχήν αυτού;
Η κοινωνία μέσα στην οποία κινείται είναι πρώτο η οικογενειακή, προπάντων ο πατέρας από τον οποίο δύσκολα ελευθερώνεται, και το αγαπημένο πρόσωπο, ο έρως θάνατος, ο πόθος για ένωση με τον άλλο και η φριχτή απώλεια.
Η πολιτική πτυχή στο έργο αποτυπώνει ό, τι προβληματίζει τη Χάρη: «Και μετά το Όχι του δημοψηφίσματος του 2004 τι;» Αντιληπτόν άρα πως το έργο επεκτείνεται στους ευρύτερους προβληματισμούς για την ίδια την ύπαρξη του κυπριακού ελληνισμού που βρίσκεται στα κατάβαθα αλλά και στο πολύπλευρο των ενδιαφερόντων της.
Αναδρομές στο παρελθόν της μαθητικής ζωής, των σεφερικών προβληματισμών και των αλησμόνητων στίχων οδηγούν στο κέντρο του νοήματος και της σύλληψης με το «αγγελικό και μαύρο φως». Ζωή και θάνατος, χαρά και πόνος, όνειρο και πραγματικότητα, αποτελούν διαρκές έν, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος ζει, προσπαθεί να διακρίνει αλλά και αρέσκεται στην αδιάκριτη ενότητά τους, που με τη γραφή της αποδίδει καλώς λίαν.
Πρόκειται για ένα αφήγημα ψυχής, διείσδυσης και αποκάλυψης, εμβάθυνσης και γλωσσικής λογοτεχνικής απόδοσης που οδηγεί στην έξοδο, την ψυχική ελευθερία και κάθαρση.
Αισθητικά η μορφή – και τυπογραφικά- μελετημένη εκφράζει και συμπλέει με το περιεχόμενο. Ηθικά προβλήματα δεν επιβάλλονται, αντίθετα η συγγραφέας τα διέρχεται ως κόμβους ψυχής που προσπαθεί να λύσει. Η θρησκευτικότητα παρόλο που επίσημα απουσιάζει, ενυπάρχει σε μια μόνο λέξη, που αποτελεί όμως ουσιώδες στοιχείο του χριστιανισμού, «η χαρμολύπη» .
Μέσα σ’ αυτή τη χαρμολύπη η επιστήμη σιωπά, παρακολουθεί διακριτικά τον μίτο να ξετυλίγεται για να χαρεί μαζί με την ηρωίδα την έξοδο και επάνοδο στη ζωή.
Μια ενδιαφέρουσα γραφή ενός ενδιαφέροντος θέματος.

Χάρη Ν. Σπανού, Το σπίτι (διήγημα)
Ο τόπος, ο χρόνος και τα πρόσωπα, περιπλεγμένα στη ζωή αλλά και στο θάνατο, αποτελούν τον κύριο ιστό του κειμένου. Στη ζωή η συνάντηση με ένα σπίτι, αγνώστων άλλων στοιχείων παρά μόνο πως βρισκόταν στην καθημερινή διαδρομή για το σχολείο και μυστηριωδώς προσκαλούσε την ηρωίδα, γίνεται το κέντρο σύναξης μετά από ένα μνημόσυνο, του πρώην της ηρωίδας. Ο θάνατος προβληματίζει, ακολουθεί τα βήματα, ή τον ακολουθούν τα βήματα των ζώντων, θέτει τέρμα –νομίζουμε- στις σχέσεις, κάποτε όμως γίνεται η αιτία να επαναφέρει  στη μνήμη και να εμπλέξει  στα δίχτυα των ζώντων στοιχεία της παρελθούσας ζωής, ερωτικής.
Η πλέξη του κειμένου είναι επιδέξια, γιατί στον τόπο συναντώνται παλαιοί γνωστοί, ανακαλούν στη μνήμη, φανερώνονται αντικείμενα σημαδεμένα με μοναδικές στιγμές της ζωής του πρώην ζευγαριού. Η χρήση τους όμως προβληματίζει ή οδηγεί στη λύση: με την επιστροφή στον τάφο του νεκρού των φορτισμένων με εικόνες αλλοτινής ευδαιμονίας αντικειμένων, για να λήξει μια για πάντα μια ιστορία, ένα κεφάλαιο ζωής.
Η παράλληλη πορεία μιας μπόρας, παρακολουθεί τη διήγηση, θυμίζοντας εκείνους τους μεγάλους διηγηματογράφους με τη φύση στο προσκήνιο και παρασκήνιο να ερμηνεύει ψυχικές καταστάσεις και να φωτίζει τα γεγονότα, ανάλογα.
Μια μυστική χορδή ακούεται ή διαβλέπει κανείς συνεχώς στο διήγημα: η συγγραφέας που οδηγεί με υπομονή τα γεγονότα, την πλοκή, τις σκέψεις, τη φιλοσοφική αντιμετώπιση της ζωής και του θανάτου.
Αν με την πρώτη δεν συγκεντρώνεται στο διήγημα ο αναγνώστης, ας δοκιμάσει και δεύτερη. Θα ικανοποιηθεί διάβασμα από κεντημένο γράψιμο.


Άκου, τους χωρίζει ο χρόνος!

Άκου, τους χωρίζει ο χρόνος!
Του Στέλιου Παπαντωνίου
Δεν θέλει και πολλά ο άνθρωπος να διακρίνει τη δουλοπρεπή στάση από την του ελευθέρου ανθρώπου. Κατά μίμηση, παρότρυνση, ακολουθία, υποταγή στην Τουρκία αποφάσισαν κι οι κατοικούντες στις κατειλημμένες μας οικίες και εκμεταλλευόμενοι τις δικές μας περιουσίες μετά των κλεφταποδόχων εποίκων να μην ακολουθήσουν τις ευρωπαϊκές χώρες στην αλλαγή της ώρας από θερινή σε χειμερινή, στέλλοντας το μήνυμα πως αυτοί είναι της Τουρκίας ακόλουθοι και σ’ αυτήν και μόνο υπακούν, αποτελούν μιαν ανεξάρτητη οντότητα στην Κύπρο που δεν ακολουθεί την Κυπριακή Δημοκρατία και –γενικά- ζουν στον τούρκικο κόσμο τους.
Και αντί οι πολιτικοί και πολιτειακοί ηγήτορες αυτού του τόπου, Πρόεδρος της Δημοκρατίας και κομματάρχες (τινές εξ αυτών) να κακίσουν αυτή την απόφαση ως οπισθοδρομική και ως  μη συνάδουσα με τις διακηρύξεις τους για λύση του κυπριακού,  εξαποστέλλουν το πληρωμένο μήνυμα (κάποιοι πληρώθηκαν για να το σκεφτούν ή κάποιοι συσκέφτηκαν αφού μόνοι δεν σκέφτηκαν) «ο χρόνος μας χωρίζει μα η ελπίδα μας ενώνει.» Από μόνο του ένα δουλοπρεπές μήνυμα, κάμετε εσείς όπως σας λέει η Τουρκιά κι εμείς έχουμε τον τρόπο να σας καλύπτουμε! Αγάπες μου μεγάλες!!!
Δεν αξίζει βέβαια να ασχολείται κανένας με το πληρωμένο, αλλά βγάζει συμπεράσματα, όπως, άρα πριν την αλλαγή της ώρας δεν σας χώριζε τίποτε, ή ακολουθήστε και σεις την ώρα της Τουρκίας να μη σας χωρίζει τίποτε. Όσο για την ελπίδα, κακοπαθαίνει κι αυτή, όπως τόσες άλλες έννοιες, γιατί το παιχνίδι κατάληξε λεκτικό, όποιος συγχύσει τον άλλο με περισσότερες θολές έννοιες, λες δικαιώματα αλλά με ουρά, λες ελευθερία, σου λεν επανένωση, λένε επανένωση αλλά δεν θα είναι γιατί στο μεταξύ προκύπτει κάτι άλλο, λεν πάμε με τους χάρτες για το εδαφικό, όχι λέει, όλα στο τραπέζι, μια σύγχυση που θέλουν να απλωθεί στον κόσμο κατά αέρα, ξηρά και θάλασσα.

