Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

Μικρός Παρακλητικός

Στέλιος Παπαντωνίου
ΜΙΚΡΟΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ
Και πού αλλού να καταφύγω
στρέφω το βλέμμα στη γη
στρέφω στον ουρανό
δεν είναι άλλη ελπίδα από σένα,
που ακούς τους στεναγμούς της καρδιάς
και σπογγίζεις τα δάκρυα.

Ανοίγω το στόμα
άλαλος μένω
στη δική σου αγκάλη
πάρε με και σώσε τους πιστεύοντας
σε σένα απλώνω το χέρι στη χάρη σου.

Χάιδεψε τα γηρασμένα μαλλιά
τις θλιβερές φιγούρες
που άδειασαν τη ζωή
στους κάδους απορριμμάτων ανακύκλωσης.

Μια ζωή ρημαγμένη περιστεριών
σπίτια χαλασμένα
ερημωμένα παράθυρα
ένα αεροπλάνο περνά και βομβαρδίζει 
στην Τυλληρία μένουμε ακάλυπτοι.

Ξεχερσώθηκε η γη μας
κάηκε κι η μικρούλα φραγκοσυκιά
κάηκε άκαρπη τώρα
μπαινοβγαίνουν απ΄ το πέλαγο
κατσαρίδες οδυνηρές κι αδιάτρητες.

Ρώτησα εσχάτως την ακτοφυλακή
το τελευταίο καραβάκι
με το Φιλήτα τσακίστηκε.
Στα βράχια οι βρύσες στέρεψαν το νερό.
Κανένας ακτοφύλακας
κανένας αγροφύλακας
δε λειτουργεί το νησί
τυφλωμένο στη νύστα του.

Περιφραγμένο τη γύμνια του δέρματος
τη γύμνια των κορμιών
των έξωθεν τουριστών
των έσωθεν βατράχων
των άξενων βράχων γούβες άλατος.

Δε μας μένει παρά να σφυρίξουμε
και πάλι τα σος πάλι τα σος
και μας ακούν τα ες ες. 
Ιδρώνει, υψώνει το χέρι
Απειλεί Ηρωδιάδα
που μαίνεται και ταράσσεται
Μια τις πηγές μια τον αέρα, τη θάλασσα
τις ακροποταμιές και τις ακρώρειες.

Ο απόστολος  καρφωμένος στη θέση του
σκύβει κι ανέχεται
επιβλαβείς διορθώσεις
δεν ξέρει πια το όνομά του
δεν ξέρει τους περιβολάρηδες.
 Έξω στη αυλή του  οπωροκηπευτικά
πανηγυρίζουν εις βάρος του
της διεθνούς τάξης και αταξίας.

Έτσι κι αλλιώς περιμέναμε την καταστροφή
φώναζε η κόρη του Πρίαμου
φώναζε η γυναίκα του.
Τα παιδιά τους
άλλα πολεμούσαν
άλλα γύριζαν με τις καύκες παράνομες.

Ζευγάρια παίζαν στα καζίνα της εποχής,
οι αρχαιολογικές ανασκαφές
μεγάλες ανακαλύψεις,
χαρτοπαίγνιο, κουμάρι,
εταίρες και εταίροι
στην Ευρώπη, το Ισραήλ και στην Αίγυπτο.

Οι Αχαιοί μας αποστρέφονταν
ήταν πάντα με τους αγγέλους
τους πόρνους και τους ληστές.
Βρίσκαν δικαιολογίες πολιτικές
έτσι κάνουν οι πολτικιές εκεί στη αλυκή,
τα φτιάνουν πρώτα
κι ύστερα μηχανεύονται.

΄Ετσι λοιπόν 
η σουλτάνα κοιμόταν
πήγε ο λόρδος και την ξύπνησε
ξύπνα της λέει
θα σου φαν το νησί 
κάνε το πόρνης κάγκελο
κάνε το μητσοτάκη προαγωγό
ρωσίας και αγγλίας
που μπλέχτηκε στα κάγκελα.

Κι ύστερα από τις βόμβες και τα ναπάλμ
τα βαρελότα και το θάνατο
Κουσουλίδη Μιχαήλ
αιωνία η μνήμη συμμαθητή
αείμνηστε αξιομακάριστε.

Ο άγιος ποιμήν έπαιζε στα ζάρια
δεν του κάθονταν,
το ‘ ριχνε στο σκάκι και στο τάβλι
δοκίμαζε τις πάστρες και τα κουγκάν
δεν του έβγαιναν.

Γέρος εκεί γέρος εδώ
αγωνιστής της λευτεριάς 
ξεκουτιασμένος  πού ξανακούστηκε
ο αγγλιτέρος να σπρώχνει
όπισθεν τη χανούμισα
– εκ διαβόλου τα πεπραγμένα –
ως που μας το βύθισε
αεροπλανοφόρο το ακίνητο.

Και σαν τον καρχαρία
καταβροχθίζει κομμάτι το κομμάτι,
την Κερύνεια, την Αμμόχωστο,
τη Μόρφου, την Καρπασία.

Τον άγιο Κασσιανό δεν το δυνήθηκε
ένα μικρό καλύκι σώθηκε.  
Λοιπόν, αυτό

το καλύκι θα μας σώσει.