Ευτυχώς, λέω, καμιά φορά, που τα παιδιά μας δεν διαβάζουν εφημερίδες, δεν ακούν ειδήσεις, δεν ενδιαφέρονται για το πρόβλημα. Ειδ’ άλλως θα γίνονταν ως τώρα γιουσουφάκια, αφού γι’ αυτό τους ετοιμάζουν. Μη γένοιτο.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Τα μεγάλα λόγια και οι αποφάσεις

Τα μεγάλα λόγια και οι αποφάσεις
του Στέλιου Παπαντωνίου

“Αυτή την ώρα δεν χρειάζονται τα μεγάλα λόγια, χρειάζονται οι μεγάλες αποφάσεις που θα πρέπει να λαμβάνονται με βάση πάντα το καλώς νοούμενο συμφέρον του συνόλου του λαού μας”. Αυτά είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα αποκαλυπτήρια, ποιων δε θυμάμαι, πολλά αποκαλυπτήρια γίνονται τελευταία, ίσως τα μόνα που μένουν στο κρυπτό είναι οι χάρτες και οι συγκλίσεις των «ηγετών». Το πόπολο, ο κυρίαρχος λαός, θα πληροφορηθεί την τελευταία στιγμή!
Αναφερόμενος σε  αποκαλυπτήρια, πλην των ημετέρων,  να μιλήσω και για αυτά του Ταλάτ ή του Ακκιντζί μια και τον Έρογλου τον ξέρουμε από καιρό. Ελληνοκύπριοι προσκαλούν τον πολέμαρχο του ’74 Ταλάτ, τον συνεργάτη και σύντροφο, να μιλήσει και μας λέει κατάμουτρα πως δεν μπορεί χωρίς εγγυήσεις της Τουρκίας, δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τουρκική  αρβύλα. Κι ο Ακκιντζί  δεν μπορεί να ζει με τους ελληνοκύπριους,  μόνο 20% των «αλλοκοινοτητών» θα επιτρέπεται από τις «συνιστώσες στο νέο ομοσπονδιακό κράτος». Κι όταν πληθύνουν, ρωτά ο κόσμος, θα τους εξορίζετε, θα τους σκοτώνετε, θα τους στειρώνετε;  Μίλησε κι ο Έρογλου και συμβούλεψε τον Ακκιντζί: καμιά υποχώρηση! Στο τέλος πάλι θα φταίμε εμείς! Δυστυχώς τραγουδούν και οι δικοί μας πρώην και τέως, Βασιλείου και Χριστόφιας, πλήρως εναρμονισμένοι με τους ηγέτες των τουρκοκυπρίων, μην τους αποβάλουν από τη χορωδία! 
«Όλα κατοχυρωμένα τα ανθρώπινα δικαιώματα» -μεγάλος λόγος- κάτι σαν τον Μιχαλιό που τον έθαψαν κι εξείχε το πόδι του, αύριο που θα βγαίνουμε περιττοί και περισσοί οι από το ένα κρατίδιο στο άλλο, να δω εγώ «δικαιώματα» πλην των όσων ήδη είναι κουτσουρεμένα! 
Ο Πρόεδρός μας όμως εκτός από τα μεγάλα λέει  και μικρά λόγια, όπως: «όλα εξαρτώνται από την Τουρκία», που «θέλω να ελπίζω πως θα». Αυτός ήταν ο πιο μικρός και πιο αληθής λόγος: «θέλω να ελπίζω πως θα.» (ώσπου να βκει τσιαήριν)
Κατά τα άλλα, στο λόγο του Προέδρου, μάς  συγχύζει και αυτό το «συμφέρον του συνόλου του λαού.» Ενώ ο φερόμενος ως ηγέτης των Τουρκοκυπρίων μόνο για τα συμφέροντα των Τούρκων ενδιαφέρεται και το μόνο που τον νοιάζει είναι πώς να καταφάει τις ελληνικές περιουσίες και να τις μοιράσει στα βρακοφορεμένα  εισαχθέντα της Ανατολίας, ο δικός μας ενδιαφέρεται και για τους Τουρκοκυπρίους.  Όμως ο «σύνολος λαός» είναι ο κυπριακός, Ελλήνων και Τούρκων, στην  πλειονότητα πράγματι Τούρκων, αλλά και πολλοί Τουρκοκύπριοι δεν είναι παρά φερέφωνα της Τουρκίας ενώ οι Ελληνοκύπριοι γίναμε ένα πολυπολιτισμικό- από τη λέξη να καταλάβει κανείς-συνονθύλευμα.  Πάλι δηλαδή το συμφέρον της Τουρκίας, δηλαδή του Ερντογάν. 
Μα ποιος είναι αυτός ο Ερντογάν;  Ο άνθρωπος που δεν αρκείται στο κράτος του, αλλά έχει –λέει- υποχρεώσεις έναντι όλων των μωαμεθανών ή Τούρκων, όπου κι αν βρίσκονται στον κόσμο, μια παντουρκική αυτοκρατορία- ένα όνειρο. Αλοίμονο στο Αιγαίο, στη Θράκη, στη Θεσσαλονίκη, προπάντων στη Μοσούλη και το Κιρκούκ, γενικά στο Ιράκ και στους Κούρδους. Νέος Χίτλερ ετέχθη ημίν. Αν δεν το καταλάβαμε, ουαί. Αν δεν λήφθηκε το μήνυμα ουαί. Ωσάν η Οθωμανική αυτοκρατορία να γεννήθηκε στα εδάφη που σήμερα κυβερνά η Τουρκία, χωρίς να έχει προηγουμένως υποτάξει λαούς με Ιστορία και Πολιτισμό, τους οποίους και πάλι θέλει να καταβροχθίσει, γιατί αυτό είναι το οθωμανικό και τουρκικό πνεύμα, της επέκτασης εις βάρος των άλλων πολιτισμένων λαών. Κι ο Χίτλερ τα ίδια έκανε.
Αλλά εμείς- όπως όλοι οι λαοί του κόσμου- την ελευθερία μας θέλουμε, όχι την τουρκοποίηση. Στις μεγάλες αποφάσεις του Προέδρου μας, λοιπόν, που χρειάζονται αυτή την ώρα, ελπίζουμε να μην περιλαμβάνεται και η Κυπριακή Δημοκρατία ως προτεκτοράτο της αδηφάγας γείτονος. Γένοιτο!


Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Γιώργου Καμηλάρη, Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία

ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΜΗΛΑΡΗ, Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΚΚ-ΑΚΕΛ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚΑ 1955-59
Με θαυμασμό ειλικρινή προς το πρόσωπο του Γιώργου Καμηλάρη παρουσιάζομαι εδώ, για να μιλήσω για το βιβλίο του «Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία».
Γιατί πρώτον, ένας άνθρωπος εξ επαγγέλματος μακριά από την Ιστορία έχει ως τώρα δείξει το πάθος του για έρευνα με τα βιβλία του και για το χωριό του, τα Πέρα, και για τον αρχιμανδρίτη Φιλόθεο, και τώρα με την έρευνά του για τη στάση της Αριστεράς στο κυπριακό, στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα ως τον καιρό της ΕΟΚΑ.
Και δεύτερον, γιατί η έρευνα είναι απαιτητική,  ο μόχθος πολύς  και ο αγώνας του συγγραφέα συνεχής, συνεπής και χρονοβόρος λόγω του θέματος και του υψηλού επιπέδου στο οποίο ήθελε να αναγάγει το βιβλίο του.
Στον Πρόλογο ομολογεί τη δυσκολία του εγχειρήματος, το καλό όμως είναι πως μετά παρέλευση σχεδόν ενός αιώνα, τα πράγματα έχουν καταλαγιάσει. Ο συγγραφέας  διαβεβαιώνει για το καλόπιστο της όλης προσπάθειάς του, που μπορεί ο καθένας να ελέγξει.
 Όπως παρακάτω δηλώνει για τον τρόπο εργασίας του, δεν θεωρεί τον εαυτό του απλό καταγραφέα γεγονότων, αλλά διατηρεί το δικαίωμα της έκφρασης των απόψεών του για την όλη στάση της Αριστεράς στα ενδιαφέροντα τον τόπο ζητήματα, με πρώτο το εθνικό, γι’ αυτό και στο βιβλίο οι  θέσεις του συγγραφέα είναι ισχυρές, με  επιχειρήματα θεμελιωμένες
   Αυτά στον Πρόλογο.
Στην Εισαγωγή του δικαιολογεί τη συγγραφή του βιβλίου, λόγω του ότι δεν υπάρχει έργο ολοκληρωμένο, που να δίνει ενιαία εικόνα του ρόλου της Αριστεράς στην Κύπρο, εγχείρημα το οποίο με κάθε ταπεινοφροσύνη αναλαμβάνει.
Στο τέλος αναφέρει: Το ανά χείρας σύγγραμμα καλύπτει την ιστορική περίοδο της Αριστεράς από την εμφάνισή της στο πολιτικό προσκήνιο της Κύπρου, στα μέσα της δεκαετίας του 1920, μέχρι την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59.
Φιλοδοξία του συγγραφέα είναι να συμπληρώσει την ιστορική αυτή αναδρομή με ένα δεύτερο τόμο.   Του το ευχόμαστε.
Προχωρούμε στην παρουσίαση νησίδων του βιβλίου και ιδίως της κύριας γραμμής του με τις δικές μας παρατηρήσεις.
Το πρώτο κεφάλαιο Η εμφάνιση και η πορεία της Αριστεράς στην Κύπρο αρχίζει με το κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ Έγκελς. Το κυριότερο για την κατανόηση της λειτουργίας του ΚΚΚ είναι η Γ΄ Διεθνής το 1919 και η ανάληψη της εξουσίας μετά τον Λένιν από τον Στάλιν, οπότε αποκρυσταλλώνεται το δόγμα πως οποιοδήποτε κομμουνιστικό κόμμα στον κόσμο όφειλε την ύπαρξή του στην αναγνώρισή του από την Γ΄ Διεθνή. 
Από την εξάρτηση όλων των κομμουνιστικών κομμάτων από την Κομμουνιστική Διεθνή και τις αποφάσεις της, εξάγεται το πρώτο αβίαστο συμπέρασμα πως το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου, σε οποιεσδήποτε αποφάσεις του έπρεπε να συμφωνεί απόλυτα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Σημασία στα πρώτα βήματα του ΚΚΚύπρου είχε η ανάγκη αυτό να ακολουθεί βασικά τις αποφάσεις των Διεθνών συνεδρίων και ειδικά είτε το ΚΚΕ είτε το Εργατικό Κόμμα Αγγλίας.
Από την εξάρτηση επιτυγχανόταν η ίδια η ύπαρξη, οπότε δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος για ανεξάρτητη κομματική πολιτική στην Κύπρο. Τούτο ίσως είναι η σημαντικότερη κλείδα, για να κατανοήσουμε τη στάση της αριστεράς σε όλα τα διεθνή και τοπικά γεγονότα.
Μη μπορώντας να είναι ανεξάρτητη στη λήψη αποφάσεων προσπαθεί γλωσσικά, θεωρητικά και πρακτικά να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις, βρίσκοντας τις λογικές και λεκτικές φόρμουλες με τις οποίες να μπορεί να επιπλέει παντός ναυαγίου.

Η νοητική γραμμή του βιβλίου αρχίζει από την αποδοχή της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα ως του κύριου προσανατολισμού των Ελλήνων της Κύπρου και πριν από το 1821. Τούτο αποδείχτηκε πέραν πάσης αμφιβολίας και με το Δημοψήφισμα του 1950, όταν το μέγιστο των πολιτών ψήφισαν το «Απαιτούμε την ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα», δημοψήφισμα στο οποίο μετείχαν ενεργά και αριστεροί και δεξιοί και ψήφισαν ακόμα και Τουρκοκύπριοι.
Εκκινώντας από αυτή την οπτική γωνία, ότι οι Έλληνες της Κύπρου αγωνίζονταν για την ένωση με την Ελλάδα, ελέγχεται στο βιβλίο και κρίνεται η πορεία της Αριστεράς σε σχέση με την ενωτική γραμμή.
Αν το ΚΚΚ- ΑΚΕΛ ήταν αδιάφορο προς την ένωση, τότε δεν θα υπήρχε θέμα. Επειδή όμως η πραγματικότητα των λόγων, πράξεων και παραλείψεων των πρωταγωνιστών της Αριστεράς ομολογεί μια την εντός μια την εκτός ένωσης πορεία της, τούτο υπήρξε, κατά τη γνώμη μου, και το κίνητρο που ώθησε το συγγραφέα στη διερεύνηση, μελέτη και έμφαση στην παρουσίαση της γραμμής αυτής.
Το βιβλίο έχει βέβαια το γενικότερο τίτλο «Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία», γιατί λεπτομερής είναι η ανάλυση του ρόλου της  σε όλους σχεδόν τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Θα επιμείνω όμως στη δεσπόζουσα αυτή γραμμή για την ένωση, που παρακολουθούμε από το Κεφάλαιο 2, που τιτλοφορείται:                          Ο Προαιώνιος Πόθος  Για Την ΄Ενωση.
Σε αντίθεση με το κεφάλαιο 2, το κεφάλαιο 3 έχει τίτλο                               Η Ανεξαρτησία  Ως Στρατηγικός Στόχος Της Αριστεράς,  με τελευταίο υποκεφάλαιο Η Ομοσπονδία Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών των Βαλκανίων, ένα διεθνιστικό στόχο των Αριστερών που θα πραγματοποιούνταν με τη συνεργασία των Τουρκοκυπρίων.
Παρατηρούμε αμέσως τη διελκυστίνδα ένωση- ανεξαρτησία, ομοσπονδία σοβιετικών σοσιαλιστικών δημοκρατιών.


Τελειώνει ο β΄παγκόσμιος πόλεμος και στο κεφάλαιο 6 φτάνουμε στην Ανακολουθία και τις  παλινδρομήσεις της αριστεράς στο Κυπριακό.            Τώρα τα υποκεφάλαια καταγράφουν τη
Στροφή του ΑΚΕΛ από την ανεξαρτησία στην ένωση, τη  Νέα δυναμική στον ενωτικό αγώνα της Αριστεράς
και μάλιστα με ερωτηματικά αν η Αριστερά ετοίμαζε ένοπλο αγώνα.
Στο 7ο κεφάλαιο παρακολουθούμε την επιστροφή της Αριστεράς στην αυτοκυβέρνηση και στο τέλος του κεφαλαίου ξανά τη στροφή προς την ένωση,
για να φτάσουμε στο ενωτικό δημοψήφισμα, στο οποία η αριστερά έπαιξε σημαντικό ρόλο.
Ανακεφαλαιώνοντας, έχουμε μια οφιοειδή γραμμή: ανεξαρτησία, ένωση, αυτοκυβέρνηση, ένωση, ενωτικό δημοψήφισμα.  Όπως γράφει ο Γιώργος Καμηλάρης «Η συνεχής παλινδρόμηση και η εναλλαγή του στρατηγικού στόχου  της Αριστεράς μεταξύ Ένωσης και αυτοκυβέρνησης- ανεξαρτησίας αποδυνάμωνε τον αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου και πρόσφερε  έναν αναπάντεχο σύμμαχο στις αποικιακές αρχές, γεγονός που διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του αγώνα για απελευθέρωση και εθνική αποκατάσταση.»
Οι δύο εξωτερικοί αντιθετικοί πόλοι των πολιτικών τοποθετήσεων είναι
από τη μια η προσήλωση της Αριστεράς στις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς που οραματιζόταν την ίδρυση της Βαλκανικής Ομοσπονδίας Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στις οποίες θα περιλαμβανόταν και η Κύπρος και
από την άλλη, η επαφή με το ΚΚΕ που -ανάλογα με τις συνθήκες- όριζε την ένωση ως την καλύτερη λύση.
Οποιαδήποτε γραμμή κι αν ακολουθούσε το ΑΚΕΛ, ήταν γνωστό εκ των προτέρων πως δεν ήταν δική του επιλογή, αλλά αναγκαστική προσήλωση στις επιταγές του ανωτέρου κόμματος, το οποίο έπρεπε να συμβουλεύεται.

Για να θέσουμε τα πράγματα στη βάση τους: ένα κομμουνιστικό κόμμα είναι διεθνιστικό, δεν γίνεται εθνικό και το ενδιαφέρον του είναι η πάλη κατά του κεφαλαίου. Οπότε και ένωση να γινόταν Ελλάδας και Κύπρου, το επιδιωκόμενο θα ήταν η συνένωση των δυνάμεων των λαϊκών μαζών για να κτυπηθεί ο καπιταλισμός.  Ποτέ δηλαδή δεν θα συμπέσει ο πραγματικός σκοπός των κομμουνιστών με τον σκοπό των ενωτικών εθνικών της Δεξιάς και της Εθναρχίας.
΄Ετσι θα πρέπει να ερμηνευτεί και η αλλαγή στάσεως από ανεξαρτησία σε ένωση και από ένωση σε ανεξαρτησία.  Αφού η Αριστερά ήταν κόμμα υποταγμένο στην Τρίτη Διεθνή ή στο ελληνικό ΚΚΕ ή στο Αγγλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, ανάλογα με τα γραμμή που έπαιρνε,  δρούσε, όχι αποβλέποντας στην εθνική ένωση αλλά στην κοινωνικοοικονομική ένωση για την πάλη ενάντια στο κεφάλαιο.  
Με βάση άρα τη φιλοσοφία της Αριστεράς, κάθε στροφή ήταν επιβεβλημένη, ιδωμένη από τη δική τους οπτική γωνία, την οποία προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν με γλωσσικούς ακροβατισμούς.

Αναλυτικότερες και μερικότερες παρατηρήσεις μου κατά την ανάγνωση του έργου,     
Πρώτα ως προς την τέχνη του συγγραφέα.    
Θα πρέπει να ομολογήσουμε πως ο Γιώργος Καμηλάρης ασχολείται με ένα ακανθώδες θέμα της ιστορίας μας. Τις συμπληγάδες προσπαθεί να διαπλεύσει νηφάλιος, και ως  ιθύνων νους κατευθύνει πίσω από τις γραμμές, συνθέτει, συμπεραίνει, οδηγεί στην ορθή, κατά τον ίδιο, σύλληψη των γεγονότων. Πόσο καλός καραβοκύρης υπήρξε, θα κρίνουν οι αναγνώστες.
Γενικά, η εξιστόρηση των σημαντικών γεγονότων αποδεικνύει πως ο Γιώργος Καμηλάρης, όπως και σε προηγούμενα βιβλία του, έχει αυτή την ικανότητα: να συλλαμβάνει ευρύτατα και βαθύτατα τα πράγματα και να τα παραθέτει με σαφήνεια.
Το έργο προσφέρει προπάντων στους αμύητους την ευκαιρία να γνωρίσουν γεγονότα και πρωταγωνιστές, τις εφημερίδες της εποχής και τις παρατάξεις, κοινωνικές, εκκλησιαστικές  και πολιτικές στάσεις και πρακτικές.

Αρχίζει από την
Εμφάνιση και την Πορεία της Αριστεράς στην Κύπρο,
κεφάλαιο 2. Ο προαιώνιος πόθος για την ένωση,
3. Η ανεξαρτησία ως στρατηγικός στόχος της αριστεράς,
4. Τα Οκτωβριανά και η Αριστερά,
5. Ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος και η στάση της αριστεράς,
6. Ανακολουθία και παλινδρομήσεις της αριστεράς στο κυπριακό, κεφάλαιο 7. Η συμβουλευτική διάσκεψη. Η διασκεπτική και τέλος κεφάλαιο 8 Το ενωτικό δημοψήφισμα. Τι προηγήθηκε του αγώνα της ΕΟΚΑ.
Περιεχόμενο μεστό ιστορικών γεγονότων, πραγματικό ιστορικό θησαυροφυλάκιο .   
Η παράθεση αποσπασμάτων από βιβλία των πρωταγωνιστών και οι περιγραφές από πρώτο χέρι των εμπειριών τους, ανεβάζουν σε εικονοστάσι λαϊκών ηρώων τους πρωτεργάτες της ίδρυσης του σοσιαλιστικού κομμουνιστικού κινήματος στην Κύπρο.
Οι πηγές του, πολλές με τη γνωστή άκρα δημοτική στην έκφραση και στη γραφή,  αντιλαλούν την κοινωνία της εποχής τους. Ο συγγραφέας δεν γενικολογεί, αλλά λεπτομερειακά αναφέρεται σε κάθε σημαίνον πρόσωπο.
Μια δυσκολία που έχει να υπερπηδήσει ο συγγραφέας είναι οι διαφορετικές οπτικές γωνίες των πηγών, ακόμα και στο ίδιο κομμουνιστικό στρατόπεδο. Άλλη η επίσημη γραμμή του κόμματος, και άλλα τα απομνημονεύματα ή σημειώσεις ή βιβλία των πρωτεργατών του κόμματος, μερικοί από τους οποίους έμειναν πιστοί στο κόμμα, άλλοι όμως ήρθαν σε σύγκρουση με αυτό.

Η ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων, ιδιαίτερα για τα κομμουνιστικά κόμματα είναι μεγάλης σημασίας για την επιβίωσή τους. Από ό, τι αντιλαμβανόμαστε, πρέπει να βρουν τη λογική και λεκτική φόρμουλα μέσα στην οποία θα βάλουν τα γεγονότα, ώστε να συμφωνούν με τις γενικές αρχές του κομμουνισμού.
Για παράδειγμα,  ενώ τα γεγονότα του 1931 θεωρήθηκαν αρχικά από τους κομμουνιστές ως «εθνικιστική σοβινιστική  προβοκάτσια της μεγαλοαστικής τάξης», στο τέλος, ύστερα από τις οδηγίες και τις κρίσεις της Γ΄ Διεθνούς, ερμηνεύτηκαν ως «αντι- ιμπεριαλιστικά» γεγονότα, αλλά ήταν ήδη αργά.

Άλλο παράδειγμα, ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος, που η Αριστερά τον χαρακτήριζε αρχικά -κατά τις οδηγίες-  ως «διαμάχη μέσα στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο», γι’ αυτό και δεν μετέσχε στη συμπαράσταση των Ελλήνων της Κύπρου στην Ελλάδα κατά την φασιστική επίθεση, ούτε στην κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς, την οποία  παρακολουθούσε απαθώς. Όταν όμως δέχτηκε επίθεση η Σοβιετική Ένωση από τη Γερμανία- παρά το υπογεγραμμένο Σύμφωνο μη επιθέσεως- βαφτίστηκε  αμέσως ο β΄ παγκόσμιο πόλεμος «πανανθρώπινος αντιφασιστικός πόλεμος των λαών». Η αναθεώρηση της θέσης της Γ΄Διεθνούς έναντι του β΄παγκοσμίου πολέμου είχε ως άμεσο αποτέλεσμα και την αναθεώρηση της θέσης της κυπριακής αριστεράς.
Είναι όμως και η από μια άλλη οπτική γωνία θέαση των πραγμάτων, στον κύκλο με τη Βρετανία, την Τουρκία, την Ελλάδα: Η εις βάθος χρόνου διερεύνηση των βλέψεων της Βρετανίας έναντι της Κύπρου εξηγεί και την όλη στάση τους ως σήμερα.

Ο συγγραφέας βλέπει επίσης τις προεκτάσεις που έχουν ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος στο παρόν: Όπως γράφει:

«Η πολιτικοποίηση των δύο σύνοικων στοιχείων με χωριστές ψηφοφορίες που εισήγαγαν οι  Άγγλοι από τα πρώτα χρόνια της έλευσής στους στο νησί έδινε ρυθμιστικό ρόλο στο μωαμεθανική κοινότητα. Αυτή η διαιρετική παράμετρος έμελλε να εξελιχθεί στη χειρότερη κατάρα της σύγχρονης Ιστορίας της Κύπρου, τις συνέπειες της οποίας βιώνει μέχρι σήμερα ο τόπος.»
Ως ιστορικό, το βιβλίο οδηγεί τον αναγνώστη πολλές φορές από μόνο του  να συγκρίνει καταστάσεις.  Για παράδειγμα, η παρατήρηση στις αρχές του β΄ παγκοσμίου πολέμου για τη χλιαρή στάση Γαλλίας και Βρετανίας, που παρακολουθούσαν αμήχανα τη Γερμανία και η πολιτική κατευνασμού που ακολούθησαν για καιρό έναντι της επιθετικότητας του Χίτλερ, παραπέμπει αμέσως στην επιθετικότητα της Τουρκίας  που αποβλέπει στην ανακήρυξή της σε περιφερειακή δύναμη
και στην ποντιοπιλατική  στάση των μεγάλων απέναντί της, είτε Αμερική είναι είτε ευρωπαϊκές χώρες.
Όσο κι αν θέλει να δει κανείς ως αμέτοχος παρατηρητής τα ιστορικά γεγονότα, δεν μπορεί, γιατί η σύγχρονη πραγματικότητα βοά.  
Ο Γιώργος  Καμηλάρης με το έργο του θέτει και πάλιν - έστω και αν δεν είναι στις προθέσεις του - θέμα συγγραφής της Ιστορίας.      Διασταυρώνει πληροφορίες, προσπαθεί να βρει την αλήθεια, δεν μπορεί όμως να μην παίρνει θέση σε ιστορικά γεγονότα και ιδιαίτερα στη στάση της Αριστεράς στα γεγονότα αυτά, κάποτε κοσμοϊστορικά.
Μια, δηλαδή, στάση μπορεί να είναι ή αποδοχή της οπτικής γωνίας της αριστεράς και η εξέταση της συνέπειας που είχε.  
Ο Γιώργος Καμηλάρης όμως ξεκινά από το ότι είμαστε Έλληνες και καθετί το ελληνικό έπρεπε να υποστηριχτεί.
Τελειώνω με μια σημαντική παρατήρηση του συγγραφέα ο οποίος αποδοκιμάζει την τακτική της κήρυξης αποφάσεων του κόμματος εκ των υστέρων ως λανθασμένων.
Κάτω από το πρίσμα και των σημερινών εξελίξεων στον τόπο μας, η θέση του ΑΚΕΛ για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία προβληματίζει  τον συγγραφέα. Μήπως στο μέλλον, με μια αυτοκριτική, το ΑΚΕΛ χαρακτηρίσει λανθασμένη τη θέση του, αλλά εν τω μεταξύ η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα υπάρχει.
Γι’ αυτό και την αυτοκριτική των κομμάτων την απορρίπτει  ως μέθοδο, όταν κρίνουν λανθασμένες εκ των υστέρων θέσεις τους, οι οποίες όμως στο μεταξύ είχαν ή θα έχουν σφραγίσει, την ιστορία του τόπου.

Στο τέλος, όσο δύσκολο και αν είναι το θέμα και η προσπάθεια αντικειμενικής θεώρησης των πραγμάτων, αυτό που μας μένει είναι η κατάθεση του πραγματικού μόχθου ενός ανθρώπου να βρει την αλήθεια και να μας τη δώσει.
Μπορώ να υποθέσω πως ο Καμηλάρης, ξέροντας τη δύναμη του ΑΚΕΛ και το ρόλο του στη σημερινή πολιτική σκηνή, θέλησε να μελετήσει την ιστορία του, για να παρατηρεί και τη στάση του στις εξελίξεις του κυπριακού, γιατί Ιστορία δεν είναι μόνο η μελέτη του παρελθόντος αλλά και η σχέση γεγονότων και στάσεων του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον.
Συμπερασματικά, το βιβλίο του Γιώργου Καμηλάρη «Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία» πλην των γνώσεων, των πληροφοριών, των προβληματισμών, της πλήρωσης του κενού στο παρελθόν, δίνει την ευκαιρία να ακροαστούμε και τα βήματα του μέλλοντός μας, αν θέλουμε να είμαστε Προμηθείς και όχι Επιμηθείς. 

Ευχαριστώ 

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

Της προσφυγιάς

Στέλιος Παπαντωνίου
Της προσφυγιάς
Πριν αρχίσουν τα πετούμενα
Πήρα το παιδί στο κάρικοτ
Το κρατούσα στο χέρι και φώναζα
«Μην ξεχάσουμε το παιδί».
Η γυναίκα μου νόμιζε
μια μέρα είναι Θα περάσει
να μείνουμε σ’ ένα κεντράκι
Κάπου εκεί, Κακοπετριά
Κι η μυρουδιά των μήλων στη μύτη.
‘Υστερα, είπαν, τα’βαλαν αριθμημένα τα σπίτια μας
σε μια τενέκα
Φόρεσαν τα ρούχα μας
και το κουβέντιαζαν στους καφενέδες.
Αν ξεχάστηκαν όλα δεν ξέρω.
Αλλά δεν γίνεται
Τόσοι και τόσοι θυμούνται
Και δεν ξεχνούν.

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2016

Στο χωριό

Στο χωριό
Στέλιου Παπαντωνίου

Θα γεμίσουν, λέει, ένα λεωφορείο
Θα πάνε στο χωριό τους
Θα κατέβουν στην πλατεία
Εκεί που κατέβαινε ο πατέρας
Με την τσάντα και το καπακλί
Θα στηθούν ο καθένας μπροστά στο σπίτι τους
Άλλοι τώρα κατοικούν μέσα
Θα πουν δυο τρεις κουβέντες στα παιδιά
Στα εγγόνια
Και θα καταπιούν το Φαρμάκι

Όπως οι γάτες τ’άι Νικόλα του Σεφέρη.

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Δικαιωμάτων εφευρετήριο

Στέλιου  Παπαντωνίου
Δικαιωμάτων εφευρετήριο
Δεν το είχα συνειδητοποιήσει, όπως –νομίζω- ούτε άλλοι: το ότι η τουρκική εισβολή και ο μεγάλος πόνος που προκάλεσε μπορούσε να οδηγήσει τον Έλληνα της Κύπρου στο να απωθεί στα ενδότερα του εαυτού του πράξεις ή παραλείψεις του που αναξέουν πληγές. Και μια τέτοια πράξη είναι η είσοδος στα Κατεχόμενα από την Τουρκία ελληνικά εδάφη μας. Για να μπει κανείς – όπως λένε- χρειάζεται να επιδείξει ταυτότητα ως εισερχόμενος εις ξένην χώραν. Αυτή την πράξη ή την έχουν πολλοί συνηθίσει και φαίνεται ως η «καλημέρα» που λέμε σε γνωστούς και αγνώστους το πρωί, ή στην αρχή κάποιος θα ντράπηκε, ύστερα το συνήθισε ή το αποφάσισε πως δεν θα ντρέπεται, αφού τον διαβεβαίωσε και ο τότε γενικός εισαγγελέας πως «δεν είναι οι πολίτες που αναγνωρίζουν κράτη». Αλλά ο Ντεκτάς κάτι ήξερε που έλεγε πως κι αυτό θα το συνηθίσουν οι ελληνοκύπριοι, πως εδώ υπάρχει «κράτος», εννοώντας το μόρφωμά του.
Οτιδήποτε και να συμβαίνει, σε μένα π.χ. δεν δίνει κανείς την ταυτότητά του, αν την ζητήσω, και θα ρωτήσει με ποιου το δικαίωμα και ποιος είμαι. Για να την δίνουν όσοι παν στους Τούρκους αστυνομικούς στο φυλάκιό τους,  σημαίνει πως ξέρουν ποιοι είναι απέναντί τους και πως έχουν εξουσία να τους ζητούν ταυτότητα κι οι επισκέπτες την δίνουν για να πάρουν άδεια να εισέλθουν στα Κατεχόμενα από τον τουρκικό στρατό ελληνικά εδάφη μας.
Κι εδώ είναι ανάγκη να γίνει η διάκριση ανάμεσα στην «άδεια» και στο «δικαίωμα». Οι Τούρκοι δίνουν άδεια. Δεν κατοχυρώνουν κανένα δικαίωμα. Όσοι μπαίνουν, εισέρχονται  επί ιδίω κινδύνω, κι αν συμβεί οτιδήποτε- όπως εκείνη τη νύχτα το πραξικόπημα εναντίον του Ερτογάν- κανένας δεν τους εγγυάται ασφάλεια, κι εδώ είναι μεγάλη κι η ευθύνη της Κυπριακής Δημοκρατίας που αφήνει ακάλυπτους τους πολίτες της.
Αν ήταν δικαίωμα το να μπαινοβγαίνουν οι ελληνοκύπριοι στα Κατεχόμενα, δεν θα χρειαζόταν άδεια. Για να χρειάζεται, δεν είναι δικαίωμα. Γιατί τελευταία παρατηρείται ένα «εφευρετήριο» δικαιωμάτων πρωτάκουστο. Μη έχοντας οι Έλληνες της Κύπρου, πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, κανένα δικαίωμα στα Κατεχόμενα από τα τουρκικά στρατεύματα ελληνικά εδάφη μας, πλάθουμε με τη φαντασία διάφορα όπως π.χ. είναι «δικαίωμά μας να πηγαίνουμε στη Σαλαμίνα και να παρακολουθούμε θέατρο» ή  άλλο, είναι «δικαίωμά μας να καθόμαστε στα κέντρα της Κερύνειας και να απολαμβάνουμε την ομορφιά της». Αυτό ονομάζεται «το δικαίωμα απόλαυσης της ομορφιάς των κατεχομένων μας».
Από ό, τι αντιλαμβάνομαι, μεγάλη δυστυχία επέπεσε στον τόπο, και ψάχνουμε να την ξορίσουμε, μια με λειτουργίες και εσπερινά μια με παραστάσεις, μια με εφευρέσεις νέων δικαιωμάτων, ως της απόλαυσης της ομορφιάς.
Δεν πρέπει όμως ποτέ να ξεχνάμε και να μη συγχυζόμαστε, πως τα κύρια δικαιώματά μας είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, κατοχυρωμένα παγκοσμίως από τον ΟΗΕ και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Να μου στερήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης, εγκατάστασης στο σπίτι μου, επιστροφής των προσφύγων στα σπίτια τους και να βαυκαλίζομαι πως έχω το «δικαίωμα απόλαυσης της ομορφιάς της Κερύνειας»; Ύψιστε Κύριε!

Ο Πενταδάχτυλος πώς φαίνεται από τις ελεύθερες περιοχές; Απολαμβάνει κανείς την ομορφιά του; Με τα τούρκικα μπαϊράκια, ίσως να είναι το μόνο βουνό για Νόμπελ, με φυτρωμένες τούρκικες σημαίες! Αισθητική απόλαυση νιώθει κανείς ή δεν νιώθει! Αν δεν νιώθει λόγω τουρκικών σημαιών, πώς νιώθει αισθητική απόλαυση στην Κερύνεια; Δεν υπάρχουν εκεί τούρκικες σημαίες, δεν υπάρχουν οι ψυχές των νεκρών μας; Και τα σώματά τους ακόμα κάτω από τα πόδια των επισκεπτών!!! Είναι να απορεί κανείς, μάλιστα όταν δηλώνουν οι επισκέπτες πως περνούν καλά! Κρίμα. 

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Είμαι Έλλην

Στέλιου Παπαντωνίου
 Είμαι Έλλην
Για να είσαι Έλλην πρέπει να γνωρίζεις ελληνικά και να ζεις ελληνικά. Γνωρίζω ελληνικά σημαίνει πρώτον τον όλο κόσμο μου τον έχω ταξινομήσει κατά τους κανόνες και τις δομές της ελληνικής γλώσσας, άρα έχω ένα κόσμο ελληνικό στο νου, και έρχομαι διά της γλώσσης σε επαφή με τα δημιουργήματα του ελληνικού πνεύματος, μέσα στα οποία βρίσκω τις αξίες, την ιστορία τα ήθη και έθιμα και τα πάντα όσα υπάρχουν ελληνικά, αφού τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου ή αντίθετα ο κόσμος μου είναι η γλώσσα μου. Δεν νοείται άρα Έλλην με την πραγματική σημασία της λέξης που να μην διαβάζει, μελετά τα ελληνικά πάντα από Ομήρου και εξής, ως σήμερα, το οποίον σημαίνει εκατομμύρια σελίδες. Αδύνατον παντί, αλλά η προσπάθεια πρέπει να αρχίσει κάποτε και όσα προλάβει κανείς. Είναι όμως αδιανόητο να είναι ανελλήνιστος και να θέλει να ονομάζεται Έλλην.
Η Ελλάδα έτσι μπαίνει στο αίμα μας και κυκλοφορεί, γιατί επηρεάζει όλο το αξιακό μας σύστημα.
Ελλάδα είναι ο τόπος, άρα επαφές με τον ελληνικό τόπο ή με τον τόπο μας ιδωμένο με το ελληνικό μας μάτι των ορίων και των αισθητικών αξιών του μέτρου εμπεδώνει την ελληνικότητα.
Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη. Ελευθερία και θυσία για την ελευθερία είναι αρχαιότατον συνδυασμένο μάλιστα με την ευδαιμονία κατά το γνωστόν, το εύδαιμον το ελεύθερον το δε ελεύθερον το εύψυχον. Ανυπαρξία ευψυχίας, αφοβίας, αγωνιστικότητας, ανάληψης κινδύνων, σε όλους τους τομείς της ζωής σημαίνει δυστυχία και καβούκι μέσα στο οποίο φθειρόμαστε και καμπουριάζουμε για να χωρέσουμε, σε αντίθεση με την άπλα ψυχής που παρέχει το ελληνικώς ζην, το ελευθέρως και ευδαιμόνως.

Αυτά εν ολίγοις.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Μετακομιδή

Στέλιου Παπαντωνίου
Μετακομιδή

Στριμωγμένοι στο κρανίο
Αναποδογυρισμένου Ίκαρου
Δεν τον άφηναν
Σαράντα δύο  χρόνια
Να κοιμηθεί.

Τώρα η μετακομιδή,
Ζυμωμένη με το χώμα
Της ελιάς, της τερατσιάς

Και το προδομένο δάκρυ.

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία

Στέλιου Παπαντωνίου

ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΜΗΛΑΡΗ, Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΚΚΚ-ΑΚΕΛ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚΑ 1955-59

Με θαυμασμό ειλικρινή προς το πρόσωπο του Γιώργου Καμηλάρη παρουσιάζομαι εδώ για να μιλήσω για το βιβλίο του «Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία». Θαυμασμό ειλικρινή γιατί ένας άνθρωπος βασικά εξ επαγγέλματος μακριά από την Ιστορία έχει ως τώρα δείξει το πάθος του για έρευνα με τα βιβλία του και για το χωριό του τα Πέρα και για τον αρχιμανδρίτη Φιλόθεο και τώρα με την έρευνά του για τη στάση της Αριστεράς στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα ως τον καιρό της ΕΟΚΑ. Και τούτο γιατί η έρευνα είναι απαιτητική,  ο μόχθος πολύς  και ο αγώνας του συγγραφέα συνεχής, συνεπής και αυστηρός λόγω του θέματος και του υψηλού επιπέδου στο οποίο ήθελε να αναγάγει το βιβλίο του.

Στον Πρόλογο ομολογεί τη δυσκολία του εγχειρήματος γιατί το θέμα είναι και ευρύ και απαιτητικό, το καλό όμως είναι πως μετά παρέλευση ενός αιώνα σχεδόν, τα πράγματα έχουν καταλαγιάσει, γνώμες έχουν αποκρυσταλλωθεί και ήδη έχουν κατατεθεί γραπτά πολλά από τους πρωτεργάτες. Επειδή όμως η αριστερά είναι οργανωμένη και αποτελεί τον αρχαιότερο μετά την Εκκλησία θεσμό στην Κύπρο, ο συγγραφέας εκφράζει τους ενδοιασμούς του μήπως οι προθέσεις του παρεξηγηθούν, διαβεβαιώνει όμως για το καλόπιστο της όλης εργασίας του, που μπορεί ο καθένας να ελέγξει. Όπως παρακάτω δηλώνει για τον τρόπο εργασίας του, δεν θεωρεί τον εαυτό του απλό καταγραφέα γεγονότων, αλλά διατηρεί το δικαίωμα της έκφρασης των απόψεών του για την όλη στάση της Αριστεράς στα ενδιαφέροντα τον τόπο ζητήματα, με πρώτο το εθνικό, γι’ αυτό και στο βιβλίο οι  θέσεις του συγγραφέα είναι ισχυρές, γιατί είναι  με επιχειρήματα θεμελιωμένες
   Αυτά στον Πρόλογο.
Στην εισαγωγή του δικαιολογεί τη συγγραφή του βιβλίου λόγω της αντικειμενικά αποδεδειγμένης και αποδεκτής αλήθειας, ότι δεν υπάρχει έργο ολοκληρωμένο, που να δίνει την εικόνα της ίδρυσης και ανάπτυξης και ρόλου της Αριστερά στην Κύπρο, εγχείρημα το οποίο με κάθε ταπεινοφροσύνη αναλαμβάνει. Στο τέλος αναφέρει: Το ανά χείρας σύγγραμμα καλύπτει την ιστορική περίοδο της Αριστεράς από την εμφάνισή της στο πολιτικό προσκήνιο της Κύπρου στα μέσα της δεκαετίας του 1920, μέχρι την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59. Φιλοδοξία του συγγραφέα είναι να συμπληρώσει την ιστορική αυτή αναδρομή με ένα δεύτερο τόμο, που θα καλύπτει την περίοδο από την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ μέχρι τις μέρες μας. Του το ευχόμαστε.

Προχωρούμε στην παρουσίαση των κεφαλαίων με τις δικές μας παρατηρήσεις.
Το πρώτο κεφάλαιο Η εμφάνιση και η πορεία της Αριστεράς στην Κύπρο αρχίζει με το κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ Έγκελς. Οι κυριότερες για μας νησίδες είναι η Γ΄ Διεθνής το 1919 και η ανάληψη της εξουσίας μετά τον Λένιν από τον Στάλιν, οπότε αποκρυσταλλώνεται το δόγμα πως οποιοδήποτε κομμουνιστικό κόμμα στον κόσμο όφειλε την ύπαρξή του στην αναγνώρισή του από την Γ΄ Διεθνή.  Από την εξιστόρηση της εγκαθίδρυσης του Κομμουνισμού και της εξάρτησης όλων των κομμουνιστικών κομμάτων από την Κομμουνιστική Διεθνή και τις αποφάσεις της, εξάγεται το πρώτο αβίαστο συμπέρασμα πως το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου οποιεσδήποτε αποφάσεις έπαιρνε έπρεπε να συμφωνούν απόλυτα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Κομμουνιστικής Διεθνούς. ‘Όπως γράφει «Οι θέσεις και αποφάσεις του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, όπως διαμορφωνόταν μέσα στην Γ΄ Διεθνή, διαδραμάτιζαν όχι απλά καθοριστικό ρόλο, αλλά υπαγόρευαν τη στάση και τις αποφάσεις της κυπριακής αριστεράς ως προς τα κύρια εθνικά θέματα του τόπου.»

 Η εξιστόρηση των σημαντικών γεγονότων από την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 στη Ρωσία, και οι επιπτώσεις τους  στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Κύπρο αποδεικνύουν πως ο Γιώργος Καμηλάρης, όπως και σε προηγούμενα βιβλία του, έχει την ικανότητα να συλλαμβάνει ευρύτατα και βαθύτατα τα πράγματα και να τα παραθέτει με σαφήνεια, οδηγώντας σε λογικά συμπεράσματα, ώστε το όλο του εγχείρημα να έχει και την ιστορική βάση και τη λογική συνέπεια, πάνω στην οποία μπορεί να χτιστεί ο επόμενος βηματισμός.

Το έργο προσφέρει προπάντων στους αμύητους και όσους δεν διάβασαν την ιστορία, όπως την γράφουν κομματικά συνεργεία, την ευκαιρία να γνωρίσουν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα στον τόπο μας, τους πρωταγωνιστές, τις εφημερίδες της εποχής και τις παρατάξεις, κοινωνικές και πολιτικές. Από αυτή την άποψη η αντικειμενικότητα του ερευνητή παρέχει τα εχέγγυα της ορθής πληροφόρησης και γνώσης.

Η παράθεση αποσπασμάτων από βιβλία των πρωταγωνιστών και οι περιγραφές από πρώτο χέρι των εμπειριών τους ανεβάζουν τους πρωτεργάτες της ίδρυσης του σοσιαλιστικού κομμουνιστικού κινήματος εικόνες σε εικονοστάσι λαϊκών ηρώων.

Η παράθεση αποσπασμάτων με τη γνωστή άκρα δημοτική στην έκφραση και στη γραφή μαρτυρούν τις αλλαγές που είχαν επέλθει σε μερικούς βασικούς παίχτες της αριστεράς στην πρώτη εκείνη ηρωική εποχή. Ο συγγραφέας δεν γενικολογεί, αλλά λεπτομερειακά αναφέρει κάθε πρόσωπο που διαδραμάτισε ρόλο στην εποχή του, με βιογραφικά και επί μέρους στοιχεία της προσωπικότητάς του. Έτσι πράγματι γίνονται γνωστά στο ευρύ κοινό, πρόσωπα πρωταγωνιστές, εκτός κομματικών στεγανών.

Από μικρές παρατηρήσεις, έστω τον τίτλο μιας εφημερίδας, εξάγει λογικά συμπεράσματα που σχετίζονται με την ουσία των γεγονότων, οπότε ο ιθύνων νους κάθε σωστού ιστορικού συγγράμματος κρύβεται πίσω από τις γραμμές και κατευθύνει, συνθέτει, συμπεραίνει, οδηγεί στην ορθή, κατά τον ίδιο, σύλληψη των γεγονότων.

Οι σημαντικοί σταθμοί της ίδρυσης του ΚΚ και προπάντων η κηδεμονία του κατά σαφή τρόπο από την Γ΄ Διεθνή που ίσχυσε για το ΑΚΕΛ ως το 1950 αποτελούν κλειδί ερμηνείας των στάσεων και αλλαγών που επέδειξε η αριστερά.

Ώσπου να φτάσουμε στην επίσημη ίδρυση, ο συγγραφέας αναγνωρίζει τη σημασία των μικρών προσπαθειών πίσω από τις οποίες υπήρχαν άνθρωποι, με τις προσωπικότητες και τις συγκρούσεις τους. Σημασία στα πρώτα βήματα του ΚΚΚ της Κύπρου έχει η ανάγκη αυτό να είναι ουραγός, να ακολουθεί βασικά τις αποφάσεις των Διεθνών και ειδικά είτε το ΚΚΕ είτε το Εργατικό Κόμμα Αγγλίας. Από την εξάρτηση επιτυγχανόταν η ίδια η ύπαρξη, οπότε δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος για ανεξάρτητη κομματική πολιτική αλλά για σύμφωνη με τις διεθνείς κομμουνιστικές αποφάσεις. Τούτο ίσως είναι η σημαντικότερη κλείδα, για να κατανοήσουμε τη στάση της αριστεράς σε όλα τα διεθνή και τοπικά γεγονότα. Μη μπορώντας να είναι ανεξάρτητη στη λήψη αποφάσεων και αφού η ίδια η ύπαρξή της εξαρτιόταν από την υπακοή στις ντιρεκτίβες άλλων, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να προσπαθεί γλωσσικά, θεωρητικά και πρακτικά να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις, πράγμα που και πάλι αποδεικνύει πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζουν καλά τη γλώσσα τους οι κομματάρχες και να βρίσκουν τις λογικές και λεκτικές φόρμουλες με τις οποίες να επιπλέουν παντός ναυαγίου.

Αντίθετα όμως προς τη συμφωνία ή διαφωνία του, με σεβασμό και με κάθε δυνατή αντικειμενικότητα παρακολουθεί τα πρόσωπα πρωταγωνιστές από της εμφάνισής τους στην ιστορική σκηνή ως τις περιπέτειες και το τέλος τους, είτε στην αριστερά ανήκουν είτε στη δεξιά. Τούτο μας οδηγεί στη σκέψη πως θα μπορούσε με τόσες πληροφορίες που έχει για τον καθένα, να διαμορφωθεί μέσα από το βιβλίο ένα λεξικό των κυρίων προσώπων της τριακονταετίας 1920-1950, μιας αρκετά τρικυμισμένης εποχής.

Η πραγματική καθοδηγητική γραμμή του βιβλίου αρχίζει από την αποδοχή της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα ως του κύριου προσανατολισμού των Ελλήνων της Κύπρου που αποδείχτηκε πέραν πάσης αμφιβολίας και με το Δημοψήφισμα του 1950, όταν το μέγιστο των πολιτών ψήφισαν το «Απαιτούμε την ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα», δημοψήφισμα στο οποίο μετείχαν ενεργά και αριστεροί και δεξιοί και ψήφισαν ακόμα και τουρκοκύπριοι. Εκκινώντας από αυτή την οπτική γωνία, ελέγχεται και κρίνεται η πορεία της Αριστεράς σε σχέση με την ενωτική πορεία.

Αν το ΚΚΚ- ΑΚΕΛ ήταν αδιάφορο πλήρως προς την ένωση και αν δήλωνε την ασυμφωνία με αυτό το στόχο, τότε δεν θα υπήρχε λόγος ύπαρξης αυτής της κατευθυντήριας γραμμής στο βιβλίο. Επειδή όμως η πραγματικότητα των λόγων, πράξεων και παραλείψεων των πρωταγωνιστών της Αριστεράς ομολογεί μια την εντός μια την εκτός ένωσης πορεία, τούτο υπήρξε, κατά τη γνώμη μου και το κίνητρο που ώθησε το συγγραφέα στη διερεύνηση, μελέτη και παρουσίαση της γραμμής αυτής, με το γενικότερο βέβαια τίτλο Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία, γιατί λεπτομερής είναι η ανάλυση του ρόλου της αριστεράς και σε άλλους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου.

Τη δεσπόζουσα αυτή γραμμή για την ένωση παρακολουθούμε από το Κεφάλαιο 2. Με τίτλο Ο ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΣ ΠΟΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ με υποκεφάλαια Η ένωση σε βάθος χρόνου Η ένωση στα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας, Οι συνταγματικές παραχωρήσεις των Άγγλων, Η προσφορά της ένωσης το 1915, και Ο ενωτικός αγώνας σε κρίση.

Σε αντίθεση με το κεφάλαιο 2, το κεφάλαιο 3 έχει τίτλο Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΩΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ  με υποκεφάλαια, Η ανεξαρτησία ως επιλογή των πρώτων κομμουνιστών, Θεσμοθέτηση της ανεξαρτησίας με την ίδρυση του ΚΚΚ, Ανεξαρτησία και εθνικός διχασμός,  Η Ομοσπονδία Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών των Βαλκανίων.
Τελειώνει ο β΄παγκόσμιος πόλεμος και στο κεφάλαιο 6 φτάνουμε στην Ανακολουθία και τις  παλινδρομήσεις της αριστεράς στο Κυπριακό. Όπου τα υποκεφάλαια Στροφή του ΑΚΕΛ από την ανεξαρτησία στην ένωση, Νέα δυναμική στον ενωτικό αγώνα της αριστεράς και μάλιστα με ερωτηματικά αν η αριστερά ετοίμαζε ένοπλο αγώνα.

Στο 7ο κεφάλαιο παρακολουθούμε την επιστροφή στην αυτοκυβέρνηση και στο τέλος του κεφαλαίου ξανά τη στροφή προς την ένωση, για να φτάσουμε στο ενωτικό δημοψήφισμα στο οποία η αριστερά έπαιξε σημαντικό ρόλο.

Ανακεφαλαιώνοντας έχουμε μια οφιοειδή γραμμή ανεξαρτησία, ένωση, αυτοκυβέρνηση, ένωση, ενωτικό δημοψήφισμα. Αυτή η ανακολουθία κατά την άποψή μου είναι η κύρια γραμμή του βιβλίου.                      

Οι δύο αντιθετικοί πόλοι των πολιτικών τοποθετήσεων είναι από τη μια η προσήλωση του ΚΚΚ στις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς που οραματιζόταν την ίδρυση της Βαλκανικής Ομοσπονδίας Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στις οποίες θα περιλαμβανόταν και η Κύπρος και από την άλλη η επαφή με το ΚΚΕ που ανάλογα με τις συνθήκες όριζε την ένωση ως την καλύτερη λύση. Οποιαδήποτε γραμμή κι αν ακολουθούσε το ΑΚΕΛ ήταν γνωστό εκ των προτέρων πως δεν ήταν δική του επιλογή αλλά αναγκαστική προσήλωση στις επιταγές του ανωτέρου κόμματος στο οποίο είχε από την Τρίτη Διεθνή υποταγεί.

Αναλυτικότερες και μερικότερες παρατηρήσεις μου κατά την ανάγνωση του έργου.      Πρώτα ως προς την τέχνη του συγγραφέα                                                                                 Ευθύς εξαρχής πρέπει να θέσουμε τα πράγματα στη βάση τους: ένα κομμουνιστικό κόμμα είναι διεθνιστικό, δεν γίνεται εθνικό και το ενδιαφέρον του είναι η πάλη κατά του κεφαλαίου. Οπότε και ένωση να γίνει Ελλάδας και Κύπρου, το επιδιωκόμενο θα είναι η συνένωση των δυνάμεων των λαϊκών μαζών για να κτυπηθεί ο καπιταλισμός.  Όταν άρα αποδέχεται η αριστερά  την ένωση, την αποδέχεται όχι για εθνικούς λόγους, αλλά για τη νίκη του προλεταριάτου πάνω στο κεφάλαιο. Ποτέ δηλαδή δεν θα συμπέσει ο σκοπός των κομμουνιστών με τον σκοπό των ενωτικών εθνικών.

΄Ετσι θα πρέπει να ερμηνευτεί και η αλλαγή στάσεως από ανεξαρτησία σε ένωση και από ένωση σε ανεξαρτησία.  Αφού ήταν κόμμα υποταγμένο στην Τρίτη Διεθνή ή στο ελληνικό ΚΚΕ ή στο Αγγλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, ανάλογα με τα γραμμή που έπαιρνε,  δρούσε όχι αποβλέποντας στην εθνική ένωση αλλά στην κοινωνικοοικονομική ένωση για την πάλη ενάντια στο κεφάλαιο.   Με βάση άρα τη φιλοσοφία της αριστεράς κάθε στροφή ήταν δικαιολογημένη, ιδωμένη βέβαια από τη δική τους οπτική γωνία.

 Ο φανατισμός των τότε πρώτων κομμουνιστών και η θεώρηση των πραγμάτων μόνο με το κομμουνιστικό πρίσμα οδηγούσε σε συγκρούσεις. Αυτή όμως η στάση, να περιμένουν να έλθει στην εξουσία το Εργατικό Κόμμα στην Αγγλία και έτσι να ενωθούν με την Ελλάδα, για να επιβάλουν σε Κύπρο και Ελλάδα τη δικτατορία του προλεταριάτου, αυτό κακίζεται στα σαράντα χρόνια του κόμματος.

Θα πρέπει να ομολογήσουμε πως ο Γιώργος Καμηλάρης ασχολείται με ένα ακανθώδες ζήτημα της ιστορίας μας, τον αγώνα για εθνική ένωση από τη μια και την ομολογημένη διεθνιστική στάση του  ΚΚΚ ή του ΑΚΕΛ από την άλλη. Τις συμπληγάδες προσπαθεί να διαπλεύσει νηφάλιος. Πόσο καλός καραβοκύρης υπήρξε, θα κρίνουν οι αναγνώστες.

Είναι όμως και η γενικότερη θέαση των πραγμάτων: Η εις βάθος χρόνου διερεύνηση των βλέψεων της Βρετανίας έναντι της Κύπρου εξηγεί και την όλη στάση τους ως σήμερα. Διαβάζοντας το βιβλίο και πάλιν επιβεβαιώνουμε τους σχεδιασμούς των μεγάλων και τη θυματοποίηση των μικρών.
Σημαδιακός σταθμός η συνθήκη Αμυντικής Συμμαχίας Μ. Βρετανίας - Τουρκίας, γνωστή ως Συνθήκη της Κύπρου 4 Ιουνίου 1878, με την ποία η Τουρκία ενοικιάζει στην Αγγλία την Κύπρο προς 92 680 λίρες στερλίνες ετησίως. Ως τσιφλίκι, η Κύπρος πουλιέται μπορούμε να πούμε  με τους κατοίκους της, που δεν έχουν δικαίωμα λόγου στην αγοραπωλησία.

Ο συγγραφέας βλέπει επίσης τις προεκτάσεις που έχουν ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος στο παρόν: «Η πολιτικοποίηση των δύο σύνοικων στοιχείων με χωριστές ψηφοφορίες που εισήγαγαν οι  Άγγλοι από τα πρώτα χρόνια της έλευσής στους στο νησί έδινε ρυθμιστικό ρόλο στο μωαμεθανική κοινότητα, παρά τα γεγονός ότι αριθμούσε μόλις το 24% του πληθυσμού (απογραφή 1881) Αυτή η διαιρετική παράμετρος έμελλε να εξελιχθεί στη χειρότερη κατάρα της σύγχρονης Ιστορίας της Κύπρου, τις συνέπειες της οποίας βιώνει μέχρι σήμερα ο τόπος.» γράφει.

Μετά τη μικρασιατική καταστροφή οι συνθήκες είναι τέτοιες ώστε και ο μέγας Βενιζέλος έχοντας σύμμαχο τη Βρετανία και μη θέλοντας να διαταραχτούν οι σχέσεις του με αυτή καλεί τους Έλληνες της Κύπρου να υπομένουν με την ελπίδα του καλύτερου,   να μη βιάζουν όμως τα πράγματα.          Από την άλλη οι Βρετανοί προσπαθούν να πείσουν ότι οι Έλληνες της Κύπρου το μόνο που μπορούν,  είναι να γίνουν καλοί Βρετανοί πολίτες.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ της ερμηνείας των γεγονότων στην Ιστορία ιδιαίτερα για τα κομμουνιστικά κόμματα παίζει μεγάλο ρόλο. Από ό, τι αντιλαμβανόμαστε, πρέπει να βρουν τη λογική φόρμουλα μέσα στην οποία θα μπουν τα γεγονότα, ώστε να συμφωνούν με τις γενικές αρχές του κομμουνισμού. Έτσι ενώ τα γεγονότα του 1931 θεωρήθηκαν αρχικά από τους κομμουνιστές ως εθνικιστική σοβινιστική  προβοκάτσια της μεγαλοαστικής τάξης, στο τέλος ερμηνεύτηκαν ως «αντι- ιμπεριαλιστικά» αλλά ήταν ήδη αργά, γιατί αργοπορημένες ήταν οι οδηγίες και οι κρίσεις της Γ’ Διεθνούς για τα γεγονότα.

Μια άλλη δυσκολία που έχει να υπερπηδήσει ο συγγραφέας είναι οι διαφορετικές οπτικές γωνίες ακόμα και στο ίδιο κομμουνιστικό στρατόπεδο και αυτή σχετίζεται με τις πηγές.  Η πραγματικότητα είναι ότι οι πηγές  του είναι πολλές και διάφορες .Όμως άλλη η επίσημη γραμμή του κόμματος, όπως εκφράζεται στα γραπτά του κόμματος,  και άλλα τα απομνημονεύματα ή σημειώσεις ή βιβλία των πρωτεργατών του κόμματος, μερικοί από τους οποίους έμειναν πιστοί στο κόμμα, άλλοι όμως ήρθαν σε σύγκρουση με αυτό, άλλοι προσπαθούν να το δικαιολογήσουν ή άλλοι να το κακολογήσουν.

Ως ιστορικό το βιβλίο οδηγεί τον αναγνώστη πολλές φορές από μόνο του  να συγκρίνει ή παραλληλίζει ή συνειρμικά να φέρνει στο νου σύγχρονές του καταστάσεις και μάλιστα με τη στάση της Τουρκίας σε πολλά θέματα, που εμφανίζεται ή θέλει να επιτύχει να γίνει δύναμη περιφερειακή και τη στάση των μεγάλων απέναντί της, είτε Αμερική είναι είτε ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα η παρατήρηση στις αρχές του β΄παγκοσμίου πολέμου «Οι εξελίξεις αυτές συντελέστηκαν με την ανοχή ή τη χλιαρή αντίδραση της Γαλλίας και της Βρετανίας, που παρακολουθούσαν τα γεγονότα αμήχανα. Η πολιτική κατευνασμού που ακολούθησαν για καιρό έναντι της επιθετικότητας του Χίτλερ δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Αντίθετα, έκανε το θηρίο πιο άγριο.»

Όσο κι αν θέλει να δει κανείς ως αμέτοχος παρατηρητής τα γεγονότα, δεν μπορεί.

Ο Γ Καμηλάρης με το έργο του θέτει και πάλιν, έστω ως και αν δεν είναι στις προθέσεις του, θέμα συγγραφής της Ιστορίας.      Διασταυρώνει πληροφορίες, προσπαθεί να βρει την αλήθεια, δεν μπορεί όμως να μην παίρνει θέση σε ιστορικά γεγονότα και ιδιαίτερα στη στάση της αριστεράς στα γεγονότα αυτά, κάποτε κοσμοϊστορικά, όπως ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος.  Μια, δηλαδή, στάση μπορεί να είναι ή αποδοχή της οπτικής γωνίας της αριστεράς και η εξέταση της συνέπειας που είχε και είχε με την οπτική της γωνία, ή απόρριψη και κριτική της κάτω από γενικότερη και ελεύθερη θέαση.

Η στάση αποδοχής της στάσεως της αριστεράς σημαίνει αποδοχή των αποφάσεων των ΚΚΕΣΣΔ και του Στάλιν, οπότε οποιαδήποτε παρακοή μπορεί να κατακρίνεται. Ο Καμηλάρης όμως ξεκινά από το ότι είμαστε Έλληνες και καθετί το ελληνικό έπρεπε να υποστηριχτεί, πράγμα όμως που για ένα διεθνιστικό κόμμα είναι παράβαση βασικής κομμουνιστικής διεθνιστικής γραμμής.

Στο τέλος όμως όσο προβληματικό και αν είναι το θέμα και η σύλληψή του και η προσπάθεια αντικειμενικής θεώρησης των πραγμάτων, αυτό που μας μένει είναι η κατάθεση του πραγματικού μόχθου ενός ανθρώπου να βρει την αλήθεια και να μας τη δώσει.

Σε δυο τρεις περιπτώσεις -και μάλιστα από την αρχή- καταδικάζεται από το συγγραφέα η τακτική της κήρυξης αποφάσεων του κόμματος εκ των υστέρων ως λανθασμένων όπως στην περίπτωση της στάσης της αριστεράς στα αρχικά στάδια του β΄ παγκοσμίου πολέμου πριν από την επίθεση της Γερμανίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.

Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ στο θέμα της εκ των υστέρων αυτοκριτικής του ΑΚΕΛ έχει ως εξής
Η άσκηση αυτοκριτικής ήταν και προφανώς είναι ακόμα συνήθης και προσφιλής πρακτική στον πολιτικό πολιτισμό των κομμουνιστικών κομμάτων     Μια πρακτική στην οποία το κόμμα καταφεύγει όταν διαπιστώσει ότι βρίσκεται σε απομόνωση ή αδιέξοδο, επειδή κάποια θέση που πήρε πήγε κόντρα προς τη φορά των πραγμάτων. ΄Η έκανε  άσκηση αυτοκριτικής με τη συνακόλουθη απομάκρυνση προσώπων από ηγετικές θέσεις και την υιοθέτηση νέας πολιτικής μπορεί να έχει κάποια χρησιμότητα στην κομματική πρακτική και την εσωκομματική λειτουργία. Μπορεί να είναι και μια προσπάθεια αποενοχοποίησης, παρέχοντας  δικαιολόγηση για τις θέσεις που πήρε το κόμμα και τις αλλαγές που έκανε, όταν αποδεδειγμένα βγήκαν λανθασμένες.
Στην πράξη όμως όλα αυτά δεν έχουν καμιά ουσιαστική σημασία στο ιστορικό γίγνεσθαι του τόπου, αφού οι πολιτικές εξελίξεις που δρομολογήθηκαν από τις αποφάσεις που λήφθηκαν και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη συνέχεια, διέγραψαν την πορεία τους και η Ιστορία είχε ήδη γραφτεί. Η εκ των υστέρων αναγνώριση λαθών δεν παραγράφει ιστορικές ευθύνες ούτε παρέχει ιστορικό άλλοθι.
ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ και των σημερινών εξελίξεων, η θέση του ΑΚΕΛ για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία φοβίζει τον Καμηλάρη, μήπως στο μέλλον, με μια αυτοκριτική, την χαρακτηρίσει λανθασμένη θέση, αλλά εν τω μεταξύ η Κυπριακή Δημοκρατία δεν θα υπάρχει. Γι’ αυτό και την αυτοκριτική την απορρίπτει  ως μέθοδο κομμάτων, όταν κρίνουν λανθασμένες εκ των υστέρων θέσεις τους. Μελέτη της πορείας και των στάσεων ενός κόμματος τόσον υψηλού διαμετρήματος ως το ΑΚΕΛ μπορεί να συμβάλει και στην κατανόηση της στάσης του σήμερα. Μπορώ να υποθέσω πως ο Καμηλάρης ξέροντας τη δύναμη του ΑΚΕΛ και το ρόλο που παίζει στη σημερινή πολιτική σκηνή, θέλησε να μελετήσει την ιστορία του, για να προβλέψει και τη στάση του στο μέλλον ή τις εξελίξεις του κυπριακού, με βάση τη στάση του.


Συμπερασματικά, το βιβλίο του Γιώργου Καμηλάρη Η Αριστερά στη Σύγχρονη Κυπριακή Ιστορία πλην των γνώσεων, των πληροφοριών, των προβληματισμών, της πλήρωσης του κενού στο παρελθόν, δίνει την ευκαιρία να ακροαστούμε και τα βήματα του μέλλοντός μας, αν θέλουμε να είμαστε Προμηθείς και όχι Επιμηθείς.